Πώς τα ρεύματα κάθε εποχής και οι προσωπικές εμπειρίες καταγράφονται στις βελόνες της ραφής και τρυπώνουν στη φόδρα των ρούχων
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
27°
Ο Μπενουά Βιελεφόν μιλάει αποκλειστικά στην ATHENS VOICE
Μπενουά Βιελεφόν: Αποκλειστική συνέντευξη του κορυφαίου ερμηνευτή και αρχηγού συνόλων της τζαζ και του σουίνγκ
Έχει καταφέρει να φέρει και πάλι στο προσκήνιο τη μουσική των δεκαετιών του 1930 και 1940. Έχει δημιουργήσει και διευθύνει τρία διαφορετικά σύνολα τζαζ, σουίνγκ και chanson – μια ολόκληρη «σχολή» απ’ την οποία έχουν αναδειχθεί δεκάδες νέοι καλλιτέχνες. Εμφανίζεται κάθε μήνα στα πιο ιστορικά στέκια της τζαζ όπως το Ronnie Scott’s και το Nightjar στο Λονδίνο. Έχει ηχογραφήσει και διαθέτει μέσω του Bandcamp επτά εξαιρετικά άλμπουμ. Ο ίδιος και η ορχήστρα του έχουν εμφανιστεί σε ταινίες και σειρές όπως το The Crown στο Netflix. Έχει παίξει μουσική σε ιδιωτικά πάρτι των πλούσιων και διάσημων. Οι ζωντανές εμφανίσεις του είναι ένας φόρος τιμής στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Είναι μια κινητή εγκυκλοπαίδεια μουσικών γνώσεων. Το κυριότερο όμως είναι ότι είναι ένας άνθρωπος ταπεινός, ευγενικός, προσιτός – ένας άνθρωπος που μεγάλωσε στον βιομηχανικό βορρά της Γαλλίας των ανθρακωρυχείων και έφτασε να παίζει στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου.
Σε μία αποκλειστική συνέντευξη-ποταμό, ο μοναδικός Μπενουά Βιελεφόν μας μιλάει για τα πάντα. Για τον ρόλο της λαϊκής και δημοφιλούς μουσικής, τον αφανισμό της ζωντανής διασκέδασης στη Βρετανία, τις επιπτώσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης, την ωμή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν εκατομμύρια μουσικοί και καλλιτέχνες σε ένα νέο οικοσύστημα. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη μουσική βιομηχανία. Κάνει έναν ενδελεχή παραλληλισμό ανάμεσα στις δεκαετίες του 1920-30 και στο σήμερα. Με μία επιφανειακή ανάγνωση, η ανάλυσή του ακούγεται απαισιόδοξη. Κι όμως. Αν κάποιος διαβάσει προσεκτικά αυτά που λέει, θα βρει στα λόγια του και στη σκέψη του το φως της αισιοδοξίας και της έμπνευσης. Μέσα από τη δυσκολία, την αβεβαιότητα και τη βιοπάλη αναδεικνύεται η δημιουργικότητα και οι πιο λαμπρές στιγμές του ανθρώπινου πνεύματος.
Ο Μπενουά Βιελεφόν μας μεταφέρει στο παρελθόν για να μας πει ότι ένα καλύτερο μέλλον είναι εφικτό. Και κλείνει μιλώντας για την Ελλάδα στην οποία θέλει να εμφανιστεί στο προσεχές μέλλον.
Η μουσική του Μπενουά Βιελεφόν
Η μουσική σας, η οποία συνδυάζει υπέροχα είδη όπως η τζαζ, τα γαλλικά chanson και το σουίνγκ, μας μεταφέρει πίσω στις δεκαετίες του 1930 και του 1940. Ποιες ήταν οι μουσικές σας επιρροές και τα πρότυπά σας;
Αυτή είναι μια ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί! Υπάρχουν πάρα πολλές επιρροές. Η μουσική από την περίοδο 1900-1949 ήταν τόσο δημιουργική, τόσο επιδραστική, και υπάρχουν πάρα πολλοί λαμπροί άνθρωποι. Αλλά δεν έχει να κάνει μόνο με τη μουσική: τα δημοφιλή τραγούδια είναι ένα μέσο σοφίας και εκπαίδευσης, όπως τα λαϊκά παραμύθια και η προφορική παράδοση σε κάποιους πολιτισμούς. Είμαι μουσικός και τραγουδιστής, αλλά ο κόσμος έρχεται στις συναυλίες ξανά και ξανά για όλες τις ιστορίες που λέω ανάμεσα στα τραγούδια. Ως καλλιτέχνης έχεις κοινό που πιστεύει σε εσένα. Πρέπει να είσαι προσεκτικός στο τι λες και να προσπαθείς να εμπνεύσεις τον κόσμο. Έτσι, λοιπόν, έχω πρότυπα για την αφήγηση και το βάθος των μηνυμάτων, και επιρροές όσον αφορά τη μουσική.
Θα ξεκινήσω με τα πρότυπά μου: τον Τσάρλι Τσάπλιν. Γεννήθηκε φτωχός στο Λονδίνο, έμεινε ορφανός, έζησε στους δρόμους, έκανε όλες τις δουλειές για να επιβιώσει, δούλεψε σε τσίρκο, σε βοντβίλ, μετανάστευσε στις ΗΠΑ και έγινε ένας απ’τους ιδρυτές του κινηματογράφου του Χόλιγουντ, μαζί με τον Μπάστερ Κίτον. Όπως ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ και οι αρχαίοι Έλληνες, γνώριζε την ανθρώπινη κατάσταση σε βάθος, και έκανε μερικές από τις πιο βαθιές και συγκινητικές ταινίες της ιστορίας του κινηματογράφου. Είχε παγκόσμια μηνύματα τόσο ισχυρά που εκατό χρόνια αργότερα εξακολουθούν να είναι αληθινά. Μέσα από τον βωβό κινηματογράφο έγινε, και εξακολουθεί να είναι, μια από τις πιο διάσημες προσωπικότητες του αιώνα, και παρέδωσε βαθιές ιστορίες για το ήθος, την αγάπη, την απληστία, την κοινωνία κ.λπ. Όποτε αντιμετωπίζω προβλήματα, εμπνέομαι από αυτόν.
