Μουσικη

Kit Kido: Μεγάλωσα στην Αθήνα, την απόλυτη τσιμεντούπολη

Η Κατερίνα Κοζαδίνου μιλάει για ντεμπούτο της άλμπουμ και τους ήχους που αγαπά

Δημήτρης Αθανασιάδης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Kid Kido aka Κατερίνα Κοζαδίνου μιλάει στην ATHENS VOICE για το πρώτο, ομώνυμο άλμπουμ της, τη μουσική και τη ζωή της.

Κυκλοφόρησε έναν ποπ δίσκο με δυστοπικά ηλεκτρονικά beats. Βρήκε έμπνευση στη γραφή του Bret Easton Ellis. Άλλαξε διαδρομές στη ζωή και τη μουσική. Κατάφερε να εισαχθεί στο Μαθηματικό της Αθήνας, αφού τότε μόνο θα μπορούσε να πάρει εισιτήριο για παράλληλες σπουδές στο Ωδείο. Κάποια στιγμή βρέθηκε -πολύ μακριά από τα μαθηματικά- να σπουδάζει τζαζ τραγούδι στο Athenaum και μετέπειτα στο Codarts στο Ρότερνταμ. Ως φοιτήτρια στην Ολλανδία, κέρδισε τον διαγωνισμό ca balance και βρέθηκε με την τριμελή μπάντα της στη σκηνή του International Jazz Festival a Liege στο Βέλγιο. Δημιούργησε διάφορα σχήματα (ντουέτο, τρίο, κουαρτέτο) και εμφανίστηκε σε μουσικές σκηνές και τοπικά φεστιβάλ (SPS Jazz Festival, Northsea Round Town, North Sea Jazz Festival, Oosterwijk Swingt, Breda Jazz, Lantaren Venster), ενώ παράλληλα δίδαξε φωνητική και εμβάθυνε στις σπουδές της στο Estill Voice Training. Την ίδια εποχή, εκτός από τη σύνθεση τραγουδιού, ξεκινά και η ενασχόλησή της με την ενορχήστρωση και την παραγωγή και παράλληλα μπαίνει στον κόσμο της ηλεκτρονικής μουσικής όπου τα συνθεσάιζερ, τα sequencers και τα μουσικά software έχουν τον πρώτο λόγο.

Το 2013, η Κατερίνα Κοζαδίνου επέστρεψε στην Ελλάδα συμμετέχοντας σε jazz σχήματα και συνεργαζόμενη με καλλιτέχνες από πολλά διαφορετικά μουσικά είδη όπως οι Emma Shapplin, Athens Big Band, GAD, Onirama, Μιχάλης Χατζηγιάννης, Ειρήνη Σκυλακάκη εμφανίστηκε σε μουσικές σκηνές και φεστιβάλ όπως Petite Fleur, Jazzpoint, Νομισματικό Μουσείο, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, Faust, Gazarte, Athenaeum, Sterna Festival κ.α.

Fast Forward. Τον Φεβρουάριο του 2021, έκανε το ντεμπούτο της στη δισκογραφία με το αιχμηρό digital single «Sharp blade». Φέτος ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να παρουσιάσει το ντεμπούτο της ως Kit Kido, μια ανεξάρτητη παραγωγή που ακούγεται με πολύ ενδιαφέρον. 

