Μουσικη

Αντώνης Λιβιεράτος: Το «Τίποτα» είναι το soundtrack των δύσκολων καιρών μας

Ο μουσικός μιλάει στην Athens Voice, 43 χρόνια μετά την ίδρυση των Chapter 24

Γιώργος Φλωράκης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αντώνης Λιβιεράτος: Η πορεία από τους Κεφάλαιο 24, μέχρι το «Μεγάλο Κίτρινο Πράγμα» και το νέο άλμπουμ «Τίποτα»

Αν του ζητήσεις να κάνει μια δήλωση, οι πιθανότητες είναι να σου απαντήσει: Τίποτα. Παρ’ όλα αυτά ο Αντώνης Λιβιεράτος μιλάει -και μάλιστα με εξαιρετικό ενδιαφέρον- για τον καινούργιο του δίσκο που ονομάζεται έτσι ακριβώς.

Οι Κεφάλαιο 24/Chapter 24 ήταν στην εποχή τους ένα παράξενο φρούτο. Πριν απ' όλα διότι καθώς ζούσαν στα Γιάννενα, ήταν πολύ δύσκολο να τους πετύχει κάποιος Αθηναίος live. Επιπλέον, η μουσική τους ήταν κι αυτή παράξενη. Αρκετά πιο πειραματική από το συνηθισμένο υλικό της εποχής και δύσκολο να την κατατάξεις με ακρίβεια.

Όταν σχεδόν 10 χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το «Μεγάλο Κίτρινο Πράγμα», το ντεμπούτο προσωπικό άλμπουμ του Αντώνη Λιβιεράτου, τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο παράξενα. Οι δύο δίσκοι έμοιαζαν πολύ αλλά και ταυτόχρονα δεν έμοιαζαν καθόλου. Στη συζήτηση αυτή, ο Αντώνης Λιβιεράτος το εξηγεί τέλεια:

«Όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους, ο περί ου ο λόγος, αλλάζει μέσα στο χρόνο καθώς, όχι μόνο «ωριμάζει» ο ίδιος αλλά αλλάζουν και τα ερεθίσματα που δέχεται από το, αενάως μεταβαλλόμενο, περιβάλλον του. Κι όπως είναι φυσικό, η μουσική του, αντικατοπτρίζοντας αυτές τις αλλαγές, αλλάζει σταδιακά και η ίδια».

Το «Τίποτα» είναι - στο δικό μου κεφάλι - ένα soundtrack των δύσκολων καιρών μας. Τους περιέχει και τους αντιμάχεται με την ίδια προσήλωση κι ενίοτε με την ίδια λύσσα.

Σε μια εποχή που όλοι σπρώχνονται να βγάλουν κάποια δουλειά σε βινύλιο, εσύ επιλέγεις τη μορφή του cd. Δεν είναι και η πιο αναμενόμενη κίνηση…
Θα μπορούσαμε να πούμε πως το «Τίποτα» υπαγόρευσε το ίδιο το φυσικό format στο οποίο θα έπρεπε να εκδοθεί. Βλέπεις, η συνολική του διάρκεια είναι λίγο μεγαλύτερη από 60 λεπτά. Μ’ άλλα λόγια είναι ένα άλμπουμ πολύ μεγάλο για LP αλλά πολύ μικρό για διπλό LP. To CD, αντίθετα, του ταιριάζει γάντι. Και για να είμαι ειλικρινής αυτό δε με πειράζει ιδιαίτερα. Συνεχίζω να αγαπάω το CD κι επίσης, παρά το ότι μια έκδοση σε βινύλιο είναι σίγουρα πιο χορταστική αισθητικά, δεν θεωρώ πως υπερτερεί ηχητικά σε ένα ισάξιο σύστημα αναπαραγωγής, ενώ φτάνει στον ακροατή σε μια υπερβολικά υψηλότερη τιμή.