Για τον ίδιο λόγο θαυμάζω και ανθρώπους όπως ο Ισαάκ Ασίμοφ (αν ανησυχείτε για την Τεχνητή Νοημοσύνη, έγραψε όλα όσα πρέπει να ξέρετε γι’αυτήν πριν από περίπου 70 χρόνια – τα βιβλία του είναι προφητικά). Ο Όρσον Γουέλς μεγάλωσε ως άνδρας μιας ανώτερης τάξης αλλά πήγε να δουλέψει σε ανθρακωρυχεία, πολέμησε στον ισπανικό πόλεμο του 1936, και έμεινε άστεγος για να μάθει περισσότερα για την ανθρώπινη κατάσταση και να γράψει γι' αυτήν (αν ανησυχείτε για την κατάσταση της γεωπολιτικής αυτές τις μέρες, απλώς διαβάστε το «1984» και τη «Φάρμα των ζώων» και θα μάθετε όλα όσα χρειάζεται για την κοινωνία μας). Ο Ρόαλντ Νταλ και ο Αντουαν ντε Σαιντ-Εξυπερύ είναι απόλυτα προσιτοί συγγραφείς και λαμπροί αφηγητές που σε κάνουν να φιλοσοφήσεις χωρίς καν να το καταλάβεις.
Τώρα, σε ότι αφορά τη μουσική... Έμαθα να παίζω κιθάρα μόνος μου σε ηλικία 17 ετών. Αγόρασα ένα βιβλίο τραγουδιών των Beatles και έμαθα περίπου 100 μελωδίες και μετέγραψα τη μουσική του Τζίμι Χέντριξ με το αυτί όσο καλύτερα μπορούσα. Ήταν τόσο επαναστατικοί. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει στη ροκ μουσική. Λατρεύω τη μουσική του Κλωντ Ντεμπισί και των συνθετών του μπαρόκ, ιδιαίτερα του [Σίβλιους] Βάϊς και του Μπαχ. Για το στυλ της μουσικής που παίζω, θαυμάζω πολλούς αλλά κυρίως τον Λούις Άρμστρονγκ (εφηύρε τα πάντα, ένας σύγχρονος μαύρος Μπαχ) και τον Ντιουκ Έλινγκτον (ήταν ο καλύτερος αρχηγός μπάντας τζαζ, συνθέτης, ενορχηστρωτής). Ο Τζάνγκο Ράϊνχαρτ και ο Τσάρλι Κρίστιαν έβαλαν την κιθάρα στον χάρτη και επινόησαν τα πάντα. Η Έλλα Φιτζέραλντ μπορούσε να τραγουδήσει οτιδήποτε, και σόλο και scat bebop καλύτερα από όλους τους μουσικούς. Εξακολουθεί να είναι η καλύτερη στον κόσμο. Το Τρίο του Νατ Κινγκ Κόουλ έφερε μιαν επανάσταση στα πάντα: από μεγάλη μπάντα έως hip μουσική ως τρίο με τρείς φωνές, πιάνο, κοντραμπάσο και ηλεκτρική κιθάρα. Πάνω σε αυτούς χτίστηκε ολόκληρη η Capitol Records. Ο Στεφάν Γκραπέλι στο βιολί – το καλύτερο swing. Και υπάρχουν και τόσοι άλλοι. Όλοι οι συνθέτες… Ερβιν Μπερλίν, Κόουλ Πόρτερ, Χάρολντ Άρλεν. H λίστα δεν έχει τελειωμό!
Όσο περισσότερο ακούω τη μουσική σας και σας παρακολουθώ ζωντανά, τόσο περισσότερο νιώθω ότι πέραν από την εκτέλεση και την ερμηνεία της μουσικής, που φυσικά είναι τόσο ωραία, προσπαθείτε (και πετυχαίνετε) να αναδημιουργήσετε την ατμόσφαιρα και την αισθητική εκείνης της εποχής, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου αλληλεπίδρασης με το κοινό.
Το έχεις πιάσει! Η μουσική είναι μια κοινή εμπειρία, μια εμπειρία που την μοιράζεσαι. Η μουσική είναι και ήταν πάντα εκεί στα σημαντικά κοινωνικά γεγονότα: γάμους, κηδείες, κρατικές εκδηλώσεις, παγανιστικές τελετουργίες, γιορτές νίκης, θρησκευτικές εκδηλώσεις και τώρα φεστιβάλ, πάρτι κ.λπ. Ζούμε σε έναν διχασμένο κόσμο, όπου οι άνθρωποι είναι όλο και πιο απομονωμένοι, χαμένοι, φοβούνται και δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Η ενημέρωση δεν είναι επικοινωνία, οι ειδήσεις του 24ώρου δεν αποτελούν θέμα συζήτησης.
Ο Φρανκ Ζάπα το εξήγησε πολύ καλά. Προτεραιότητά μου δεν είναι να παίξω την κιθάρα μου για να εντυπωσιάσω τους μαθητές της τζαζ, αλλά για να φέρω τους ανθρώπους πιο κοντά για μερικές ώρες και να ξεχάσουν τις ανησυχίες τους. Τραγουδάω τραγούδια αγάπης, αστεία τραγούδια, όμορφα πράγματα, τρελά πράγματα και εκκεντρικά πράγματα, όλα μαζί σε ένα πακέτο που ενθουσιάζει τους ανθρώπους και τους αγγίζει… Τουλάχιστον, έτσι λένε! Προσπαθώ να κάνω τους ανθρώπους να θυμούνται τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος∙ να γελάνε, να κλαίνε και να ζουν αυτή τη στιγμή∙ να αποδέχονται την κατάστασή μας και να είναι ευγενικοί με τους άλλους, ειδικά τους πολύ ηλικιωμένους και τους πολύ νέους που είναι ευάλωτοι.
