Θεατρο - Οπερα

Οδός Πολυδούρη

Ο Θοδωρής Γκόνης και η Ιωάννα Παππά βαδίζουν στο δρόμο της μεγάλης ποιήτριας στην ομώνυμη παράσταση (video)

Μαρία Αυγέα
ΤΕΥΧΟΣ 523
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι αντίκες και τα αντικείμενα στα παλιατζίδικα της οδού Τουρναβίτου βοηθούν στο να μεταφερθείς νοερά στην Αθήνα του ’20. Φαντάζομαι τη Μαρίκα να περπατάει με βήμα ορμητικό, ίσως ακόμα λίγο υπεροπτικό, το δρόμο. Να κάθεται στο τραπεζάκι του γωνιακού καφενείου κάτω από τον ανοιξιάτικο ήλιο, να βγάζει από την τσάντα της ένα πακέτο Sante, να ανάβει και να τραβάει την πρώτη ρουφηξιά με ευχαρίστηση. Τότε ούτε ο ήλιος ούτε τα τσιγάρα θεωρούνταν επικίνδυνα… Ένα τέτοιο ανοιξιάτικο πρωινό συνάντησα στο θέατρο Θησείον τον Θοδωρή Γκόνη και την Ιωάννα Παππά, σκηνοθέτη και πρωταγωνίστρια της παράστασης «Οδός Πολυδούρη» που έγραψε η Ρούλα Γεωργακοπούλου.

Με το σκηνοθέτη Θοδωρή Γκόνη

Δεύτερη χρονιά φέτος για την «Οδό Πολυδούρη»…

Παίχτηκε με επιτυχία πέρσι και έτσι γεννήθηκε η επιθυμία να επαναληφθεί. Είναι μια νέα παραγωγή, που την ανέλαβε ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος και παίζεται στο «Θησείον», ένας χώρος ιδανικός γιατί ταιριάζει στις τελευταίες μέρες της Πολυδούρη.

Η Πολυδούρη πέθανε στο «Σωτηρία»;

Περίπου. Στα Πατήσια σε μία ιδιωτική κλινική την είχαν πάει, αλλά στα τελευταία της. Υπάρχει και αυτή η φοβερή φωτογραφία που είναι καθισμένη στην πολυθρόνα και για χρόνια πιστεύαμε ότι είναι στο Σωτηρία. Αλλά τελικά είναι στη Φτέρη, στο Αίγιο. Εκεί πήγαιναν οι φυματικοί.

Η παράσταση είναι μία σκιαγράφηση της προσωπικότητάς της;

Θα έλεγα ότι είναι ακριβώς το αντίθετο. Πιστεύω ότι ο καλύτερος τρόπος για να μιλήσεις για κάτι είναι να απομακρύνεσαι από αυτό. Η απόσταση πάντα σου δίνει ένα καθαρότερο μάτι. Εν θερμώ, τα πράγματα, καμιά φορά δεν είναι και ο καλύτερος σύμβουλος. Το ψυχρό… το μάρμαρο, έχει πολύ περισσότερη θερμοκρασία μέσα του από ό,τι έχει η φωτιά. Μου αρέσει αυτός ο τρόπος: να απομακρύνεσαι για να μπορείς να μιλάς για ένα πρόσωπο. Έπειτα, το θέατρο είναι μια ποιητική τέχνη, ένας άλλος δρόμος να μιλήσεις. Είναι ο δρόμος της μεταφοράς, ο δρόμος της απόστασης. Και η δική μας παράδοση είναι παράδοση της μεταφοράς, δεν είναι της κυριολεξίας. Από πού είσαι, σε ρωτάνε, και λες «να σου διηγηθώ μία ιστορία». Η ιστορία μου είναι ο τόπος μου. Και το κείμενο της κυρίας Γεωργακοπούλου, που είναι ένα κείμενο αμφίσημο, γοητευτικό και δύσκολο, δεν μπορείς να το φωτογραφίσεις. Γι’ αυτό και με την Ιωάννα και τους συνεργάτες μας, την Ελένη Στρούλια που έκανε τη σκηνογραφία, το μικρό μου γιο Αλέξανδρο που έγραψε τη μουσική και τον Τάσο Παλαιορούτα, δουλέψαμε όλοι μαζί με αυτό τον τρόπο: παίρνοντας αποστάσεις από την Πολυδούρη. Άλλωστε, και η ίδια είναι πολύ διακριτική ποιήτρια και δεν θα άντεχε φωτογραφίες, φλας, νεκρολογίες, συναισθηματισμούς, μελό και δάκρυα. Δεν τα ήθελε αυτά.

