Θεατρο - Οπερα

Γιωργής Τσουρής - Βάλια Παπακωνσταντίνου: Κάθε παιδί αξίζει να το προστατεύουμε πέρα από το εγώ μας

Μιλήσαμε με τους δημιουργούς και συμπρωταγωνιστές της παράστασης «Τζόνι Μπλε»

Νίκη - Μαρία Κοσκινά
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ο Γιωργής Τσουρής και η Βάλια Παπακωνσταντίνου συνυπογράφουν το «Τζόνι Μπλε» μια κωμωδία μυστηρίου στην Ελλάδα του σήμερα, μια ιστορία εκδίκησης, ένα σκοτεινό πορτρέτο του σύγχρονου «ανδρισμού»

Τρεις φίλοι συναντιούνται μετά από χρόνια και θυμούνται τα παλιά πίνοντας ουίσκι. Καθώς όμως η βραδιά προχωρά, αποκαλύπτεται ο λόγος που διοργανώθηκε αυτή η συνάντηση. Ένα έργο που μελετά τα όρια της φιλίας, τις σχέσεις των γονιών με τα παιδιά τους, τους κινδύνους των social media για τους νέους και όχι μόνο, σύγχρονα ζητήματα που μας απασχολούν όλους. Αυτή είναι η υπόθεση του «Τζόνι Μπλε», του νέου έργου που γράφει και σκηνοθετεί ο Γιωργής Τσουρής στο Άνεσις, σε καλλιτεχνική επιμέλεια και δραματουργική επεξεργασία της Βάλιας Παπακωνσταντίνου. Ζευγάρι και συνεργάτες, τρέχουν μαζί την εταιρεία παραγωγής Μα Non Troppo, ενώ στη συγκεκριμένη παράσταση παίζουν και οι δύο. Μιλήσαμε μαζί τους για τους ρόλους τους και τη συνεργασία με τους υπόλοιπους ηθοποιούς, για τους προβληματισμούς τους πάνω στα επίκαιρα θέματα που θίγει το «Τζόνι Μπλε», αλλά και για το πώς είναι να χτίζουν ένα έργο από το μηδέν. 

Μάνος Καζαμίας, Γιωργής Τσουρής και Ιωσήφ Ιωσηφίδης στο Τζόνι Μπλε © Πάτροκλος Σκαφίδας

Γιωργής Τσουρής - Βάλια Παπακωνσταντίνου μιλούν για το «Τζόνι Μπλε» στο θέατρο Άνεσις

Το έργο μιλά, μεταξύ άλλων, και για τα social media που μπορούν να συμβάλλουν επικίνδυνα στη δολοφονία χαρακτήρων, το bullying και την κακοποίηση. Είναι ένα ζήτημα που σας απασχολεί και εσάς τόσο ως δημόσια πρόσωπα όσο και ως γονείς;

Γ.Τ.: Η αλήθεια είναι ότι η χρήση των σόσιαλ μίντια υπήρξε για μένα εξ αρχής μια πλατφόρμα για την προβολή της επαγγελματικής μου ιδιότητας. Αποφεύγω την υπερέκθεση στα σόσιαλ. Τώρα σαν γονιός τρέμω τους κινδύνους που μπορεί να διατρέξουν τα παιδιά μου, και το έργο μας δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό.

Β.Π.: Εγώ οριακά μέχρι πριν λίγο καιρό δεν είχα καν σόσιαλ. Οι κίνδυνοι είναι πολλοί και τα συμβάντα που μαθαίνουμε κατά καιρούς για ανθρώπους που έπεσαν θύμα εκμετάλλευσης ή και ακραίου bullying με έχουν σοκάρει πολλές φορές και μας τροφοδότησαν και στη διαμόρφωση του έργου. Από την άλλη, κάποιοι άνθρωποι βρήκαν το βήμα μέσω των σόσιαλ μίντια να εκφραστούν κατά της αδικίας. Είναι ένα δίκοπο μαχαίρι οι πλατφόρμες αυτές.

