Μουσικη

Sylvie Simmons: Η rock πένα των media πιάνει το γιουκαλίλι της

Η δημοσιογράφος που έζησε δίπλα στους θρύλους της μουσικής μιλάει για το νέο άλμπουμ της «Blue On Blue», τον Leonard Cohen, τον Johnny Cash

Γιώργος Φλωράκης
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η Sylvie Simmons μιλάει για το νέο της άλμπουμ «Blue On Blue» και τις βιογραφίες των Leonard Cohen, Johnny Cash και Debbie Harry.

Η βασική ύλη της Sylvie Simmons είναι η μουσική. Ως δημοσιογράφος και δισκοκριτικός είναι εξαιρετικά επιτυχημένη, καθώς έχει γράψει σε πολλά περιοδικά κι εφημερίδες: στους Times, τον Guardian, το Q, το Sounds, το Mojo. Και ως συγγραφέας τα πηγαίνει θαυμάσια, ειδικά μετά την εξαιρετική βιογραφία του Leonard Cohen. Πρόκειται για το βιβλίο που την έβγαλε σε περιοδεία στις μεγαλύτερες πόλεις της Αμερικής, στον Καναδά, μα και στην Ευρώπη ακόμα. Για την προώθηση του βιβλίου, έπαιζε με το γιουκαλίλι της τραγούδια του Cohen. Κι έτσι, μέρα με τη μέρα, έβρισκε το θάρρος να βγάλει και τα δικά της τραγούδια στο φως.

Το δεύτερο άλμπουμ της, το «Blue On Blue» είναι ένας εξαιρετικός δίσκος που σε κάνει να θέλεις να ταξιδέψεις μέχρι το Σαν Φρανσίσκο για να μιλήσεις μαζί της και να την ακούσεις από κοντά να παίζει γιουκαλίλι.

Γεια σου, Sylvie! Πού σε βρίσκω; Τι βλέπεις από το παράθυρό σου;
Είμαι στο Σαν Φρανσίσκο, στη Mission District και κοιτάζω έξω από το ίδιο παράθυρο του πάνω ορόφου του ίδιου παλιού διαμερίσματος που είμαι κλεισμένη όλο το τελευταίο διάστημα από την πρώτη μέρα του lockdown λόγω Covid, τον Μάρτιο. Είναι ακόμη απόγευμα αλλά έχει πέσει ήδη αρκετό σκοτάδι. Υπάρχει μια μανόλια έξω απ’ το παράθυρο και μπορώ δω τα λευκά της λουλούδια παρότι έχει ελαττωθεί το φως. Είναι κάτι νεαρά παιδιά στον δρόμο που στέκονται δίπλα σ’ ένα αυτοκίνητο. Οι πόρτες του είναι ανοιχτές κι από το ραδιόφωνό ακούγεται στη διαπασών, μεξικάνικο hip hop.

Είναι παράξενο για σένα να είσαι σ’ αυτή τη συνέντευξη η μουσικός και όχι η δημοσιογράφος;
Δεν είναι τόσο παράξενο όσο θα περίμενε ίσως κάποιος. Και είναι από τα πράγματα που χρωστάω στον Leonard Cohen. Όπως ακριβώς έπαιζα μερικά από τα τραγούδια του για να προωθήσω το βιβλίο μου, έτσι βρισκόμουν και στη θέση να δίνω συνεντεύξεις. Τώρα νιώθω πλέον αρκετά πιο άνετα ως ερωτώμενος, αρκεί να καταπολεμήσω τη ροπή μου να ρωτήσω εγώ τον άνθρωπο που μου παίρνει συνέντευξη. Δεν είναι πάντως εύκολο να μιλάς για τον εαυτό σου και τη δική σου δουλειά, πρέπει να πω όμως ότι έχω αρχίσει να το συνηθίζω και να μ’ αρέσει.

