Μουσικη

Κατερίνα Φωτεινάκη: Το κέντρο της μουσικής μου είναι ο στίχος

Το ρεμπέτικο αγκαλιά με το punk. Ο Bizet με τον Χατζιδάκι. Από δίπλα, οι ποιητές.

Γιώργος Φλωράκης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η τραγουδοποιός Κατερίνα Φωτεινάκη μιλάει στην ATHENS VOICE για το νέο της άλμπουμ «Mixology», τη ζωή στο Παρίσι και τη μουσική της πορεία.

Την πρωτοσυνάντησα πριν από 10 ολόκληρα χρόνια στου Αγώνες Τραγουδιού του Ιδρύματος Ωνάση. Θυμάμαι ότι είχε ανέβει ξυπόλητη στη σκηνή, είχε μελοποιήσει εξαιρετικά Σολωμό και είχε πάρει το πρώτο βραβείο. Πίστευα ότι ζούσε στην Αθήνα αλλά εκείνη ήταν ήδη μόνιμα εγκατεστημένη στο Παρίσι και συνεργαζόταν με την Αγγελική Ιωννάτου. Στον πρώτο της δίσκο, τα «Τζιτζίκια», ήξερα πάνω-κάτω τι να περιμένω. Ενδεχομένως εκείνη να μην το συνειδητοποιούσε αλλά το ελληνικό τραγούδι που έπαιζε ήταν σε άμεση συνομιλία μ’ ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πνεύμα. Τώρα, στο “Mixology” αυτή η ευρύτητα της προσέγγισης γίνεται απόλυτα συνειδητή. Το ρεμπέτικο αγκαλιά με το punk. Ο Bizet με τον Χατζιδάκι. Από δίπλα, οι ποιητές. Μια πλατιά αισθητική πρόταση ακριβώς στην εποχή που είμαστε έτοιμοι να την καλοδεχτούμε.

© Jean-Charles Léon

Γεια σου Κατερίνα! Πού σε βρίσκω; Τι βλέπεις από το παράθυρό σου;
Γεια σου Γιώργο! Ζω στο Gennevilliers, έναν δήμο κοντά στο Παρίσι. Από το παράθυρό μου βλέπω την αγορά, πολύχρωμη και πολυπολιτισμική.

Τα «Τζιτζίκια», ο πρώτος σου δίσκος, πήρε εξαιρετικές κριτικές στη Γαλλία. Σου πρόσφεραν μια πολύ μεγάλη σειρά συναυλιών, έτσι δεν είναι;
Από τότε που ήρθα στη Γαλλία υπήρξα πραγματικά τυχερή. Και με την Αγγελική Ιωννάτου, και με τα «Τζιτζίκια», αλλά και με άλλα projects, οι Γάλλοι καλωσόρισαν τις μουσικές μου προτάσεις, κι έτσι έκανα πολλές συναυλίες, εντός και εκτός Γαλλίας και παρουσίασα τη δουλειά μου σε όμορφα θέατρα και μεγάλα Φεστιβάλ.

Σου αρέσουν πολύ οι αναμίξεις διαφορετικών ιδιωμάτων. Αυτό είχε φανεί από τα «Τζιτζίκια» αλλά πλέον οι αναμίξεις βρίσκονται στο κέντρο της δουλειάς σου. Γιατί τις επιλέγεις; Τι νιώθεις να προσφέρουν στην τέχνη σου;
Μου κάνει εντύπωση που το είχες ήδη δει στον προηγούμενο δίσκο. Τότε δεν το ήξερα ακόμα! Κι αν το έκανα, δεν ήταν συνειδητό. Θα είμαι απολύτως ειλικρινής: το “Mixology” δεν είναι κάποια στιλιστική πρόταση, κάποιο φιλόδοξο concept. Είναι απλά το αποτέλεσμα μιας ανάγκης μου για έκφραση χωρίς περιοριστικούς όρους, που έφερε και την υπέρβαση του ορίου που είναι το στιλ. Δεν επέλεξα δηλαδή από την αρχή να κάνω ένα δίσκο «πολυσυλλεκτικό» ή “crossover” ή όπως θελήσει κανείς να τον χαρακτηρίσει. Δεν το επέλεξα ούτε και το ήθελα. Μου προέκυψε έτσι, και απλώς το δέχτηκα, αποφεύγοντας την αυτολογοκρισία. Στη μουσική μου δεν ξέρω αν προσφέρουν κάτι οι αναμίξεις και τι. Ξέρω τι προσφέρουν σε μένα: επιβεβαιώνουν μέσα μου πως έχω το δικαίωμα να κινούμαι στη μουσική -άρα και στη ζωή μου- με ελευθερία και με γνώμονα μόνο την επιθυμία, χωρίς να δίνω μεγάλο βάρος σε ορισμούς, ετικέτες, σε πλαίσια και νόρμες. Αν ήθελα ή αν μπορούσα να εκφράζομαι λίγο πιο… τακτοποιημένα και προβλέψιμα, μπορεί να έκανα και άλλη δουλειά τελείως!

