Βιβλιο

Lady Cortisol

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 586
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η «Lady Cortisol» –τίτλος στην καινούργια, υπό έκδοση νουβέλα του Μισέλ Φάις– είναι ένα µακρύ, παραληρηµατικό κείµενο, όπου µια γυναίκα απαντά στις εξαντλητικές και καταιγιστικές ερωτήσεις ενός άντρα. (Κορτιζόλη ονοµάζεται η ορµόνη του φόβου, της επιθετικότητας και της κατάθλιψης.)


Θα µου πείτε, κάτι δεν πάει καλά. Ναι. Μπορεί να το σκεφτείτε και να µη µου το πείτε. Θα συµφωνήσω µαζί σας. Ό,τι κι αν αποφασίσετε. Ακόµη κι αν περάσει αστραπιαία από το µυαλό σας. Ναι. Ακόµη κι αν στην πορεία το ξεχάσετε. Όντως. Κάτι δεν πάει και τόσο καλά. Όχι. Ούτε µ’ αυτόν που ρωτάει, ούτε µ’ εµάς που απαντάµε. Θα συµφωνήσω. Δεν µπορώ. Μπορώ να µη συµφωνήσω; ΄Οσον µε αφορά. Δεν µπορώ. Ωστόσο υπάρχει κι αυτό. Υπάρχει. Το νιώθω. Δεν το νιώθετε; Υπάρχει και παραϋπάρχει. Όχι πάντα. Έρχεται, φεύγει. Σαν παλίρροια. Σαν πονοκέφαλος. Σαν έκζεµα. Σαν µελαγχολία. Σαν τραγουδάκι. Σπανιότερα σαν συναίσθηση. Κι ακόµη πιο σπάνια σαν παρηγοριά. Συµβαίνει. Ακούστε µε. Δεν είναι απίθανο. Όπως µαθαίνεις να τρως, να αφοδεύεις, να ντύνεσαι, να µιλάς, να σωπαίνεις, να χύνεις, να κλαις, να ξεχνάς, να φθείρεσαι, κυρίως αυτό, να πεθαίνεις. Έτσι. Ακριβώς έτσι. Μαθαίνεις και ν’ απαντάς. Καµία διαφορά. Αναγκάζεσαι. Μαθαίνεις. Απαντάς. Σ’ αυτό που σε ρωτάνε. Σ’ αυτό που σε ρωτάει. Αυτός. Έτσι κι αλλιώς, όλες οι ερωτήσεις καταλήγουν σ’ αυτόν. Έτσι κι αλλιώς, κανένας άλλος δεν σε ρωτάει. Κανένας άλλος όπως αυτός. Δεν υπάρχει ερώτηση χωρίς αυτόν. Κι όταν δεν υπάρχει ερώτηση – θέλετε να συνεχίσω; Ούτε ερωτηµατολόγιο υπάρχει. Αυτός είναι η πρώτη ερώτηση. Και η τελευταία. Η ερώτηση της ερώτησης. Και χωρίς ερώτηση. Αυτός είναι. Πάλι. Καµία ερώτηση; Καµία. Ωραία. Γι’ αυτό. Ακριβώς γι’ αυτό. Απαντάς. Σου αρέσει, δεν σου αρέσει. Έχοντας και µην έχοντας τι να του πεις. Έχοντας καταλήξει ή όχι για την ακριβή του ταυτότητα. Βρίσκοντας τη φωνή του ανατριχιαστική, ανεκτή ή αδιάφορη. Απαντάς. Ρωτάει. Απαντάς. Μπορεί να βρίσκεσαι στην κουζίνα και να τρως ή να καπνίζεις, στο µπάνιο σου και να λούζεσαι ή να κλαις, στο γραφείο σου και να εργάζεσαι ή να χαζεύεις τα σύννεφα, µπορεί να προσγειώνεσαι ή να απογειώνεσαι σε κάποιο αεροδρόµιο, µετά από κάποιο επαγγελµατικό ταξίδι, κάποιον χωρισµό ή κηδεία. Ρωτάει, απαντάς. Μπορεί όµως να κοιµάσαι και να ξυπνάς σε µια ατέλειωτη παραλία, όπου συναντάς ευθιάθετους λουόµενους, αν και πεθαµένους από καιρό, µάλιστα η ηµεροµηνία θανάτου τους είναι κεντηµένη σαν τατού στο ηλιοψηµένο κορµί τους, άντρες γυναίκες και παιδιά, που κανένας τους δεν µπαίνει στη θάλασσα, κανένας δεν είναι βρεγµένος σ’ αυτή την παραλία, καθώς η θάλασσα δεν είναι µπλε και δεν κυµατίζει, µάλλον κυµατίζει ακίνητη καθώς είναι ένα τεράστιο στρατσόχαρτο, βαµµένο αδέξια σε απόχρωση κάπουτ µόρτουµ. Ρωτάει, απαντάς. Ακόµη όµως και στην οµαδική εµµονή, στη συλλογική φαντασίωση του Γκρι Στούντιο µπορεί να βρίσκεσαι. Ακόµη και σ’ αυτήν την παραζάλη. Ρωτάει, απαντάς; Κάποια στιγµή λοιπόν θα σε ρωτήσει, ζείτε µόνη ή µε τους γονείς σας; Τότε ούτε θα σκεφτείς, λέγοντας µέσα σου δεν σκέφτοµαι τίποτα, ούτε θα αισθανθείς, λέγοντας µέσα σου δεν αισθάνοµαι τίποτα, ούτε θα πεις κάτι, το οτιδήποτε, λέγοντας µέσα σου δεν λέω τίποτα. Τότε θ’ αρχίσεις να τρίβεις τα χέρια σου. Μόνο αυτό. Αρκεί. Αργά και συνεχόµενα. Σαν ν’ ανάβεις φωτιά διά της τριβής. Τα γόνατά σου θα είναι ελαφρά λυγισµένα. Η σπονδυλική σου στήλη σε όρθια θέση. Mόλις αισθανθείς τις παλάµες σου να καίνε θα τις ακουµπήσεις πίσω απ’ την πλάτη σου. Δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Θα µαλάξεις την περιοχή των επινεφριδίων. Θα κρατήσεις την αναπνοή σου και θα περιµένεις. Κάποιες φορές, το λίγο είναι πολύ. Η φωνή που ρωτάει θα πάψει ή αυτός που συνεχώς ρωτάει θα εµφανιστεί; Μήπως, αν εµφανιστεί, δεν θα ξαναρωτήσει ποτέ; Μήπως, αν σταµατήσει να ρωτάει, θα πάθει αφωνία; Δεν έχεις ιδέα. Το µόνο που ξέρεις είναι πως συνεχίζεις να πιέζεις την πλάτη σου στο ίδιο σηµείο. Αγνοείς τι πραγµατικά θες να συµβεί. Τι είναι για σένα λιγότερο δυσάρεστο ή επώδυνο. Θα αφήσεις την ανάσα σου ελεύθερη; Το σκέφτεσαι. Το ζυγίζεις. Το φαντάζεσαι. Κοιτάς το στήθος σου.  Πάνω κάτω. Ανεπαίσθητα. Πάνω κάτω. Αυτοϋπνωτίζεσαι. Πάνω κάτω. Αυτοεξαλείφεσαι. Καταπίνεις. Ξανακαταπίνεις. Την αφήνεις; 


*Το βιβλίο θα  κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη, αρχές Νοέµβρη