Θεατρο - Οπερα

Μύρωνας Μιχαηλίδης

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής μιλάει στην A.V.

Κατερίνα Ι. Ανέστη
ΤΕΥΧΟΣ 464
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

 Ο Μύρωνας Μιχαηλίδης, καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής αλλά και διευθυντής ορχήστρας στον «Μάκμπεθ» –ανεβαίνει στις 17/1 στο ΜΜΑ–, εξηγεί στην A.V. γιατί η επιλογή αυτής της όπερας ως εναρκτήριο έργο της σεζόν.

Περιμένοντας τον Μύρωνα Μιχαηλίδη να ολοκληρώσει την πρόβα με την ορχήστρα της Λυρικής για τον Μάκμπεθ του Βέρντι, φαντάζομαι πως η συζήτησή μας θα αφορά στο σκοτάδι του Μάκμπεθ και της Λαίδης, στον φόβο, στην εξουσιομανία, στον αριβισμό, στον ηθικό κανιβαλισμό. Ενα έργο που σαρώνει τις πιο σκοτεινές πλευρές του ανθρώπινου ψυχισμού, μια όπερα που στάζει αίμα σαν κι αυτό που υπνοβατώντας προσπαθεί να σβήσει από τα χέρια της η λαίδη Μάκμπεθ – μάταια. Δεν φαντάζομαι πως στην πορεία της συζήτησης θα ανακαλύψω μια γοητευτική προσωπική αφήγηση για τη διαδρομή, το πείσμα και την οραματική αφετηρία του Κρητικού Μύρωνα Μιχαηλίδη, με ρίζες στη Σμύρνη.

Και όμως, όλα εκκίνησαν από την ερώτηση «Μα, γιατί επιλέξατε για την πρώτη σας παρουσία στο 2014 ένα έργο τόσο σκοτεινό;» προς τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, αλλά και διευθυντή ορχήστρας στον Μάκμπεθ, που κάνει πρεμιέρα στο Μέγαρο Μουσικής στις 17 Ιανουαρίου. Αισθάνομαι ότι ρωτώ με μια αφελή και ρομαντική θεώρηση για το ποδαρικό στο 2014 από τον πιο φωτεινό, εξωστρεφή καλλιτεχνικό φορέα της χώρας. Χαμηλόφωνα σχεδόν μου απαντάει «ο ίδιος ο Βέρντι την θεωρούσε την ωραιότερη όπερά του».

 

Γιατί τώρα ο Μάκμπεθ

«Έχουμε σε πλήρη άνθηση Έλληνες μονωδούς που μπορούν να αποδώσουν με συγκλονιστικές ερμηνείες τον Μάκμπεθ και τη Λαίδη. Δεν είναι τυχαίο ότι είναι μια όπερα που εδώ και δέκα χρόνια δεν έχει παρουσιασθεί στη Λυρική Σκηνή. Οι διευθυντές διστάζουν συνήθως να επιλέξουν αυτό το έργο, φοβούμενοι τη δυσκολία στην εύρεση των βασικών πρωταγωνιστών. Εμείς έχουμε την τύχη να έχουμε ταυτόχρονα τον Δημήτρη Τηλιακό (που έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία με το συγκεκριμένο ρόλο στο εξωτερικό), τον Δημήτρη Πλατανιά και τον Τάση Χριστογιαννόπουλο. Αυτή την περίοδο, πάντως, η Λυρική απασχολεί σε όλες τις δραστηριότητές της περισσότερους από 90 Έλληνες μονωδούς. Ταυτόχρονα όμως έχουμε κοντά μας και 90 παιδιά από τη παιδική χορωδία, πολλά από τα οποία όταν μιλάνε μεταξύ τους λένε πως θέλουν να ασχοληθούν με το λυρικό τραγούδι. Δεν είναι τυχαίο ότι στα ωδεία όλης της χώρας ξαφνικά το λυρικό τραγούδι γνωρίζει άνθηση».

n

Η επιλογή

«Είναι μια σύνθεση που δέχεται πολλές επιρροές από το γερμανικό κλασικισμό και ρομαντισμό –δεν είναι πούρα ιταλιάνα όπερα– και σε αυτές τις όπερες θα επενδύσουμε στο μέλλον στο ρεπερτόριό μας στη Λυρική. Ουσιαστικά κάνουμε ένα ομαλό πέρασμα με τον Βέρντι στο μέλλον».

Η πρώτη φορά

«Ήμουν 23 χρονών, στη Γερμανία, όταν συνειδητά πήγα να δω τον “Μάκμπεθ”. Με ενδιέφερε να παρακολουθήσω αυτή την εντυπωσιακή ιστορία δολοπλοκίας. Ξέρουμε ότι ο Βέρντι επιλέγει έργα με δραματικά φινάλε, όμως σε αυτό το έργο πεθαίνουν όλοι οι πρωταγωνιστές. Ήμουν περίεργος να δω πώς μπορεί να στηθεί μια όπερα με τέτοια δολοπλοκία, με τόσους θανάτους. Είναι μια όπερα με τεράστια δραματικότητα και σκούρο χρώμα και ουσιαστικά οι πρώτες ματζόρε νότες έρχονται στο τέλος του έργου, όταν θριαμβεύει το καλό. Μέσα στο έργο ο Βέρντι χρησιμοποιεί μείζονες τονικότητες μόνο όταν θέλει να σαρκάσει, όταν για παράδειγμα πανηγυρίζει ο Μάκμπεθ για τη νίκη του ενώ έχει κάνει μόλις ένα φόνο. Υπάρχουν ηχοχρώματα και συνδυασμοί πρωτοποριακοί, προκειμένου να περιγραφεί η κατάσταση του συναισθηματικού κόσμου του ζεύγους, η διαστροφή του. Υποκλίνομαι στον Βέρντι γιατί κατάφερε να βγάλει σαρκασμό, είναι μάστερ. Να σας πω την αλήθεια, δεν μπορώ να φανταστώ την ανθρωπότητα χωρίς τον “Μάκμπεθ” του Βέρντι, την 5η ή την 9η του Μπετόβεν –ο οποίος πιστεύω ότι ήταν ο μεγαλύτερος “ρόκερ” του 19ου αιώνα»–, τη 2η του Μάλερ. Θα είναι για πάντα σταθερές αναφορές, όπως τα έργα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη».

