Μουσικη

Ο Elvis Costello μιλάει αποκλειστικά στην ATHENS VOICE

«Ο 25χρονος εαυτός μου σίγουρα θα έμενε έκπληκτος που είμαι ακόμα ζωντανός»: Μια εξομολογητική συζήτηση με αφορμή το νέο του άλμπουμ «Hey Clockface»

Δημήτρης Αθανασιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 757
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αποκλειστική συνέντευξη του Elvis Costello στην ATHENS VOICE για την Ελλάδα: Το νέο του άλμπουμ «Hey Clockface», η μουσική του πορεία και η ζωή στο lockdown.

Τον λένε Declan Patrick MacManus αλλά στη σκηνή, στα ηχεία και στις καρδιές μας ονομάζεται Elvis Costello. Το νέο του άλμπουμ, «Hey Clockface», κυκλοφορεί σε όλο τον κόσμο και στην Ελλάδα από τη Minos EMI, a Universal Music Company με την υποστήριξη του Athens Voice 102.5 στις 30 Οκτωβρίου. Τουτ τουτ, ντριν ντριν, μία γραμμή που δεν φτάνει στο τηλεφωνικό κέντρο, μια κλήση σε ένα άλλο νούμερο, το «Voodoo Thing» του Colin James ακούγεται δυνατά στην αναμονή και μια ζεστή φωνή που διαλύει το άγχος και ξεκινά μια ελεύθερη κι εξομολογητική συζήτηση.

Kalispera! Χαχά! Είναι τα μόνα ελληνικά που κατέχω αυτή τη στιγμή.

Μήπως το έμαθες στην Ελλάδα. (γέλια) Γιατί έχεις έρθει! Θυμάσαι πώς ήταν το πρώτο σου ταξίδι στη χώρα μας;
Ήμουν 14 και αποβιβάστηκα από ένα πολεμικό πλοίο. Το ξέρω ότι ακούγεται περίεργο, αλλά ήμουν σε εκπαιδευτική εκδρομή με το σχολείο μου και με άλλους συμμαθητές από τη γειτονιά μου, ανεβήκαμε σε ένα πολεμικό πλοίο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το οποίο μετατράπηκε σε «πλεούμενο σχολείο» και έτσι ξεκινήσαμε για αυτήν την περιπέτεια γύρω στη Μεσόγειο. Μας «χτύπησε» μια τρομερή καταιγίδα στον κόλπο του Biscay και ήμουν από τους λίγους που δεν τους έπιασε ναυτία, έχω μεγάλη αντοχή όταν βρίσκομαι στη θάλασσα. Όλα τα μαθήματα είχαν ακυρωθεί για τις επόμενες τρεις μέρες, οπότε δεν καταφέραμε να κάνουμε και πολλά μετά από αυτό, εκτός των λιμανιών που επισκεφτήκαμε. «Δέσαμε» Γιβραλτάρ, στη Βαλέτα, στη Μάλτα, και τελικά στο λιμάνι του Πειραιά απ’ όπου φυσικά πήραμε λεωφορείο και επισκεφτήκαμε τα αξιοθέατα της αρχαίας Αθήνας, όσα προλαβαίναμε να δούμε σε μια μέρα... Μετά πάλι φύγαμε για τον επόμενο προορισμό. Είναι κάτι που μου έχει μείνει στο μυαλό μου, εμένα δηλαδή ως έφηβο να στέκομαι πάνω σε αποβάθρες. Κάτι πολύ γνώριμο και για την οικογένειά μου, ειδικά τον παππού μου. Θα έλεγα είναι κάτι σαν οικογενειακή φιλοδοξία, το να είμαι πάνω σε πλοίο, ταξιδεύοντας οπουδήποτε, αλλά δεν κατάφερα να το ξανακάνω, μόνο τότε ως παιδί. Από τότε δεν ξανά ήρθα στην Ελλάδα, μέχρι το... δεν θυμάμαι πολύ καλά. Ήταν το 1992; Δεν είμαι σίγουρος. Εσύ θα μου πεις ίσως τι χρονιά ήταν…