Η τζαζ πριν από τη δεκαετία του '50 αφορούσε ακριβώς αυτά τα πράγματα. Ο κόσμος πήγαινε για χορό κάθε εβδομάδα και ερωτεύτηκε αυτή τη μουσική. Οι άνθρωποι ήθελαν να ξεχάσουν όλα τα πράγματα που συνέβαιναν στις δεκαετίες του '30 και του '40 και που ήταν πάρα πολύ άθλια. Έτσι, η μουσική και ο χορός ήταν η μεγάλη τους απόδραση. Στο τέλος η τζαζ άμβλυνε ακόμη και τις φυλετικές διαφορές με κοινό και μπάντες μικτών φυλών. Αυτό προσπαθούμε να το ξαναδημιουργήσουμε σήμερα.
Όσον αφορά την αισθητική, το ντιζάϊν εκείνη την εποχή ήταν πολύ καλό, κομψό και πρακτικό. Γίνεται πιο δύσκολο να βρεις vintage ρούχα από εκείνη την εποχή, αλλά όταν το κάνεις φαίνεσαι αμέσως σαν ένα πολύ σημαντικό άτομο στη σκηνή. Δεν θέλω να παίζω με κουκούλα και αθλητικά, συγγνώμη.
Τι σας έκανε να ερωτευτείτε εκείνη την περίοδο; Θεωρείτε ότι το κοινό σήμερα λαχταρά να δραπετεύσει σε μια διαφορετική εποχή; Είναι ενδιαφέρον ότι τώρα κοιτάμε πίσω εκείνη την εποχή ως μια πιο απλή, πιο αθώα εποχή, ωστόσο ήταν μια εποχή με ακραίες πολιτικές και οικονομικές ανατροπές και, φυσικά, έναν Παγκόσμιο Πόλεμο.
Παίζω μουσική εποχής 1910-1949. Μια εποχή που μοιάζει πολύ με αυτή που έχουμε τώρα. Τότε είχαμε πολλές νέες τεχνολογίες (ηλεκτρισμό, αυτοκίνητο, αεροπλάνο, τηλέφωνο, ψυγείο, ραδιόφωνο), όπως και τώρα (διαδίκτυο, Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, Τεχνητή Νοημοσύνη). Τότε είχαμε οικονομικά κραχ, φούσκες, ύφεση, λιτότητα – ακριβώς όπως και τώρα, με ταχύτερους ρυθμούς. Τότε είχαμε ανταγωνισμό μεταξώ των μεγάλων δυνάμεων που κατέληξε σε μεγάλους πολέμους. Το ίδιο έχουμε και τώρα (να φοβάστε). Τότε είχαμε σεξουαλική επανάσταση για τις γυναίκες, τώρα για τους ΛΟΑΤΚΙ+. Τότε είχαμε νέα όργανα (ντραμς, κιθάρα, ηλεκτρικό μπάσο), ενώ τώρα έχουμε samplers, υπολογιστές και Τεχνητή Νοημοσύνη. Τότε είχαμε φυλετικά και μεταναστευτικά προβλήματα, ενώ τώρα προσφυγική και μεταναστευτική κρίση. Τότε είχαμε λαϊκισμό και φασισμό∙ το ίδιο ανεβαίνει ξανά τώρα. Δεν νομίζω ότι ήταν αθώες εποχές.
Από πολλές απόψεις το κοινωνικό υπόβαθρο εκείνης της εποχής ήταν το ίδιο με αυτό που έχουμε τώρα. Σε καλούς καιρούς, σε περιόδους ειρήνης, σταθερότητας και χλιδής, οι άνθρωποι αφήνονται, καταναλώνουν, παχαίνουν. Πολύ συχνά η κουλτούρα καταλήγει να είναι αρκετά μέτρια. Κοιτάξτε, απλώς, τι έχει παραχθεί τα τελευταία 30 χρόνια στη μουσική ή τον κινηματογράφο σε σύγκριση με ό,τι προηγήθηκε πριν. Σε δύσκολες στιγμές οι άνθρωποι ζουν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Ο χρόνος τους είναι πολύτιμος. Μπορεί να πεθάνουν ή να χάσουν τα πάντα. Έτσι, κάθε ευκαιρία να διασκεδάσουν και να ζήσουν την αρπάζουν και με τα δύο χέρια.
Οι δεκαετίες του 1920 και του 1930 ήταν πολύ ασταθείς κοινωνικά και οικονομικά, και πολιτικά άθλιες, ωστόσο εκείνη η περίοδος ήταν ο καταλύτης για τις πιο λαμπρές δημιουργίες. Οι άνθρωποι έπρεπε να αντισταθμίσουν τη φρίκη της καθημερινής ταλαιπωρίας (Κραχ, Κομμουνισμός, Β’ Παγκόσμιος) με ομορφιά, ελπίδα, αγάπη, διασκέδαση και φιλοδοξίες. Γι' αυτό η μουσική εκείνης της περιόδου είναι τόσο δυνατή: έχει βάθος και μας αγγίζει ακόμα και σήμερα. Οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για να ξανασυμβεί το ίδιο. Θα έχουμε πιθανότατα έναν παγκόσμιο πόλεμο Δύσης-Ανατολής∙ η οικονομική και πολιτική σύγκρουση συμβαίνει ήδη. Όταν συμβεί αυτό, οι άνθρωποι θα τραγουδούν τραγούδια για την αγάπη και την ελπίδα ή θα κάνουν ραπ για γκάνγκστερ, «σκύλες» και ναρκωτικά; Θα το μάθουμε τις επόμενες δύο δεκαετίες.
Τα πρότζεκτ Benoit Viellefon & His Orchestra, Benoit Viellefon Hot Club, Benoit Viellefon Trio
Είστε ένας πολύ παραγωγικός καλλιτέχνης, σχεδόν μονίμως σε περιοδεία! Μιλήστε μας για τα διάφορα πρότζεκτ σας: την Ορχήστρα, το Hot Club, το Τρίο, τα πρόσφατα κινηματογραφικά και τηλεοπτικά έργα και τα residencies.
