Μουσικη

Οι γέροντες της ροκ: Bob Mould και Dream Syndicate

Ένα βουνό 60 χρονών που ο άνεμος και η βροχή αντί να το αποσαρθρώσουν το μαρμάρωσαν

Judge Rock
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δισκοκριτική για δύο νέες δυνατές κυκλοφορίες: The Universe Inside από τους Dream Syndicate και το Blue Harts του Bob Mould.

Αν και το δείγμα είναι προς το παρόν μικρό -μόλις δύο κριτικές- ίσως έχει γίνει αντιληπτό ότι η στήλη μας θα ασχολείται με καινούργιες κυκλοφορίες τόσο νέων καλλιτεχνών όσο και παλαιότερων. Και οι δύο ομάδες έχουν όπλα και αδυναμίες. Οι παλιοί διαθέτουν πείρα και γνώση αλλά είναι ξοφλημένοι όσον αφορά την έμπνευση, οι νέοι έχουν ορμή και άγνοια κινδύνου όμως τους λείπει η ευρύτητα της οπτικής.Υποψιασμένοι έναντι αφελών. Σε ποιους θα ποντάρετε; Εγώ στους δεύτερους όχι μόνο επειδή είναι αγνοί αλλά και επειδή διαθέτουν το αβαντάζ του να έχουν κληρονομήσει την προίκα των πρώτων. Αυτό είναι ευχή και κατάρα επειδή οφείλουν -δια πράξεων και αντιπράξεων- να είναι καλύτεροι των γεροντότερων όντας προικοδοτημένοι. Γενικότερα, μία κληρονομιά είτε την αποδέχεσαι και την εκμεταλλεύεσαι δεόντως, είτε την αρνείσαι και την επιστρέφεις στον αποστολέα με διεύθυνση και γραμματόσημο. Και οι δύο ενέργειες αποτελούν πράξεις ευθύνης. Κάποιοι εκ των νέων λοιπόν έχουν αναλάβει αυτήν την ευθύνη και ο σκοπός της στήλης μας είναι να ασχολούμαστε συστηματικά με αυτούς και να αναδεικνύουμε τις δουλειές τους.

Όμως δε θα το κάνουμε (ούτε!) σήμερα επειδή -ευτυχώς- υπάρχουν και χρονικές περίοδοι νεανικής απραξίας, μπουνάτσας, όπου μας δίνεται η ευκαιρία να εντρυφήσουμε στις καινούργιες παραγωγές των παλιών. Φέτος λοιπόν έχουν κυκλοφορήσει albums μερικοί από τους σπουδαιότερους γέροντες και υπεργέροντες της ροκ. Κατά ανιούσα σειρά ηλικίας: Bob Mould, Dream Syndicate, Kansas, Bruce Springsteen, Blue Oyster Cult, AC/DC, Neil Young, Bob Dylan. Οι δύο πρώτοι ανήκουν στην κατηγορία των γερόντων, οι υπόλοιποι στους δεινόσαυρους. Με εξαίρεση τις κυκλοφορίες των BOC και των Kansas, τα albums των υπόλοιπων έσκασαν σα βόμβες φωτός σε ένα γκρίζο μουσικό οικοσύστημα που όλο και περισσότερο χαρακτηρίζεται από έλλειψη νεωτερικότητας, ρυθμού και μελωδίας. Και άντε η πρώτη ιδιότητα είναι εξ ορισμού εξαντλήσιμη και άρα όλο και πιο δυσεύρετη όσο γερνάει ένα εκφραστικό πεδίο, οι άλλες δύο όμως, ρυθμός και μελωδία, πλανιόνται στον αιθέρα και το «μόνο» που απαιτείται είναι επαφή με τις Μούσες για να προσφερθούν στους γήινους. Και μια και ο Πλάτωνας είναι πια passé και η επαφή με τις Μούσες (κόρες του Δία και της Μνημοσύνης) αποδεικνύεται όλο και πιο δύσκολη, έρχονται ξανά οι επαγγελματίες για να μας βγάλουν από τη δύσκολη θέση. Με ποιον να πρωτοασχοληθούμε; Και με τους πέντε, πιάνοντας σήμερα την κατηγορία των γερόντων και σε ένα επόμενο σημείωμα τους δεινόσαυρους. Αρχίζουμε με το καλύτερο ροκ συγκρότημα που πέρασε ποτέ από τον πλανήτη: τους Dream Syndicate και συνεχίζουμε με τον δίσκο των σκληρών καριόληδων Husker Du σε εκδοχή του επιζήσαντα Bob Mould.