Ήταν το 1996…
Ήταν σε ένα ποδοσφαιρικό στάδιο ποδοσφαίρου, νομίζω του Παναθηναϊκού, επίσης δεν είμαι σίγουρος. Τέλος πάντων, ήταν ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, όπου παίξαμε μαζί με τον Lou Reed και τον David Bowie και ήταν πραγματικά εκπληκτικά! Νομίζω πως αυτή είναι και το μοναδικό μου σόου στην Ελλάδα, μέχρι τη στιγμή που γυρίσαμε και παίξαμε με τον Allen Toussaint, νομίζω το 2007. Ήταν ένα υπέροχο βράδυ, θα το θυμάμαι ως μία από τις πιο συναρπαστικές εμπειρίες όλων των εποχών. Ο Allen ήταν απλά ενθουσιασμένος και μόνο με την τοποθεσία. Η τοποθεσία όπου έγινε η συναυλία ήταν εκπληκτική, αυτό το υπέροχο ιστορικό θέατρο! Ο Allen ταξίδεψε στον κόσμο πιο πρόσφατα. Μετά τον τυφώνα Κατρίνα, και αφού έφυγε και ξαναγύρισε στην Νέα Ορλεάνη, έγινε ένας από τους πιο κοσμογυρισμένους μουσικούς. Τα τελευταία του χρόνια έπαιζε με εμάς, ή με άλλες μπάντες ή solo σε διάφορα μέρη στον κόσμο που και εγώ ακόμα δεν έχω επισκεφθεί. Αυτή ήταν μια ειδική περίσταση, λοιπόν, να μοιραστώ τη σκηνή μαζί του στην Αθήνα, ήταν πραγματικά κάτι ιδιαίτερο.

Από το 1996 στο 2020 έχουν περάσει κάμποσα χρόνια. Συνεχίζουμε να σε ακούμε, φανατικά κάποιοι από μας, και τώρα έρχεσαι με ένα νέο δίσκο, το «Hey Clockface». Να σου πω ότι ακούω συνεχώς το «No Flag», θεωρώ ότι είναι ένα από τα πιο δυνατά τραγούδια του. Γιατί επέλεξες αυτήν τη στιγμή για να ηχογραφήσεις ένα τραγούδι με τέτοιο «ωμό» ήχο;
Έτσι ένιωθα την ημέρα εκείνη που έγραψα αυτό το τραγούδι και πήγα στο Ελσίνκι να προσπαθήσω να βρω έναν τρόπο να παίξω ελεύθερα, χωρίς κανόνες, χωρίς μπάντα, μονάχα δουλεύοντας με έναν νεαρό μηχανικό – ο οποίος είχε μια ελεύθερη, καινούρια ιδέα για τον τρόπο που ηχογραφούσα. Είναι ένα απλό τραγούδι... για το οποίο προσπαθήσαμε να βρούμε έναν αυθεντικό τρόπο να κάνουμε την ηχογράφηση και νομίζω πως το πετύχαμε.

Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στο άλμπουμ «Hey Clockface». Ποιες είναι οι διάφορες πτυχές του εαυτού σου ή οι διάφορες πτυχές της πραγματικότητας που θέλεις να εκφράσεις;
Πιστεύω πως είναι αυτό ακριβώς. Κανένας μας δεν μπορεί να μένει στην ίδια κατάσταση, με την ίδια διάθεση, με το ίδιο συναίσθημα όλη την ώρα. Οπότε, αυτά τα τραγούδια είναι γραμμένα, κατά κύριο λόγο, πολύ κοντά το ένα με το άλλο. Αντανακλούν πολλές διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικούς χαρακτήρες, δικών μου ή άλλων ανθρώπων… Απλά προσπάθησα να βρω τη μουσική για να το αντιπροσωπεύσω όλο αυτό όσο πιο καθαρά μπορώ. Είχα τη μεγάλη τύχη να πάω στο Παρίσι και να ηχογραφήσω εκεί με κάποιους εξαιρετικούς μουσικούς που τους είχε μαζέψει ο Steve Nieve, ο οποίος διευθύνει την μπάντα από το πιάνο. Και μετά ένας φίλος μου έστειλε από τη Νέα Υόρκη τη μουσική πάνω στην οποία είχα τη δυνατότητα να ηχογραφήσω, εδώ στο σπίτι, και κάπως έτσι είχαμε έναν ολόκληρο δίσκο από πολλά διαφορετικά σκηνικά.

