- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Ορέστεια του Θεόδωρου Τερζόπουλου επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου
Η πρώτη συνεργασία του καταξιωμένου σκηνοθέτη με το Εθνικό Θέατρο συνεχίζει τη διεθνή περιοδεία της και θα ταξιδέψει σε επιλεγμένα θέατρα της Ελλάδας
Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου θα κλείσει τον φετινό επιδαύριο κύκλο του Φεστιβάλ στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 22 & 23 Αυγούστου
Η εμβληματική «Ορέστεια» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία του Θεόδωρου Τερζόπουλου ξεκίνησε το ταξίδι της την περσινή σεζόν στην πρώτη συνεργασία του μεγάλου σκηνοθέτη και δάσκαλου με το Εθνικό Θέατρο. Ενώ συνεχίζει τις περιοδείες της σε θέατρα και φεστιβάλ του εξωτερικού, αποφασίστηκε να επιστρέψει για λίγες παραστάσεις στην Ελλάδα και να παρουσιαστεί, πέρα από την Επίδαυρο και σε επιλεγμένα θέατρα σε Αθήνα και σε άλλες πόλεις της χώρας.
«Ορέστεια» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία του Θεόδωρου Τερζόπουλου: το πρόγραμμα της καλοκαιρινής περιοδείας
Η «Ορέστεια» συνεχίζει τη θριαμβευτική της πορεία με παρουσίασεις σε διεθνείς σκηνές, ξεκινώντας από το Εθνικό Θέατρο της Ουγγαρίας στη Βουδαπέστη την Παρασκευή 9 Μαΐου, στο πλαίσιο του MITEM- Madách International Theatre Meeting. Ακολουθούν οι εμφανίσεις στο Huichang Theatre Village στην Κίνα στις 31 Μαΐου και 1 Ιουνίου, και η ολοκλήρωση της διεθνούς περιοδείας στο φεστιβάλ Art Carnuntum στην Αυστρία, στις 29 και 30 Αυγούστου. Στην Ελλάδα, η παράσταση θα περιοδεύσει σε σημαντικά θέατρα: Βύρωνας (11-12 Ιουνίου), Δίον (5 Ιουλίου), Αρχαία Ολυμπία (10 Ιουλίου), Θεσσαλονίκη (17-18 Ιουλίου), Δελφοί (25-26 Ιουλίου) και Καβάλα (2-3 Αυγούστου). Τέλος, η «Ορέστεια» θα κλείσει τον επιδαύριο κύκλο του Φεστιβάλ στις 22 και 23 Αυγούστου, στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου.
Λίγα λόγια για την «Ορέστεια» του Αισχύλου
Η «Ορέστεια» του Αισχύλου είναι η μοναδική σωζόμενη τριλογία αρχαίου δράματος, αποτελούμενη από τα έργα «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Παρουσιάστηκε το 458 π.Χ. και καταπιάνεται με την τραγική πορεία της οικογένειας των Ατρειδών και την κατάρα του αίματος που τους καταδιώκει. Κεντρική θεματική είναι η σύγκρουση μεταξύ εκδίκησης και δικαιοσύνης. Στην πρώτη πράξη, η Κλυταιμνήστρα δολοφονεί τον Αγαμέμνονα, ενώ ο Ορέστης εκδικείται τον θάνατό του, σκοτώνοντας τη μητέρα του. Στην τρίτη πράξη, η Αθηνά εισάγει μια νέα τάξη πραγμάτων, αντικαθιστώντας την προσωπική εκδίκηση με την πολιτική δικαιοσύνη και επιβάλλοντας την ειρήνη μεταξύ των θεών και των Ερινύων.
Η «Ορέστεια» του Τερζόπουλου συνιστά ένα έργο διανοητικού και φιλοσοφικού βάθους, που κατορθώνει με τη συνταρακτική του ενέργεια να διευρύνει τα όρια της τέχνης, και να αφηγηθεί, εντέλει, την ιστορία της ίδιας της ανθρωπότητας. Ως πράξη αδιαμφισβήτητα πολιτική και εμπειρία πολυδιάστατα πνευματική, η παράσταση έτυχε διθυραμβικής υποδοχής τόσο από τους χιλιάδες θεατές που την παρακολούθησαν όσο και από τα εγχώρια και διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Το σημείωμα του Θεόδωρου Τερζόπουλου για την «Ορέστεια» του Αισχύλου
Γιατί η Ορέστεια συνεχίζει να ασκεί τρομακτική έλξη; Μια πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι επειδή στον άνθρωπο υπάρχει η ανάγκη για μια βαθύτερη σχέση με τον Μύθο. Ο μύθος της Ορέστειας είναι επικίνδυνος, ανήκει στον κόσμο του ανοίκειου και του παράξενου, προκαλεί τον τρόμο, επειδή αποκαλύπτει το ατίθασο, το βίαιο και τους νόμους του βάθους που δεν μπορούν να δαμαστούν. Η Κλυταιμνήστρα μας καλεί να σπάσουμε μαζί τον καθρέφτη, για να γεννηθεί από τα θραύσματά του μια νέα εφιαλτική εικόνα, που ωστόσο θα διατηρεί τις σκοτεινές ρίζες του μύθου.
Πρόθεσή μας είναι η μελέτη του βάθους του μύθου της Ορέστειας και η αναζήτηση του απρόβλεπτου, του ασυνήθιστου, του παράδοξου. Τα πρόσωπα προσφέρουν τα σώματά τους στο θυσιαστήριο του ανοίκειου, θέτουν διαρκή ερωτήματα και διλήμματα. Η αισθητική της παράστασης προκύπτει από τη δυναμική σχέση του Σώματος με τον Μύθο, τον Χρόνο και τη Μνήμη. Θέτουμε ξανά το θεμελιώδες οντολογικό ερώτημα «περί τίνος πρόκειται», ένα ερώτημα που δεν επιδέχεται οριστικές απαντήσεις, αλλά διαρκώς μας ενεργοποιεί προς την κατεύθυνση της ολοένα βαθύτερης έρευνας της ρίζας του ήχου, της λέξης, των πολλαπλών διαστάσεων του ανθρώπινου αινίγματος και της ανακατασκευής ενός νέου Μύθου.