DREAM SYNDICATE: THE UNIVERSE INSIDE

Κατ’ αρχάς οφείλω μία ομολογία: οι Dream Syndicate δεν αποτελούν για εμένα μόνο το καλύτερο νεοψυχεδελικό συγκρότημα των 80s, αλλά το καλύτερο συγκρότημα στην ιστορία της ροκ. Τα ριφ τους, οι ρυθμοί τους και η ερμηνεία του συνθέτη και τραγουδιστή Steve Wynn είναι μνημεία ροκ θεματικής και αισθητικής. Ουδέποτε η ροκ δεν ακούστηκε τόσο ουσιαστική, τόσο αποδοτική όσο μέσα από τα LP τους Medicine Show και Ghost Stories. Ας μην αναφερθώ στο πρώτο τους The Days of Wine And Roses (1982) ή στο τελευταίο τους Ghost Stories (1988) που άνοιξαν και έκλεισαν αντιστοίχως ένα ολόκληρο ροκ κίνημα, την Paisley Underground. Ώσπου το 2017, μετά από ένα μακρύ διάστημα προσωπικών παραγωγών και αναζητήσεων, ο Steve Wynn επανένωσε τους Dream Syndicate με την ίδια σύσταση του Ghost Stories, πλην μίας κρίσιμης αλλαγής: αυτής του κιθαρίστα. Στη θέση του Paul B. Cutler (o επονομαζόμενος και «ζώο») ήρθε ο βιρτουόζος Jason Victor με τη βοήθεια του οποίου οι Dream Syndicate κυκλοφόρησαν 4 δίσκους σε 4 χρόνια. Χαρακτηριστικό της επανόδου τους είναι η τραχύτητα της κιθάρας, κάτι στο οποίο βέβαια πάντα ποντάριζαν, όμως αυτή τη φορά -εκεί που το «ζώο» Cutler υπάκουε στο καμουτσίκι του Wynn- o Victor μοιάζει ανεξέλεγκτος και αναλαμβάνει σημαντικό μερίδιο της διαμόρφωσης του ήχου του συγκροτήματος. Θα μου πείτε, από πότε σε πείραξε ο ήχος της δυνατής κιθάρας. Ποτέ, αρκεί να είναι δεμένος και να συνανασαίνει μαζί με το υπόλοιπο τραγούδι. Βέβαια, μη νομίζετε ότι αλλοιώθηκε δραστικά ο ήχος του συγκροτήματος. Όσο παραμένει εκεί ο Steve Wynn και η μαγική του φωνή όλα είναι υπό έλεγχο. Έτσι λοιπόν τα τρία προηγούμενα albums της δεύτερης περιόδου των Dream Syndicate παρέμεναν διαμάντια μέσα σε μία θάλασσα μέτριων ροκ παραγωγών, χωρίς ποτέ βέβαια να φτάσουν τα ύψη της συνθετικής δεινότητας και ερμηνευτικής αμεσότητας της πρώτης περιόδου τους.