© Andy Gotts

Έχεις συνεργαστεί αρκετές φορές με τον πιανίστα Steve Nieve. Τι στοιχεία πιστεύεις ότι έχει προσθέσει στο σύνολο του ήχου της μουσικής σου;
Έχουμε ζήσει υπερβολικά πολλά πράγματα μαζί. Εννοώ πως τον γνώρισα όταν ήταν... Ίσως και να ήταν 18 όταν τον πρωτογνώρισα. Ήταν ακόμα σε μουσικό κολέγιο, όταν το παράτησε και έγινε μέλος μιας ροκ εν ρολ μπάντας. Με τα χρόνια, τον έχω δει να συνεχίζει με τις σπουδές του στη μουσική, ανεξάρτητα. Είχε πάντα την ικανότητα να γράφει μουσική, να ενορχηστρώνει. Αυτός και ο συνεργάτης του έγραψαν μια όπερα μαζί, έχει γράψει μουσική για ταινίες. Μπορεί να παίξει στα ηλεκτρικά πλήκτρα με την αγριότητα οποιουδήποτε κιθαρίστα, εν ζωή, ή μπορεί να παίξει πανέμορφο πολύ συγκροτημένο πιάνο, όπως μπορείτε να ακούσετε και σε κάποια από τα τραγούδια που ηχογραφήσαμε στο Παρίσι. Έχει εξελιχθεί προς όλες τις κατευθύνσεις ως μουσικός. Είναι ένας θαυμάσιος συνάδελφος. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο ευγενικός και πιο συμπονετικός. Είμαι πολύ τυχερός να τον αποκαλώ φίλο και συνεργάτη…

Περισσότερο ευτυχής είμαι όταν είμαι μαζί με την οικογένειά μου, οπουδήποτε και να είμαστε, αρκεί να είναι καλά και ευτυχισμένοι και να κάνουν αυτό που θέλουν να κάνουν.

 

Έχω την εντύπωση πως αυτός ο δίσκος έχει τους μεγαλύτερους αυτοσχεδιασμούς που έχεις ηχογραφήσει ποτέ. Γιατί επέλεξες αυτή τη στιγμή;
Θεωρώ πως είναι αυτοσχεδιαστικό με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, είχα τους στίχους για το τραγούδι «Hetty O’Hara Confidential» αλλά αυτοσχεδίασα στην εκτέλεση της μουσικής, χρησιμοποιώντας μόνο την ορχήστρα. Δεν είχα σημειώσεις ή κάποιο demo. Οπότε, αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο αυτοσχεδιαστικό. Όταν πήγα στο Παρίσι δεν είχαμε γραμμένες ενορχηστρώσεις, οπότε όλα όσα ακούτε ήταν μια αυθόρμητη απόκριση στο τραγούδι που έπαιζαν οι μουσικοί τη στιγμή που τραγουδούσα ζωντανά. Εγώ αποκρινόμουν σε αυτό που άκουγα να παίζουν, όπως και αυτοί ανταποκρίνονταν πίσω, σε αυτό που τραγουδούσα. Αυτό είναι μια άλλη μορφή αυτοσχεδιασμού. Στο τραγούδι «Revolution 49», το πρώτο του δίσκου, είχα σκοπό να κάνω ένα instrumental κομμάτι, παίξανε τόσο όμορφα που με παρακίνησαν να διαβάσω αυτούς τους στίχους τους οποίους και ακούτε. Υποθέτω, θα λέγαμε, ότι είναι ένα τραγούδι που γράφτηκε αυθόρμητα. Το ίδιο πράγμα συνέβη και με τη μουσική σύνθεση του Michael Leonhart μαζί με τον Bill Frisell και βγήκε το «Radio Is Everything». Ξανά, άνοιξα το σημειωματάριό μου και κοιτούσα κάποιους στίχους που είχα γράψει, που δεν τους είχα κάνει ακόμα τραγούδι, και συνειδητοποίησα ότι η μουσική που μου δινόταν, μου έδινε την ελευθερία να πω απλά την ιστορία... Αυτά τα δύο κομμάτια είναι μοναδικά στον κατάλογό μου όσον αφορά τη μουσική τους σύνθεση.

Υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ του δικού σου νέου τραγουδιού «Revolution #49» με το «Revolution 9» των Beatles;
Νομίζω, πως σκεφτόμουν αυτό το τραγούδι. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους ονομάστηκε «Revolution #49». Προφανώς, ένας από αυτούς είναι το να αποδεχτούμε πως κάτι το διαφορετικό συχνά αποτελεί και μια έκπληξη. Όταν ήμουν θαυμαστής των Beatles και άκουγα αυτό που αποκαλούμε ως «The White Album», το «Revolution 9» ήταν πραγματικά μια μεγάλη έκπληξη, σαν κανένα άλλο, χαχά. Αλλά υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους ονομάστηκε «Revolution #49», θα ήταν όμως δύσκολο να τους εκφράσω τώρα γιατί είναι σύνθετοι.

Σκεφτόμουν τον τίτλο του νέου άλμπουμ «Hey Clockface» και τη σχέση σου με τον χρόνο… Αλήθεια, πώς ορίζεις την έννοια του χρόνου;
Θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα σχετικά εύθυμο τραγούδι, παίζεται με πολύ χαρούμενο τρόπο. Το να παίρνεις μια μορφή ενός τραγουδιού που ίσως υπήρξε τη δεκαετία του 1920 ή του 1930 και να το «ζωντανεύεις», να το φέρεις στο τώρα, στο σήμερα… Για παράδειγμα, σκέφτομαι εκείνη τη στιγμή όταν κάθεται κάποιος και περιμένεις την αγαπημένη ή τον αγαπημένο σου, όποια ή όποιος κι αν είναι, να φτάσει και το ρολόι πηγαίνει πολύ αργά ή πολύ γρήγορα όταν είναι η ώρα για να φύγουν. Είναι κατά κάποιο τρόπο μια κάπως φαντασιόπληκτη ιδέα, η εντύπωση δηλαδή ότι το ίδιο το ρολόι είναι και ο πραγματικός αντίπαλος. Αυτή είναι η γενική ιδέα. Δεν πιστεύω όμως πως είναι ένα τραγούδι που μιλάει για τον τρόμο του χρόνου που κάποιοι άνθρωποι αισθάνονται, αν εξαιρέσεις την ηλικία που είμαι. Όπως επίσης αν ακούσεις ένα άλλο τραγούδι σε αυτόν τον δίσκο το «What Is It That I Need That I Don't Already Have», που ίσως λέγαμε ότι έχει να κάνει με την αχαριστία, με τη γνώση ότι όλοι είμαστε «ένοχοι» να λέμε ότι ίσως υπάρχει κάτι καλύτερο πέρα από αυτό τον τοίχο, από αυτή την πόρτα, στο επόμενο δωμάτιο, με τον επόμενο άνθρωπο. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να σε φέρει γρήγορα κοντά στη μιζέρια και την απογοήτευση, ή και στην ικανοποίηση. Οπότε είναι και αυτό ένα τραγούδι για τον χρόνο, απλά δεν αναφέρεται το ρολόι.