Είμαι παραγωγικός γιατί πρέπει. Ποτέ δεν είχα πολλά χρήματα, οπότε έπρεπε να παίζω όλη την ώρα για να πληρώσω τους λογαριασμούς. Μεταξύ 2008 και 2017 έκανα 20 με 25 εμφανίσεις τον μήνα. Πολλές μικρές και μεσαίες συναυλίες, μερικές φορές κάποια τεράστια φεστιβάλ, ή τηλεόραση ή συναυλίες στο εξωτερικό. Δεν είχα ποτέ συμβόλαιο με δισκογραφική ή μάνατζερ καθώς δεν είναι ένα στυλ μουσικής που ενδιαφέρει πολύ τη νεολαία ή εύκολο να πουληθεί στις μαζικές αγορές. Μάλιστα, η διευθύντρια ευρωπαϊκού μάρκετινγκ της Universal ήρθε να μας δει μια φορά να παίζουμε σε ένα κλαμπ. Μου είπε πόσο λαμπροί ήμασταν και πως της άρεσε τόσο πολύ. Όταν τη ρώτησα αν θα με βοηθούσε να κλείσω μια συμφωνία ηχογράφησης, είπε (επί λέξη) ότι δεν μπορούσε να βοηθήσει καθώς παίζαμε καλή μουσική, ενώ τους ενδιέφερε μόνο να πουλήσουν εμπορικά σκουπίδια γρήγορου κέρδους. Η καρδιά μου βούλιαξε.
Όπως και η γενιά του 1930, βρισκόμαστε συνεχώς στο δρόμο. Πρέπει συνεχώς να παίζουμε και να γράφουμε και να είμαστε τόσο καλοί όσο μας επιτρέπει η υγεία μας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να γίνεις σπουδαίος ερμηνευτής, αν και είναι ένας πολύ επικίνδυνος τρόπος ζωής: μπορεί να σε καταστρέψει εντελώς σωματικά και ψυχικά. Είχαμε πολλά «θύματα» στο συγκρότημα όλα αυτά τα χρόνια, συμπεριλαμβανομένου και εμού του ιδίου.
Σήμερα έχω ακόμα τρεις μπάντες που αποτελούνται από έναν πυρήνα βασικών μελών και πολλούς άλλους μουσικούς που εμφανίζονται τακτικά: την ορχήστρα, το Hot Club, και το τρίο.
Η 7μελής Ορχήστρα (Benoit Viellefon & His Orchestra) δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 2009 ως συγκρότημα για ζωντανές παραστάσεις και ως dance band επηρεασμένη από τους Ντιουκ Έλινγκτον, Κάουντ Μπέïζι, Άρτι Σο, Τσικ Γουέμπ, Λιου Στόουν και Μπένυ Γκούντμαν. Σημείωσε αμέσως επιτυχία στο κύκλωμα των live μαγαζιών χάρη στη δεξιοτεχνία και τη μουσικότητα της. Παίξαμε τέσσερις φορές στο Twinwood Festival (το μεγαλύτερο φεστιβάλ της σουίνγκ στην Ευρώπη), εμφανιστήκαμε στο Glastonbury, και σε πολλά άλλα μεγάλα φεστιβάλ.
Τα αιτήματα του κοινού για εμφανίσεις σε μικρότερα κλαμπ και πιο ιδιωτικές εκδηλώσεις, καθώς και η πολιτιστική μου κληρονομιά, γέννησαν το Benoit Viellefon Hot Club το 2011: ένα πενταμελές συγκρότημα βασισμένο στο «Quintet du Hot Club de France» των Τζάνκο Ράϊνχαρτ και Στεφάν Γκραπέλι. Το ρεπερτόριο του Hot Club περιλαμβάνει κλασικά κομμάτια της Gypsy jazz, αλλά και πολλά κομμάτια απ’το ρεπερτόριο των Λούις Άρμστρονγκ, Σίντνεϊν Μπεσέτ, Έλλα Φιτζέρλαντ και Μπίλι Χόλιντεϊ. Αυτό το συγκρότημα έγινε ακόμα πιο δημοφιλές από την Ορχήστρα λόγω του μικρότερου μεγέθους και της ικανότητάς του να ταξιδεύει. Αυτό οδήγησε σε residencies στο Ronnie Scott’s [ένα απ’τα ιστορικότερα τζαζ κλαμπ του Λονδίνου και της Ευρώπης], στο Ritz, στο Royal Albert Hall, στο Nightjar, στο Oriole, στο The Ned και ένα πρόγραμμα περίπου 20 ζωντανών εμφανίσεων τον μήνα, τουλάχιστον μέχρι την πανδημία.
Τέλος, όταν το Μπρέξιτ (2017-2020) και η πανδημία το 2021 ανάγκασε τις περισσότερες μπάντες στη Βρετανία να αναδιοργανωθούν, καθώς οι συναυλιακοί χώροι έκλειναν ή μείωναν τις δραστηριότητές τους, δημιούργησα το Trio μου (Benoit Viellefon Trio): έναν συνδυασμό κιθάρας, πιάνου, κοντραμπάσου, άμεσα εμπνευσμένου από το Τρίο του Νατ Κινγκ Κόουλ, τον Όσκαρ Πίτερσον και τον Φατς Γουόλερ. Αλλά το Τρίο διακρίθηκε με τον δικό του μοναδικό ήχο, καθώς παίζουμε κλασικά κομμάτια της τζαζ και της σουίνγκ, αλλά ενσωματώσαμε επίσης με επιτυχία λάτιν και κουβανέζικη μουσική καθώς και γαλλικό chanson.
Παράλληλα με τις ζωντανές εμφανίσεις και την ηχογράφηση των άλμπουμ μου, έχω παίξει σε τηλεοπτικές σειρές και ταινίες του Χόλυγουντ σε μικρούς ρόλους, τις περισσότερες φορές ως ο εαυτός μου, διευθύνοντας την ορχήστρα (Allied του Robert Zemeckis, Hurricane του David Blair κ.α.). Επίσης, συχνά ενορχηστρώνω και ηχογραφώ τα soundtrack για ταινίες μεγάλου μήκους και τηλεόραση (π.χ. την 5η σαιζόν του The Crown για το Netflix, Dance First του James Marsh).
