Μουσικη

Οι ευαίσθητες χορδές του Γιώργου Μαζωνάκη

Οι αναμνήσεις, οι ιστορίες και η αγάπη του για το Μπουζούκι

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 748
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Γιώργος Μαζωνάκης ξεκίνησε μία πρωτοβουλία με τίτλο «Μπουζούκι. Οι Ευαίσθητες Χορδές», για να αποκτήσει ξανά το μπουζούκι τη χαμένη του αίγλη.

«Θα πάω να συναντήσω τον Μαζωνάκη, στο σπίτι του. Έχουμε θέμα το Μπουζούκι». «Α, τέλεια», λέει ο Παυριανός, «θα έρθω κι εγώ, θα περάσουμε πολύ ωραία». Τελικά μαζευόμαστε κι άλλοι, φίλοι αγαπημένοι και του Γιώργου. Κι έτσι η διαδρομή Εξάρχεια - Βούλα γίνεται μία εκδρομή και η συνέντευξη, ανάμεσα σε μας, τον Γιώργο Μαζωνάκη και τους αγαπημένους του ανθρώπους που είναι μαζεμένοι εκεί, εξελίσσεται σε ένα μικρό πάρτι που κρατάει μέχρι αργά το απόγευμα.

Και ίσως αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να περιγράψει ο ίδιος την αγάπη που έχει για το Μπουζούκι: το θεωρεί δεδομένο στη ζωή του, όπως τις αγαπημένες του δύο αδερφές, την οικογένειά του, τους ανθρώπους που τον προσέχουν και τους φίλους του.

Γιώργος Μαζωνάκης © Boris Pilipenko

Οι Ευαίσθητες Χορδές, το μήνυμα του Γιώργου Μαζωνάκη

Πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησε ένα βίντεο-μήνυμα στα social media του Γιώργου Μαζωνάκη όπου, με λόγια απλά, εξηγεί αυτό που ξεκίνησε ο ίδιος – μία εκστρατεία για να αποκτήσει το Μπουζούκι ξανά την παλιά του αίγλη και αξιοπρέπεια:
«Μπουζούκι. Οι Ευαίσθητες Χορδές. Από 15 χρονών που θυμάμαι τον εαυτό μου να τραγουδώ, το μπουζούκι ήταν πάντα δίπλα μου… Μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια άλλες φορές το άκουγα, με κουνούσε, που λέμε κι άλλες όχι… Ο λόγος είναι ότι, μάλλον το θεωρούσα δεδομένο… Τίποτα δεν είναι δεδομένο! Όπως έχω ξαναπεί, όσα χρόνια τραγουδάω, άλλα τόσα λαϊκά τραγούδια τραγουδάω. Το λαϊκό τραγούδι, για μένα, είναι ο δρόμος μου, είναι η ζωή μου, η αποστολή μου. Πέρσι, αν θυμάμαι καλά, το Μάρτιο, μπαίνοντας στο studio, ήμουν μπροστά σ’ ένα μικρόφωνο και ηχογραφούσα το κομμάτι «Ώρες Μικρές»... και λέω το «Ώρες Μικρές» –θα κάνω μια παρένθεση–, διότι η μελωδία του μπουζουκιού την ώρα που ξεκινά, όχι απλώς με κούνησε, με ταρακούνησε! Και συνειδητοποίησα πόση δύναμη, μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά έχει αυτό το όργανο, το μπουζούκι. Σκέφτηκα, λοιπόν, είναι δυνατόν το μπουζούκι να αντιμετωπίζεται στις μέρες μας, ως νοσταλγία, ως παρελθόν, ως μουσειακό είδος; Φυσικά και δεν γίνεται να αντιμετωπίζεται έτσι, διότι το μπουζούκι είναι σύγχρονο, είναι κλασικό, είναι παγκόσμιο. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, αυτή τη συζήτηση… Για εμένα το μπουζούκι είναι ο πόνος μου, είναι η χαρά μου, είναι ο έρωτας, είναι η απώλεια, είναι ο θρίαμβος… Για εμένα το μπουζούκι είναι οι Ευαίσθητες Χορδές μου!»