Τι χρειαζόμαστε που δεν έχουμε ήδη… Μήπως εμπειρίες, ταξίδια... Αλήθεια, μπορείς να μου πεις ποιο είναι το ομορφότερο μέρος που έχεις δει ποτέ;
Νομίζω πως είναι δύσκολο να συγκρίνω. Διότι, καμιά φορά, μπορείς να βρεις ομορφιά ακόμα και σε ένα γυμνό τοπίο. Πάντα έβρισκα τη δυτική πλευρά του νησιού όμορφη. Δεν είναι ένα όμορφο τοπίο όπως οι περισσότεροι άνθρωποι το φαντάζονται. Μερικές φορές ένα πιο «σκληρό» τοπίο είναι και το πιο όμορφο. Ή όταν τα σύννεφα είναι πολύ χαμηλά… ή όταν βρέχει, το λατρεύω αυτό. Άλλοι άνθρωποι μπορεί να ψάχνουν για τον ήλιο, ή το ηλιοβασίλεμα ή έναν φοίνικα, εγώ όμως βλέπω κάτι διαφορετικό. Και μου αρέσουν, συγκεκριμένα, οι δρόμοι, όπου ίσως δεν υπάρχει καθόλου ομορφιά, αλλά είναι γεμάτοι με ζωή. Περισσότερο ευτυχής είμαι όταν είμαι μαζί με την οικογένεια μου, οπουδήποτε και να είμαστε, αρκεί να είναι καλά και ευτυχισμένοι και να κάνουν αυτό που θέλουν να κάνουν. Δεν έχω την ανάγκη να βρίσκομαι κάπου συγκεκριμένα. Ευτυχώς γιατί έτσι κι αλλιώς δεν μπορώ να πάω πουθενά αυτήν τη στιγμή. Χαχά… Δεν αισθάνομαι πως είναι κάτι δύσκολο για εμένα, το να μην ταξιδεύω, αν σκεφτείς ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου ταξιδεύω, δεν θα μου ράγιζε και τόσο η καρδιά αν δεν ξαναέβγαινα από το σπίτι… Το ξέρω ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να γυρίσω στη δουλειά μου, σε αυτό που συνήθως κάνω, να παίζω σε συναυλίες και να ταξιδεύω. Αλλά αυτή τη στιγμή το να περνάω τον χρόνο μου στο σπίτι είναι κάτι πολύ ικανοποιητικό και πολύ όμορφο, το να είμαι, δηλαδή, κάθε μέρα με τους μικρούς μου γιους, να βλέπω ταινίες, να κάνω ένα δίσκο, να ολοκληρώσω αυτόν το δίσκο το «Hey Clockface», να γράφω ολοκαίνουρια τραγούδια, που ελπίζω, να μπορέσουμε να σας παρουσιάσουμε την επόμενη χρονιά. Όλα αυτά είναι ένα μεγάλο δώρο που δεν το περίμενα, αλλά έγινε λόγω αυτής της κρίσιμης κατάστασης που περνάμε.

Είναι πολύ σημαντικό να συνεχίσουμε να είμαστε μεγαλόψυχοι...

 

Τι έκανες κατά τη διάρκεια του lockdown; Απέκτησες κάποιο καινούργιο χόμπι; Δουλεύεις αυτή τη στιγμή πάνω σε κάτι;
Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για χόμπι. Ήμουν σε περιοδεία όταν τα πράγματα έγιναν σαφώς πιο δύσκολα. Και τότε αρχίσαμε να βλέπουμε άδειες θέσεις σε συναυλίες που γνωρίζαμε πως είναι sold out, οπότε καταλάβαμε ότι ο κόσμος θα αγχωνόταν να έρθει στη συναυλία, κι έτσι μετά το σόου στο Λονδίνο, αποφάσισα ότι θα ήταν ανευθυνότητα εκ μέρους μου να συνεχίσω να βάζω σε κίνδυνο την μπάντα μου και το κοινό. Μετά βγήκε και η ανακοίνωση ότι θα κλείσουν τα σύνορα σε λίγες μέρες, οπότε έπρεπε αναγκαστικά να γυρίσω στην οικογένειά μου. Μετά από αναγκαστική καραντίνα, πήγα μαζί τους σε ένα κάμπινγκ στη Νήσο Βανκούβερ, όπου μείναμε σε ένα μικρός μέρος, που κανονικά δεν είναι για να μένεις συνέχεια. Ήταν περισσότερο ένα μέρος που θα φύγεις το πρωί και θα γυρίσεις το βράδυ. Αλλά εμείς ήμασταν όλη μέρα εκεί. Εκτός από ένα πανέμορφο μονοπάτι μέσα στο δάσος, το οποίο μπορούσαμε να περπατήσουμε, καθώς παρέμεινε ανοιχτό σε σχέση με τα περισσότερα πάρκα που ήταν κλειστά. Αυτό το συγκεκριμένο έμεινε ανοιχτό, οπότε ήμασταν πολύ τυχεροί που μπορούσαμε να πηγαίνουμε βόλτα στον καθαρό αέρα. Σύντομα βρέθηκα να ανασκοπώ τα τραγούδια που είχα ηχογραφήσει περίπου τρεις εβδομάδες νωρίτερα, μετά έγραφα και έγραφα και έγραφα. Όπως επίσης επικοινωνούσα με τους φίλους μου για να σιγουρευτώ πως είναι καλά, με τη μητέρα μου που ζει στην Αγγλία, είναι 93, και με όσους μπορούσα να κρατήσω επαφή. Δεν αισθανόμουν να δυσκολεύομαι να ζω με αυτόν τον τρόπο. Το ξέρω πως είναι διαφορετικό αν ζεις σε μια πολύ πυκνοκατοικημένη πόλη, οπότε ανησυχούσα για τους φίλους μου στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο.