Γ.Τ.: Ναι. Δολοφονία χαρακτήρα υπέστησαν οι αθώοι που παγιδεύτηκαν… που κάποιος τους την «έστησε» που λέμε. Κάποιοι χαρακτήρες που υπήρξαν καταχρηστικοί ή και θύτες οι ίδιοι, εξετέθησαν απλά. Με δυο λόγια, σε κάποιες περιπτώσεις όπου υπήρξε καπνός υπήρξε και φωτιά.

Στον πυρήνα του έργου βρίσκεται ένας πατέρας μιας δεκαοκτάχρονης κόρης που στέκεται απέναντι στη γονεϊκή του ευθύνη. Πόσο δύσκολο είναι να απαλλαγούν οι γονείς από τα κοινωνικά στερεότυπα και να σταθούν στο παιδί τους, ό,τι και αν του έχει συμβεί;

Β.Π.: Η απάντηση νομίζω ότι δίνεται γενναία στο έργο. Είναι σχεδόν ακατόρθωτο ένας γονιός να ξεπεράσει όλες του τις καταβολές και τα στερεότυπα που φορτώθηκε από παιδί προς όφελος του δικού του παιδιού. Απ’ την άλλη αυτό ακριβώς καλείται να κάνει ένας γονιός. Το ακατόρθωτο.

Γ.Τ.: Κι αυτό αξίζει και στο κάθε παιδί. Να το προστατεύσουμε πέρα και πάνω απ’ το «εγώ» μας και τα δικά μας τραύματα.

Πατριαρχία και γυναικεία κακοποίηση είναι θέματα που θίγονται στο έργο. Πολύ επίκαιρα, πολύ σύγχρονα. Τι βήματα θεωρείτε ότι έχουν γίνει στην κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα και μετά το metoo;

Γ.Τ.: Θεωρώ ότι υπάρχει ένας σπόρος αλλαγής -ουσιαστικής αλλαγής!- που περιμένει να τον ποτίσουμε για να ριζώσει και να ανθίσει. Η βία, από όπου κι αν προέρχεται, σε όποιο χώρο κι αν βρίσκει «χώρο», πρέπει να απορριφθεί. Ειδικά στον χώρο του θεάτρου, που είναι ήδη από μόνος του σκληρός, πρέπει να προσερχόμαστε με αγάπη και τρυφερότητα. Ήδη το στερεότυπο του κακοποιητή σκηνοθέτη, που όμως είναι κατά τα άλλα μεγάλος θεατράνθρωπος -και αναφέρομαι σε ένα παρελθόν που εκτείνεται πολλές δεκαετίες πίσω-, έχει αρχίσει να σπάει.

Β.Π.: Εγώ πιστεύω ότι υπάρχουν ακόμα πιο βαθιά και ουσιαστικά βήματα να γίνουν και αφορούν συνολικά της θέση της γυναίκας στον κόσμο και όχι μόνο στον δικό μας χώρο αλλά σε όλα τα περιβάλλοντα. Επίσης ο τρόπος που αντιμετωπίζεται ο αδύναμος στον εργασιακό χώρο δεν πιστεύω ότι έχει αλλάξει επί της ουσίας. Άλλαξε πιο πολύ η διατύπωση των πραγμάτων και όχι η συνθήκη. Εύχομαι να μην μας «ναρκώσει» η ορθότητα στη διατύπωση. Το να μπορούμε να μιλάμε γι’ αυτά τα πράγματα, να μη φοβόμαστε, είναι ένα μικρό βήμα. Το ξεκίνημα. Το #metoo άνοιξε αυτό τον δρόμο της επικοινωνίας. Η αλλαγή όμως θέλει ακόμα πολλή δουλειά.

© Στέλιος Τσίκας

Πείτε μας λίγα πράγματα για τους χαρακτήρες που υποδύεστε στην παράσταση, χωρίς να μας αποκαλύψετε λεπτομέρειες που δεν πρέπει.