Έχεις μείνει σε πολλές πόλεις και χώρες: Λονδίνο, Λος Άντζελες, Γαλλία, Σαν Φρανσίσκο… Νιώθεις νοσταλγία για τα μέρη που άφησες πίσω;
Νοσταλγία; Βαθύ πόνο, θα σου έλεγα. Πράγμα που πιθανότατα δείχνει ότι κρύβω μέσα μου μαζοχιστικά στοιχεία, αφού μετακομίζω πολύ συχνά. Στις αρχές της χρονιάς σκεφτόμουν να φύγω από το Σαν Φρανσίσκο. Η πανδημία με σταμάτησε. Άλλο ένα πράγμα που έμαθα δουλεύοντας από τόσο κοντά και για τόσο καιρό με τον Leonard Cohen, είναι ότι δεν υπάρχει πρόβλημα να έχεις στο μυαλό σου δύο αντίθετα πράγματα την ίδια στιγμή. Από τη μια πλευρά η ιδέα του σπιτιού και η νοσταλγία για τη θαλπωρή κι από την άλλη η σκέψη να φύγεις, η ανάγκη να μετακινηθείς. Νοσταλγώ σχεδόν όλα τα σπίτια που έζησα αλλά στην περίπτωση του Λονδίνου, της πόλης που γεννήθηκα και μεγάλωσα, ο πόνος είναι πολύ βαθύς. Αρκεί να δω ένα λονδρέζικο σπίτι σε κάποια αγγλική σειρά εδώ στο Σαν Φρανσίσκο και η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή.

Πίσω στη δεκαετία του 1970, τι γινόταν με τη metal σκηνή του Λος Άντζελες;
Λίγο πιο μετά, στις αρχές των 80s ήταν το μεγάλο πανηγύρι, λίγο καιρό αφότου έφυγα από το Λονδίνο για να γράψω για το rock. Ξεκίνησε σαν μια μικρή ανεξάρτητη σκηνή -κάπως σαν το punk του L.A.- αλλά εδώ υπήρχαν καλύτερα ρούχα και μακρύτερα μαλλιά. Πολύ γρήγορα η metal σκηνή εξελίχθηκε σ’ ένα τεράστιο party που κρατούσε μέρα και νύχτα με έξοδα των δισκογραφικών εταιρειών, που έμοιαζαν να πηγαίνουν πάνω-κάτω τη Sunset Strip προσφέροντας πανάκριβα συμβόλαια σε οποιονδήποτε φορούσε spandex και μύριζε λακ. Θυμάμαι να συναντώ τους Motley Crue, τους W.A.S.P. και τους Ratt πριν ακόμη υπογράψουν. Έκανα βόλτες μαζί τους κι ήμουν η πρώτη που έγραψα γι’ αυτούς στο Sounds και το Kerrang! Μάλιστα, στην περίπτωση των Motley Crue, το άρθρο μου στο Sounds ήταν αυτό που τους έδωσε το πρώτο τους συμβόλαιο. Ήταν δυνατή σκηνή και περνούσαμε πολύ καλά τότε. Βέβαια, στο τέλος χάλασε η φάση, τόσο πολλά λεφτά σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν κάνουν ποτέ καλό σε κανέναν – κι έτσι το πράγμα εκφυλίστηκε στο πόση πολλή κοκαΐνη μπορείς να σνιφάρεις και στο πόσες ολόιδιες ξανθιές με φουσκωμένα στήθη μπορείς να χωρέσεις στο τζακούζι σου.

Θυμάμαι που διάβαζα άρθρα σου ως Laura Canyon στο Kerrang! εκείνη την εποχή. Πόσο διαφορετικές ήταν στο γράψιμό τους η Laura από τη Sylvie;
Απλώς δείχναμε διαφορετικές – ως Sylvie είχα μαύρα βαμμένα μαλλιά και ως Laura φορούσα ξανθιά περούκα αλλά καμία άλλη διαφορά δεν υπήρχε. Όλοι –εκτός από τα πολύ καινούργια συγκροτήματα- ήξεραν ότι επρόκειτο για το ίδιο πρόσωπο. Ο λόγος ήταν πάντως ότι το Sounds δεν ήθελε να γράφω με το όνομά μου στο Kerrang! Τα περιοδικά γίνονταν κάπως κτητικά τότε με τους συντάκτες τους. Ακόμα γίνονται.

