Θεατρο - Οπερα

Δήμητρα Τρυπάνη: Μια «παράσταση ήχου» για 18 

«Ζώντας σε μια εποχή που είναι απόλυτα του ματιού, είναι πολύ σημαντικό να γυρίσουμε λίγο πίσω, στο αυτί»

Λένα Ιωαννίδου
ΤΕΥΧΟΣ 841
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η συνθέτρια Δήμητρα Τρυπάνη μιλά για το νέο της έργο, αφιερωμένο στον Αντρέι Ταρκόφσκι, «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές», που ανοίγει τη σεζόν 2022-23 στην ΕΛΣ.

H πρόβα είχε ήδη αρχίσει, όταν μπήκα στην άδεια Λυρική. Ρυθμικοί ήχοι και φωνές 18 ανθρώπων έρχονταν από τη σκηνή. Στα δεξιά της, μπροστά σε ένα σύνολο εννέα μουσικών, μια αεικίνητη νέα γυναίκα διηύθυνε, έδινε οδηγίες στους καλλιτέχνες, έτρεχε ξαφνικά στο μέσο της αίθουσας για να ελέγξει τον ήχο. Ήταν η Δήμητρα Τρυπάνη. Την παρακολούθησα εντυπωσιασμένη να δουλεύει πυρετωδώς, για μία σχεδόν ώρα, μέχρι να δώσει το σύνθημα για ένα μισάωρο διάλειμμα και να έρθει δίπλα μου για τη συνέντευξη. Μετά τις απαραίτητες συστάσεις και αφού μου ζήτησε να μιλάμε στον ενικό, η κουβέντα μας ξεκίνησε. Ο λόγος της χειμαρρώδης, το πάθος για τη δουλειά της ολοφάνερο όπως και η λατρεία για τους συνεργάτες της. Η Δήμητρα Τρυπάνη δεν περίμενε καν τις ερωτήσεις μου για να μοιραστεί τον θαυμασμό της για τον Ταρκόφσκι, να περιγράψει τις δυσκολίες και τη χαρά της προετοιμασίας, να μας δώσει μια πρώτη γεύση από τη μαγεία του κειμένου και των ήχων που κρύβει η συναρπαστική «Εξόδιος Λειτουργία» της.

Η ιδέα

«Αυτό το έργο έχει δύο χρόνια που φτιάχνεται, είναι γέννημα θρέμμα του Covid! Γράφτηκε κυριολεκτικά μέσα στις δύο καραντίνες! Όταν ο Γιώργος Κουμεντάκης μου έκανε την ανάθεση, τον Νοέμβριο του 2019 , η πρώτη ιδέα δεν είχε καμία σχέση με αυτήν την παράσταση, με τον Παντελή Μπουκάλα με τον οποίο είχαμε συναντηθεί ξανά στην “Αμίλητη” το 2018 –μια ευτυχής συνεργασία που εξελίχθηκε σε προσωπική σχέση– συζητούσαμε κάτι εντελώς διαφορετικό. Ξεσπάει ο κορωνοϊός και συμπτωματικά παίζει σε κάποιο κανάλι τη “Θυσία” του Ταρκόφσκι – έχω όλες τις ταινίες του, τις βλέπω και τις ξαναβλέπω για προσωπική μελέτη και ευχαρίστηση. Βλέποντας όμως την ταινία εκείνο το βράδυ είπα αμέσως στον Παντελή, αυτό είναι! Ο Ταρκόφσκι είναι ένας δημιουργός τον οποίο πραγματικά θαυμάζω, έχει καθορίσει τη μουσική που γράφω, εκείνη όμως τη στιγμή ήταν ο ιδανικός άνθρωπος που μας προσέφερε το υλικό για να μπορούμε να μιλήσουμε για θεμελιώδη ζητήματα που μας απασχολούν. Την αγωνία μιας ανθρωπότητας να επιβιώσει, ενός πολιτισμού να υπάρξει μέσα σε μια τραγική συνθήκη». 