Η Πολυδούρη έχει μείνει στο μυαλό των περισσότερων ως πολύ «μελό» και συναισθηματική…

Δεν φταίει αυτή. Εκείνη σπούδασε θέατρο, παντρεύτηκε, χώρισε, ερωτεύτηκε αυτό το μεγάλο ποιητή και βέβαια σ’ αυτό το έργο επιστρέφει λίγο πολύ και ζητάει τα δικαιώματά της: δεν είναι δηλαδή ο Καρυωτάκης η ζωή της. Ο Καρυωτάκης ήταν ένας έρωτάς της, όχι η ζωή της.

Ωστόσο, ήταν κάτι που της στοίχισε. Ότι εκείνος δεν στάθηκε, ας πούμε, αντάξιος των προσδοκιών της. Στην τελευταία της επιστολή στο «Σωτηρία» αναφέρει: «Κάτι νέοι σκυθρωποὶ κι ἀνάπηροι. Ὀλίγοι γέροι μὲ κακόβουλο ὕφος. Κάτι δεσποινίδες σαλατολόγοι καὶ ὑπερφίαλοι... Απόκληροί της ἀντίληψης... Κι ὅμως ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Κ., ὁ μόνος ποὺ θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ μὲ καταλάβει, ἀλλὰ οὔτε καὶ κεῖνος τόλμησε... Μοὖπε μάλιστα, πὼς μὲ λυπόταν γιατί τὸν ἀγαποῦσα... ὅτι ἤμουνα γι᾿ αὐτὸν μιὰ παρηγοριά».

Σίγουρα, αλλά δεν νομίζω τόσο πολύ. Άλλωστε, είναι κοινό μυστικό το γιατί δεν δέχτηκε αυτός ο άνθρωπος. Έπασχε από σύφιλη… Βέβαια, ήταν τόσο άτυχος αφού μετά από δύο χρόνια βρέθηκε η θεραπεία… και θα ζούσε. Αλλά είναι αστείο να λες ότι έχει πεθάνει ο Καρυωτάκης. Τα ποιήματά του ζουν και βασιλεύουν. Οι μεγάλοι ποιητές είναι κάτι σαν τον Μέγα Αλέξανδρο, για τον οποίο ρωτάνε αν ζει ή αν πέθανε, είναι ψευτοπρόβλημα.

Το ίδιο ισχύει και για την Πολυδούρη;

Κι εκείνη ζει μέσα από το έργο της. Μάλιστα, πρόσφατα, μια εξαιρετική φιλόλογος, η κ. Ντουνιά, έβγαλε τα άπαντά της στην Εστία. Κυκλοφορώ στο μετρό καμιά φορά και βλέπω νέους ανθρώπους να διαβάζουν τα βιβλία αυτά και χαίρομαι πολύ. Επομένως, ζει. Το έργο είναι το μέσο και τα μεγάλα έργα δεν έχουν τάφους. Όπως, εξάλλου, οι μεγάλοι νεκροί δεν έχουν τάφους.