Και μετά ήρθε το 2020 και το LP The Universe Inside και οι Dream Syndicate αποφάσισαν να ακολουθήσουν το σκληρό δεινοσαυρικό ήχο του θορυβώδους τεχνοκρατισμού και να παρασυρθούν στις μακρόσυρτες ψυχεδελικές περιδινήσεις του Jason Victor. Δεν είναι κακό, απλώς εκεί που είχαμε ανάγκη από τη πηγαία λυρικότητα του Wynn βρεθήκαμε αντιμέτωποι με 10λεπτα (και βάλε) αφηγηματικά τεχνουργήματα με έντονη ρυθμική διάθεση, τζαζέ ηχοχρώματα και κατά διαστήματα επιθετικότατη ψυχεδέλεια. Και στα 5 τραγούδια του 60λεπτου αυτού δίσκου, ο Wynn προσπαθεί να δημιουργήσει νέα John Coltrane Stereo Blues και συστηματικά αποτυγχάνει όχι επειδή είναι άμουσος άλλα επειδή, αντί να παραδεχτεί ότι είναι δέσμιος τουλαμπρού του παρελθόντος, επιλέγει να εξελίξει τα ηχοχρώματα του προς πιο έντεχνα μονοπάτια. Ας είναι, ότι κι αν κάνει εμείς θα τον ακολουθούμε επειδή πάντα θα του χρωστάμε.

BOB MOULD: BLUE HEARTS

Και εκεί που ο Steve Wynn δείχνει να έχει χάσει τον εαυτό του, ο Bob Mould τον βρίσκει να κείται στα πόδια του. Το μόνο που χρειάζεται είναι νασκύψεικαι να τονμαζέψει. Και αυτό ακριβώς κάνει: συλλέγει τα κομμάτια του ένα ένα και τα κολλάει εκεί  α κ ρ ι β ώ ς που ήταν 33 χρόνια πριν, όταν μαζί με τον Grant Hart κυκλοφόρησε το τελευταίο albumτων Husker Du, Warehouse: Songs And Stories. Οι Husker Du ήταν το σημαντικότερο hard-core συγκρότημα των 80s με σήμα κατατεθέν την αγχώδη στακάτη ερμηνεία πακεταρισμένη σε 3λεπτα (max!) τραγούδια που παρά την ταχύπνοια αποπνέαν γλυκιά ρυθμικότητα και μελαγχολία. Η οποία μελαγχολία παγιώθηκε στην ψυχή του -ήδη καταθλιπτικού- Bob Mould όταν το 2017 ο Heart πέθανε από καρκίνο σε ηλικία 57 χρονών.

Τέτοιου είδους χτυπήματα δεν ξεπερνιόνται γι αυτό και όλη η μουσική κοινότητα έμεινε ενεή όταν πριν λίγους μήνες ο Bob Mould κυκλοφόρησε το Blue Hearts (blue=μελαγχολία στα Αγγλικά), ένα άλμπουμ σφίζον ενέργεια, ένταση, ρυθμό και νεύρο. Τέτοιος ήχος ΔΕΝ βγαίνει από καταθλιπτικό εκτός και αν έχει καταφέρει να αγκαλιάσει όλα τα άντερα του και να μετατρέψει την θλίψη του σε αγωνιώδη κραυγή. Ουσιαστικά πρόκειται για τον έβδομο δίσκο των Husker Du και έναν από τους καλύτερους τους. Ο Mould μετέτρεψε σε ήχο την οργή του για την πολιτική κατάντια της χώρας του, για την κοινωνική αποστασιοποίηση, για το επερχόμενα γήρας (ο Mould είναι 1, 90 καραφλός gay της κατηγορίας Bears), γιατί… πίσω από τον τοίχο της αγριάδας κρύβεται μία εύθραυστη καλλιτεχνική φύση η οποία μας χαρίζει ζεστούς ροκ κυματισμούς όπως το Leather Dreams και post punk hardcore επιθέσεις όπως το American Crisis. Ένα βουνό 60 χρονών που ο άνεμος και η βροχή αντί να το αποσαρθρώσουν το μαρμάρωσαν.