Γ.Τ.: Υποδύομαι τον Μάκη, έναν άντρα γύρω στα σαράντα που μένει με την κατάκοιτη μητέρα του. Είμαι ένας άντρας προσκολλημένος στην παιδική μου ηλικία και στο φόβο μου για το άλλο φύλο. Αγαπώ πολύ το φαγητό, την πορνογραφία (έχω αποστηθίσει όλα τα καλά pornsites) και το ποδόσφαιρο. Είμαι κολλητός φίλος του Πέτρου -του πατέρα της ιστορίας μας- από το δημοτικό. Όταν με καλεί στο σπίτι του μετά από κάποιο διάστημα που είχαμε κάπως χαθεί, πηγαίνω χωρίς να έχω ιδέα τι πρόκειται να ακολουθήσει. Τα υπόλοιπα επί σκηνής.

Β.Π.: Για τον δικό μου ρόλο είναι πολύ δύσκολο να πω πράγματα χωρίς να κάνω spoiler. Θα αρκεστώ να πω ότι είμαι η πρώην γυναίκα του Πέτρου, που υποδύεται ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης, μια πολύ δυναμική και συνάμα πολύ εύθραυστη γυναίκα, και φτάνω στη σκηνή κατευθείαν από το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος!

Πώς είναι η συνεργασία σας με τους υπόλοιπους ηθοποιούς της παράστασης;

Β.Π.: Αγαπάμε πολύ τα έργα και τις παραστάσεις που φτιάχνουμε. Στην κοινή μας πορεία με τον Γιωργή έχουμε ανεβάσει με τη Μα Non Troppo δέκα παραστάσεις μέχρι τώρα. Κάθε φορά συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Κάτι που ξεκινά από δύο ανθρώπους, μεγαλώνει και εκτείνεται με τρόπο πολύ προσωπικό σε όλη την ομάδα. Με όλους τους θιάσους που φτιάξαμε μέχρι τώρα γίναμε πέρα από συνεργάτες, «συνένοχοι στο έγκλημα», σαν να ξεκίνησε από όλους μας μαζί. Μάλλον το απαιτούν αυτού του είδους τα έργα που πατάνε πιο πολύ στον ρεαλισμό. Δεν μπορείς να πεις ψέματα. Χρειάζονται απόλυτη επικοινωνία και αλήθεια πάνω στη σκηνή. Και δόσιμο.

Γ.Τ.: Με κάλυψε η Βάλια. Αν και πρέπει να ομολογήσω ότι σαν σκηνοθέτης πάνω στη σκηνή παλεύω κάθε βράδυ να είμαι πρώτα και πάνω απ’ όλα συνάδελφος. Να είμαι στ’ αλήθεια με τον άλλον στη στιγμή και να μην σημειώνω άθελά μου στο κεφάλι μου τι λειτουργεί και τι όχι την ώρα της παράστασης.

© Στέλιος Τσίκας

Ανδρική φιλία και ακριβό ουίσκι σε έναν χώρο που μας επιστρέφει πίσω στη δεκαετία του 1990. Πόσο σημαντική είναι η φιλία για σας και ποια είναι τα όριά της;

Β.Π.: Οι πραγματικές φιλίες είναι η πρώτη μας οικογένεια, αυτή που εμείς επιλέξαμε, έξω από τον πρώτο μας οικογενειακό κλοιό. Έχω αγαπηθεί και αγαπήσει πολύ σε επίπεδο φιλίας, όπως έχω επίσης πληγωθεί και πληγώσει ενδεχομένως πολύ. Όταν έρχεται στη ζωή ο γάμος και η νέα σου οικογένεια, οι φιλίες δοκιμάζονται αλλιώς. Οι παρέες έρχονται και παρέρχονται αλλά οι φίλοι που σε νοιάζονται καταλαβαίνουν την αλλαγή αυτή, και σε αγαπάνε με την καινούργια σου ζωή και τους καινούργιους ανύπαρκτους χρόνους σου!

