- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι Γκραν Γκινιόλ ανεβάζουν Τσέχοφ με Pet Shop Boys και Βυσσινόκηπο με κλαρίνα, Pulp και Μαντόνα
Είδαμε την παράσταση στο αυτοδιαχειριζόμενο θέατρό τους
Η ομάδα Γκραν Γκινιόλ παρουσιάζει το νέο έργο του Κωνσταντίνου Μαυρόπουλου «Πώς να προσποιείστε ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες: Στον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ»
Στη Θεσσαλονίκη θέλει κότσια, πείσμα, έρωτα σφοδρό και μεγάλη τρέλα για να δηλώνεις ηθοποιός και να προσπαθείς να βιοποριστείς ευπρεπώς από την τέχνη σου. Απαιτείται γερό στομάχι και διαρκής στοχοπροσήλωση, ασκητική ζωή και συνεχής αυτανάφλεξη, αλλιώς τα μπογαλάκια σου και μετά τα Μάλγαρα, κοίτα πώς σου χαμογελά η Αθήνα! Όχι πως στην πρωτεύουσα είναι όλα ρόδινα, αλλά, τουλάχιστον, το όνειρο ζει και η ατμόσφαιρα παραμένει ιονισμένη, σε αντίθεση με το «επάνω πάτωμα», όπου ηθοποιός, σκηνοθέτης και θέατρο σημαίνει διαρκής αγώνας για να υπάρχεις, καντάρια άγχος και αδάμαστη επιθυμία. Μέχρι πότε όμως; Ακόμα και τα καλύτερα παιδιά κάποτε κουράζονται και παύουν να επιμένουν.
Τα σκέφτομαι όλα αυτά καταχειροκροτώντας την ομάδα Γκραν Γκινιόλ, καθώς η παράστασή τους «Πώς να προσποιείστε ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες: Στον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ», μια κωμωδία που συνομιλεί ευθέως με τον Βυσσινόκηπο του θείου Άντον, μόλις τελείωσε εντός της κατάμεστης «έδρας τους». Το αυτοδιαχειριζόμενο θεατράκι τους, ένας μικρός χώρος στην Τούμπα, στην οδό Πεστών, είναι κάτι που επίσης αποτελεί έναν μικρό θρίαμβο γι’ αυτή την ανεξάρτητη ομάδα.
Περίληψη προηγουμένων: Σε ένα πολύ κοντινό μέλλον, η ομάδα θεάτρου Γκραν Γκινιόλ (οι ηθοποιοί κοινώς παίζουν τον εαυτό τους), παρά τη δυσμενή οικονομική κατάσταση, βρίσκεται σε πρόβες για το ανέβασμα του Βυσσινόκηπου του Άντον Τσέχωφ. Εν τω μεταξύ, ο επικεφαλής τους, πνιγμένος στα χρέη και στις κακές οικονομικές επιλογές, έχει υποθηκεύσει το σπίτι του και ζει κρυφά στον χώρο των προβών για να ξεφύγει από τις τράπεζες και τους τοκογλύφους. Με το σπίτι σε πλειστηριασμό, την ομάδα στο χείλος της διάλυσης, της κατάθλιψης, της πείνας και της αφραγκιάς, το μέλλον είναι αβέβαιο. Θα καταφέρουν να ανεβάσουν τον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ στην Τούμπα ή θα διαλυθούν, αντίο, θέατρο και πόθοι για τέχνη, και χαίρε, ω χαίρε, λάντζα σε εστιατόρια και δουλειές του ποδαριού για τα προς το ζην;
Να όμως που μέσα στην απόγνωση γεννιέται η ελπίδα: η επιστροφή ενός παλιού μέλους της ομάδας τους, που, αφού έκανε καριέρα στις οθόνες και τις διαφημίσεις της Αθήνας, επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη (ω Θεοί του Ολύμπου, επέστρεψε γιατί του έλειψε η θέα από τον Θερμαϊκό και η μιζερούπολη που, παρά την γκίνια, εντούτοις πάντα έχει αυτό το κάτι που δεν σ’ αφήνει να ζήσεις μακριά της). Η επαναφορά του παλιού μέλους δίνει στην ομάδα το φιλί της ζωής.
