Βιβλιο

Ο Μιχάλης

Όπου κι αν πάει κανείς, πάντα θα κουβαλάει στις αποσκευές του τον εαυτό του

Ελένη Σταματούκου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Διαβάζεται ακούγοντας αυτό: 

Κάθε μέρα ο Μιχάλης γυρίζει σε ένα άδειο σπίτι. Ανοίγει την τηλεόραση, η οποία παραμιλάει για ώρες. Σωπαίνει μόνο το πρωί, όταν εκείνος φεύγει για τη δουλειά. Θέλει παρέα για να κοιμηθεί. Του αρκεί η φλυαρία των εφήμερων παρουσιαστών στα πάνελ των φθηνών τηλεοπτικών εκπομπών. Παλιά, τα Σάββατα, έπαιζε μπάσκετ με τους φίλους του. Τώρα όμως όλοι σχεδόν αποδημήσανε εις Κύριο, με λίγα λόγια παντρεύτηκαν και έχουν και από ένα παιδί-τέρας. Εκείνος δε θέλησε ποτέ του να κάνει οικογένεια. Μόνο στεναχωριόταν που έχανε τους φίλους του.

Και ύστερα είναι αυτός ο καταραμένος χρόνος που τον ενοχλεί. Προσπαθεί να τον οριοθετήσει, να το περιορίσει μήπως και τον προλάβει, μήπως και τον ξεγελάσει. Δεν του φτάνει ο χρόνος. Προσπαθεί με πράξεις να τον υπολογίσει, αλλά δεν του βγαίνουν. «Μετά τα 30, ο χρόνος κυλάει πιο γρήγορα», του είπε ο λογιστής του, που ξέρεις από μαθηματικά. Τα μαθηματικά όμως θέλουν φαντασία και ο λογιστής του ήταν ορθολογιστής. Ο Μιχάλης είναι 30 συν 7. Δεν του αρέσει να μαρτυράει την ηλικία του, σα μερικές γυναίκες που κρύβουν τα χρόνια τους, όπως τα καλοκαίρια που αρνήθηκαν ότι έζησαν. Πώς μπορείς να απαρνιέσαι τα καλοκαίρια; Μερικοί άνθρωποι τα περιμένουν ολόκληρους μήνες για να ζήσουν. Ο Μιχάλης ζούσε, μέσω της δουλειάς του, αν και στην πραγματικότητα και αυτή την έκανε μηχανικά. Όλο μηχανικά τα έκανε.

Σύχναζε στα μπαρ του κέντρου. Παλιά στα μπαρ μπορούσες να γνωρίσεις ακόμα και τον έρωτα της ζωής σου, ασχέτως αν μετά κατέληγε σε μεγάλο φιάσκο. Τουλάχιστον όμως κάποιοι έρωτες ξεκίναγαν πάνω στις μπάρες μεταξύ δεύτερου και τρίτου ποτού. Ο Μιχάλης ως τέλεια μηχανή αυτοσυντήρησης ήξερε τι ήθελε και το έπαιρνε. Παρέσυρε γυναίκες με τη θέλησή τους στο σπίτι του. Ανταλλάσσανε πολλά «μμμ» και «αχ» και τελειώνανε με «πρέπει να ξυπνήσω νωρίς αύριο» και «θα σε πάρω τηλέφωνο». Ποτέ δεν τις έπαιρνε τηλέφωνο. Κάποιες τις ερωτευόταν για λίγο για κάποιες μέρες, για κάποιες ώρες, μετά όμως επανερχόταν αυτό το βαρύ συναίσθημα της απόγνωσης και όλα άλλαζαν. Κάποιες από αυτές έφευγαν αμέσως και άλλες έμεναν, όσο άντεχαν. Πόσο όμως να αντέξεις έναν εραστή που ζει μονάχα για μια φορά; Στις γυναίκες αρέσουν τα κακά παιδιά, αλλά ο Μιχάλης δεν ήταν κακός, απλά ήταν σε χειμερία νάρκη, μόνο που κρατούσε όλους τους μήνες. Εντάξει οι χειμώνες είναι δύσκολοι, αλλά να κοιμάσαι και τα καλοκαίρια; Είχε μεγαλώσει όμως έτσι. Όπως μάθει κανείς σε αυτή τη ζωή.

Ο Μιχάλης ζούσε όσο διαρκούσαν οι διαφημίσεις, δηλαδή μερικά λεπτά, μόνο που και αυτές τώρα πια λόγω κρίσης περιορίστηκαν. Είχε πολλές ευκαιρίες να αλλάξει τη ζωή του, αλλά ποτέ του δεν το θέλησε. Του έφταναν οι πανελίστες των μεσημεριανών εκπομπών, που σαν φωτεινοί παντογνώστες του μιλάγανε για τη ζωή και εκείνος κοιμόταν ακούγοντας τις φωνές τους. Άλλοι δηλώνουν παραίτηση από μη υποφερτές δουλειές, από ανέξοδες σχέσεις, από καταπιεστικά σύνδρομα, αυτός όμως παραιτήθηκε από τη ζωή. Κάποια στιγμή, θεώρησε ότι αν φύγει από την Ελλάδα όλα θα αλλάξουν. Μόνο που ξέχασε ότι όπου κι αν πάει κανείς, πάντα θα κουβαλάει στις αποσκευές του τον εαυτό του.

Ο Μιχάλης μετακόμισε στο Παρίσι. Έπιασε ένα διαμέρισμα σε μια γειτονιά στο 11ο διαμέρισμα. Συνέχισε τη ζωή του βλέποντας ψηφιακά ελληνικά κανάλια.