Η Sylvie Simmons συζητά σε πάνελ στο Country Music Hall of Fame and Museum, Τένεσι, Απρίλιος 2015 © Rick Diamond/Getty Images for Country Music Hall Of Fame And Museum/Ideal Image

Έχεις πάρει συνέντευξη σχεδόν από κάθε θρύλο της μουσικής. Μπορείς να ξεχωρίσεις μία ή δύο στιγμές που σ’ έχουν πραγματικά εντυπωσιάσει στην καριέρα σου;
Είναι σαν να προσπαθείς να πιάσεις στον αέρα ένα κουνούπι μέσα από ένα σμήνος σκνίπες. Θα διαλέξω όμως την εβδομάδα που πέρασα με τον Johnny Cash στο σπίτι του, στο Χέντερσονβιλ του Τένεσι, παίρνοντάς του συνέντευξη για το μεταθανάτιο box set «Unearthed». Κάθε πρωί τρώγαμε πρωινό στην κουζίνα του βλέποντας τη λίμνη όπου πήγαν για ψάρεμα με τον Bob Dylan, μια φορά που είχε έρθει εκείνος να τον δει. Τα απογεύματα καθόμασταν στο δωμάτιό του, εκεί που προσπαθούσε να ηχογραφήσει μερικά καινούργια τραγούδια. Έκανα διαδρομές μέχρι την κουζίνα για να φέρω μια ακόμα παγωμένη coca-cola, αφού στο δωμάτιο έκανε τρομερή ζέστη και δεν μπορούσαμε να ανοίξουμε το κλιματιστικό επειδή έκανε πολύ θόρυβο και κατέστρεφε την ηχογράφηση.

Neil Young, Serge Gainsbourg, Leonard Cohen, Debbie Harry… Ένα βιβλίο για καθένα από τα πολύ σημαντικά αυτά πρόσωπα της μουσικής. Αν σου ζητούσα να τους χαρακτηρίσεις με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν αυτές;
Θα αφήσω τη Debbie Harry έξω από αυτό γιατί το «Face It» ήταν τα δικά της απομνημονεύματα, όχι ένα δικό μου βιβλίο αλλά αυτό που θα πω συμπεριλαμβάνει κι εκείνη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν μοναδικοί. Εντελώς ξεχωριστοί. Αρχέτυπα. Όταν ένας από τους υπόλοιπους μουσικούς μπαίνει στο studio λέει συχνά για τον δίσκο του, «Θέλω να φέρνει προς τον Cohen» ή «θέλω τον ήχο του Cash». Όμως αυτοί οι ίδιοι είναι ο εαυτός τους και μόνο.

Γιατί σου αρέσει πιο πολύ ο Chopin απ’ όλους τους κλασικούς συνθέτες;
Γιατί η μελαγχολία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ομορφιά του. Γιατί κάθεσαι στο πιάνο και η μουσική του κάνει την καρδιά σου να σπάσει και την ίδια στιγμή σε παρηγορεί. Δυστυχώς, δεν μπορώ να παίξω πια Chopin. Το αριστερό μου χέρι δεν συνήλθε ποτέ από το ατύχημα που είχα την πρώτη μέρα των ηχογραφήσεων του «Blue On Blue». Ευτυχώς, μετά από αρκετές εγχειρήσεις μπορώ να παίξω το γιουκαλίλι μου αλλά δεν μπορώ να τεντώσω αρκετά τα δάχτυλα ώστε να παίξω αυτά που θέλω στο πιάνο.