Τα σύνολά σας περιλαμβάνουν εκτός από νέα παιδιά και θρυλικούς μουσικούς της τζαζ. Οι μπάντες σας παράγουν έναν ήχο πραγματικά δουλεμένο, συνεκτικό, κάτι περισσότερο από ένα άθροισμα των μερών του. (Φαίνεται επίσης σαν να διασκεδάζετε στη σκηνή!) Ποια είναι η προσέγγισή σας στο να φέρνετε όλους αυτούς τους επαγγελματίες μαζί και να φτιάχνετε μια ομάδα; Κάνετε εξαντλητικές πρόβες μαζί; Δίνετε στα μέλη του συγκροτήματος δημιουργική ελευθερία;
Δεν είναι αυτό που φαντάζεται ο κόσμος, αλλά ναι, διασκεδάζουμε πολύ στη σκηνή!
Δεν έχουμε συγκεκριμένη λίστα κομματιών. Δεν κάνουμε ποτέ πρόβες και μερικές φορές παίζουμε με μουσικούς που δεν έχουμε ξανασυναντήσει. Όλα αυτοσχεδιάζονται επί τόπου ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής, την ανταπόκριση του κοινού.
Έχω δουλέψει με περισσότερους από εκατό μουσικούς συνολικά. Εξακολουθώ να παίζω με περίπου 20 με κάποιους αντικαταστάτες μερικές φορές. Η μουσική είναι σαν μια γλώσσα, μπορείς να τη μιλάς ή όχι, έχεις λεξιλόγιο ή όχι, έχεις αναφορές ή όχι. Μπορείς να παίξεις ή όχι. Αυτοσχεδιάζουμε τα πάντα στη σκηνή επί τόπου και συνήθως δεν έχω ιδέα τι θα κάνω μετά. Απλώς μιλάω λίγο με το κοινό για να καταλάβω το κλίμα και να αρχίσω να παίζω κάτι κατάλληλο. Το υπόλοιπο συγκρότημα με ακολουθεί, δεν έχουν ιδέα τι θα κάνω. Και είναι πραγματικά διασκεδαστικό, μερικές φορές στα άκρα, και παίζουμε πραγματικά μαζί και το απολαμβάνουμε. Οι μουσικοί έχουν όλη τη δημιουργική ελευθερία που θέλουν, αρκεί οι άλλοι να μπορούν να ακολουθούν αυτό που κάνουν και να αρέσει στο κοινό. Παίρνω πολλές ελευθερίες και ο ίδιος.
Ο λόγος για αυτήν την ανορθόδοξη προσέγγιση είναι ότι όταν ξεκίνησα με ένα συγκρότημα πέντε μελών, δούλευα πολύ γρήγορα, οπότε έπαιζα 20-25 συναυλίες το μήνα. Το συγκρότημα επεκτάθηκε σε 7-8 όργανα. Τις περισσότερες φορές είχα πρόβλημα με τους μουσικούς να είναι άρρωστοι, να χάνουν το αεροπλάνο ή το τρένο τους, να έχουν κολλήσει στην κίνηση φτάνοντας αργά ή απλώς να έχουν κλείσει ταυτόχρονα εμφανίσεις σε δύο διαφορετικά μέρη. Έπρεπε λοιπόν να βρω έναν κατάλληλο αντικαταστάτη, μερικές φορές με ειδοποίηση μίας ώρας. Πρέπει να γνωρίζεις τους πάντες στη τζαζ για να μπορείς να τους τηλεφωνήσεις την τελευταία στιγμή. Τα παιδιά πρέπει να είναι ελεύθερα επί τόπου, όχι πολύ μακριά, για να τα καταφέρουν στην ώρα τους, να γνωρίζουν αρκετό κλασικό ρεπερτόριο για να επιβιώσουν και να έχουν ένα αξιοπρεπές κοστούμι. Πολύ δύσκολο να τα αποκτήσεις όλα αυτά με τη μία, αλλά συχνά συνέβαιναν θαύματα.
Έχω γνωρίσει τους περισσότερους από τους καλύτερους μουσικούς μου με αυτόν τον τρόπο, απλώς αντικαθιστώντας κάποιον την τελευταία στιγμή. Έτσι, γίναμε μια μεγάλη οικογένεια όπου όλοι φροντίζουν ο ένας τον άλλον όταν είμαστε άρρωστοι, και προοδεύσαμε όλοι μαζί με τα χρόνια, με σκαμπανεβάσματα φυσικά και διαφορετικά επίπεδα επιτυχίας. Χρειάστηκε να μάθουμε να δημιουργούμε μαγεία επιτόπου αφού όλοι οι αντικαταστάτες μουσικοί της τελευταίας στιγμής δεν είχαν ξανακάνει πρόβες ή ακούσει καν τις μελωδίες. Έτσι πήραμε ένα πρόβλημα και το μετατρέψαμε σε ευκαιρία.
Μετά είναι τα παιδιά. Οι περισσότερες σχολές τζαζ διδάσκουν από την εποχή του bebop (Thelonius Monk, Charlie Parker, Coltrane κ.λπ.) και τη σύγχρονη τζαζ και μετά. Τα περισσότερα παιδιά που βγαίνουν από το σχολείο δεν έχουν ιδέα για όλη τη μουσική από το πρώτο μισό του αιώνα. Ως εκ τούτου, βρήκα όλους τους έμπειρους βετεράνους που μπορούσαν να παίξουν το ρεπερτόριο της εποχής – εξακολουθούμε να μαθαίνουμε όλοι από αυτούς καθημερινά, και εγώ φυσικά – και στρατολόγησα τους πιο ταλαντούχους και πολλά υποσχόμενους νέους παίκτες που μπορούσαν να μάθουν γρήγορα. Σε αυτά τα 14 χρόνια πολλοί από αυτούς έγιναν εξαιρετικοί, πολύ καλύτεροι από εμένα πραγματικά. Κάποιοι εξακολουθούν να παίζουν μαζί μου, καθώς και με άλλους καλλιτέχνες, και κάποιοι έχουν γίνει αρκετά διάσημοι. Αν τους ρωτούσες, θα σου λέγαν ότι έμαθαν την τέχνη και όλα τα υπόλοιπα στο συγκρότημα μου, όπως ο Eric Clapton, ο Jimmy Page και ο Jeff Beck ξεκίνησαν όλοι στους Yardbirds και συνέχισαν να κάνουν καλύτερα και μεγαλύτερα πράγματα.
