Θεατρο - Οπερα

«Το τραγούδι της Φλέρυς»: Κυνηγώντας τα σύννεφα

Μια προσεκτικά δουλεμένη παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη που, για ακόμη μια φορά, ανέδειξε την υποκριτική ποιότητα αλλά και το πολύπλευρο ταλέντο της Ελένης Κοκκίδου

Δημήτρης Τσατσούλης
ΤΕΥΧΟΣ 867
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Το τραγούδι της Φλέρυς» του Δημήτρη Οικονόμου σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, με την Ελένη Κοκκίδου: Κριτική για την παράσταση στο Θέατρο Σταθμός

Πόσο εύκολο είναι να συλλάβεις και να αποδώσεις, να γειώσεις τη ζωή μιας καλλιτέχνιδας, όπως η Φλέρυ Νταντωνάκη, η οποία έρρεε όπως η φωνή της τα τραγούδια της; Πόσο εύκολο είναι να ερμηνεύσεις επί σκηνής τη γυναίκα της οποίας η φωνή έχει ταυτιστεί με τα πλέον ερωτικά τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας, όπως αυτά του «Μεγάλου ερωτικού» του Μάνου Χατζηδάκι;

Αυτό επιχειρεί με τον θεατρικό του μονόλογο ο γνωστός, κυρίως ως πεζογράφος, Δημήτρης Οικονόμου, ο οποίος έρχεται να προσθέσει μια νέα «βιογραφία» σε θεατρική μορφή στις λίγες απόπειρες που ήδη κυκλοφορούν για τη Φλέρυ Νταντωνάκη (Ελευθερία Παπαδαντωνάκη, 1937-1998). Ένα κείμενο που υποτίθεται ότι εκφέρει η ίδια στο «κενό» μιας από τις τελευταίες συναυλίες της στη Ρωμαϊκή Αγορά (μαζί με τη Δήμητρα Γαλάνη, το 1985), «κενό» που δημιουργήθηκε όταν –τρομαγμένη από την κοσμοσυρροή– εγκατέλειψε τη σκηνή για να επανέλθει τελικά αργότερα και να αποθεωθεί από το κοινό που αδημονούσε να την απολαύσει. Σε αυτό το «κενό» πραγματώνεται ο μονόλογος, που δεν είναι παρά μια αναδρομή στη ζωή της: από τα παιδικά της χρόνια και έναν κακοποιητικό πατέρα, στη μετάβασή της στις ΗΠΑ για σπουδές Ιστορίας και Φιλολογίας και την καριέρα της ως ηθοποιού στη Νέα Υόρκη, όπου τραγουδούσε ερασιτεχνικά σε παρέες έως ότου, το 1965, κυκλοφορήσει τον πρώτο της δίσκο με λαϊκά τραγούδια, ελληνικά, βραζιλιάνικα, Θεοδωράκη. Θα είναι από τις πρώτες που θα τοποθετηθεί δημοσίως κατά της Χούντας στην Ελλάδα, θα αντικαταστήσει σε μια παράσταση τη Μελίνα Μερκούρη στο «Ilya Darling», θα γνωριστεί το 1970 με τον Μάνο Χατζηδάκι, με τον οποίο θα ηχογραφήσουν μια σειρά από ρεμπέτικα. Το 1972 θα επιστρέψει μαζί του στην Ελλάδα και θα ηχογραφήσουν, μαζί με τον Δημήτρη Ψαριανό, τον «Μεγάλο Ερωτικό».

© Ελίνα Γιουνανλή

Το έργο ακολουθεί την πορεία της, διανθίζοντάς την με τις ανησυχίες της, τις αξιολογήσεις της για ανθρώπους, τραγούδια, τρόπο δουλειάς, την αγάπη της για την κόρη της Ζωή, για τη ρετσινιά της παράξενης, της «τρελής» (βλέπε και το ντοκιμαντέρ του Αντώνη Μποσκοΐτη, «Φλέρυ, η τρελή του φεγγαριού»), για τις νοσηλείες της, για τις επισκέψεις της στο Θιβέτ. Άλλοτε με λόγο δυναμικό, άλλοτε όμως με γλυκόπικρο, λίγο μελοδραματικό, το κείμενο προσπαθεί να δημιουργήσει μια αχρείαστα συμπαγή εικόνα της Φλέρυς, αυτού του πλάσματος που δεν χώρεσε ποτέ σε εκλογικεύσεις.

Ωστόσο, το μεγάλο προτέρημα είναι η ερμηνεία της Ελένης Κοκκίδου. Απέριττη, δωρική, ανάβοντας τα χαρακτηριστικά αρωματικά στικ της Φλέρυς, κινείται μέσα στον σκηνικό χώρο που δημιούργησε η Άση Δημητρολοπούλου – χώρο που υπερβαίνει το στενό καμαρίνι όπου υποτίθεται ότι διαδραματίζεται ο μονόλογος. Και αν στο κέντρο υπάρχει ένα μικρό τραπέζι και μια καρέκλα, παραπέμποντας στο λιτό καμαρίνι, στο βάθος δεσπόζει μια φωτογραφία της Φλέρυς Νταντωνάκη, αριστερά στηριγμένη στον τοίχο μια κιθάρα, ενώ στο βάθος ένα αναλόγιο με παρτιτούρες να καλύπτουν το έδαφος, όπως και βιβλία. Δεξιά, στο βάθος, μια οθόνη προβολής θα φιλοξενήσει φωτογραφίες αρχείου με τον Μάνο Χατζηδάκι κ.ά.

© Ελίνα Γιουνανλή

Ο Μάνος Καρατζογιάννης θα καθοδηγήσει την ηθοποιό του σε όλο τον σκηνικό χώρο, ακόμη και προς την πλατεία, με στοχευμένες κινήσεις, ανάλογα με τα αφηγούμενα γεγονότα. Η Ελένη Κοκκίδου, με μαύρο μακρύ φόρεμα και χτένισμα που παρέπεμπε σε εκείνο της Φλέρυς, θα κινηθεί σε όλο το εύρος των φωνητικών της ηχοχρωμάτων –ζεστή, τρυφερή, παρακλητική, απογοητευμένη, φοβισμένη, διεκδικήτρια, απαιτητική, ανυπεράσπιστη, αντισυμβατική– δημιουργώντας την ρευστή προσωπικότητα της Φλέρυς, υπερβαίνοντας ακόμη και τις στοχεύσεις του κειμένου που ερμήνευε. Ταυτόχρονα, ερμήνευσε διαφορετικών απαιτήσεων τραγούδια, από δημοτικό και ισπανικό ή γαλλικό μέχρι αγγλικό ή ελληνικά, δίνοντάς το προσωπικό της στίγμα. Μεγάλη, βέβαια, απουσία, τα ίδια τα τραγούδια του Χατζηδάκι στα οποία εκτενώς αναφέρεται και που φαίνεται ότι, δυστυχώς, η παραγωγή δεν μπόρεσε να έχει τα δικαιώματα. Η Κοκκίδου, έστω ψελλίζοντας κάποιους στίχους, κατάφερε να τα καταστήσει παρόντα.

Η μουσική που συνόδευε τον μονόλογο ήταν του Αντώνη Παπακωνσταντίνου, ενώ οι φωτισμοί του Άγγελου Παπαδόπουλου.

Μια προσεκτικά δουλεμένη παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη που, για ακόμη μια φορά, ανέδειξε την υποκριτική ποιότητα αλλά και το πολύπλευρο ταλέντο της Ελένης Κοκκίδου.