Από την πρόβα της παράσστασης «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Το ποιητικό κείμενο

«Κάθε κείμενο του Παντελή Μπουκάλα για μένα είναι δώρο. Έχουμε μια κοινή αντίληψη για τον ήχο. Ο ήχος της γλώσσας δεν αφορά απλά το νοηματικό της μέρος. Είναι ο ήχος του κειμένου αλλά και η φωνή της ψυχής που εκφέρει το λόγο. Ίσως να κάνω και λάθος αλλά ο Αντρέι είναι η πρώτη ποιητική δουλειά του που δεν έχει αμιγώς ελληνοκεντρικό χαρακτήρα. Στην αρχή προσπάθησε και ο ίδιος να καταλάβει πώς μπορεί να ταυτιστεί, όμως επειδή πάλι, μετά την “Αμίλητη”, συναντιόμαστε σε αυτές τις θεμελιώδεις αγωνίες κι εγώ του έλεγα διαρκώς τι ήθελα να είναι αυτή η παράσταση, μελέτησε τον Ταρκόφσκι, κυριολεκτικά τον “κατάπιε”! Το αποτέλεσμα που προέκυψε πέρα από το βιβλίο του, “Ο Χριστός στα χιόνια: εφτά νύχτες στον κόσμο του Αντρέι Ταρκόφσκι”, ένα αυτόνομο έργο, που κυκλοφορεί σύντομα – ήταν μια λειτουργία, ένα απολύτως προσωποποιημένο ρέκβιεμ. Ο Παντελής χρησιμοποίησε το κείμενο του Λουθηρανικού ρέκβιεμ όχι μόνο επειδή είναι στη Γερμανική γλώσσα –και ο Ταρκόφσκι αγαπούσε πολύ το γερμανικό μπαρόκ– αλλά και γιατί είναι λίγο πιο γλυκό από το αντίστοιχο των Καθολικών, δεν κουνά το δάχτυλο...» 

Η θεολογία, η μεταφυσική αγωνία διατρέχουν όλο το έργο του Ταρκόφσκι. Πώς προσέγγισες αυτή την πτυχή; 

Θα σου απαντήσω με κάτι που λέει ο Παντελής Μπουκάλας. Ο προτιμότερος τρόπος να μιλήσεις για τον Θεό είναι το θεομαχικό κείμενο. Αυτό επέλεξε να κάνει και στο «Αντρέι» και πραγματικά λειτουργεί. Χρησιμοποιεί τη σχέση του Ταρκόφσκι με τον Θεό, συχνά αμφισβητώντας αλλά όχι απορρίπτοντάς την. Έχω την αίσθηση ότι ίσως και εν αγνοία του έκανε ένα θεομαχικό κείμενο που τείνει να είναι φιλικό προς τον Θεό!

Από την πρόβα της παράσστασης «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Το κολλάζ

«Οι επτά σκηνές του “Αντρέι” –εκτός από την εισαγωγή– αντιστοιχούν στα επτά μέρη του ρέκβιεμ και κάθε σκηνή αντιστοιχεί σε μία από τις ταινίες του Ταρκόφσκι που κατά σύμπτωση είναι και αυτές επτά. Από τις ταινίες αυτές χρησιμοποίησα κι εγώ θραύσματα διαλόγων, ένθετα όμως, σαν κολλάζ, όχι σαν οπτικό υλικό. Πάνω στη σκηνή έχουμε γρανάζια σκέψης, το μυαλό του, επομένως, πρέπει να αφαιρούμε από το μάτι οτιδήποτε θα έδινε την αίσθηση ότι είναι πραγματικό. Θα ήταν μέγιστο λάθος επομένως να εμφανίσω σκηνές από τα αριστουργήματα του Ταρκόφσκι σε ένα έργο που αναφέρεται μεν στον άνθρωπο αυτόν αλλά δεν είναι “του” ανθρώπου. Μου φαίνεται οριακά ύβρις. Ας δούμε τις ταινίες του...

Ο «κοινός λόγος»

Παρακολουθώντας την πρόβα αισθάνθηκα ότι ο λόγος και η μουσική έχουν ένα εσωτερικό ρυθμό.

Ναι, στα έργα μου πάντα όλα είναι μετρημένα αλλά στον «Αντρέι» νομίζω πήγαμε ένα βήμα περισσότερο, σε επίπεδο όγκου ανθρώπων που θα πρέπει να έχουν κοινό λόγο. Επειδή ασχολούμαι χρόνια με αυτή την κατάργηση των γραφών και αγαπώ πολύ τη γλώσσα – πιστεύω, τώρα πια μπορώ να το πω, ότι ο κοινός λόγος, όταν είναι πραγματικά κοινός, και ρυθμικά και συχνοτικά, στον θεατή δεν έρχεται απέξω αλλά από μέσα. Πολλές φορές ακούμε ομάδες τραγουδιστών, ηθοποιών, να εκφέρουν έναν κοινό λόγο αλλά με έναν τρόπο που να δηλώνει μια πιο εξωτερική συνάντηση με το κείμενο, ενώ αν βουτήξει κανείς κυριολεκτικά στην ηχητική και την ψυχική διάσταση του ήχου του κειμένου και στη ρυθμική του κοινή συνισταμένη αυτό που προκύπτει είναι ένας ήχος εκ των έσω. Εμείς το έχουμε νιώσει, και εγώ και τα παιδιά, απαιτεί όμως πολλή πρόβα, συντονισμό μεταξύ μας και κυρίως ψυχική σύνδεση. 