Μπενουά Βιελεφόν: Η πανδημία της Covid-19, οι streaming υπηρεσίες και η Τεχνητή Νοημοσύνη
Πώς επηρέασε η πανδημία τη δουλειά σας; Το κοινό στη δυτική Ευρώπη έχει επιστρέψει στη ζωντανή βραδινή ψυχαγωγία;
Λοιπόν η πανδημία είναι το δέντρο που κρύβει το δάσος. Δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Στην πανδημία όλα ήταν κλειστά, αλλά τώρα που όλα τα φώτα είναι ξανά αναμμένα, οι περισσότεροι μουσικοί και τα μπαρ προσπάθησαν να επιστρέψουν στη δουλειά τους ως συνήθως, αλλά διαπίστωσαν ότι άλλα πράγματα το έχουν κάνει σχεδόν αδύνατο.
Η λίστα με τα πράγματα που καταστρέφουν τη ζωντανή μουσική στο Ηνωμένο Βασίλειο περιλαμβάνει:
- το Βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα, με την πολιτική λιτότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2010, όλος ο προϋπολογισμός που στήριζε τις τέχνες σε τοπικό επίπεδο μειώθηκε στο μισό. Οι μισοί μικρομεσαίοι χώροι ζωντανών συναυλιών έχουν κλείσει. Όλα τα ταμεία τέχνης και πολιτισμού έχουν εξαφανιστεί. Οι περισσότερες βιβλιοθήκες, φεστιβάλ και χώροι παραστάσεων κινδυνεύουν να κλείσουν ή έχουν ήδη κλείσει.
- το κόστος ζωής: φοιτητικά χρέη (£70.000 κατά μέσο όρο), η φούσκα της στέγασης, ο πληθωρισμός. Οι άνθρωποι δεν βγαίνουν τόσο πολύ από τη στιγμή που η έξοδος έχει γίνει τόσο ακριβή, ενώ λίγοι προσλαμβάνουν ένα συγκρότημα για ένα πάρτι.
- Brexit: το ΑΕΠ μειώνεται κατά 5% από έτος σε έτος, περίπου 100 δισεκατομμύρια λίρες το χρόνο. Μπορείτε να φανταστείτε τι κάνει αυτό; Όσο για την ελευθερία μετακίνησης – ή την έλλειψη αυτής – είναι πολύ δύσκολο να ταξιδεύουμε στην Ευρώπη τώρα. Η γραφειοκρατία το καθιστά αδύνατο. Έκτοτε έχω παίξει μόνο μία φορά στην Αυστρία και μία στη Σλοβακία.
Δεν μπορώ να μιλήσω για το τι συμβαίνει στην Ευρώπη γενικά μετά την πανδημία. Πάντως στη Βρετανία η κατάσταση με τη ζωντανή μουσική είναι πραγματικά κακή. Είναι πραγματικά δύσκολο να βρεις αξιοπρεπείς χώρους, ενώ δεν θέλουν να ρισκάρουν με μικρότερους καλλιτέχνες. Είναι δύσκολο να πουλήσεις εισιτήρια και, ως αποτέλεσμα αυτού, είναι δύσκολο να κρατήσεις το συγκρότημα στη ζωή.
Είναι δυνατόν οι καλλιτέχνες σήμερα, σε μια εποχή YouTube, Spotify και δωρεάν μουσικής παντού, να ζουν από την τέχνη τους;
Έχω σχεδόν εγκαταλείψει τις πλατφόρμες streaming καθώς πληρωνόμαστε ελάχιστα. Βάζω όλη τη μουσική μου στο Bandcamp. Υπάρχουν 9 άλμπουμ αυτή τη στιγμή και έχω μια συνδρομητική υπηρεσία όπου οι άνθρωποι πληρώνουν 3 λίρες το μήνα και έχουν πρόσβαση σε όλη τη μουσική, λαμβάνουν δωρεάν εισιτήρια για ορισμένες συναυλίες και πολλά άλλα. Βγάζω δύο ψηφιακούς δίσκους τον χρόνο. Θα ακολουθήσουν μερικές νέες κυκλοφορίες και σκοπεύω να βάλω και τα soundtrack των ταινιών που έχω ηχογραφήσει.
Λοιπόν, η πραγματικότητα του να είσαι επαγγελματίας μουσικός είναι σαν την εποχή των χρυσοθήρων. Εκατομμύρια wannabe εξορύκτες χρυσού πήγαν στα Βραχώδη Όρη για αναζήτηση ή για πλούτο, ακούγοντας ιστορίες για γιγάντια κομμάτια χρυσού. Η αλήθεια είναι ότι δεν βρέθηκε τίποτα, πολλές χιλιάδες τρελλάθηκαν ή πέθαναν προσπαθώντας.
Στην ψυχή των ανθρώπων οι μουσικοί είναι πλούσιοι. Νομίζουν ότι δεν δουλεύουμε πραγματικά, ότι οι περιοδείες είναι σαν να είμαστε διακοπές. Η πραγματικότητα είναι ότι για κάθε Μακάρτνεϊ, Μπιγιονσέ ή Έλτον Τζων που γίνονται εκατομμυριούχοι, υπάρχουν κυριολεκτικά εκατομμύρια επαγγελματίες μουσικοί που αγωνίζονται να ζήσουν και δεν έχουν ποτέ κάλυψη από τα ΜΜΕ, οπότε το ευρύ κοινό δεν έχει ιδέα. Ακούνε μόνο για τους αστέρες της ποπ και τους αστέρες της ροκ με πλούσιο λάϊφστάϊλ. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των μουσικών η ζωή είναι πολύ επισφαλής. Όταν συναντιούνται μουσικοί ή τεχνικοί, δεν λένε «γεια σου, πώς είσαι», λένε «Δουλεύεις αυτήν την περίοδο;»
Αν προσφέρατε μόνο τον κατώτατο μισθό και μια μικρή σύνταξη σε οποιονδήποτε μουσικό για να αγοράσετε όλα τα δικαιώματά στη μουσική του και τον βάζατε να δουλέψει για εσάς 9 με 5, είμαι σίγουρος ότι θα υπέγραφε αμέσως αφού οι περισσότεροι δεν βγάζουν τόσα χρήματα. Γράφω περισσότερα γι’αυτό στο ιστολόγιό μου.