© Tara Juell

Ο Frank Zappa έλεγε ότι «ο μουσικοκριτικός είναι ένας αποτυχημένος μουσικός». Εσύ τον έχεις διαψεύσει. To «Blue On Blue» είναι ένα εξαιρετικό άλμπουμ. Μπορούσες να αντιμετωπίσεις τον δίσκο σου ως κριτικός πριν την κυκλοφορία;
Και ο Lou Reed έλεγε το ίδιο με τον Zappa! Είναι παλιά η ιστορία που λέει ότι όσοι γράφουν για τη μουσική, είναι αποτυχημένοι μουσικοί οι ίδιοι. Στην περίπτωσή μου έχει μια δόση αλήθειας, πάντως. Όταν ήμουν μικρή, πίστευα ότι μπορώ να γίνω ένα είδος singer-songwriter κι έκανα μεταξύ άλλων και μια συναυλία σε μια pub, παίζοντας κιθάρα και τραγουδώντας. Αλλά αν και δεν είχε καν σκηνή, είχα τέτοιο τρακ σ’ αυτή τη μικρή αγγλική pub, που αποφάσισα να μην το δοκιμάσω ποτέ ξανά. Έτσι, αποφάσισα ν’ αρχίσω να γράφω. Και περίμενα τριάντα ολόκληρα χρόνια για να το δοκιμάσω και πάλι. Όμως μπορώ να κρίνω τη δουλειά μου. Τείνω να βγάζω τη στολή του μουσικοκριτικού πριν φορέσω τη στολή του μουσικού και τούμπαλιν –οι δύο μου αυτές πλευρές μοιάζουν να ζουν δύο ξεχωριστές ζωές- αλλά μπορώ να κρίνω τη μουσική μου, μπορώ να δω τι λείπει ή τι πρέπει να μείνει και τι να φύγει.

Έχεις παίξει ζωντανά πολλά από τα τραγούδια του Cohen την εποχή που προωθούσες το βιβλίο που έγραψες για εκείνον. Νιώθεις η μουσική του να σ’ έχει επηρεάσει;
Πρέπει να μ’ έχει επηρεάσει, αφού οι μουσικοκριτικοί μου λένε ότι με έχει. Σίγουρα όμως πρόκειται για ασυνείδητες επιρροές. Αγαπούσα τη μουσική του Cohen από μικρό κοριτσάκι, την άκουγα συνεχώς κι έμπαινε μέσα μου για χρόνια. Πάντα με τραβούσαν τα σκοτεινά τραγούδια, τα πιο μελαγχολικά σε σχέση με τα χαρούμενα. Πάντα έβαζα τη δεύτερη πλευρά των singles και προσπαθούσα να βγάλω στην κιθάρα ή το πιάνο τα πιο λυπημένα τραγούδια, που πάντα βρίσκονταν εκεί. Μία από τις πιο παλιές μου αναμνήσεις είναι ο πατέρας μου να μου τραγουδάει το «St. Louis Blues» για να κοιμηθώ. Δεν έπαιζε κανένα όργανο, μόνο τραγουδούσε για τον εαυτό του και καμιά φορά για μένα.

Sylvie Simmons και Leonard Cohen

Γιουκαλίλι! Γιατί γιουκαλίλι;
Ήρθα στο Σαν Φρανσίσκο στο πλαίσιο μιας περιπέτειας κι άφησα όλα μου τα όργανα πίσω στο Λονδίνο. Μια μέρα γνώρισα έναν μουσικό που έπαιζε γιουκαλίλι και μάλιστα έπαιρνε μαθήματα από έναν μεγάλο γνώστη του οργάνου. Το έβλεπα πάντα ως ένα όργανο που θα μπορούσαν να παίζουν τα παιδιά. Όμως κάποια στιγμή το ξέχασε στο σπίτι μου κι άρχισα να το γρατζουνάω σαν να ήταν μια παλιά χαλασμένη κιθάρα που της έλειπαν δύο χορδές. Και το ερωτεύτηκα. Ερωτεύτηκα την αίσθηση οικειότητας και τη σεμνότητά του. Ακόμη κι όταν έφερα όλα μου τα όργανα στην Αμερική, συνέχισα να παίζω γιουκαλίλι. Είναι το τέλειο όργανο για να γράφεις τραγούδια. Πιάνοντας το γιουκαλίλι μου, νιώθω σαν να ανοίγει μια βρύση και όλα τα τραγούδια να χύνονται μπροστά μου.