Από την πρόβα της παράσστασης «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Οι συνεργασίες

Βλέπουμε επί σκηνής 18 ερμηνευτές –ηθοποιοί, χορευτές και μουσικοί– που προέρχονται από εντελώς διαφορετικούς χώρους. Πώς τους επέλεξες;

Τα κριτήριά μου ήταν –πάντα είναι– γρήγορο μυαλό, γρήγορο αυτί, σωστή φωνή, καλοί άνθρωποι. Α, ναι, και καλό χιούμορ – αν είναι να εμπλακούν σε μια δική μου παραγωγή, το χρειάζονται! (γέλια)

Ακούγεται ντεμοντέ, όμως συνεχίζω να πιστεύω ότι αν δεν υπάρχει αγάπη δεν μπορεί κανείς να υπάρξει σε αυτή τη δουλειά. Δεν γίνεται αλλιώς. Ξέρεις, εκτός από τον στενό πυρήνα των συνεργατών που δουλεύουμε από παλιά μαζί και γνωρίζουν τον κώδικά μου, πάρα πολλοί άνθρωποι που θαυμάζω είπαν το ναι χωρίς να με ξέρουν και ρίχτηκαν σε αυτήν την τρέλα... Ένα συνονθύλευμα ανθρώπων από διαφορετικές τέχνες, διαφορετικά ηλικιακά μπλοκ –για κάποιους δεν θα φανταζόσουν ποτέ ότι μπορούν να συνεργαστούν– να ανεβαίνει στη σκηνή και να γίνεται ένα ισότιμο ανσάμπλ 18 ανθρώπων. Δεν μπαίνεις σε μια τέτοια διαδικασία αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις και αν δεν υπάρχει μια σχέση εμπιστοσύνης.

Κάνω παραστάσεις για την αυτοθεραπεία μου και ένας τρόπος αυτοθεραπείας είναι και η ετεροθεραπεία. Για μένα ένα έργο λειτουργεί όταν αισθάνομαι ότι είναι θεραπευτικό και για τους περφόρμερς και εδώ νομίζω ότι έχουμε την ευτυχία να το βιώνουμε. Από τον Φεβρουάριο ως τον Μάιο του 2022 κάναμε 40 συνολικά πρόβες, δύο φορές την εβδομάδα, μια αναγκαστική συνθήκη που αποδείχθηκε ωστόσο σωτήρια γιατί επέτρεπε στην ομάδα να «χωνέψει» την πληροφορία. Ήταν ένα εργαστηριακό πείραμα, με τεράστιες δυσκολίες, έπρεπε όλοι να μάθουν μια γλώσσα - και μόνο η απομνημόνευση ενός τέτοιου πυκνού κειμένου ήταν εφιαλτική!

Εδώ να πω ότι ένα ακόμα δώρο που μου προσφέρθηκε είναι οι εξαιρετικοί μουσικοί που συμμετέχουν στο μουσικό μας σύνολο. Ένα τέτοιας δυσκολίας έργο άλλοι δεν θα μπορούσαν να το υποστηρίξουν. Πρέπει να παρέχουν διαρκώς ένα είδος ασφάλειας στους ανθρώπους που βρίσκονται επί σκηνής και εκρήγνυται ο εγκέφαλός τους επί 95 λεπτά!