Ποια είναι τα υλικά στα οποία καταφεύγεις πρώτα;
Κέντρο της μουσικής που κάνω είναι ο στίχος. Αυτός με οδηγεί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Ο εσωτερικός ρυθμός του σε μια πρώτη φάση, η ηχητική του ταυτότητα. Και μετά το νόημα.

© Θεοδώρα Ψυχογιού

Ποια είναι τα υλικά που χρησιμοποίησες για πρώτη φορά στο “Mixology”;
Είναι πολλά! Χρησιμοποίησα ένα punk τραγούδι που συνάντησε ένα ρεμπέτικο, με θεματική τις καταχρήσεις και τις ουσίες. Δυο μεσαιωνικά τραγούδια. Ποιητές διαφόρων εποχών και εθνικοτήτων (William Blake, T.S. Eliot, Edna St. Vincent Millay, Louise Labé), τους στίχους από άριες (Bizet /Habanera, Godard / Lullaby) που τους έκανα τραγουδάκια, psychedelic στοιχεία, funk ρυθμούς με φόντο ηπειρωτικές πολυφωνίες. Όλα αυτά ήταν μια... πρεμιέρα για μένα στο “Mixology”. Επίσης πρεμιέρα ήταν και το κομμάτι των οργάνων. Εκτός από τις φωνές, έχω παίξει σχεδόν όλα τα όργανα του δίσκου. (Να, κι αυτό προέκυψε, δεν το είχα σχεδιάσει…). Λόγω της πανδημίας και της δυσκολίας κίνησης, αναγκάστηκα να παίξω όργανα που δεν θα τολμούσα ποτέ να ηχογραφήσω σε έναν κανονικό δίσκο (μπάσο, ηλεκτρική κιθάρα, κρουστά, τύμπανα, μελόντικες, φυσαρμόνικες, ξυλόφωνο, τζουρά!). Για την ακρίβεια, στην αρχή τα έγραψα ως δείγμα (demo) και μετά, δεδομένων και των συνθηκών, αποφάσισα να τα κρατήσω έτσι, πιστεύοντας ότι ίσως αυτό να συμβάλει στο να διαφυλαχθεί κάποιου είδους ενότητα μέσα στον δίσκο. Να πω φυσικά και πόσο πολύτιμη ήταν η συνεργασία με τον Ορέστη Πλακίδη που έκανε τη μίξη και την παραγωγή και κατάφερε όλα αυτά τα διαφορετικά κομμάτια να τα εντάξει αρμονικά στο ίδιο παζλ.

Υπήρξαν υλικά που θα ήθελες να χρησιμοποιήσεις αλλά ένιωσες ότι δεν έδεσαν;
Υπάρχουν 3 κομμάτια που τελικά δεν μπήκαν στο δίσκο. Και τα τρία σε δική μου μουσική. Ένα πάνω σε ποίηση του Alfred Tennyson, ένα άλλο, σε ένα υπέροχο ποίημα της Edna St. Vincent Millay με μια φευγαλέα χιουμοριστική αναφορά σε συρτάκι, και το «πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό». Για διάφορους λόγους, δεν ένιωσα ότι ήμουν έτοιμη να τα υπερασπιστώ αυτή τη φορά. Αλλά δεν πειράζει, ας έχω κάτι και για τον επόμενο!

Ποιο είναι το μυστικό μιας καλή ανάμιξης;
Δεν ξέρω αν είμαι «ειδική» να απαντήσω, αλλά θα σου πω όπως το αισθάνομαι όχι μόνο για τη μουσική, αλλά και για τη μαγειρική, που επίσης αγαπώ. Το υλικό μού υπαγορεύει τη μίξη κι όχι αντίστροφα. Στην κουζίνα για παράδειγμα, δεν είμαι από αυτούς που σκέφτονται τι θα μαγειρέψουν και κάνουν μια λίστα για να προμηθευτούν τα υλικά. Και φυσικά ούτε λόγος για συνταγή. Βλέπω τι υπάρχει στα ράφια και αυτοσχεδιάζω για να φτιάξω κάτι που στην αρχή ούτε κι εγώ φαντάζομαι τι θα είναι. Ίσως, τώρα που το σκέφτομαι, το πιο σημαντικό είναι το τι κάνεις τελικά με αυτό που προκύπτει. Δηλαδή, επειδή ακριβώς πρόκειται για πειραματισμούς, τις περισσότερες φορές, το αποτέλεσμα δεν με ικανοποιεί. Εκεί χρειάζεται να είναι κανείς γενναιόδωρος με τον χρόνο του ώστε να πει «δεν είναι καλό, θα δοκιμάσω άλλο» κι όχι αναγκαστικά να σερβίρει οτιδήποτε έφτιαξε.