© Ηλιάνα Μεϊντάνη

Μετά από μία σειρά digital singles, το ντεμπούτο σου άλμπουμ κυκλοφόρησε. Τι σκέφτεσαι τώρα που το ακούς και τι χρειάστηκε για να γίνει πραγματικότητα;
Δεν το ακούω πλέον. Τελευταία φορά που το άκουσα ήταν πριν κυκλοφορήσει για να οριστικοποιήσω τη σειρά των κομματιών. Δεν είμαι σίγουρη ότι είναι ιδιαίτερα εποικοδομητικό να ακούς τη μουσική σου μετά την ολοκλήρωση της δημιουργικής διαδικασίας. Καταλήγεις να τα ακούς όλα με μεγεθυντικό φακό. Σα να ζουμάρεις τόσο σε μια φωτογραφία που αρχίζεις και κοιτάς τον κόκκο αντί για αυτό που απεικονίζεται. Χαίρομαι απίστευτα που κυκλοφόρησε. Ήταν μια πρόκληση για μένα να παίξω τον ρόλο του καλλιτέχνη και του label παράλληλα. Χρειάστηκε να αποκτήσω αρκετές καινούργιες δεξιότητες για να ανταπεξέλθω. Αν και μερικές φορές επίπονη, ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία.

Τι ήθελες να εξερευνήσεις μουσικά;
Νομίζω αρχικά τον εαυτό μου. Δεν ξεκίνησα να γράφω έχοντας στο νου μου μια μουσική ομπρέλα κάτω από την οποία έπρεπε να χωρέσει η μουσική μου. Το αντίθετο. Για κάθε κομμάτι άντλησα έμπνευση από διαφορετικές πηγές, ακόμα και διαφορετικές μουσικές περιόδους. Το «Honey Jar» π.χ. είναι μια δικιά μου εκδοχή των 60s Beatles ενώ το «Hellbent» είναι μια αναφορά στην ποπ των 80s. Ήθελα να έχω απόλυτη ελευθερία να γράψω χωρίς περιορισμούς. Ok, ίσως κάποιους περιορισμούς: ήθελα να μείνω όσο πιο πιστή γίνεται στη mainstream pop φόρμα γραφής. Όσο για την παραγωγή, είχα μια γενική κατεύθυνση στο μυαλό μου με στόχο να λειτουργήσει σα συνδετικός κρίκος. Πολύ bitcrusher και θόρυβος. Δεν αγαπώ πολύ τους καθαρούς ήχους. Μου φαίνονται πολύ μακρινοί και από κάποια άλλη παραμυθένια πραγματικότητα. Γεννήθηκα στο Κάτοβιτς, πόλη ανθρακωρύχων, μεγάλωσα στην Αθήνα, την απόλυτη τσιμεντούπολη, και ενηλικιώθηκα στο Ρότερνταμ, μια πόλη που θα μπορούσε να έχει βγει κι από το δυστοπικό μέλλον. Το urban περιβάλλον με εμπνέει και το νιώθω οικείο. Ήθελα να αντανακλάται στην παραγωγή.

Το βιντεοκλίπ «Strangerdanger» αντλεί έμπνευση από το «American Psycho»; Ήταν δική σου ιδέα ή όχι; Τι σε εντυπωσιάζει στη γραφή του Bret Easton Ellis;
Το τραγούδι αρχικά αντλεί έμπνευση από το «American Psycho». Για την ακρίβεια από τον χαρακτήρα του Bateman. Μέσα από τη γραφή του Bret Easton Ellis καταλήγεις να νιώθεις ότι κατανοείς τον Bateman, οριακά ίσως και ότι ταυτίζεσαι μαζί του κάποιες στιγμές. Η ιδέα για το βιντεοκλίπ προέκυψε μετά από συζήτηση με τον σκηνοθέτη, Δημήτρη Τζέτζα. Ξεκινήσαμε με την ιδέα του να δημιουργήσουμε έναν θηλυκό counterpart του χαρακτήρα του Bateman. Στη συνέχεια ο Δημήτρης πρότεινε να χρησιμοποιήσουμε φιλμ και να το γυρίσουμε με vintage super8 κάμερα ώστε να δώσουμε μια χροιά snuff film στο βιντεοκλίπ.

