Βιβλιο

Ο Δον Κιχότε επιστρέφει χάρη στη μεταφραστική επέμβαση της Μελίνας Παναγιωτίδου

Τι έχει να μας πει η νεαρή μεταφράστρια του βιβλίου;

Λένα Χουρμούζη
ΤΕΥΧΟΣ 281
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τετρακόσια χρόνια μετά τη δημιουργία του, ο ευφάνταστος ευπατρίδης του Μιγκέλ Ντε Θερβάντες επιστρέφει ανανεωμένος χάρη στη μεταφραστική επέμβαση της Μελίνας Παναγιωτίδου.

Ποιες ήταν οι δυσκολίες αυτού του μεταφραστικού εγχειρήματος;
Ήταν και είναι (γιατί υπάρχει και το Δεύτερο Μέρος του «Δον Κιχότε») ιλιγγιώδεις. Δεν θα ήθελα να σταθώ σε τεχνικά, ας πούμε, ζητήματα – ερμηνευτικά, λεξιλογικά, υφολογικά, και τόσα άλλα. Θα προτιμούσα να αναφέρω την τελική, τη σημαντικότερη δυσκολία, που περιλαμβάνει όλες τις επιμέρους, αυτήν που αποτελεί το μείζον μεταφραστικό στοίχημα και μαζί την έγνοιά μου: Πώς να αποδοθεί σήμερα ένα κείμενο που το 1605 έγινε αμέσως το δημοφιλέστερο λαϊκό ανάγνωσμα, που ο συγγραφέας του το απευθύνει σε όλο το φάσμα των αναγνωστών και που ακόμη φυλάει καλά κρυμμένα τα μυστικά του απ’ τους μελετητές κι απ’ όλους μας.

Ποιες ήταν οι ωραιότερες στιγμές στο μεταφραστικό σας ταξίδι με τον Θερβάντες;
Οι ωραίες στιγμές σ’ έναν τέτοιο μακρύ δρόμο είναι πολλές, σύνθετες και αφορούν τα αφανή· έχω γελάσει και έχω συγκινηθεί μέχρι δακρύων, έχω σπαζοκεφαλιάσει αναζητώντας απαντήσεις και λύσεις, και αναγαλλιάσει βρίσκοντας και δίνοντας τις καλύτερες που μπόρεσα, έχω διασκεδάσει παίζοντας με τα λογοπαίγνιά του, όπως επίσης έχω κοντέψει να τον εκπαραθυρώσω πάνω από μία φορά. Βλέπετε, το μεταφραστικό ταξίδι είναι μια πολύ στενή σχέση και, ως τέτοια, περνάει από σαράντα κύματα. Όπως ακριβώς άλλωστε η σχέση του δον Κιχότε με τον Σάντσο…

Είναι προσαρμοσμένη η μετάφρασή σας στη σημερινή εποχή; Και με ποιον τρόπο; Π.χ. πόσο διαφορετική είναι γλωσσικά σε σχέση με τις παλαιότερες απόπειρες;
Η μετάφραση δεν είναι «προσαρμοσμένη» υπό την έννοια διασκευής ή ελεύθερης απόδοσης· ίσα ίσα, μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες ήταν η διατήρηση αλώβητου του θερβαντινού κειμένου και ύφους. Η προσαρμογή της στο σήμερα συνίσταται στο σύγχρονο της σύνταξης και της γραμματικής, στη μεταφορά εννοημάτων έτσι ώστε να γίνονται κατανοητά και στη ζωντάνια των διαλόγων, περίπου έτσι όπως θα τους έκαναν σήμερα οι τότε. Η όποια γλωσσική διαφορά δεν έχει να κάνει μόνο ή τόσο με το ιδίωμα, όσο με την ήδη επιλεγμένη μεταφραστική κατεύθυνση και την ερμηνευτική προσέγγιση. Και, σε αυτό το πεδίο, ο «Δον Κιχότε» είναι ανεξάντλητος.

Οι απόπειρες των προηγούμενων συναδέλφων σας ασκούσαν κάποιο βάρος σε σας ή όχι;
Το έργο των προηγουμένων συναδέλφων δεν συνιστά απλώς απόπειρα, πρόκειται για επίτευγμα – εξάλλου καμία μετάφραση του «Δον Kιχότε» δεν γίνεται ab ovo. Δεν θα έλεγα λοιπόν ότι ασκούσαν βάρος, αλλά ότι με συντρόφευαν για να επωμιστώ ένα βάρος που εκείνοι θα ήταν σε θέση να αντιληφθούν καλύτερα από κάθε άλλον. Πολλώ δε μάλλον όταν είχα την τύχη και τη συνακόλουθη τεράστια, επιπρόσθετη ευθύνη να δουλεύω με την εγκυρότερη μέχρι τώρα σχολιασμένη έκδοση του έργου, αλλά και με τις ανατυπώσεις των πρώτων εκδόσεων του 1605 και του 1615.