Θα μάθουμε κάτι περισσότερο γι’ αυτή τη γυναίκα βλέποντας την παράσταση;

Μάλλον το αντίθετο, θα πάρουμε ένα σφουγγάρι να σβήσουμε μερικά από αυτά που έχουμε μάθει και νομίζουμε ότι ισχύουν για αυτήν. Η παράσταση «σε στέλνει» να ψάξεις μόνος σου και να δεις αυτό που θέλεις. Η Πολυδούρη δεν ήταν αυτό που νομίζουμε, είναι κάτι άλλο που ο καθένας ας ψάξει, αν τον ενδιαφέρει, να το βρει. Αυτό κάνει και η Ιωάννα Παππά, μία εξαιρετική ηθοποιός. Για μένα ήταν πολύ σημαντικό που δούλεψα μαζί της μετά από πολλά χρόνια. Και φυσικά το κείμενο της Ρούλας που σε ενεργοποιεί, σου επιτρέπει να ψάχνεις κάτω από αυτό…. Είναι μια παρτιτούρα∙ το πώς θα την παίξεις είναι μια άλλη ιστορία. Ευτυχώς, η Ιωάννα ήταν ένα σπουδαίο «όργανο», είχε το θάρρος να κάνει το άλμα χωρίς δίχτυ, να καταπιαστεί με καινούργια πράγματα και βγήκε νικήτρια, νομίζω, κατά γενική ομολογία.

Ποιες είναι οι δυσκολίες τού να ασχολείσαι με ένα υπαρκτό πρόσωπο; Δεν υπάρχει ο φόβος να κάνεις κάτι που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;

Δεν χτυπάω το κουδούνι ενός… προσώπου τρέμοντας. Έχω το θάρρος να το χτυπήσω κι αν μου ανοίξει, μου άνοιξε. Είχα την επιθυμία να χτυπήσω το κουδούνι που έγραφε «οδός Πολυδούρη». Από κει και πέρα, επειδή η Πολυδούρη είναι μεγάλο πρόσωπο και μεγάλη ποιήτρια, ουσιαστικά μας δανείζει τη μάσκα της για μιλήσουμε και για άλλα πράγματα. Πίσω από αυτή τη μάσκα είναι όλες οι γυναίκες του κόσμου. Είναι, εξάλλου, πολύ γενναιόδωρη και η ποίησή της δεν ανήκει σ’ αυτήν, ανήκει στους αναγνώστες. Αν εμείς σταθούμε άξιοι της γενναιοδωρίας της, αυτό θα φανεί στην παράσταση. Η Πολυδούρη είναι ένα πρόσωπο που το αγαπάμε, είναι στη γειτονιά μας, είναι στο δρόμο μας, οπότε τη συναντάμε. Όταν κατεβαίνει να πάρει τσιγάρα, γιατί κάπνιζε πάρα πολύ, την έβλεπα. Τον καπνό της τον ξέρω, τον είχαμε πάνω στα ρούχα μας. Δεν έχω κανένα τρόμο, μόνο ένα θαυμασμό νιώθω και με τιμάει που μου δίνεται και μένα η ευκαιρία να εμπλακώ στην ιστορία της.

Θα έλεγε κανείς ότι η Πολυδούρη, όσο προοδευτική και αν υπήρξε, είναι μια γυναίκα άλλης εποχής. Τι έχει να πει στις γυναίκες τού σήμερα;

Πρώτα από όλα, ζώντας το 1920 μια γυναίκα τόσο χειραφετημένη, το να ζητάει τα δικαιώματά της δεν ήταν λίγο. Τότε δεν είχε δικαίωμα ψήφου καν η γυναίκα, και είχε αγωνιστεί γι’ αυτό με κάποιους βουλευτές. Δεν ήταν κλεισμένη σε ένα γυάλινο πύργο, απεναντίας, αυτό λέει και σε όλες τις γυναίκες του κόσμου: μπορεί να μην είμαστε όμοιοι, αλλά είμαστε ίσοι. Ήταν άξια θαυμασμού, ερχόταν μόνη της από ένα δρόμο δικό της. Επιθυμούσε τόσο πολύ να ζήσει, που η ίδια η ζωή δεν την άντεξε. Η φυματίωση νομίζω ότι ήταν ο πυρετός της ψυχής της.