Γιώργος Μαζωνάκης: Λαϊκός και Gucci

Ο Γιώργος Μαζωνάκης, παιδί του Πειραιά, της Νίκαιας, με καταγωγή από την Κρήτη είναι ένας καλλιτέχνης με λαϊκή καρδιά. Γνωρίζει το μπουζούκι και το φυλάει καλά μέσα του, ακόμα κι όταν τραγουδάει το «Gucci φόρεμα» σε μαγαζάρες με καναπέδες (αντί για τραπέζια) και ύφος σούπερ κλαμπ. Ένας άνθρωπος που κρατάει την προσωπικότητα και τις αγάπες του προφυλαγμένες, μπροστά στις μεγάλες πίστες και τον κόσμο της νυχτερινής υστερίας. Βαρύς όσο χρειάζεται, με χιούμορ όσο χρειάζεται για να φορέσει και τη φούστα-παντελόνι μπροστά στο κοινό, απλός αλλά και έτοιμος για μία φωτογράφηση από τον φακό του Phil Poynter. Παιδί της νύχτας αλλά και άρχοντας στην κουζίνα του, να μαγειρεύει ρεβίθια με τη συνταγή της μαμάς του. Λαϊκός αλλά και να υποδύεται τον εγκληματολόγο αφηγητή στο cult ροκ μιούζικαλ Rocky Horror Show, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου. Ένα double bill που το λάνσαρε από την πρώτη κιόλας στιγμή που εμφανίστηκε επίσημα στη δισκογραφία,  με τον Τάκη Τσαντίλη να τον ντύνει σαν να ήταν έτοιμος για editorial μόδας στο Κλικ: μπότες-φίδι, χαϊμαλιά, καπέλα, camo μιλιτέρ παντελόνια. Ένα στιλ που ο Γιώργος το «φόρεσε» με αξιοθαύμαστη απάθεια. Ήταν ψύχραιμος και κουλ μπροστά σε κάθε υπερβολή του είδους που ονομάζουμε: μπουζούκια.

Φωνή βαριά και στέρεη, με χροιά κλασικών τραγουδιστών της χρυσής περιόδου 60-70s και ύφος «εδώ και τώρα» έγινε το είδωλο ακριβώς όταν ξεκινούσε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι να μπαίνει στα κλαμπ και να συμβαίνει εκείνη η μεγάλη θολούρα της νύχτας. Την τραγούδησε τη νύχτα ο Γιώργος, όπως της αξίζει, δυνατά, με πάταγο και ντέρτι, με κοστούμια, με χορευτές, με σαμπάνιες, με πριβέ πάρτι, με ουρές έξω από το καμαρίνι, με μία τεράστια μαρκίζα να αναβοσβήνει από πάνω μας τη λέξη «Μπουζούκια».

Εκεί νομίζω ότι εντοπίζει σήμερα πλέον και ο ίδιος ο Γιώργος Μαζωνάκης, αυτό που χάθηκε – και αυτό που καθιερώθηκε, με αυτή τη λέξη. Η διαφορά ανάμεσα στον τρυφερό, σόλο ήχο της λέξης «Μπουζούκι», με τον ορυμαγδό και την τηλεορασίλα της λέξης «Μπουζούκια».

Maison Mazo: Στο Σπίτι του Μαζωνάκη

Φθάνοντας στον Οίκο Μαζώ, στη Βούλα, μας υποδέχεται όλο το Μαζωνακέικο και ένα τρελά χαρούμενο κατάμαυρο schnauzer, η Αρίθα («Αρίθα! Έλα επαέ!», όπως τη φωνάζουν στον τόπο του, στην Κρήτη). Ο Γιώργος αγαπάει πολύ όλες τις μαύρες soul φωνές όπως την ArethaFranklin και ειδικά τις τραγουδίστριες της Motown. Θεωρεί ότι λένε τους «αμανέδες της Δύσης».

Ένα κομψό, μοντέρνο, ευάερο και ευήλιο σπίτι, με άνετους χώρους που συχνά φαίνονται γωνιές του στις φωτογραφίες που ανεβάζει ο Γιώργος στο λογαριασμό του στο Instagram. Διακριτικά μπεζ, μπλε, γκρι και κίτρινα χρώματα και πίνακες και αντικείμενα καλλιτεχνών που αγαπάει ο Γιώργος και φαίνονται να είναι διαλεγμένα και τοποθετημένα με αξιοθαύμαστη άποψη στη γραμμή, το στιλ και τις αναφορές. Όπως και ο ίδιος, έτσι και το σπίτι είναι ένα μοντέρνο, καλοσχεδιασμένο lounge αλλά γεμάτο από την ανεμελιά και την άνεση της αγάπης και των πολλών ανθρώπων που το επισκέπτονται.