© Tara Juell

Πώς συνάντησες τον Howe Gelb των Giant Sand και πώς προέκυψε να κάνει παραγωγή στους δίσκους σου;
Του είχα πάρει μια συνέντευξη πίσω στα 90s και γίναμε καλοί φίλοι. Περνούσε συχνά να με δει κι όταν κατάλαβε ότι γράφω τραγούδια στο γιουκαλίλι, επέμενε να του τα στέλνω. «Δόσεις» τα έλεγε. Όταν αργούσα να του στείλω, μου έστελνε mail και ρωτούσε: «πότε θα έχω την επόμενη δόση»; Σχεδόν αμέσως μου πρότεινε να ηχογραφήσουμε έναν δίσκο μαζί. Του πήρε όμως αρκετά χρόνια να με πείσει να προχωρήσω. Ήταν τότε που έκανα την περιοδεία για το βιβλίο με τη ζωή του Leonard Cohen. Έπαιζα τα τραγούδια του μπροστά σε κοινό κι ένιωσα ότι θα μπορούσα να παίξω και τα δικά μου. Το πρώτο μου άλμπουμ, το «Sylvie» βγήκε το 2014 κι ήμουν τρομαγμένη σε σχέση με τις κριτικές που θα έπαιρνε. Οι Άγγλοι και οι Αμερικάνοι κριτικοί μπορούν να γίνουν πολύ σκληροί, ειδικά με κάποιον από το σινάφι τους που τόλμησε να περάσει στην άλλη πλευρά. Ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα να πάρω τόσο θετικές και ζεστές κριτικές. Ο Guardian έγραψε ότι ήταν από τους καλύτερους δίσκους εκείνης της χρονιάς. Και το «Blue On Blue» παίρνει όμως πολύ καλές κριτικές.

Γινόταν πολύ μεγάλη συζήτηση για την americana πριν από μερικά χρόνια, την εποχή που ξεκινούσες την ομώνυμη στήλη σου στο Mojo. Τώρα γίνεται συζήτηση για το… υπνοδωμάτιο. Bedroom rock, bedroom folk και πάει λέγοντας. Συμφωνείς με τον όρο; Νιώθεις να ανήκεις σ’ αυτό το ιδίωμα;
Ναι, η americana δεν είναι ακριβώς ένα είδος με συγκεκριμένους κανόνες αλλά μια πλατιά ομπρέλα που χωράει πολλά πράγματα από κάτω της, από νεαρούς country μουσικούς μέχρι εναλλακτικά σχήματα. Μερικά από τα τραγούδια μου και από τους δύο δίσκους, θα μπορούσαν πολύ άνετα να ανήκουν εδώ. Το τελευταίο τραγούδι από το «Blue On Blue» είναι ένα country ντουέτο, όπου τραγουδάμε με τον Howe όπως τραγουδούσαν η Nancy Sinatra με τον Lee Hazlewood. Αλλά υπάρχουν και έντονες ευρωπαϊκές πλευρές σ’ αυτό το άλμπουμ. Το «Keep Dancing» νιώθω να βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο Παρίσι και την πατρίδα του Leonard, το Montreal. Το «Stay Awhile» νιώθω να πηγαίνει προς την ιρλανδέζικη folk και το «The Man Who Painted The Sea Blue» έχει ένα sixties downtempo αίσθημα, όπως ας πούμε οι Beach Boys θα τραγουδούσαν για τον ήλιο που δύει. Τώρα, bedroom folk, δεν είμαι σίγουρη. Ίσως υπάρχει μια αίσθηση οικειότητας στη φωνή μου που να δημιουργεί ένα τέτοιο συνειρμό αλλά τείνω να πιστεύω ότι «bedroom» είναι ο ήχος που προέρχεται από νεαρά, χλωμά κορίτσια που παίζουν κιθάρα κι εκτός από το «χλωμό μέρος», δεν έχω καμία σχέση με τα υπόλοιπα.