Πόσο επηρεάζει η αντρική σκηνοθετική ματιά;

Όπως λέει και η Κάρεν Μπλίξεν, πάντα το αντίθετο του φύλου σου είναι αυτό που σε δικαιώνει. Είναι και η λαχτάρα και η επιθυμία που έχεις προς το άλλο. Είναι και σωματικά τα θέματα αυτά...

image

Με την πρωταγωνίστρια Ιωάννα Παππά

Πώς αισθάνεστε που επιστρέφετε στα μονοπάτια της «οδού Πολυδούρη»;

Χαίρομαι πάρα πολύ που μπορούμε να την παρουσιάσουμε ξανά στην Αθήνα. Ο χώρος είναι πολύ ιδιαίτερος, λειτουργεί από μόνος τους ως σκηνικό, καθώς δίνει την αίσθηση ενός δωμάτιου νοσοκομείου. Έχει απολυτή σύνδεση με την ιστορία. Το υλικό ήταν αρκετά «κατακτημένο», αν θέλετε, μέσα μου, επειδή είναι μονόλογος ασχολήθηκα από νωρίς και με πολλή προσωπική δουλειά.

Με ποιο τρόπο την προσεγγίσατε;

Δεν μπήκα στη διαδικασία να μιμηθώ, ή να ενσαρκώσω την Πολυδούρη, μέσα από την μυθολογία της. Ήταν ένας άνθρωπος που ματαιώθηκε αρκετά, αλλά και μια γυναίκα με έντονη προσωπικότητα. Έγινε μία μελέτη και μέσα από πρόσωπα που είχαν κοινά σημεία αναφοράς: για παράδειγμα δύο πρόσωπα με τα οποία ασχολήθηκα ήταν Φλέρυ Νταντωνάκη και η Amy Winehouse – είχαν κοινά σημεία όσον αφορά τη ματαίωση, τον έρωτα, το θάνατο. Το βιβλίο που βασίστηκα για να μάθω περισσότερα πράγματα για την ίδια ήταν αυτό της Χριστίνας Ντουνιά.

Τι γνωρίζατε γι’ αυτήν πριν καταπιαστείτε με το ρόλο;

Γνώριζα μόνο την ποίησή της και την ιστορία της με τον Καρυωτάκη. Προσπάθησα να ανακαλύψω ποιες ήταν οι αφορμές για τη συγκεκριμένη θεματολογία στα ποιήματά της. Για παράδειγμα, το έργο της μιλάει πολύ για το θάνατο. Πολλοί λένε ότι ήταν επηρεασμένη από τον Καρυωτάκη, αλλά αυτό δεν ισχύει. Η ζωή της ταυτιζόταν με το έργο της. Υπάρχουν φράσεις από τα ποιήματά της μέσα στο μονόλογο που δένουν με τα υπόλοιπα κομμάτια, αλλά με τρόπο έμμεσο. Η σχέση που τελικά αποκτά το κοινό με το πρόσωπό της μέσα από τη δική μας παράσταση είναι έμμεση, και αυτή ήταν η πρόθεσή μας.

Στις 30/4 θα πραγματοποιηθεί στο Polis Art Café στη Στοά του Βιβλίου παρουσίαση του βιβλίου της καθηγήτριας Χριστίνας Ντουνιά «Ρομάντσο και άλλα πεζά» με τα άπαντα της Πολυδούρη. Η Ιωάννα Παππά θα απαγγείλει αποσπάσματα από το βιβλίο. Ως 17/5, Πέμ.-Κυρ., 21.15, Θησείον - Ένα θέατρο για τις τέχνες, Τουρναβίτου 7, Θησείο, 210 3255444