Σε μια εποχή που όλοι σπρώχνονται να κάνουν μια δήλωση που να μείνει πέντε λεπτά περισσότερο στον αφρό, εσύ απαντάς «Τίποτα»! Ούτε κι αυτό είναι ιδιαίτερα αναμενόμενο…
Το πιο αστείο ή, ενδεχομένως, το πιο τραγικό, ανάλογα με τη γωνία από την οποία θα το δει κανείς, είναι πως όσο πιο έντονα προσπαθούν κάποιοι να παραμείνουν στον αφρό τόσο περισσότερο οι δηλώσεις -ή/και τα έργα- τους προσεγγίζουν, ως περιεχόμενο, το τίποτα. Πώς να τους ανταγωνιστώ εγώ ο φτωχός με έναν τίτλο άλμπουμ;

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ποτέ δεν έκανες ιδιαίτερα αναμενόμενα πράγματα. Ούτε καν από την πρώιμη εποχή σου στους Κεφάλαιο 24. Τι θυμάσαι από τα Ιωάννινα εκείνης της εποχής;
Να διευκρινίσω κατ’ αρχάς πως το Κεφάλαιο 24 (ή Chapter 24, αν το προτιμάτε) συνεχίζει να είναι, 43 χρόνια μετά την ίδρυσή του και παρά το γεγονός πως όλα τα μέλη του έχουν κι άλλες παράλληλες δημιουργικές δραστηριότητες, ζωντανό και δραστήριο. Παραμένοντας, ελπίζω, και τόσο απρόβλεπτο όσο υπήρξε εξ αρχής. Μέσα στο 2025 είχαμε δυο κυκλοφορίες (το νέο live άλμπουμ «The Black Baron Returns» και την remastered επανέκδοση του «Tin Invaders») ενώ υπάρχει κι ένα τρίτο ολοκληρωμένο κι έτοιμο προς έκδοση. Όσο για τα Γιάννενα της εποχής που, ζώντας εκεί, ενηλικιώθηκα, τόσο κυριολεκτικά όσο και ως μουσικός, θυμάμαι, περίπου, τα πάντα. Οπότε για να δώσω μιαν αξιοπρεπή απάντηση στην ερώτησή σου θα έπρεπε, μάλλον, να γράψω ένα βιβλίο.

Νιώθεις να υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στο ξεκίνημά σου και το καινούργιο σου άλμπουμ;
Τα βασικά κοινά στοιχεία είναι δυο: Πρώτον, πίσω τους υπάρχει ο ίδιος άνθρωπος. Και, δεύτερον, ο άνθρωπος αυτός διατηρεί, όλα αυτά τα χρόνια, την ίδια, σταθερή, στάση απέναντι στη μουσική. Βέβαια, όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους, ο περί ου ο λόγος, αλλάζει μέσα στο χρόνο καθώς, όχι μόνο «ωριμάζει» ο ίδιος αλλά αλλάζουν και τα ερεθίσματα που δέχεται από το, αενάως μεταβαλλόμενο, περιβάλλον του. Κι, όπως είναι φυσικό, η μουσική του, αντικατοπτρίζοντας αυτές τις αλλαγές, αλλάζει σταδιακά και η ίδια. Νομίζω πως είναι παράλογη η απαίτηση της μουσικής βιομηχανίας ένας μουσικός να αναπαράγει εσαεί τον νεώτερο εαυτό του προκειμένου το «προϊόν» του να παραμένει εύκολα αναγνωρίσιμο από τους ακροατές-καταναλωτές κι ως εκ τούτου να καθίσταται ευκολότερα εμπορεύσιμο.

Το «Τίποτα» είναι ένας δίσκος που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να κατατάξει κάποιος σ’ ένα είδος. Από τι κανάλια σκέψης και συναισθημάτων έχει περάσει;
Στο μυαλό μου το θέμα της κατάταξης έχει λυθεί προ πολλού. Πολιτιστικά έρχομαι από το rock’n’roll και η καρδιά μου συνεχίζει να ανήκει σε αυτό όσο κι αν παράλληλα ακούω κι αγαπάω και πολλά πράγματα που ανήκουν σε διαφορετικά ιδιώματα. Ως εκ τούτου κάνω αποκλειστικά και μόνο άλμπουμ που, κατά τη δική μου πάντα αντίληψη, δεν μπορούν να ανήκουν οπουδήποτε αλλού παρά στο rock’n’roll ακόμα κι όταν η σχέση του υλικού μου με αυτό που είθισται να λέγεται “ροκ φόρμα” γίνεται πολύ χαλαρή. Το «Τίποτα», δουλεύτηκε σε μια περίοδο στη διάρκεια της οποίας προσπαθούσα να μάθω να επιβιώνω παρά τις αλλεπάλληλες απώλειες αγαπημένων ανθρώπων χωρίς την παρουσία των οποίων δεν είχα ποτέ φανταστεί τη ζωή μου. Το κομμάτι “Κάτω απ’ την άσφαλτο” είναι, μάλιστα, ευθέως αφιερωμένο σε έναν από αυτούς. Οπότε ήταν μοιραίο το άλμπουμ να προκύψει κάπως «σκοτεινό». Χωρίς, βέβαια, να πρόκειται για έναν μακρύ επικήδειο ή κάποιου είδους θρήνο.