Η πιο δυνατή στιγμή της όπερας

«Όταν εμφανίζονται μπροστά στον Μάκμπεθ οι τρεις οπτασίες. Ο Βέρντι περιγράφει απίστευτα το σοκ και τη συναισθηματική κατάσταση του Μάκμπεθ. Αλλά και μετά τη δολοφονία του βασιλιά, που ο Μάκμπεθ τα χάνει, ενώ η λαίδη προσπαθεί να πείσει τους υπόλοιπους γύρω από το τραπέζι ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Είναι απίστευτες οι αντιθέσεις σε αυτή τη σκηνή, αλλά και η δραματικότητα. Αυτή η δραματικότητα δεν υπάρχει σε άλλο έργο του. Ίσως βλέπουμε κάποια τέτοια στοιχεία στη ζήλια του Οθέλλου, όμως εκεί διαπραγματεύεται ένα θέμα πιο κοντινό σε εμάς».

Τι σημαίνει κάθε νότα

«Θέλω να γνωρίζουν οι μουσικοί τι είναι η κάθε νότα που παίζουν. Για να μπορούν να παίξουν εμπνευσμένα, πρέπει να γνωρίζουν αυτό που θα τους δώσει την έμπνευση. Όσο και να βλέπουν το μαέστρο να χτυπιέται, αν δεν ξέρουν ότι –για παράδειγμα– αυτό είναι το σημείο που ο Μάκμπεθ βλέπει την οπτασία, δεν θα το αποδώσουν όπως πρέπει. Υποχρέωση του μαέστρου είναι να γίνει κτήμα όλων όχι μόνο η πλοκή του έργου, αλλά το τι σημαίνει κάθε νότα. Η ορχήστρα μας είναι σε άνοδο γιατί η ενασχόληση με τα τεχνικά θέματα χρειάζεται πολύ λιγότερο χρόνο τώρα και ασχολούμαστε περισσότερο με θέματα ερμηνείας. Επίσης ασχολούμαστε έντονα με το στιλ των συνθετών. Ο αγαπητός μου Γιώργος Πέτρου, όταν κάνει Ροσίνι ή Μότσαρτ, ξέρω ότι θα αντλήσει από την ορχήστρα τον ήχο που θέλουμε για κάθε συγκεκριμένο έργο. Η ορχήστρα έχει ανάγκη τη διαφοροποίηση στη στιλιστική προσέγγιση των έργων. Δεν παίζεται το ίδιο ο Βάγκνερ με τον Πουτσίνι. Πρέπει να σας πω επίσης ότι ο μαέστρος δεν διευθύνει για τον εαυτό του, αλλά για τους τραγουδιστές στην όπερα. Το έργο λέγεται “Μάκμπεθ”, δεν “λέγεται μαέστρος τάδε”. Ο μαέστρος υπηρετεί το τραγούδι του τραγουδιστή, αφού βέβαια πρώτα τον έχει διδάξει. Εγώ δεν διευθύνω ποτέ αγνοώντας τον τραγουδιστή».

Φόβος

«Αν με ρωτάτε αν φοβάμαι για τη Λυρική θα σας πω ότι είμαι αισιόδοξος. Ακόμη και αν αντιμετωπίσουμε κι άλλες δυσκολίες εξαιτίας της κρίσης, η αναγκαιότητα του φορέα αυτού, η συγκρότησή του και η διακοινωνική και διακομματική αποδοχή εξασφαλίζουν ότι δεν θα σταματήσει ποτέ να υπάρχει».

Ενοχές

«Αν μου έλεγαν ότι μπορώ να ζήσω τη ζωή μου από την αρχή δεν θα έκανα κάτι διαφορετικό. Από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τον κόσμο ήθελα να είμαι κοντά στη μουσική, κοντά στην τέχνη. Οι γονείς μου με βοήθησαν πολύ σε αυτό, ο πατέρας μου ειδικότερα. Όταν ανακοίνωσα ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική στα 15 μου χρόνια η μητέρα μου είπε “εντάξει, αλλά σπούδασε και κάτι άλλο, μπορεί να σου χρειαστεί”. Ο πατέρας μου, μού είπε “σου έχω τόση εμπιστοσύνη που ό,τι κι αν κάνεις θα σε στηρίξω”. Αυτό με γέμισε ευθύνη. Με εμπιστεύτηκε τόσο που έπρεπε να πάρω την ευθύνη επάνω μου».


Info:

17-26/1, 20.00. MMA,

Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη, 210 7282333

Σκην.: Λορέντζο Μαριάνι. Παίζουν: Δημήτρης Τηλιακός, Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Δήμητρα Θεοδοσίου, Τατιάνα Μελνυτσένκο κ.ά. € 22, 40, 55, 70, 13(Φ/Παιδ.)