Μουσικη

Αντίο και ευχαριστούμε για τη μουσική, κύριε Charlie Watts

Το ροκ εν ρολ πενθεί την απώλεια της ραχοκοκαλιάς των Rolling Stones

Δημήτρης Καραθάνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Charlie Watts 1941 – 2021: Αποχαιρετισμός στον ισόβιο ντράμερ των Rolling Stones, που άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 80 ετών

Ο μάστορας της μπαγκέτας με τα άψογα κοστούμια και το χαμηλό προφίλ ανήλθε στους ουρανούς, οι ροκάδες μελαγχολούν. «Mια μπάντα είναι καλή όσο ο ντράμερ της», έλεγε ο Keith Richards, και οι Rolling Stones οφείλουν τα πάντα στο ευθύ, στακάτο και ραφινάτο παίξιμο του Charlie Watts. Ο λίθος που κράτησε τις κυλιόμενες πέτρες μαζί από τη σύστασή τους το 1963 έως τον χαμό του, την 24η Αυγούστου του 2021, ο Charlie Watts δε χρειάστηκε ποτέ να καταφύγει σε φιγουρατζίδικες ακροβασίες ή να καθιερωθεί ως είδωλο σε κοριτσίστικα δωμάτια. Οικονομία ρυθμού που χαλιναγωγεί την ένταση, απέριττο ύφος το οποίο συμπυκνώνει τη συγκίνηση, μειλίχιες χειρονομίες που σιγοντάρουν το αριστούργημα, ο Charlie Watts υπήρξε ένας τζαζίστας γαλουχημένος στη φόρμα του μπλουζ – ροκ, ένας τυμπανιστής ρευστός σαν νερό και συμπαγής σαν ατσάλι, οι ερμηνείες του οποίου δε θα σιγήσουν όσο υπάρχουν ηχοσυστήματα ικανά να αποδώσουν κεντήματα τέμπου και μελωδίας σαν τα «Beggar’s Banquet», «Let it Bleed», «Sticky Fingers» και «Exile On Main St.», μεταξύ άλλων.

Τα τύμπανα έχουν εκατομμύρια εραστές, αλλά λίγοι τους είπαν το «σ’ αγαπώ» με τον τρόπο που το έκανε ο Charlie Watts. Ο ίδιος επέμενε ότι ποτέ δεν έκανε μαθήματα, ενώ ακόμη και οι απόπειρές του να παίζει συνοδεύοντας δίσκους αποτύγχαναν ως τα γεράματά του. Πεισματικά αυτοδίδακτος, «μπήκα σε μπάντες παρατηρώντας τους άλλους και αντιγράφοντας το στιλ τους». Έστω και έτσι, η αλήθεια βρίσκεται πλησιέστερα στους επαίνους των αναρίθμητων θαυμαστών του. Είπε για λογαριασμό του ο Robbie Robertson των The Band: «Η προσέγγισή του είναι ολοκληρωτικά αυτόφωτη και διαμόρφωσε σε σημαντικό βαθμό τον ήχο του ροκ εν ρολ». Ο Paul Stanley των Kiss: «Διαχρονικό σύμβολο και η ραχοκοκαλιά των Stones». Η Joan Jett: «Ο πιο κομψός ντράμερ του ροκ εν ρολ. Έπαιζε ακριβώς αυτό που χρειαζόταν. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Μοναδικός».

Γεννημένος στο βορειοδυτικό Λονδίνο το 1941, ερωτοχτυπήθηκε με τη σουίνγκ και μπίμποπ σκηνή της τζαζ, προμηθεύτηκε το πρώτο του σετ τυμπάνων στην εφηβεία και συνδύασε σπουδές γραφιστικών τεχνών με ερασιτεχνική ενασχόληση σε τοπικά σχήματα. Στα 21 του, ήταν ήδη μέλος της ανερχόμενης βρετανικής ρυθμ εν μπλουζ σκηνής, παίζοντας με τους Blues Incorporated του Alexis Corner στο πλευρό του Jack Bruce, χρόνια πριν ο τελευταίος γράψει τα προσωπικά του κεφάλαια ροκ μυθολογίας με τους Cream. Μέσω των Blues Incorporated, γνώρισε τον Brian Jones, ενώ τακτικές φιγούρες του ακροατηρίου τους ήταν δύο άσημοι νεαροί ονόματι Mick Jagger και Keith Richards: Εγένετο Rolling Stones. «Κάναμε πολλές πρόβες», ενθυμείται ο Watts. «Ο Brian και ο Keith δε δούλευαν ποτέ, άρα ακούγαμε δίσκους νυχθημερόν, ζώντας σε αρκετά μποέμικο στιλ. Ο Mick πήγαινε στο πανεπιστήμιο. Αλλά πλήρωνε και το νοίκι».

Φειδωλός σε ανεκδοτολογικές κραιπάλες σε σχέση με τους πιο συβαριτικούς συμπαίκτες του, ο Charlie Watts παντρεύτηκε τη νεανική αγάπη του, Shirley Ann Shepherd το 1964, με την οποία συμβίωσε ως τον θάνατό του. Παρόλα αυτά, διέγραψε τη δική του θητεία στην κατάχρηση αλκοόλ, αμφεταμινών και ηρωίνης, με αποκορύφωμα τη δεκαετία του ’80, προτού αποτινάξει οριστικά κάθε εθισμό το 1986. Νίκησε επίσης τον καρκίνο του λάρυγγα, το 2004, ενώ τον περασμένο μήνα χειρουργήθηκε εσπευσμένα, γεγονός που τον υποχρέωσε να αποσυρθεί από την προγραμματισμένη τουρνέ των Stones.

Πρωταγωνιστής σε ένα από τα πιο σπαρταριστά αποσπάσματα της βιογραφίας του Keith Richards, όταν ένας μεθυσμένος Mick Jagger του τηλεφώνησε μαύρα μεσάνυχτα στο ξενοδοχείο απαιτώντας να μάθει «πού είναι ο ντράμερ μου», ο Charlie Watts σηκώθηκε από τον ύπνο, ξυρίστηκε, φόρεσε κοστούμι και γραβάτα, ανέβηκε στο δωμάτιο του Jagger, τον γρονθοκόπησε και επέστρεψε μακάριος στο κρεβάτι. Φλεγματικός ακόμη και στην τρέλα του, ο δανδής των Stones έφυγε παίρνοντας μαζί του μια ολόκληρη εποχή. Ας τον νεκρολογήσουμε γλεντώντας με τους αχτύπητους δίσκους του, κατά προτίμηση σε κάποιο συφοριασμένο παλιό πικάπ, με στροφές που χάνουν, γιατί έτσι ηχεί καλύτερα το αυθάδικο ατόφιο ροκ εν ρολ.