Ποιος είναι ο οδηγός με βάση τον οποίο στήνεις το υλικό σου στο «Τίποτα»; Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να πρόκειται για ένα είδος προσωπικής κινηματογραφικής αφήγησης.
Παρά το ότι στο «Τίποτα» περιλαμβάνεται ένα κομμάτι που γράφτηκε για το soundtrack μιας ταινίας μικρού μήκους (το Stone Story του Σπύρου Παπαναστασίου) ουδέποτε, μέχρι να το θέσεις εσύ, δεν είχα σκεφτεί πως θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό ως κινηματογραφική αφήγηση. Αλλά... να που μπορεί! Διότι είναι όχι μόνο θεμιτό αλλά κι επιθυμητό ο κάθε ακροατής χτίζοντας την προσωπική του σχέση με ένα μουσικό έργο να το αντιλαμβάνεται με τον δικό του τρόπο. Από τεχνικής άποψης το «Τίποτα», όπως τα περισσότερα άλμπουμ μου, έχει χτιστεί με μια μέθοδο που, αν έπρεπε να παρομοιαστεί με κάτι εκτός μουσικής, θα έλεγα πως θυμίζει μάλλον εκείνη με την οποία δουλεύει ένας ζωγράφος έναν πίνακα: Ως ένα σύνολο φτιαγμένο από μικρές πινελιές που δεν αποκλείεται να επικαλύπτουν κάποιες άλλες προγενέστερες, προσθήκη στοιχείων που αισθάνεσαι πως λείπουν, απάλειψη άλλων που εκ των υστέρων κρίνεις πως ήταν περιττά και κάθε τόσο μια ματιά από κάποιαν απόσταση για να αποφασίσεις αν το έργο σου δίνει την αίσθηση του ολοκληρωμένου ή χρειάζεται περισσότερη δουλειά πριν επιτρέψεις να το δουν και μάτια (ή, στην προκείμενη περίπτωση, να το ακούσουν αυτιά) τρίτων.

Υπάρχει μια απόκοσμη ατμόσφαιρα στο «Τίποτα»… ενδεχομένως μια δυστοπία, όχι όμως τόσο μακρινή από τη σημερινή πραγματικότητα. Ξέρω ότι αγαπάς την λογοτεχνία Φαντασίας και μάλιστα την πιο κοινωνική, αυτή του Σπίνραντ ή του Ντικ. Πώς βλέπεις να εξελίσσονται τα πράγματα γύρω μας;
Φοβάμαι πως το δυστοπικό μέλλον για το οποίο έγραφαν οι αγαπημένοι μου συγγραφείς πριν από μερικές δεκαετίες είναι ήδη εδώ. Όλα του τα βασικά χαρακτηριστικά αποτελούν, ήδη, στοιχεία της καθημερινότητάς μας: Η ζωή σε έναν πλανήτη τον οποίο η περιβαλλοντική καταστροφή έχει καταστήσει, πλέον, οριακά βιώσιμο, η όλο και μεγαλύτερη εξαθλίωση όλο και περισσότερων ανθρώπων, η χρήση της τεχνολογίας προκειμένου να χειραγωγηθούν οι μάζες από κάποια κέντρα εξουσίας τα οποία προσπαθούν να παραμείνουν αόρατα… Ακόμα και η σταδιακή υποκατάσταση της ανθρώπινης γνώσης, της ανθρώπινης κρίσης, ακόμα και της ανθρώπινης δημιουργικότητας από την τεχνητή νοημοσύνη. Δεν υπάρχει, πλέον, λόγος να διαβάζουμε Επιστημονική Φαντασία. Αρκεί να διαβάζουμε τις ειδήσεις. Και, βέβαια, να κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά για να βλέπουμε γύρω μας.