To πρότζεκτ «Μπουζούκι, Ευαίσθητες χορδές»

Ο Γιώργος μιλάει γρήγορα και ένθερμα για την πρωτοβουλία του αυτή, να βγάλει από το μπουζούκι «τη βηταδούρα του πράγματος». Έχει μαζέψει και μαζεύει βαριές υπογραφές ειδικών κι επωνύμων  που μιλούν για το όργανο και την κουλτούρα του, γιατί «πρέπει να ξαναγνωριστούμε με το μπουζούκι». Ονόματα όπως Χρήστος Νικολόπουλος, Θανάσης Πολυκανδριώτης, Σταμάτης Κραουνάκης, Μίκης Θεοδωράκης και άλλοι. Έχοντάς το σαν δεδομένο στη ζωή του, το είχε σχεδόν ξεχάσει, «όπως γίνεται και με τις σχέσεις» λέει. Μπορεί ακόμα και να τον εκνεύριζε, να μην το ήθελε καν. Όπως τον εκνεύριζε και η στάση «Μωρέ, δεν πάω στα μπουζούκια». («Σε ρώτησε κανείς;»)

Αναρωτιέμαι πώς, όλη αυτή η εικόνα του μεγαλοχασάπη που τα σκορπάει, η ερωτική διαθεσιμότητα που ανεβαίνει στα τραπέζια και χορεύει τραγούδια που γράφτηκαν για να ανοίγονται μπουκάλες, όλη αυτή η φτηνή καψούρα, πώς θα διαφοροποιηθεί από το μπουζούκι. Ο Γιώργος λέει ότι στα δικά του τραγούδια ο έρωτας, ακόμα και η καψούρα «γίνονται με ελεγκάν τρόπο».

Ο ίδιος, όμως, πάει κόντρα κι επιμένει σε «εκείνες τις καταπληκτικές εισαγωγάρες που είχανε παλιά τα κομμάτια με μπουζούκι και σήμερα δεν τις βάζουν πια γιατί ο κόσμος «βαριέται να ακούσει». Αρχίζουν με τον Παυριανό και μιμούνται με τη φωνή τους την εισαγωγή της «Αραπιάς» του Τσιτσάνη («το λέω και ανατριχιάζω» είναι η ατάκα). Οραματίζονται σκηνές να βγαίνει ένας τραγουδιστής να τραγουδάει και από πίσω του – όχι ένα, ΔΕΚΑ μπουζούκια να παίζουν. Ο Γιώργος μας αποκαλύπτει ότι στα γυρίσματα  για το musicvideo από το ζεϊμπέκικο «Ώρες Μικρές», συμμετείχαν δεκάδες επαγγελματίες μπουζουξήδες.

Γιώργος Μαζωνάκης © Boris Pilipenko

Μέσα στον ενθουσιασμό, ο Παυριανός δεσμεύεται να του γράψει και τους στίχους για ένα τραγούδι «Οι ευαίσθητες χορδές μου» (που φυσικά θα έχει την αντίστοιχη επιτυχία με το «Παιδί της νύχτας» και το «Αλλάξανε τα πλάνα μου, κοιμήθηκα στης μάνας μου» που του έχει γράψει παλιότερα).

Διότι, ναι, το Μπουζούκι στέκει άξια μπροστά σε μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες, μπορεί να πάρει κάθε ύφος και ρόλο, να σταματήσει πλέον να το απαξιώνει ο κόσμος. Πριν λίγες μέρες, ο Μαζωνάκης κάλεσε και τους διευθυντές ραδιοφωνικών σταθμών στο σπίτι του για να τους εξηγήσει και να ανοίξει νέες πόρτες για το μπουζούκι, να πάψουν να το σνομπάρουν. «Εγώ το υποστηρίζω στο ρεπερτόριό μου» λέει. «Το 80% των τραγουδιών μου είναι με μπουζούκια. Μπορώ όμως να παίξω, να πω κι ένα «Γκούτσι». Είμαι πολυσυλλεκτικός, λέω από βαρύ ζεϊμπέκικο του Στράτου Διονυσίου και μετά μπορώ να περάσω σε ένα ελαφρύ του Χιώτη που είναι αφρός. Τόσα χρόνια, τριάντα, δεν θα μπορούσα να κρατώ θέσεις μαγαζιών που κρατώ αν δεν είχα λαϊκό ρεπερτόριο. Δεν είμαι άνθρωπος των δογμάτων και όσο μεγαλώνω είμαι και λιγότερο επικριτικός. Διότι, Γιάννη, θέλει αρ@@δια το μπουζούκι».