Στιγμιότυπο από συναυλία του Elvis Costello, 2012

Ζεις μαζί με την Diana Krall εδώ και πολλά χρόνια. Με ποιον τρόπο σε έχει επηρεάσει δημιουργικά και πώς πιστεύεις ότι την έχεις εσύ επηρεάσει;
Δεν πιστεύω πως επηρεάζει ένας τον άλλον σχεδόν καθόλου, θα έλεγα. Εννοώ πως έχουμε τελείως διαφορετικά ερεθίσματα στη μουσική, διαφορετικές ικανότητες. Είναι ερμηνεύτρια, κάτι που απαιτεί τεράστια συγκέντρωση και ηρεμία για να φτάσεις βαθιά μέσα σε ένα τραγούδι, για να βρεις κάτι νέο και αυθεντικό σε ένα τραγούδι που ίσως κυκλοφόρησε στο παρελθόν. Πολλοί άνθρωποι τραγουδάνε, αλλά μένουν στην επιφάνεια της σύνθεσης και στην πραγματικότητα τραγουδάνε αντιγράφοντας κάποιον άλλον. Η Diana δεν το κάνει αυτό... Την έχω παρακολουθήσει αρκετά, ειδικά φέτος, να «συναρμολογεί» τη μουσική της, ήμουν εκεί αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επηρέασα το αποτέλεσμα όπως και να έχει. Έχουμε σίγουρα γράψει υπέροχα τραγούδια μαζί. Ο τρόπος που η Diana επηρεάζει εμένα έχει να κάνει με την παρουσία της αγάπης της στη ζωή μου και όχι με τις μουσικές μου επιλογές. Έχω καλύψει πολύ έδαφος τα χρόνια που είμαστε μαζί, όπως και αυτή ήταν πάντα πολύ ενθαρρυντική προς εμένα και προς ό,τι έκανα. Και πάντα χαιρόμουν να της παίζω τα τραγούδια, αυτά που είχα ολοκληρώσει. Και οι δυο το κάνουμε αυτό. Είναι μια στιγμή που μας αρέσει.