© Bruno Chabert

Τι είναι αυτό που συνδέει μέσα σου τον Bizet και τον Machaut με την Barbara και την Peggy Lee κι ύστερα με τον Χατζιδάκι, τον Τούντα και τους Violent Femmes;
Η δισκοθήκη μου! Χαχαχά… Πέρα από την πλάκα, είναι αλήθεια πως όλα αυτά είναι μουσικές που έχω ακούσει πολύ, σε διαφορετικές φάσεις της ζωής μου, οπότε είναι ο δικός μου μουσικός κόσμος. Έχω περάσει περιόδους που άκουγα στο σπίτι για μήνες αποκλειστικά και μόνο Mozart, άλλες που άκουγα Τρύπες το πρωί και μεσαιωνικά το βράδυ, από το 2000 μέχρι το 2004 άκουγα με μανία τραγούδια «για παιδιά», όλη την περίοδο που σπούδαζα στο Παρίσι, άκουγα φανατικά Ξενάκη, και στα ταξίδια ακούω πάντα Μάνο Χατζιδάκι. Αν ήταν playlist, θα έλεγε κανείς ότι είναι κάποιου σχιζοφρενούς. Όμως σε όλες αυτές τις μουσικές υπάρχω με τον ίδιο ενθουσιασμό. Οπότε, για να επανέλθω στην ερώτησή σου, αυτό που τα συνδέει όλα αυτά μέσα μου είναι νομίζω τόσο βαθύ και τόσο ασυνείδητο που δεν μπορώ να το βάλω σε λόγια.

Τι περιμένεις από το “Mixology” σε Ευρώπη και Ελλάδα;
Η περίοδος που κυκλοφορεί αυτός ο δίσκος είναι τόσο παράξενη, που δεν περιμένω τίποτα. Θα χαρώ αν κρατήσει συντροφιά σε κάποιους ανθρώπους και αν κάποιοι βρουν εκεί μέσα κάτι που θα τους «μιλήσει». Ίσως κάτι ακόμα: θα χαρώ αν φύγει από πάνω μου έστω και για λίγο η ταμπέλα της “World Music” στην οποία από παρεξήγηση με έχουν κατατάξει στη Γαλλία.

Νοσταλγείς καθόλου την Ελλάδα; Θα σκεφτόσουν  να επιστρέψεις; Και υπό ποιες συνθήκες;
Θα ήμουν ευτυχισμένη αν μπορούσα να ζω στη χώρα μου και να βιοπορίζομαι μόνο από τη δουλειά μου, όπως κάνω εδώ και 15 χρόνια στη Γαλλία, χωρίς κάτι να πρέπει να αλλάξω σε αυτήν ή σε μένα. Νομίζω απάντησα και στις τρεις ερωτήσεις...

Υπήρξαν κάποιοι δίσκοι που σ’  εντυπωσίασαν τον τελευταίο καιρό;
Ανακάλυψα με φοβερή συγκίνηση τη Molly Drake (“The tide's magnificence”), εκπλήσσομαι κάθε φορά που ακούω τις καινούργιες ηχογραφήσεις υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή, τελευταία ήταν ένα EP με αποσπάσματα από την Traviata, το “The Allegory of Desire” των Zefiro Torna, και ο καινούργιος δίσκος της Λένας Πλάτωνος πάνω στην ποίηση της Emily Dickinson. Μια και ανέφερα την Πλάτωνος, αν έπρεπε να διασώσω ΕΝΑ cd απο μια καθολική καταστροφή της δισκοθήκης μου, θα έσωζα τον «Καρυωτάκη» της.

© Lauren Pasche

Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;
Ξαναδιαβάζω Σολωμό και ανακαλύπτω τον Σικελιανό που δεν τον ήξερα καλά ως ποιητή.

Τι να περιμένουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα;
Ωριμάζει ολοένα και περισσότερο μέσα μου η ιδέα μιας δισκογραφικής δουλειάς, απολύτως κειμενο-κεντρικής, αποκλειστικά στα ελληνικά και άρα για το ελληνόφωνο κοινό. Έχω ήδη αρκετό υλικό, περιμένω να γίνουν λίγο πιο εύκολες οι μετακινήσεις για να ηχογραφήσω με μουσικούς στην Ελλάδα. Επίσης εκκρεμεί (εξ αιτίας της πανδημίας) μια ηχογράφηση με την Εύη Φιλίππου, με την οποία έχουμε ένα ντουέτο που αγαπώ πολύ. Υπάρχουν και διάφορα άλλα που όμως θέλουν τον χρόνο τους, και κυρίως θέλω κι εγώ η ίδια να... συνέλθω από αυτό που ζήσαμε και να καταλάβω πού πάμε.

Αν ήθελα ή αν μπορούσα να εκφράζομαι λίγο πιο… τακτοποιημένα και προβλέψιμα, μπορεί να έκανα και άλλη δουλειά τελείως!

Τι έχεις φανταστεί, που δεν έχεις προλάβει να πραγματοποιήσεις και θα ήθελες να πετύχεις στο μέλλον;
Μπορώ να ξεκινήσω τώρα και να απαριθμώ πράγματα μέχρι μεθαύριο το πρωί! Ίσως το πιο κοντινό και ρεαλιστικό, είναι πως θέλω να κάνω κάποια audio-books, με μια διακριτική μουσική συνοδεία, για ανθρώπους με προβλήματα στην όραση, για ηλικιωμένους αλλά και για όσους αγαπούν τη λογοτεχνία και θέλουν εκτός από το να τη διαβάζουν, να την ακούν!