Ο μικρός
«Στο σπίτι που μεγάλωσα δεν σταματούσε ποτέ το ραδιόφωνο να παίζει, νύχτα μέρα. Έχω μεγαλώσει με Διονυσίου, με Γαβαλά, με τέτοιους τραγουδιστές. Έχω δει τη μάνα μου και το σόι μου να χορεύουνε ζεϊμπέκικα, τις θειάδες μου και τις γιαγιάδες μου να χορεύουνε χασάπικα που αν τα βλέπανε οι σημερινοί χορευτές θα τρελαινόντουσαν. Άφθονο τραγούδι.
Με βάζανε μικρό και τραγουδούσα. Τα πρώτα τραγούδια που είπα ήταν το «Κάτω από το πουκάμισό μου» και το «Υπάρχω». Καθόμουνα σταυροπόδι, 8 χρονών, στις ταβέρνες που πηγαίναμε και τραγουδούσα. Πάντα μου άρεσε να φοράω κοστούμια με γραβάτα, τα αποκαλούσα «πατέρα», ντυνόμουνα «μπαμπάς». Και πάντα προσπαθούσα να βρω διάφορους τρόπους για να με πάρουνε στις ταβέρνες μαζί τους. Ήμασταν άνθρωποι της μεσαίας τάξης, δεν υπήρχαν λεφτά για μπουζούκια. Ό,τι ζούσαμε ήταν κυρίως μέσα από το ραδιόφωνο. Γι’ αυτό και κανένας δεν απόρησε πώς έγινα τραγουδιστής. Το ζούσα από μικρός. Έλεγα «θα γίνω τραγουδιστής και ηθοποιός». Απορώ πώς δεν έφαγα και bullying στο σχολείο, γιατί μοίραζα και αυτόγραφα. Έφτιαχνα ψεύτικα μικρόφωνα, έκανα ρολό χαρτόνια και περνούσα από μέσα έναν σπάγκο για να κάνει το καλώδιο του μικροφώνου και τραγουδούσα. Μετά, που περάσανε τα χρόνια, πήγαινα κι έβαζα το εσωτερικό σωληνάκι από το στιλό το Bic για να κάνει σαν κεραία.
Στην Α΄ Λυκείου, δύσκολα τα οικονομικά τότε, είχα και δυο-τρεις βαθμούς κάτω από τη βάση, οπότε σταμάτησα το σχολείο και πήγα να δουλέψω σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων για να έχω λεφτά κι από μένα. Ανταλλακτικά αυτοκινήτων τώρα, στο Ρεκτιφιέ 7, στο Βοτανικό, που εγώ ήθελα να γίνω σταρ. Καθόμουνα στην αποθήκη και ζωγράφιζα σε χαρτί τη μαρκίζα μαγαζιών κι έβαζα «Μαζωνάκης» από πάνω με μεγάλα γράμματα κι από κάτω ονόματα γνωστών τραγουδιστών.  Είχα πάει στη Μαρινέλλα στο καμαρίνι της και της είχα πει «Είμαστε συνάδελφοι». Και μου λέει «Συνάδελφοι; Έλα εδώ παιδί μου εσύ» και προχωράω πιο μέσα και μου γράφει το όνομά μου επάνω στο ιλουστρασιόν το πρόγραμμα, ήταν τότε στο Ρεξ, μαζί με τον Βασίλη Τσιβιλίκα. Και μετά από 15-20 χρόνια είχα εγώ εκείνο το ίδιο καμαρίνι. Και τι κάνει μετά; Ρίχνει λακ επάνω στο πρόγραμμα για να μη φύγει ο μαρκαδόρος! Μαγεία!»

«Καθόμουνα λοιπόν εκεί στην αποθήκη και ζωγράφιζα ταμπέλες: Νυχτερινόν Κέντρον Φαντασία - Γιώργος Μαζωνάκης κι από κάτω, ας πούμε, Γιάννης Πάριος και Χάρις Αλεξίου. Κι εκεί, στα 15 μου, σταματάω τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων, ξαναπάω σχολείο και τα βράδια αρχίζω και δουλεύω σε μαγαζί. Ήταν κοντά στο σπίτι μου και λεγόταν «Μουσικό Ρετιρέ”. Περνούσα με το λεωφορείο, το πρωί, για να πάω σχολείο, στο Πολυκλαδικό Λύκειο Αιγάλεω, κι έβλεπα στο μαγαζί μία ραμπίτσα με τρία φωτάκια επάνω, την ταμπέλα, και νόμιζα πια ότι ήταν Χόλιγουντ. Έτσι έπιασα δουλειά. Πήγα και χτύπησα την πόρτα του, μπαίνω, μου λέει «Ποιος τραγουδάει;». «Εγώ» του λέω. «Φύγε από ’δω» μου λέει, και μ΄ έδιωχνε. «Και τι τραγούδια λες;». «Μητροπάνο, Διονυσίου...» του έλεγα. «Βρε άντε φύγε από ’δω». Τελικά πιάνω δουλειά στο μαγαζί. Και σε 15 μέρες μου είχε δώσει τη θέση του πρώτου ονόματος. Πρώτο τραγούδι που έλεγα, “Εγώ θα σου μιλώ με τα τραγούδια μου» του Χρήστου του Νικολόπουλου που σήμερα έχω την τιμή να στηρίζει προσωπικά την πρωτοβουλία μου για το μπουζούκι. Όταν τα λέω, μοιάζει σαν να είναι ταινία».