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Τζέτζα; Η ταινία του «The Republic» είναι σημείο αναφοράς για το ελληνικό σινεμά…
Με τον Δημήτρη γνωριστήκαμε με αφορμή το «The Republic». Είχα τραγουδήσει ένα κομμάτι στο soundtrack της ταινίας. Μου άρεσε η αισθητική του και του άρεσε η μουσική μου. Όταν ήρθε η ώρα για να γυρίσω βιντεοκλίπ ήταν ο πρώτος με τον οποίο επικοινώνησα και για καλή μου τύχη δέχτηκε. Κατάλαβε κατευθείαν το concept του κομματιού και πολύ γρήγορα καταλήξαμε στο τι και πώς θα γυρίσουμε.

Το «Hellbent» είναι από τις πολύ ενδιαφέρουσες disco στιγμές που άκουσα τελευταία. Τι πιστεύεις πως χρειάζεται για να δημιουργηθεί ένα τραγούδι που «κολλάει» στα αυτιά;
Υπάρχουν διάφορες «συνταγές» θεωρητικά. Στην πράξη όμως δεν νομίζω ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά. Δεν ισχύει δηλαδή πάντα ότι με μια σύντομη εισαγωγή και χ επαναλήψεις του chorus θα έχεις εγγυημένη επιτυχία. Μερικές φορές μπορεί να μην τηρήσεις κανένα κανόνα και να καταφέρεις να δημιουργήσεις κάτι που «κολλάει», βλέπε το «Intro» των The XX. Ποιο chorus;

Θυμάσαι το πρώτο βιντεοκλίπ που σου έκανε εντύπωση;
Ναι. Το «Queer» των Garbage. Πέρα από το ότι είναι ένα εξαιρετικό πάντρεμα στόρι, αισθητικής, στίχου και μουσικής, το performance της Shirley Manson είναι άψογο.

Συνδέονται τα μαθηματικά με τη μουσική ή όχι;
Σίγουρα βοηθάει η μαθηματική σκέψη στην κατανόηση της θεωρίας της μουσικής. Δεν θεωρώ ότι όμως είναι πάντα απαραίτητη για τη δημιουργία. Η μουσικότητα παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο και αυτή λειτουργεί με έναν πιο ενστικτώδη και λιγότερο λογικό τρόπο.

Τι έμαθες από τις σπουδές σου στο Codarts στο Ρότερνταμ για τη μουσική που δεν γνώριζες μέχρι τότε;
Σχεδόν τα πάντα. Είχα την τύχη να σπουδάσω και να συναναστραφώ με εξαιρετικούς μουσικούς. Όταν πήγα, το επίπεδό μου μουσικά ήταν πολύ χαμηλό σε σχέση με τους περισσότερους συμφοιτητές μου, μου έλειπε γνώση και εμπειρία. Απέκτησα και τα δυο κατά πολύ μεγάλο βαθμό εκεί.

Πώς οδηγήθηκες από τον κόσμο της jazz σε εκείνον της ηλεκτρονικής μουσικής; Τι σε συναρπάζει περισσότερο στα δύο μεγάλα αυτά ιδιώματα;
Η τζαζ ήταν για μένα ένα μεγάλο σχολείο και ένα είδος στο οποίο έμεινα επικεντρωμένη για αρκετά χρόνια. Κάποια στιγμή όμως το πάθος μου «ξεφούσκωσε» και δεν προσέγγιζα με τον ίδιο ενθουσιασμό πλέον ούτε τη μελέτη ούτε το παίξιμο. Το songwriting με βοήθησε να τον ξαναβρώ. Πριν σπουδάσω έγραφα τραγούδια αλλά σταμάτησα κατά τη διάρκεια των σπουδών μου. Νομίζω το γεγονός ότι δεν είχα διδαχθεί το songwriting μέσα σε ένα ακαδημαϊκό πλαίσιο με βοήθησε να βρω ξανά το παιχνίδι στη μουσική, κάτι που σταδιακά είχα χάσει. Από το songwriting σιγά σιγά πέρασα και στην ηλεκτρονική ποπ μουσική. Στη διαδικασία του pre-production άρχισα να απομακρύνομαι όλο και περισσότερο από τον ακουστικό ήχο που είχαν ως τότε τα projects μου και να ερωτεύομαι την ελευθερία που σου δίνει η in-the-box παραγωγή, να δημιουργήσεις ότι φαντάζεσαι χωρίς πρακτικούς περιορισμούς. Στην τζαζ αυτό που πάντα έβρισκα συναρπαστικό ήταν η επικοινωνία ανάμεσα στους μουσικούς. Για να παίξεις καλά πρέπει να έχεις «ανοιχτές τις κεραίες σου» και να είσαι έτοιμος να αντιδράσεις στους συμπαίκτες σου. Όταν το πετυχαίνεις αυτό είναι μια πραγματικά μαγική εμπειρία.