Από την πρόβα της παράσστασης «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Οι ήχοι

Ο ιδιαίτερος τρόπος που χρησιμοποιεί ο Ταρκόφσκι τη μουσική στις ταινίες του, με τις ambient συνθέσεις του Artemyev και τους φυσικούς ήχους να συνυπάρχουν με τον Μπαχ, τον Μπετόβεν ή τον Βέρντι, σε επηρέασε στη δική σου δημιουργία; 

Σίγουρα, όλα τα έλαβα υπόψη, στον βαθμό που δεν αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της προσωπικής μου μουσικής. Υπάρχουν σαν αναφορές. Αυτό που βρίσκω συγκλονιστικό στον Ταρκόφσκι είναι ότι χρησιμοποιεί τους φυσικούς ήχους της φωτιάς, του αέρα, του νερού, όχι μόνο σαν soundtrack, αλλά σαν ισότιμο χαρακτήρα με τους άλλους χαρακτήρες των έργων. Στο Πανεπιστήμιο, όταν μιλάμε για τη μουσική στις παραστατικές τέχνες, αφιερώνω χρόνια ένα μάθημα στον τρόπο που χρησιμοποιεί ο Ταρκόφσκι τους φυσικούς ήχους και συγκεκριμένα στη «Νοσταλγία», όπου σε μια σκηνή μοιάζουν να είναι ενορχηστρωμένα πέντε διαφορετικά επίπεδα νερού! Όλες οι ταινίες του άλλωστε απευθύνονται στον ακροατή-θεατή. Υπάρχει ένα άνοιγμα αισθήσεων γι’ αυτόν που είναι δεκτικός, αρχίζει να βλέπει πράγματα που μπορεί και να μη θέλει να δει.

Αποκαλείς το Αντρέι «παράσταση ήχου». Τι σημαίνει αυτό; 

Ζώντας σε μια εποχή που είναι απόλυτα του ματιού, είναι πολύ σημαντικό να γυρίσουμε λίγο πίσω, στο αυτί. Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισα, λίγο πεισματικά, να χρησιμοποιήσω μια ορολογία που ίσως δεν είναι απόλυτα κατανοητή και να ονομάσω τον Αντρέι,«παράσταση ήχου». Πιστεύω ότι σ’ αυτήν την παράσταση ακόμα και να κλείσεις τα μάτια, πάλι θα «δεις». Αφήνεσαι και αφήνεις τον ήχο του κειμένου να κάνει τη δουλειά του. Δεν θέλει προσπάθεια, αν κανείς έρθει και προσπαθήσει θα έχει αποτύχει παταγωδώς. Πήρα μάλιστα το ρίσκο να ζητήσω, για ελάχιστα έστω λεπτά, να σβήσουν όλα τα φώτα έτσι ώστε ο θεατής να ακούει μόνο και, αν θέλεις, να αναμετρηθεί με τις αντοχές του. Όμως οι συνθήκες ασφαλείας δεν το επέτρεψαν και έτσι δεν θα γίνει.

Από την πρόβα της παράσστασης «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» στην ΕΛΣ © Ανδρέας Σιμόπουλος

Οι θεατές

Για τους μη σινεφίλ, ο Ταρκόφσκι δεν είναι δυστυχώς ιδιαίτερα γνωστός. Θα ήθελες το «Αντρέι» να σταθεί αφορμή να τον ανακαλύψει ένα ευρύτερο κοινό;

Πιστεύω πως ένα αρκετά μεγάλο μέρος του κοινού, που ελπίζω να μας τιμήσει με την παρουσία του, σχετίζεται μαζί του, γνωρίζει τις ταινίες του και τις αγαπά. Και όσοι βέβαια τις αγαπούν, τις λατρεύουν. Όσοι πάλι λένε πως δεν τις αγαπούν, ακολουθώντας το γνωστό στερεότυπο, ότι είναι αργές, αρνούνται να τις δουν – ομολογώ, το ίδιο έκανα κι εγώ στην αρχή...

Ιδανικά θα ήθελα κάποιος να μπει στην αίθουσα και να αφεθεί, να κάνει, όπως λέω συχνά, ένα εσωτερικό ντους, χωρίς κατ’ ανάγκη να ακούει τα πάντα, να τα κατανοεί ή να τα αποκωδικοποιεί κατευθείαν, και βγαίνοντας, να μην είναι ίδιος με αυτόν που μπήκε – κάτι που ήδη συμβαίνει για εμάς που το δουλεύουμε...

Κάποιοι, τέλος ίσως «ξεγελαστούν» και έρθουν πιστεύοντας ότι θα δουν τη ζωή του Ταρκόφσκι. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, όμως ελπίζω να δουν κάτι από την ψυχή του. Κι αν κάτι τους ιντριγκάρει και την επόμενη μέρα τον αναζητήσουν, τότε θα είμαι πραγματικά πολύ χαρούμενη.