Ο Τσέχωφ είχε χαρακτηρίσει τον Βυσσινόκηπο «κωμωδία», παρά το γεγονός ότι το έργο περιλαμβάνει έντονα τραγικά στοιχεία. Για εκείνον, η κωμωδία και η τραγωδία ήταν δύο όψεις της ίδιας ανθρώπινης εμπειρίας. Το ίδιο συμβαίνει και στην παράσταση των Γκραν Γκινιόλ. Η ομάδα επιχειρεί να αποδώσει μέσω της κωμικής διάστασης της στυγνής οικονομικής συγκυρίας (ποτέ δεν λέμε δεν χρωστώ, το σωστό είναι να λέμε δεν χρωστώ ακόμα) τη συχνά παράδοξη ανθρώπινη αντίδραση στην καθημερινότητα, εξετάζοντας τη σύνδεση των χαρακτήρων του Τσέχωφ με τους εαυτούς τους. Έτσι ο Βυσσινόκηπος αυτών των Θεσσαλονικιών δεν είναι απλώς μια ιστορία για την απώλεια, αλλά και μια αναγνώριση των αλλαγών που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, της αδυναμίας μας να προσαρμοστούμε σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται, όπως και της ελπίδας που πεθαίνει τελευταία!
Η σύγχρονη ζωή στη μίζερη, μικρή, στενή και χαμηλοτάβανη Θεσσαλονίκη, με το χιούμορ και την ειρωνεία που κρύβονται πίσω από τη δύσκολη και συχνά παράλογη πραγματικότητα της πόλης, αντιπαραβάλλεται με τα δεινά και τα τραγικά των αληθινών ηρώων του Τσέχωφ. Δυο έργα το ένα μέσα στ’ άλλο, και το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μια απίθανη κοινωνικοπολιτική κωμωδία για τα όνειρα που δεν σβήνουν ποτέ. Τις φαντασιώσεις και τις χίμαιρες που καμία πραγματικότητα δεν μπορεί να καταστείλει.
Οι Διονύσης Καραθανάσης, Ιωάννα Λαμνή, Στάθης Μαυρόπουλος, Ιωάννα Σιδηροπούλου και Σάββας Τραπεζάνογλου, με τη βοήθεια του Τσέχωφ, των Pet Shop Boys και των Nirvana, της Χαλκιδικής και των βίντεο κλαμπ της δεκαετίας του ’80, της Madonna και της Λιουμπόφ Αντρέγεβνας, της Άνια, του Τροφίμοφ και των υπόλοιπων ηρώων του αληθινού έργου, ανεβάζουν έναν Βυσσινόκηπο όπου τα ευτράπελα, με υπόκρουση κλαρίνα και πρωταγωνιστές Ρώσους αριστοκράτες και Θεσσαλονικιούς φτωχοδιάβολους, δίνουν και παίρνουν. Με Pulp, Abba, δοσάδες κυνηγούς κεφαλών στην υπηρεσία τραπεζών και εισπρακτικών εταιρειών, με ξεκαρδιστικά γκαγκ, βίντεο και αντιστίξεις με γλυκόπικρες παραδοχές (τόσο γρήγορα περνούν τα χρόνια, που είναι σαν να μην τα έζησα), οι Γκραν Γκινιόλ παίζουν και σατιρίζουν τον εαυτό τους και την τρέλα τους να επιμένουν να κάνουν τέχνη στη Θεσσαλονίκη. Συγκινητική παράσταση. Της πρέπουν χίλια μπράβο και αθρόα προσέλευση.
Info
Πώς να προσποιείστε ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες: Στον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ
Πρωτότυπο κείμενο: Κωνσταντίνος Μαυρόπουλος
Μετάφραση αποσπασμάτων Βυσσινόκηπου: Θωμάς Μοσχόπουλος
Σκηνοθεσία: Δήμητρα Χουμέτη
Σκηνικά - κοστούμια: Μαρία Καβαλιώτη
Σχεδιασμός φωτισμών: Διονύσης Καραθανάσης
Βοηθός σκηνοθέτριας: Αθανασία Τσουκαλά
Κατασκευές: Γιώργος Μαυρόπουλος
Φωτογραφίες: Θανάσης Κριτσωτάκης
Δημιουργία αφίσας: Μαίρη Μούσα
Video Trailer: Εύα Μιχαηλίδου, Αγγελική Σαΐντ, Στέλιος Παπαγιάννης.
Γκραν Γκινιόλ Λαμπ, Πεστών 66, Τούμπα, 6986818052