Το να εκπαιδεύεσαι ως μουσικός και να παίζεις μουσική είναι εξαιρετικά εντατική δουλειά, πολύ ανασφαλής∙ δεν υπάρχει σύνταξη, δεν υπάρχει αμειβόμενη άδεια, δεν υπάρχει αμοιβή ασθενείας, πρέπει να μελετάς καθημερινά για ώρες για τουλάχιστον 20 χρόνια για να γίνεις καλός μουσικός. Μετά πρέπει να προσπαθήσεις να βρεις δουλειά, να δουλέψεις μέρα νύχτα για δεκαετίες για να προσπαθήσεις να τα καταφέρεις. Το 99% δεν βγάζει τα προς το ζην και δεν τα βγάζει πραγματικά. Είναι μια πολύ δύσκολη βιομηχανία.
Οι πλατφόρμες του streaming (Spotify, Youtube κλπ) δεν πληρώνουν και η υπηρεσία είναι δωρεάν για τους χρήστες. Έτσι, οι άνθρωποι θέλουν να τα χρησιμοποιήσουν και ως αποτέλεσμα αρνούνται να αγοράσουν τη δουλειά σου. Όπως γνωρίζετε, οτιδήποτε φθηνό ή δωρεάν δεν εκτιμάται. Απλώς μειώνουν πολύ την αξία της μουσικής στις ζωές των ανθρώπων.
Συμμερίζεστε την ανησυχία μου ότι η αφθονία του περιεχομένου που παράγεται από πλατφόρμες Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να βλάψει περαιτέρω τις οικονομικές δομές και τα επιχειρηματικά μοντέλα για επαγγελματίες καλλιτέχνες; Υπάρχει κίνδυνος να γίνει η τέχνη πολυτέλεια για τους πλούσιους;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη θα αποδεκατίσει την ποπ βιομηχανία και ιδιαίτερα την ηλεκτρονική μουσική. Η μουσική βιομηχανία αντικατέστησε τη μεγάλη μπάντα με μικρότερα συγκροτήματα στη δεκαετία του 1940. Το 1950 ξεκάθαρισε το σχήμα του ροκ συγκροτήματος. Στη δεκαετία του '90 τα συγκροτήματα αντικαταστάθηκαν από σόλο καλλιτέχνες με παραγωγούς και backing tracks. Στη δεκαετία του 2000 ο DJ αντικατέστησε τους μουσικούς. Στη δεκαετία του 2020-30 η TN θα αντικαταστήσει τους DJs και τους παραγωγούς.
Πρέπει να ελπίζουμε ότι ο υπολογιστής δεν θα μπορεί να μιμηθεί την ακουστική μουσική με πραγματικά όργανα πολύ σύντομα. Μπορούμε επίσης να ελπίζουμε ότι ο κόσμος θα επαναστατήσει και θα επιμείνει να βλέπει πραγματικούς μουσικούς να παίζουν. Αλλά όταν βλέπεις DJ να παίζουν μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες, κατά κάποιο τρόπο αμφιβάλλω ότι θα νοιαστεί ο μέσος άνθρωπος.
Ο πολιτισμός ορίζει μια κοινωνία και μας ορίζει ως ανθρώπινα όντα. Αφαιρέστε τον πολιτισμό και γινόμαστε ένα τίποτα. Στη μουσική, στην τέχνη, στην αρχιτεκτονική, στη λογοτεχνία, στον αθλητισμό, στην εκπαίδευση υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ αυτών που έχουν τα μέσα και αυτών που δεν έχουν τίποτα.
Τον 20ό αιώνα οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούσαν να πάρουν ένα όργανο, να γράψουν, να δημιουργήσουν φτηνά. Θα μπορούσατε να ξεκινήσετε από ένα φτωχό υπόβαθρο και να φτάσετε στα ανώτερα επίπεδα της κοινωνίας με τέχνη, ευφυΐα και σκληρή δουλειά. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Σύμφωνα με μια εθνική έρευνα λιγότερο από το 7% των καλλιτεχνών είναι από εργατικές τάξεις. Στη Βρετανία οι δομές και το εκπαιδευτικό σύστημα έχουν διαβρωθεί τόσο πολύ που μόνο η μεσαία τάξη και άνω μπορούν να το αντέξουν οικονομικά.
Ποτέ δεν είχα κράτηση από έναν φτωχό. Ένα μάθημα μουσικής κοστίζει τουλάχιστον 40 λίρες –και πρέπει να κάνεις μαθήματα συχνά –συν τα όργανα, έξοδα ταξιδιού, ηχογραφήσεις… Όλα πρέπει να βγουν από την τσέπη σου. Ο κίνδυνος είναι ότι οι εύποροι μπορούν να έχουν τα πάντα, χρηματοδότηση, εκπαίδευση, δίκτυο και μπορούν να τα καταφέρουν ως καλλιτέχνες χάρη σε αυτό. Ξέρετε κάτι όμως; Οι καλλιτέχνες που προέρχονται από τη μεσαία ή την ανώτερη δυσκολεύονται πολύ να ασχοληθούν με τις μάζες. Απλώς δεν μπορούν να σχετιστούν με αυτά που οι άνθρωποι ζουν στην καθημερινή τους ύπαρξη. Ίσως θα έπρεπε να κάνουν όπως ο Τζορτζ Όργουελ που βίωσε δυσκολίες για να κατανοήσει την κατάσταση των άλλων ανθρώπων. Νομίζω ότι αυτός είναι ο λόγος που τα περισσότερα συγκροτήματα στις μέρες μας είναι αρκετά βαρετά.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα ανθρακωρυχεία και στη βιομηχανική βόρεια Γαλλία όπου η ανεργία ήταν 80% τη δεκαετία του 1980. Θέλω να παίζω για όλους, όχι μόνο για τους πλούσιους. Και τώρα απορρίπτω τις περισσότερες ιδιωτικές και εταιρικές εκδηλώσεις και επικεντρώνομαι στις εμφανίσεις σε κοινότητες. Οι όχι-και-τόσο-πλούσιοι είναι τις περισσότερες φορές ένα πολύ πιο ευγνώμον κοινό –περνάμε καλύτερα– αλλά φυσικά πληρώνεσαι λιγότερο. Είναι μια επιλογή καριέρας.
