Θεατρο - Οπερα

Αυτόν τον «Θείο Βάνια» αξίζει να τον δεις

Η Μαρία Μαγκανάρη σκηνοθέτησε Τσέχωφ και καταλάβαμε γιατί είναι ένας τεράστιος συγγραφέας

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Χωρίς αμφιβολία δεν αφορά κανέναν σας ότι κάποιους μήνες τώρα περνάω κρίση τόσο με το γράψιμο όσο και με το θέατρο. Αμφότερα τα έχω εγκαταλείψει. Υποχρέωσα όμως τον εαυτό μου να εκτεθεί, ξεκινώντας αυτό το σημείωμα για θεατρική παράσταση, προκειμένου με το καλημέρα να μην αφήσω αμφιβολία ότι πρόκειται για υποκειμενική θέση/ θέαση, φερμένη μέσα από τα «γυαλιά» μιας συγκεκριμένης ψυχολογίας· γι' αυτό και πιστεύω πως έχει αξία η επισήμανση. Αυτό που είδα/ άκουσα/ ένιωσα όχι μόνο δεν μπορεί να φύγει από το ράθυμο, λόγω απραξίας, μυαλό μου, αλλά με οδήγησε στον υπολογιστή προκειμένου να μοιραστώ –έστω και με έναν σας– την ευτυχία μιας αποκάλυψης. Ναι, νομίζω ότι αυτή είναι η σωστή λέξη.

Σκηνοθεσία του τρέιλερ του «Θείου Βάνια»: Μαρία Γοζαδίνου

Έχω δει περισσότερες από πέντε φορές τον «Θείο Βάνια» στη σκηνή. Όμως, μέσω της παράστασης που σκηνοθέτησε η Μαρία Μαγκανάρη (σε μετάφραση Χρύσας Προκοπάκη), πρώτη φορά είναι που το τσεχωφικό κείμενο με χτύπησε σαν τσουνάμι – ευπρόσδεκτη, νομίζω, η παρομοίωση όταν πρόκειται για ένα έργο τέχνης. Μπορεί τώρα να έχω την ωριμότητα· ποιος ξέρει. Όλες τις άλλες φορές, συνειδητοποιώ, ήταν σαν να έβρεχα τα πόδια μου σ' ένα ήσυχο δροσερό ποταμάκι, για να μη θυμηθώ την περίπτωση εκείνη σε κεντρικότατο θέατρο και με μεγαλόσχημο θίασο που ήθελα ν' αυτοκτονήσω από την πλήξη – ίσως να το έκανα αν δεν ήταν τόσο αβαθής η παράσταση που η απόπειρα θα φαινόταν γελοία, καθώς μετά θα έλεγαν «πνίγηκε σε μια κουταλιά νερό».

Κάποια στιγμή ο Βοϊνίτσκι (Θείος Βάνιας) λέει για τον καθηγητή Σερεμπριάκωφ «ο άνθρωπος αυτός επί είκοσι πέντε συναπτά έτη ομιλεί και γράφει περί τέχνης κι από τέχνη τίποτα δεν νιώθει». Η περίπτωση της Μαγκανάρη –εδώ– είναι το ακριβώς αντίθετο. Ένιωσε τον λόγο του Τσέχωφ (και τον λόγο για τον οποίο έγραψε το «Θείο Βάνια») παραδίδοντάς μας το κουκούτσι του· το κουκούτσι είναι αυτό που θα καρπίσει στους ένορκους – έτσι αποκαλούσε τους θεατές και τους αναγνώστες ο Τσέχωφ στα γράμματά του. Οι ήρωες του «Θείου Βάνια» είναι καταδικασμένοι να ζουν. («Τι να κάνουμε όμως, πρέπει να ζήσουμε!» λέει η Σόνια στο θείο της). Όλοι είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε με τον εαυτό μας και με τους άλλους· έχοντας όμως συνείδηση αυτής της «καταδίκης» ίσως θα μπορέσουμε να «αναπαυτούμε».

Κώστας Κουτσολέλος (Θείος Βάνιας), Ανθή Ευστρατιάδου (Ελένα Αντρέεβνα)

Δεν συμπαθώ περισσότερο τις χαμηλού κόστους παραστάσεις από τις μεγάλες παραγωγές – πολλές φορές χρησιμοποιούν την έλλειψη χρημάτων ως δικαιολογία για τις ατέλειές τους. Ο «Θείος Βάνιας» στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Δεν γνωρίζω τι θα άλλαζε στην παράστασή της αν είχε περισσότερα χρήματα η Μαγκανάρη (σκηνικά: Διδώ Γκόγκου, κοστούμια: Παύλος Θανόπουλος, φωτισμοί: Μαρία Γοζαδίνου), ξέρω όμως ότι χρησιμοποίησε υπέρ του έργου αυτόν τον όχι και τόσο θεατρικό χώρο: τοποθέτησε τον Σερεμπριάκωφ στον πάνω «όροφο» καθώς όλους τους άλλους τους βλέπει ως υποτακτικούς· έστειλε την Ελένα (και) στο μπαρ, εκεί όπου κάθε γυναίκα δοκιμάζει τις δυνάμεις της ομορφιάς της, ενώ είδε την κυρίως αίθουσα σαν αγωνιστικό τερέν για ξιφομάχους (ολυμπιακών επιδόσεων). Οι διαξιφισμοί τους, ανά δυάδες, δεν άφησαν κανέναν μας αλώβητο, γιατί πολύ απλά δεν ήταν διαξιφισμοί μεταξύ Ρώσων του 19ου αιώνα, αλλά μεταξύ ανθρώπων εκτός εποχής και τόπου.  Όχι γιατί έγινε εκσυγχρονισμός του έργου, μέσω της σκηνοθεσίας, αλλά γιατί το ίδιο το κείμενο είναι σημερινό.