Όπως λέει ο Παυριανός, «άλλοι ονειρεύονται να κάνουν κάτι και μετά το καταφέρνουν, ο Μαζωνάκης πρώτα το έκανε και μετά το ονειρεύτηκε».

Το ένστικτο
Ο Γιώργος δεν παίζει μπουζούκι, δεν παίζει κανένα όργανο και αυτό, λέει, είναι ένας καημός του.
«Ρωτώντας τον εαυτό μου, υπάρχουν πολλές στιγμές που θα ήθελα να τραγουδήσω και δεν μπορώ γιατί δεν παίζω ένα όργανο, έτσι πάντα, τραγουδούσα και τραγουδώ με παρουσία ορχήστρας, όταν έχω «να δουλέψω». Και μπορεί να έχω τραγουδήσει πολλά διαφορετικά στιλ, η βάση μου όμως είναι το λαϊκό τραγούδι όχι μόνο στον τρόπο τραγουδίσματος αλλά και στο συναίσθημα, αυτό που λέμε η χροιά. Αν με ρωτήσεις τι σημαίνει αυτό, για μένα είναι οι εμπειρίες που κουβαλάς, ποιός είσαι, με ποιούς κάνεις παρέα, τι κάνεις, τι τρως, τι σκέφτεσαι».

Τα πάντα για το Μπουζούκι
Στη συνάντηση εκείνη της ημέρας στο σπίτι του Γιώργου Μαζωνάκη, ακούστηκαν πολλά:
-Τα δημοτικά και τα νησιώτικα της μετεπαναστατικής Ελλάδας εξόρισαν το μπουζούκι από τις ορχήστρες τους.
-Επέστρεψε με τα ρεμπέτικα.
- Ο πρώτος που το καταξιώνει με ουσιαστικά τραγούδια, είναι ο Τσιτσάνης.
-Ο Χιώτης το βάζει στα σαλόνια – ήταν ο πρώτος που έπαιξε μπουζούκι μπροστά στον βασιλιά.
-Και ο Χατζηδάκις το καθαγιάζει.
-Ο Μίκης Θεοδωράκης το ταύτισε με την ψυχή του Λαού.
-Ο Πλέσσας του έβαλε λίγη τζαζ και πνευστά.
- Γιατί δεν υπάρχουν γυναίκες σολίστριες μπουζουκιού;
-Το Μπουζούκι υπάρχει όπως το είδαμε στη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, στα έργα του Γιάννη Τσαρούχη, στην Πρώτη Ύλη του Δημήτρη Παπαϊωάννου, σε αφηγήσεις του Τζίμι Χέντριξ και του Ίαν Άντερσον. Κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να βάζει όρια στο μπουζούκι και σε όσα εκπροσωπεί, υπόσχεται και συμβολίζει.
-Και όπως λέει ο Γιώργος Μαζωνάκης: «Η πρωτοβουλία αυτή είναι για μένα αποστολή ζωής. Είναι μια ανοιχτή πρόσκληση προς όλους, που αγαπούν το μπουζούκι, να συμμετέχουν στην πρωτοβουλία αυτή, η οποία μας αφορά όλους, αφού αφορά το ελληνικό λαϊκό τραγούδι.»


* Οι φωτογραφίες είναι από τα γυρίσματα του music video του τραγουδιού «Ώρες Μικρές», σε μουσική Γιώργου Σαμπάνη και στίχους Ελένης Γιαννατσούλια. Σκηνοθεσία: Νίκος Σούλης.

Βρείτε όλα τα βίντεο εδώ.

Βρείτε τον Γιώργο Μαζωνάκη εδώ:
Facebook: www.facebook.com/gmazonakisofficial
Instagram: www.instagram.com/georgemazonakis/
Twitter: twitter.com/gmazonakis
Youtube: www.youtube.com/channel/UCuHZOTk8MkEzamxYfd3LMNQ
Official Website: https://www.giorgosmazonakis.gr