Έχετε παίξει για μερικές από τις μεγαλύτερες διασημότητες του κόσμου – από τη Madonna μέχρι τον Πρίγκιπα Andrew! Είμαι σίγουρος ότι έχετε πολλές ιστορίες να διηγηθείτε. Υπάρχει κάτι που μπορούμε να δημοσιεύσουμε;
Έχω παίξει για βασιλικές οικογένειες, διεθνείς διασημότητες, ηθοποιούς, τηλεοπτικούς παρουσιαστές, ποδοσφαιριστές, δισεκατομμυριούχους, πολιτικούς. Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις ποιος είναι στο κοινό. Όπως είπα και πριν, οι περισσότερες ιδιωτικές εκδηλώσεις δεν αξίζουν τον κόπο από άποψη ατμόσφαιρας. Προτιμώ πολύ περισσότερο να παίζω σε έναν μικρό χώρο για κανονικούς ανθρώπους, που πραγματικά ενδιαφέρονται και ξόδεψαν τις οικονομίες τους για να αγοράσουν ένα εισιτήριο, να οδηγήσουν έξι ώρες και να κλείσουν ένα δωμάτιο ξενοδοχείου για να σε δουν. Τούτου λεχθέντος, οι ωραιότεροι άνθρωποι για τους οποίους παίξαμε ήταν ο Ρόουν Άτκινσον (Mr Bean), ο Ρον Ντένις (ιδρυτής της McLarren στη Φόρμουλα 1), η Άννι Λένοξ των Eurythmics, η Μαντόνα και οι Skunk Anansie. Ήταν εξαιρετικά καλοί άνθρωποι. Τα υπόλοιπα δεν είναι πραγματικά άξια αναφοράς. Δεν νομίζω ότι είναι καλή ιδέα να αναφέρει κανείς στο βιογραφικό του τον Πρίγκιπα Άντριου ή το Κρεμλίνο αυτές τις μέρες...
Πώς θα ήταν η τέλεια μέρα (ή βραδιά) στη δουλειά για εσάς;
Αν έχω ένα κοινό που απολαμβάνει την παράσταση, τότε είναι η τέλεια μέρα. Αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα μακράν – τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα.
Αν όλοι οι μουσικοί φτάσουν στην ώρα τους και το συγκρότημα δεν είναι εξαντλημένο, είναι μια τέλεια μέρα. Αν δεν υπάρχει μποτιλιάρισμα ή κάποιο περιστατικό ενώ ταξιδεύουμε και έχουμε χρόνο να φάμε κάτι, είναι μια τέλεια μέρα. Συχνά είναι μια τέλεια μέρα, αλλά μερικές φορές μπορεί να είναι μια ολοκληρωτική καταστροφή, αλλά «το σόου πρέπει να συνεχιστεί». Ποτέ δεν ακυρώσαμε μια συναυλία.
Θα σκεφτόσασταν να επισκεφτείτε και να εμφανιστείτε ζωντανά στην Αθήνα;
Έχω παίξει μόνο μία φορά στην Πελοπόννησο για τον γάμο της κόρης ενός Έλληνα εκατομμυριούχου. Μου είπαν ότι είναι ο βασιλιάς του τσιμέντου, ήταν εκδήλωση με σεκιουριτάδες παντού – ήταν και κάποιοι αρχηγοί κράτους εκεί. Μοιραζόμασταν τη σκηνή με το Μπαλέτο Μπολσόι, ήταν αρκετά σουρεαλιστικό.
Θα ήθελα πολύ να παίξω στην Ελλάδα, να παίξω σε κλαμπ και να ταξιδέψω στη χώρα. Έχω πάει σε πολλά νησιά και στην Αθήνα διακοπές. Η Κεφαλονιά είναι το αγαπημένο μου νησί. Έχω μερικούς πολύ στενούς Έλληνες φίλους στη Βρετανία, κυρίως καλλιτέχνες και μουσικούς, φιλοσοφούμε πολύ και παίζουμε σκάκι. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ του γαλλικού και του ελληνικού πολιτισμού, επειδή κατά την περίοδο του Διαφωτισμού, Γάλλοι φιλόσοφοι και πολιτικοί προσπάθησαν να διαμορφώσουν το πρότυπο της κοινωνίας με βάση τον ελληνικό κλασικό πολιτισμό. Βρίσκω τους Έλληνες μουσικά ευφυείς, και υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα είδη παραδοσιακής λαϊκής μουσικής που είναι συναρπαστικά. Αγόρασα πολλά CD στις διακοπές μου και τα ακούω τακτικά.
Αν κάποιος διαβάσει αυτό το άρθρο και μπορεί να μας ανοίξει πόρτες για να έρθουμε να παίξουμε στην Ελλάδα, παρακαλούμε να το κάνει. Θα ήθελα πολύ να παίξω στην Αθήνα.
Δειτε περισσοτερα
Μια πληθώρα από δημιουργούς, ομάδες, γραφεία, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και νέους επαγγελματίες μεταμορφώνουν τον Βαρδάρη στο νέο εναλλακτικό σποτ
30 υπέροχοι καλλιτέχνες, 30 καρικατούρες, μια εικαστική δράση, μας κάνει να νιώσουμε υπέροχα
Η επίδειξη ήταν αφιερωμένη στις γυναίκες που σπάνε τα δεσμά και «πετούν» ψηλά
Ένα τριήμερο φεστιβάλ με ελεύθερη είσοδο και νέους ήχους στον Θόλο του ΚΠΙΣΝ
«Είμαι υπέρ της έξυπνης Ελλάδας κι όχι της ξύπνιας»