Γ.Τ.: Πολύ συχνά συζητάμε με τη Βάλια πως δεν έχουμε τον χρόνο να διατηρήσουμε φιλίες εύκολα. Όλα τα πράγματα ανθίζουν με προσπάθεια. Παρόλα αυτά διαπιστώνουμε ότι και οι δύο έχουμε σταθερές φιλίες στη ζωή μας. Από αυτές που η συχνότητα της επαφής χάθηκε, αλλά η αγάπη και η εμπιστοσύνη όχι. Όταν ο κολλητός μου φίλος απ’ το γυμνάσιο έχασε τον πατέρα του, είχαμε να μιλήσουμε δυο μήνες. Με πήρε τηλέφωνο και κλάψαμε παρέα σαν να μιλάγαμε κάθε μέρα από πάντα.

Στο έργο θίγονται πολύ σοβαρά θέματα με συχνές εναλλαγές ανάμεσα στο χιούμορ και τη συγκίνηση. Είναι το χιούμορ για σας ένα όχημα για να προσεγγίσετε τα πιο σοβαρά ζητήματα που σας απασχολούν; Θίγονται πιο… ανώδυνα μέσω της κωμωδίας; Ή είναι τόσο ρεαλιστική η προσέγγισή σας που μιμείται τη ζωή καθώς στις περισσότερες στιγμές το κωμικό και το τραγικό στοιχείο συνυπάρχουν ταυτόχρονα;

Γ.Τ.: Νομίζω ότι με κάλυψε η ερώτηση! Τα είπατε όλα. Ναι, το χιούμορ στις παραστάσεις μας είναι το αντίδοτο του πόνου ή και της απελπισίας. Όσο πιο πονετική η ιστορία, τόσο πιο αστεία τη γράφουμε.

Β.Π.: Και, ναι, μάλλον στον ρεαλισμό, στο είδος δηλαδή που υπηρετεί την αληθοφάνεια, το χιούμορ και η συγκίνηση πάνε χέρι-χέρι όπως στη ζωή.

Η παράσταση σημειώνει απανωτά sold out. Πώς το βιώνετε αυτό; Είναι επιβράβευση ή επιπλέον άγχος για να γίνετε ακόμα καλύτεροι; Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει σε παραστάσεις σας…

Β.Π.: Εγώ χαίρομαι πολύ τη δουλειά μου, ήδη απ’ τη σχολή. Μου δίνει και η επιτυχία χαρά, αλλά ακόμα μεγαλύτερη χαρά μού δίνει η ίδια η δουλειά, εκείνες οι ώρες πάνω στη σκηνή. Τα τελευταία χρόνια γευτήκαμε αρκετές φορές τη χαρά της αποδοχής του κοινού. Το πιο βασικό για μένα είναι να είμαστε ειλικρινείς με το κοινό και να υπερασπιζόμαστε την κάθε ιστορία με ό,τι έχουμε. Μετά… τα sold out έτσι κι αλλιώς ή θα έρθουν ή θα προσπεράσουν.

Γ.Τ.: Εμένα με αγχώνει η επιτυχία, όποτε μας επισκέπτεται. Με αγχώνει στην κάθε παράσταση. Θέλω σχεδόν εμμονικά σε κάθε βραδιά ο θεατής να πάρει την καλύτερη παράσταση που μπορούμε να του δώσουμε. Έχω γίνει και πιεστικός κατά καιρούς με τους συνεργάτες μου γι’ αυτό. Η Βάλια με βοηθάει και με ισορροπεί αρκετά, εκτός από κάποιες μέρες που διαφωνούμε σε κάτι. Εκεί το θέμα εκτροχιάζεται. Είμαστε και οι δύο «χείμαρρος» στην επικοινωνία μας. Όταν δύο ποτάμια πλέουν προς την ίδια κατεύθυνση, έχει καλώς. Αν βρεθούμε σε μετωπική… πνιγήκαμε!

Ο θεατρικός οργανισμός Μα Non Troppo, που έχετε συν-ιδρύσει, έχει κλείσει 12 χρόνια παρουσίας στον χώρο. Είναι η οικογένεια και οι διαφορετικές εκφάνσεις της στο επίκεντρο των θεματικών με τις οποίες καταπιάνεστε;

Β.Π.: Ξεκίνησε το 2013 η προσπάθεια να φτιάξουμε έναν δικό μας θεατρικό πυρήνα.