Έχεις συνεργαστεί με πολλούς μουσικούς. Από τους Sigmatropic και τους VooeeTone πρόσφατα μέχρι τον Μανώλη Αγγελάκη και πολλούς ακόμα. Τι έχει μεγαλύτερη σημασία για σένα σε μια συνεργασία; Ο ήχος, το υλικό, οι άνθρωποι;
Η απάντηση είναι, προφανώς, οι άνθρωποι. Διότι οι μουσικοί κι η μεταξύ τους αλληλεπίδραση διαμορφώνουν τόσο το υλικό όσο και τον ήχο. Όλες οι μπάντες στις οποίες έχω συμμετάσχει ή/και συνεχίζω να συμμετέχω, από το Κεφάλαιο 24, που είναι η παλιότερη, μέχρι τους VooeeTone, που είναι η πιο πρόσφατη, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Τα μέλη τους συνδέονται μεταξύ τους με σχέσεις πραγματικής φιλίας αντί να δεσμεύονται, απλά, από κάποιου τύπου συμβόλαιο συνεργασίας. Κι ως εκ τούτου δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν σε μια κοινή προσπάθεια να κάνουν όσο καλύτερη γίνεται τη μουσική που αγαπούν.

Σε μια εποχή που όλα τείνουν να ομογενοποιηθούν, εσύ διαλέγεις μια απόλυτα προσωπική οπτική στο «Τίποτα». Έχει αυτό κάποιο τίμημα;
Νομίζω πως το τίμημα της εμμονής μου να επιλέγω μόνιμα την προσωπική οπτική έναντι εκείνης που τείνει να επιβάλλει το «πνεύμα» της, εκάστοτε, εποχής είναι προφανές: Πολλοί από αυτούς που θα διαβάσουν την παρούσα συνέντευξη θα σκεφτούν «Ποιός είναι αυτός ο Λιβιεράτος; Πρώτη φορά τον ακούω!». Κι αυτό ύστερα από πάνω από 4 δεκαετίες δημιουργικής παρουσίας, οκτώ προσωπικά άλμπουμ συν καμμιά δεκαπενταριά ως μέλος διαφόρων γκρουπ κι ένας θεός ξέρει πόσες συμμετοχές σε δίσκους άλλων μουσικών και συναυλίες, μουσική για ένα σωρό ταινίες και θεατρικές παραστάσεις. Αλλά δεν έχω την παραμικρή διάθεση να γκρινιάξω γι’ αυτό. Κι αν, υποθετικά, μου δινόταν, με κάποιο μαγικό τρόπο, η ευκαιρία να ξαναδιαλέξω το δρόμο μου από την αρχή, πάλι τον ίδιο θα διάλεγα.

Τι θα κάνεις με τον δίσκο αυτό; Θα παιχτεί κάποια στιγμή ζωντανά; Τι σχεδιάζεις;
Το «Τίποτα» είναι ξεκάθαρα αυτό που λέμε «στούντιο άλμπουμ». Με εξαίρεση τη συμμετοχή των Μανώλη Αγγελάκη, Άκη Μπογιατζή και Γιάννη Νικολάου (ο οποίος, δυστυχώς, συγκαταλέγεται στις απώλειες στις οποίες αναφέρθηκα παραπάνω) σε κάποια από τα κομμάτια έχω γράψει και παίξει τα πάντα μόνος μου. Αν και καταλαβαίνω πως σε μιαν εποχή που τα μόνα σοβαρά, πιθανά έσοδα των μουσικών είναι εκείνα που προέρχονται από τη συναυλιακή τους δραστηριότητα αυτό θα ακουστεί λίγο περίεργο, δηλώνω πως αδυνατώ να φανταστώ με ποιον τρόπο θα μπορούσε να παρουσιαστεί το συγκεκριμένο άλμπουμ επί σκηνής. Οπότε από live για την υποστήριξή του δεν προβλέπεται... Τίποτα!

Και μετά το «Τίποτα», τι μπορεί να υπάρχει;
Έλα ντε; Εδώ σε θέλω!