Διάβασα πως έχεις κατακτήσει των τίτλο της πρώτης ελληνίδας Estill Master Trainer. Θα ήθελες να μας πεις περισσότερα για αυτό;
Το Estill Voice Training είναι ένα μοντέλο διδασκαλίας φωνής βασισμένο στην επιστημονική έρευνα. Είναι, για μένα, η πιο ξεκάθαρη ανάλυση της λειτουργίας της φωνής που έχω συναντήσει. Με βοήθησε να κατανοήσω αρχικά τη δική μου φωνή και στη συνέχεια αυτή των μαθητών μου. Γι’ αυτό και ακολούθησα τον δρόμο της πιστοποίησης, ώστε να μπορώ να το διδάσκω και να το εκπροσωπώ επίσημα. Μάλιστα πρόσφατα πήρα την απόφαση να συνεχίσω τη διαδικασία ώστε να γίνω Μέντορας, που είναι και το τελευταίο και υψηλότερο επίπεδο πιστοποίησης.

Τι σημαίνει για σένα ποπ;
Σκηνοθεσία. Από τη γραφή, στην παραγωγή έως το live, you are setting a scene.

Τι σε ελκύει στις νουάρ αφηγήσεις;
Κυρίως οι χαρακτήρες, οι οποίοι συνήθως είναι γεμάτοι ελαττώματα και «αμαρτίες» και σχεδόν πάντα διαπράττουν κάποια μορφή ύβρεως.

Υπάρχει κάποια τεχνολογία, κάποιο software που σε έχει συναρπάσει τελευταία;
Δεν είναι ιδιαίτερα τελευταία. Το Ableton. Είχα ξεκινήσει με LogicPro αλλά από τη στιγμή που πρωτοχρησιμοποίησα το Ableton δεν ξαναγύρισα πίσω. Προσωπικά το βρίσκω πολύ πιο εύχρηστο για songwriting και pre-production.

Προτιμάς περισσότερο το στούντιο ή τα live;
Αν και έχω μια σχέση αγάπης - μίσους με τα live, τα προτιμώ. Η αλληλεπίδραση με το κοινό δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο.

Η πιο δύσκολη δουλειά που έχεις κάνει στη μουσική και στη ζωή είναι…
Ίσως η πιο δυσάρεστη, όχι η πιο δύσκολη, ήταν μια συνεργασία που είχα για ένα σύντομο χρονικό διάστημα με έναν συνθέτη. Έχω αντιμετωπίσει αρκετούς δύσκολους ανθρώπους στη ζωή μου, αυτός όμως τους ξεπέρασε όλους.

Ποιο θεωρείς το πιο ρομαντικό τραγούδι όλων των εποχών;
Δύσκολη ερώτηση. Σήμερα θα απαντήσω το «Smoke Gets In Your Eyes». Αν με ρωτήσεις αύριο, μπορεί να πω κάτι άλλο…

Το καλοκαίρι θα σε βρει να…
Απ’ ό,τι φαίνεται, θα με βρει να γράφω τη μουσική για μια ταινία μικρού μήκους. Ελπίζω να με βρει και στην Ανάφη.