Τι κάνεις για να φορτίσουν οι δημιουργικές σου μπαταρίες;
Δεν είμαι σίγουρος. Δεν ξέρω, γιατί η ζωή συνήθως κινείται τόσο γρήγορα, με όλα αυτά τα ταξίδια και τις παραστάσεις. Έτσι γίνονται τα πράγματα τα τελευταία 40 χρόνια. Μερικές φορές ίσως νιώσω ότι δεν έχω κάποια ώθηση για να γράψω ή δεν υπάρχει κάτι νέο να πω. Αλλά συνήθως περνάει, δεν αγχώνομαι γι’ αυτό, γιατί θεωρώ πως αυτός θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να παραλύσω. Τώρα, που σταμάτησα να ταξιδεύω για λίγο καιρό υποχρεωτικά, θα έλεγα ότι δεν έχω ξανακάνει τόσο πολλή δουλειά όσο έκανα τους τελευταίους 6-7 μήνες. Νομίζω από τότε που ήμουν 22. Στην πραγματικότητα πολλή περισσότερη απ’ όταν ήμουν 22. Με τη διαφορά ότι έπαιζα συνέχεια σε παραστάσεις, όταν ήμουν 22-23. Αυτή τη στιγμή δεν το κάνω αυτό, οπότε σίγουρα μπορώ να καταφέρω περισσότερα εφόσον δεν είμαι όλη την ώρα πάνω σε αεροπλάνα και λεωφορεία, εννοώ ότι κοιμάμαι στο δικό μου κρεβάτι κάθε βράδυ. Για όσο λοιπόν διαρκέσει αυτή η κατάσταση, πιστεύω πως είναι πολύ σημαντικό να συνεχίσουμε να είμαστε μεγαλόψυχοι, να συνεχίσουμε να επικοινωνούμε με τον κόσμο, είτε για να βεβαιωθούμε πως όλοι είναι καλά είτε για να τους στείλουμε μουσική, που ίσως κάπως χρησιμεύσει σε κάποιον. Αυτό είναι κάτι που πάντα προσπαθούμε να κάνουμε. Αν όλα πάνε καλά, στο τέλος θα έχουμε πολύ μεγαλύτερο ρεπερτόριο, με πολλά νέα τραγούδια να παίξουμε. Θα είναι συναρπαστικά.

Αν ο 23χρονος εαυτός σου μπορούσε να σε δει τώρα, αυτός με το «My Aim Is True» τι θα σκεφτόταν; Και τι θα σκεφτόσουν εσύ γι’ αυτόν;
Θα έλεγα ότι ο 23χρονος εαυτός μου ίσως έμενε έκπληκτος που είμαι ακόμα ζωντανός, ή μάλλον ο 25χρονος εαυτός μου σίγουρα θα έμενε έκπληκτος που είμαι ακόμα ζωντανός. Ο 23χρονος εαυτός μου θα χαιρόταν πολύ που κατάφερα να κάνω μια καριέρα 40 χρόνων στη μουσική, που ήταν πάντα αυτό που ήθελα να κάνω. Αυτό που ήθελα είναι να γράφω τραγούδια, πότε δεν είχα σκοπό να γίνω τραγουδιστής, αλλά κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να πει τα τραγούδια μου, επειδή είναι πολύ ασυνήθιστα και σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά δύσκολα για να τα τραγουδήσεις. Μπορεί να μη φαίνονται έτσι όταν τα ακούς, αλλά θα πρέπει να προσπαθήσεις να τα τραγουδήσει για να καταλάβεις πόσο δύσκολα είναι. Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία είμαι ευγνώμων. Κυρίως το ότι είμαι υγιής αυτή τη στιγμή και η μικρή δυσάρεστη εμπειρία των δύο τελευταίων ετών ανήκει πια στο παρελθόν. Διατηρώ φιλικές σχέσεις 40 ή και περισσότερων χρόνων με δύο μουσικούς, όπως και με άλλους πολλούς συναδέλφους που έχουμε παίξει μαζί, και είμαι πραγματικά πολύ χαρούμενος που μοιράστηκα τον χρόνο μου μαζί τους. Και ακόμα δεν έχει τελειώσει. Υπάρχουν πολλές σκέψεις, πολλές μεγάλες εκπλήξεις, που θα έρθουν πολύ σύντομα, όχι μόνο το «Hey Clockface». Αν, λοιπόν, ο 23χρονος εαυτός μπορούσε να με δει, σίγουρα θα ήταν χαρούμενος που δεν βασίστηκα μόνο σε ένα τραγούδι 40 χρόνια πριν, για να φτιάξω μια καριέρα. Προσπαθώ να σκέφτομαι το επόμενο τραγούδι. Και βλέπω πως όλα εκείνα τα παλιά τραγούδια έχουν σημασία και τώρα. Γιατί όντως έχουν σημασία για εμένα αλλιώς δεν θα τα τραγουδούσα. Αυτή είναι η απάντηση.

Σε ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου…
Σε ευχαριστώ για τη συζήτηση, ελπίζω να είσαι καλά και τα πράγματα να γίνουν καλύτερα σύντομα και να υπάρξει μια ακόμα ευκαιρία να παίξουμε στην Αθήνα ή κάπου αλλού στην Ελλάδα.