Γ.Τ.: Τότε ήμασταν βέβαια τρεις. Η Βάλια, εγώ και ο Βαγγέλης Ρωμνιός, κολλητός μας φίλος και συνάδελφος που έφυγε μόλις στα τριάντα έξι του πριν από μια δεκαετία.

Β.Π.: Θέλαμε να φτιάξουμε θέατρο ακριβώς για τα θέματα που μας αφορούν μέσα από την Ελλάδα του σήμερα. Και η θεματολογία μας στα έργα παρακολουθεί με έναν τρόπο τη ζωή μας. Τις δυσκολίες στη δουλειά, τις συγκρούσεις μέσα στην οικογένεια, την συναισθηματική ενηλικίωση στην κρίσιμη καμπή των τριάντα,τον γάμο, την γονεϊκότητα…

Γ.Τ.: …αν όλα πάνε καλά σε κάποια χρόνια θα μιλάμε για τη συνταξιοδότηση, τη σχέση με τα εγγόνια μας…

Β.Π.: …για ό,τι συναντήσουμε και για ό,τι συναντάμε όλοι λίγο πολύ. Μιλάμε για τη ζωή με κέντρο την οικογένεια.

Γ.Τ.: Συχνά τη διαλυμένη οικογένεια. Υπάρχει όμως μια σταθερά: ότι τα πράγματα που μας διαμόρφωσαν κρύβονται στα πρώτα μας τραύματα, στα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Στους «ήρωες» τον παιδικών μας χρόνων…

Β.Π.: …στα αδέρφια μας, στους γονείς μας… και μετά ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα παιδιά μας και καλούμαστε να διαμορφώσουμε το δικό μας «ηρωικό» ανάστημα»…

Γ.Τ.: Όπως λέει κι ο Λειβαδίτης: «…όποια πόρτα κι αν άνοιγα βρισκόμουν μέσα στα παιδικά μου χρόνια».

Πώς είναι να φτιάχνετε ένα έργο από το μηδέν και να πρωταγωνιστείτε κιόλας;

Γ.Τ.: Βρίσκουμε τι θέλουμε να πούμε σε κάθε χρονική συγκυρία, σκαρώνουμε μια ιστορία που να χωράει μέσα όλα όσα θέλουμε να πούμε και μετά ξεκινά ένα ταξίδι τόσο διαφορετικό και τόσο ίδιο που δεν μπορώ ακριβώς να το περιγράψω. Τεχνικά καθαρά, το πιο σημαντικό κομμάτι για μένα είναι η δομή της ιστορίας. Η αρχιτεκτονική της. Αν το πρώτο «blueprint», το σχέδιο δόμησης, λειτουργεί, αν μπορεί να σε συγκινήσει ήδη το πρώτο σκίτσο, τότε τα προγνωστικά είναι καλά.

Β.Π.: Η σκηνή είναι η κατάληξη μιας μεγάλης πορείας. Έχοντας συμμετάσχει σε όλο το χτίσιμο της παράστασης απ’ το μηδέν, νιώθω ότι ανεβαίνω στη σκηνή με πλήρη συνείδηση του τι είναι αυτό που έχω να υποστηρίξω.

© Στέλιος Τσίκας

Η φωτογράφιση έγινε στο all day bar «Άρωμα Πλατείας» στη Νέα Σμύρνη (Φωτογράφος: Στέλιος Τσίκας)

INFO
Τζόνι Μπλε: «Eκδίκηση σε οικογενειακή συσκευασία» του Γιωργή Τσουρή Ελληνικό
Διάρκεια: 90'

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιωργής Τσουρής - Βοηθός Σκηνοθέτη: Αγγελική Γρηγοροπούλου
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Μάνος Καζαμίας, Βάλια Παπακωνσταντίνου, Στρατής Χατζησταματίου, Γιωργής Τσουρής
  • ΘΕΑΤΡΟ: Άνεσις
Δες αναλυτικά