Νιώθω ότι το «Blue On Blue» θα μπορούσε να έχει κυκλοφορήσει οποιαδήποτε στιγμή από το 1971 μέχρι σήμερα. Έχεις την ίδια αίσθηση;
Θα έλεγα ακόμη πιο νωρίς. Από οποιαδήποτε στιγμή των 60s μέχρι σήμερα. Μοιάζει να έχει ηχογραφηθεί έξω από τον χρόνο. Κανένα στοιχείο δεν προδίδει τη στιγμή που ηχογραφήθηκε.

Ποιοι είναι για σένα οι καλύτεροι δίσκοι του 2020;
Μου άρεσαν πολύ τα καινούργια του Nick Cave, του Steve Earle, του Bill Callahan, της Lucinda Williams και το καλύτερο απ’ όλα ήταν για μένα το απίστευτο «Rough And Rowdy Ways» του Bob Dylan.

Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;
Παλιά μυθιστορήματα και καινούργιες μουσικές βιογραφίες. Όπως αρκετοί άνθρωποι κατά τη διάρκεια των lockdown, είπα κι εγώ να καθαρίσω τη βιβλιοθήκη μου και να πετάξω μερικά βιβλία για να πάρω καινούργια. Εκεί που ήμουν έτοιμη να τα πάω στα charity shops, τελικά βρέθηκα να τα ξαναδιαβάζω. Έτσι, διάβασα τελευταία Βιρτζίνια Γουλφ και Καζούο Ισιγκούρο ενώ αυτή τη στιγμή στο κομοδίνο μου έχω Ντοστογιέφσκι.

Πρέπει να περιμένουμε πάλι έξι χρόνια ώσπου να βγει ο επόμενος δίσκος σου;
Ελπίζω πραγματικά πως όχι. Οι λόγοι που αυτός εδώ καθυστέρησε ήταν ότι πήρε περισσότερο χρόνο απ’ όσο περίμενα το βιβλίο με την Debbie Harry κι ακόμη περισσότερο το ατύχημα με το χέρι μου, που εκτός από τα κόκκαλα που έσπασα, πειράχτηκαν και μερικά νεύρα. Χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός μέχρι να συνέλθω αρκετά ώστε να μπορώ να τελειώσω το άλμπουμ. Τώρα έχω ήδη καινούργια τραγούδια και ανυπομονώ να τα ηχογραφήσω, όπως και να ξαναβγώ σε περιοδεία. Ελπίζω να μπορέσω κάποτε να παίξω και στην Ελλάδα. Μερικά τραγούδια του Cohen και μερικά δικά μου. Ο Leonard αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, όπως και το ότι αποφάσισα να γίνω σε μεγάλη ηλικία singer-songwriter. «Άρχισα κι εγώ αργά», έλεγε. Υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο μετά τα τριάντα, την εποχή που οι άνθρωποι έλεγαν ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι κανέναν που έχει ξεπεράσει τα τριάντα. Εγώ πάλι, όταν υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο, είχα ξεπεράσει τα πενήντα.

© Eija Ajartsalo

Και από βιβλία; Υπάρχει κάτι που ετοιμάζεις;
Υπάρχουν πάντα πολλές ιδέες που γυρίζουν στο κεφάλι μου αλλά τίποτα συγκεκριμένο. Τελευταία γράφω τραγούδια. Επίσης γράφω ποίηση, πράγμα που δεν θα κάνει ιδιαίτερα χαρούμενο τον εκδότη μου. Ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Leonard αποφάσισε να γίνει singer-songwriter ήταν επειδή έβγαζε πολύ λίγα λεφτά από τα ποιήματα. Και θα συνεχίσω να κάνω συνεντεύξεις και να γράφω κριτικές στο Mojo. Ξέχασα να σου πω: Ανάμεσα στα πιο αγαπημένα μου κείμενα φέτος ήταν η συνέντευξη με τη Linda Ronstadt στο σπίτι της και η συνέντευξή μου με τον Elvis Costello. Πάντα μ’ αρέσει να μιλάω μαζί του. Ίσως γιατί αγαπάει πολύ το γιουκαλίλι!