Πρέπει τα κλασικά μυθιστορήματα να μεταφράζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και γιατί; Θα λέγατε ότι οι παλιές μεταφράσεις γερνούν;
Δεν υπάρχει «πρέπει», αλλά ένα «θα ήταν ευχής έργο» – οι αναμεταφράσεις συναρτώνται με τις ανάγκες του αναγνωστικού κοινού, της κοινωνίας και των καιρών, και μακάρι οι ανάγκες να είναι τέτοιες που να απαιτούν τις εκ νέου αναγνώσεις των κλασικών. Ας μη λησμονούμε ότι το κλασικό μόνο νεκρό δεν είναι. Όσο για τις μεταφράσεις τους, είναι εξ ορισμού θνητές και επομένως, ναι, σε αντίθεση με το πρωτότυπό τους, με την πάροδο του χρόνου ωριμάζουν σαν το καλό κρασί και κάποτε γερνούν. Αλλά χάρη σ’ αυτές διατηρείται και παραμένει ζωντανό το πρωτότυπο.

Είναι εξίσου επίκαιρος ο «Δον Κιχότε» έπειτα από 400 χρόνια;
Δεν έχει πάψει ποτέ να είναι επίκαιρος, όχι μόνο επειδή έχει υπερβεί τους στενούς ορίζοντες οποιουδήποτε χρόνου και τόπου, αλλά και επειδή έχει θεμελιώσει το μοντέρνο μυθιστόρημα – ό,τι αποκαλούμε σήμερα «μεταμοντέρνο», εν πολλοίς εμπεριέχεται ήδη στον «Δον Κιχότε». Θα τολμούσα ωστόσο να πω ότι, ως λαμπρό και πρωτοπόρο γέννημα μιας εποχής παρακμής, είναι και πάλι πιο επίκαιρος παρά ποτέ. Ο στοχασμός του για τον άνθρωπο και την κοινωνία, για τη μισαλλοδοξία, την τέχνη ή τον πόλεμο, αρκεί για να βάλει σε βαθιά σκέψη όποιον επιλέξει να κοιτάξει πίσω από την τολμηρή και ευφυή διακωμώδηση και το διασκεδαστικό του έργου.

Πόσες φορές έπρεπε να διαβάσετε το βιβλίο για να ξεκινήσετε τη μετάφραση;
Ενόψει της μετάφρασης, δύο – εννοώ αναγνώσεις με στόχο την επικείμενη μετάφραση. Είχα να βυθιστώ στα 1600, να αποκτήσω συνολική εικόνα για τη διαρκή εξέλιξη του λόγου και των χαρακτήρων, να σκεφτώ τους πιθανούς τρόπους αντιμετώπισής τους, έχοντας παράλληλα υπόψη τις υποθέσεις και τις ερμηνείες μελετητών. Βέβαια, θα πρέπει να πω ότι καμία ανάγνωση δεν είναι ικανή να αποκαλύψει τα όσα απαιτητικά ζητήματα θέτει η ίδια η πορεία της μετάφρασης.

Πόσο χρόνο σάς πήρε αυτό το εγχείρημα; Και πώς αντιδράσατε όταν σας προτάθηκε να το αναλάβετε;
Το Πρώτο Μέρος, τρεισήμισι χρόνια, σχεδόν χωρίς διακοπή. Πώς αντέδρασα; Σαν να είχε έρθει ουρανοκατέβατο όχι ό,τι ονειρευόμουν, αλλά ό,τι δεν θα είχα καν τολμήσει να ονειρευτώ. Μου κόπηκαν τα γόνατα – και ακριβώς αυτό έπρεπε να ξεπεράσω για να μην το βάλω στα πόδια. Όμως οι μεγάλες, οι μέγιστες προκλήσεις στη ζωή μας μία φορά εμφανίζονται και για να ριχτεί κανείς στην περιπέτεια της μετάφρασης του «Δον Κιχότε» το λιγότερο που μπορεί να κάνει είναι να δειχτεί εξίσου τρελός με αυτόν – αν υποτεθεί πως ο ιδαλγός ήταν πράγματι τρελός…

Info: «Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα - Μέρος Ι. Ο ευφάνταστος ιδαλγός δον Κιχότε ντε λα Μάντσα» Μιγκέλ ντε Θερβάντες, μτφ. - εισ. - σημ. Μελίνα Παναγιωτίδου, εκδ. Εστία