Βιβλιο

101 χρόνια Σολ Μπέλοου

Ανήκει στους συγγραφείς των οποίων το έργο θα επιζήσει για πολλά χρόνια

Στέφανος Δάνδολος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έζησε την ζωή του σαν περιπέτεια. Όχι με την τυχοδιωκτική ένταση του Χέμινγουέι, αλλά με το σαράκι της γραφής να τον κατατρώει και να τον οδηγεί σε ταξίδια εβδομάδων στο Μεξικό, στα μονοπάτια της παλιάς Ευρώπης και στα χωμάτινα βουνά της κεντρικής Αφρικής. Γράφοντας πάντα. Γεμίζοντας σημειωματάρια και σελίδες επιστολογραφίας. Και συνθέτοντας μυθιστορήματα που έμειναν στο πάνθεον της αμερικανικής λογοτεχνίας.

Ο Σολ Μπέλοου γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1915, από οικογένεια Εβραίων της Λιθουανίας, και έμελλε να αποτυπώσει ανεξίτηλα το στίγμα του στα γράμματα του εικοστού αιώνα. Είναι ο μοναδικός συγγραφέας που έχει κερδίσει τρεις φορές το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου Αμερικής. Και υπήρξε επίσης ο θριαμβευτής της Σουηδικής Ακαδημίας στα Νόμπελ του 1976, με το σκεπτικό της βράβευσης να εστιάζει «στο μείγμα του πλούσιου περιπετειώδους μυθιστορήματος και της λεπτής αναλύσεως του πολιτισμού μας, της ψυχαγωγίας, των σημαντικών και τραγικών επεισοδίων σε γρήγορη διαδοχή, με τη φιλοσοφική αναζήτηση…» Μόνο όποιος έχει βυθιστεί στα μεγάλα έργα αυτού του «αχαλιναγώγητου αρλεκίνου των λέξεων» (σύμφωνα με τον Νόρμαν Μέιλερ) μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς εννοούσαν οι Σουηδοί. Το περιπετειώδες μυθιστόρημα είναι οι «Περιπέτειες του Όγκι Μαρτς», η λεπτή ανάλυση του πολιτισμού είναι το «Χέρτσογκ», η φιλοσοφική αναζήτηση είναι το «Ράβελσταιν». Και όλα, μέσα από ένα χιούμορ διαβρωτικό, που σε φέρνει αντιμέτωπο με τον εαυτό σου, με τις επιλογές σου, με τη δική σου ζωή μέσα στο άλγος του δυτικού πολιτισμού.

Και η δική του ζωή; Γάμοι, διαζύγια, επεισοδιακές δικαστικές διαμάχες με πρώην συζύγους, ταξίδια, βραβεία. Δύο φορές κοντά στον θάνατο, την πρώτη στα οκτώ του, όταν νοσηλεύτηκε για έξι μήνες με οξεία μόλυνση του αναπνευστικού, τη δεύτερη, μεγάλος πια, στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα, όταν δηλητηριάστηκε από χαλασμένο ψάρι και στη συνέχεια ένα μικρόβιο προσέβαλε το νευρικό του σύστημα και χρειάστηκε να εισαχθεί επειγόντως στην εντατική, όπου παρέμεινε για πέντε βδομάδες. Και στο μεταξύ, γράμματα. Αναρίθμητα γράμματα. Μανιώδης επιστολογράφος, στο δρόμο των μυθιστοριογράφων που θαύμαζε, έγραφε γράμματα κάθε μέρα, όπως ο Χέρτσογκ του ομώνυμου βιβλίου του, και τα έστελνε σε ερωμένες, παιδιά, φίλους. Σε αυτά τα γράμματα έβλεπες μια ασίγαστη τρυφερότητα, το πάθος της επικοινωνίας που αναδύεται μέσα από μια βαθύτερη μοναξιά και απομόνωση. Στο βιβλίο «Letters», όπου έχουν συγκεντρωθεί εκατοντάδες από τα γράμματα που έστειλε, διακρίνεις το άγχος για την επιβίωση, την αγάπη προς τον μεγάλο του γιο, την εκτίμηση που τον συνέδεε με συναδέλφους όπως ο Τζον Τσίβερ και ο Γουίλιαμ Φώκνερ. Και πάντοτε ορατή σε τούτες τις επιστολές ήταν η αναζήτηση της κομψότητας και της πρωτοτυπίας στα έργα του. «Ψάχνω έναν καινούργιο τρόπο αφήγησης», έγραφε στον ιστορικό Σόλομον Φογκς την εποχή που ξεκινούσε τον Όγκι Μαρτς, και τι ρηξικέλευθο, επαναστατικό τρόπο αφήγησης μπορούμε εμείς οι αναγνώστες να απολαύσουμε διαβάζοντας το αποτέλεσμα της δουλειάς των επόμενων μηνών εκείνου του γράμματος («η αφήγηση του μέλλοντος», αποφάνθηκαν οι New York Times, παρουσιάζοντας τον Όγκι Μαρτς).

Τα έργα του Σολ Μπέλοου άγγιξαν την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, την ταξική κινητικότητα της Αμερικής, τον παραδοσιακό πολιτισμό της Ευρώπης, και ανέδειξαν ήρωες παθιασμένους, νευρωτικούς, αστείους, χαρούμενους, βαθύτατα θλιβερούς, και το σημαντικότερο τρυφερούς και μόνους. Δικαίως χαρακτηρίστηκε από τον Τζον Απντάικ «ο πιο Ευρωπαίος από τους θρυλικούς Αμερικανούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα». Οι καταβολές του, και εν γένει η ιδιοσυγκρασία του, τον έκαναν να φύγει από την στεγνή αναζήτηση του μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος (που τελικώς εγκλώβισε δημιουργούς σαν τον Μέιλερ), και να στραφεί στο μεγάλο οικουμενικό μυθιστόρημα, στα ίχνη του Τολστόι, του Προυστ και του Μπαλζάκ, τους οποίους λάτρευε.

Εκεί, προς το τέλος της ζωής του, συντροφιά με νεότερους συγγραφείς όπως ο Φίλιπ Ροθ, και πολύ νεότερους του, όπως ο Μάρτιν Έιμις, ο Σολ Μπέλοου διαπίστωσε πόσο βαθιά είχε χαράξει την σελίδα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. «Όταν βλέπω τις επόμενες γενιές να αναζητούν τόσο έντονα την παρέα μου», έγραψε στον Ρίτσαρντ Τεμπλ του New Yorker, «τότε καταλαβαίνω ότι το έργο μου μπορεί να επιζήσει λίγο ακόμα».

Έφυγε από τη ζωή στις 5 Απριλίου του 2005, σε ηλικία 90 ετών, αλλά ανήκει στους συγγραφείς των οποίων το έργο θα επιζήσει για πολλά χρόνια ακόμη.