Χωρίς το άγχος της εγκεφαλικής πρωτοπορίας –ευτυχώς– και εμβολιασμένη κατά του ιού της σκηνοθετήτιδας, απέφυγε και την παγίδα της δήθεν τσεχωφικής ατμόσφαιρας που μας έχουν συνηθίσει. «Περιφρονώ την αδυναμία και τη νωθρότητα των ψυχικών κραδασμών» είχε γράψει ο Τσέχωφ. Συνειδητά ή ασυνείδητα η Μαγκανάρη έκανε πράξη την περιφρόνηση του συγγραφέα ανεβάζοντας το βόλιουμ στην υποκριτική των ηθοποιών της, όσο πρέπει. Είχε δε την εξυπνάδα να δημιουργήσει ένα θίασο όπου κάθε ηθοποιού η θερμοκρασία ταίριαζε με τη θερμοκρασία του ρόλου.

​Γιωργής Τσαμπουράκης (Άστρωφ Μιχαήλ Λβόβιτς)

Θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω το επίρρημα «πιο» μπροστά από θετικά επίθετα για να χαρακτηρίσω την παράσταση και κάποιες ερμηνείες – αλλά η κατάχρησή του από τα σάιτ τού έχει στερήσει την αξία. Ο Κώστας Κουτσολέλος μπόλιασε την πίκρα της ματαίωσης του Θείου Βάνια με τον σαρκασμό. Υπήρξε σπαρακτικός και (ευτυχώς) δείχνει πως δεν θέλει να αποδεχτεί τι επιπέδου ερμηνεία έχει καταφέρει. Πρώτη φορά συνειδητοποίησα, εξαιτίας του, ότι ο Θείος Βάνιας έχει καθηλωθεί στην «εφηβική» σκέψη πώς φταίνε οι άλλοι για τη ζωή του (η αδελφή του, ο γαμπρός του, η μητέρα του)· ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να σκοτώσει τον Σερεμπριάκωφ γιατί μετά δεν θα ήταν «θύμα». Ευφυής (και διαλεκτική) η ιδέα της σκηνοθέτιδας να δώσει το ρόλο του καθηγητή στον συνθέτη Παναγιώτη Καλαντζόπουλο (τι εξαίσια μουσική έγραψε!). Η υποκριτική του απειρία (ερασιτέχνης άνθρωπος ο καθηγητής) σε συνδυασμό με τη «σεβάσμια» εμφάνισή του εκπροσώπησε όλους τους διανοούμενους και «διανοούμενους» που αναλύουν και γράφουν «κορδωμένοι σαν ημίθεοι» δίνοντας οδηγίες για το πώς πρέπει να ζούμε ή να σκεφτόμαστε. Επιτέλους μια σωστή Σόνια. Μέχρι σήμερα όλες την έπαιζαν σαν ένα ξεπουπουλιασμένο κοτοπουλάκι – και να σκεφτεί κανείς πώς ο Βάνιας στον τίτλο προσδιορίζεται ως θείος, άρα είναι υποχρεωτική η ύπαρξη μιας στέρεας (ανηψιάς) Σόνιας. Η Σύρμω Κεκέ δημιούργησε υπόδειγμα ρόλου –η στέρηση του έρωτα σκληραίνει τους ανθρώπους– ενώ μας έδωσε να καταλάβουμε αυτό που λέει ο Σαρτρ «Υπάρχω σημαίνει λερώνω τα χέρια μου». Τον Γιωργή Τσαμπουράκη τον ήξερα μόνο ως πρόσωπο. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορώ να τον εκτιμήσω, συνολικά, ως ηθοποιό. Ξέρω μόνο ότι στο μέλλον θα είναι αναφορά σύγκρισης για όποιον Άστρωφ ξαναδώ. Με στοίχειωσε. Αχ, αυτή η κτηνωδία της ομορφιάς της Ελένα. Της χαρίζει τους πάντες και της στερεί την ευλογία της προσπάθειας. Η Ανθή Ευστρατιάδου ήταν στιγμές καθηλωτική, αλλά ομολογώ πως δεν επικοινωνούσα πάντοτε με την πλήξη της ηρωίδας της – αλήθεια πώς να παιχτεί η πλήξη χωρίς σουρσίματα και θεατρικές παύσεις; Δύσκολος ρόλος. Οι Υβόννη Μαλτέζου, Μαρία Μαγκανάρη, Δημήτρης Ντάσκας συμπλήρωσαν με τους μικρούς τους ρόλους αυτή την παράσταση υποκριτικού συνόλου.

Σύρμω Κεκέ (Σοφία Αλεξάντροβνα/ Σόνια), Ανθή Ευστρατιάδου (Ελένα Αντρέεβνα)

Είναι κρίμα που αυτός ο «Θείος Βάνιας» θα κατέβει, λόγω προγραμματισμού, στις 3/2. Όχι μόνο για εμάς τους θεατές και τους φίλους των έργων του Τσέχωφ αλλά και για τους συντελεστές. Τόσος μόχθος και τέτοιο αποτέλεσμα αξίζει μεγαλύτερη διάρκεια. Ας ευχηθούμε ότι θα επαναληφθεί.


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice