Μουσικη

Όταν ο Μάιλς Ντέιβις έπεσε θύμα ρατσισμού και αστυνομικής βίας

«Καμία δικαιοσύνη» στην Αμερική του 1959

Δημήτρης Καραθάνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με αφορμή τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ, βουτιά στα σκοτάδια της αμερικανικής ιστορίας: Ο μύθος της τζαζ, Μάιλς Ντέιβις, κακοποιείται στα χέρια αστυνομικών στις 25 Αυγούστου 1959

Από την Αμερική της δεκαετίας του 1950 στον 21ο αιώνα, οι εναλλαγές γεγονότων επαναλαμβάνουν την ίδια επωδό: «Αν είσαι μαύρος, δεν υπάρχει καμία δικαιοσύνη. Καμία». Το σλόγκαν δεν προέρχεται από την ορολογία του κινήματος Black Lives Matter ούτε από τη ρητορική των διαδηλωτών, σε αυτή την τόσο οριακή περίοδο για την αμερικανική κοινωνία, που ακολούθησε τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ. Το παρελθόν παρεμβαίνει ώστε να μιλήσει για το σήμερα, μέσω μιας ευρέως άγνωστης ιστορίας και ασπρόμαυρων ντοκουμέντων: 61 χρόνια πριν, στο απόγειο της φήμης του, ο Μάιλς Ντέιβις ξυλοκοπήθηκε αναίτια και συνελήφθη από λευκούς αστυνομικούς της Νέας Υόρκης. Τι ακριβώς συνέβη στις 25 Αυγούστου 1959;

O Μάιλς Ντέιβις στο στούντιο τον Οκτώβριο του 1959, δύο μήνες μετά τη σύλληψή του από αστυνομικούς στη Νέα Υόρκη | photo © Hulton Archive/Getty Images

Η τζαζ και ο ρόλος των μαύρων

Η τζαζ έχει παίξει τον δικό της ρόλο στη διαμόρφωση του αμερικανικού χαρακτήρα. «Στο βάθος της, εκφράζει την καταπίεση και τη συμπόνια μιας μειονότητας», έγραφε ο ακαδημαϊκός Μάρσαλ Στερνς εξιστορώντας τη μουσική κληρονομιά ενός λαού ο οποίος πορεύτηκε στις παρυφές του πογκρόμ των φυλετικών προκαταλήψεων και δημιούργησε τέχνη που επιβίωσε εμπορικά μέσα στον δημογραφικό κύκλο των λευκών. Ανάμεσα σε όλες τις δεσποτικές φυσιογνωμίες της τζαζ, ο Μάιλς Ντέιβις θα βασιλεύει πάντοτε ως κορυφαίος τρομπετίστας και συνθέτης που διεύρυνε τα όρια του ιδιώματος. Από τα χρόνια της bebop μέχρι την ηλεκτρική περίοδο, το έργο του αποτέλεσε τον κυριότερο συντελεστή της παγκόσμιας εξάπλωσης της τζαζ, ενώ οι ακροατές δεν παύουν ως τις μέρες μας να δηλώνουν αφοσίωση και υποταγή στην ιδιοφυΐα του.

Το καθοριστικότερο στοιχείο της ταυτότητάς του, το χρώμα του δέρματός του, δεν έπαψε να του βάζει τρικλοποδιές σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Τα ανέκδοτα, άφθονα: Γείτονες που τον έπαιρναν στο κατόπι με καραμπίνα κατά την παιδική του ηλικία, ρατσιστικά υβρεολόγια, διαγωνισμοί τους οποίους έχανε στο Τζούλιαρντ από υποδεέστερους λευκούς συμφοιτητές του, ξενοδοχεία στα οποία έκανε κρατήσεις μέσω της συζύγου του, προκειμένου να μην του απαγορευτεί η είσοδος. «Αν δεν είχα υποστεί τόση προκατάληψη, πιθανότατα δε θα είχα τέτοια θέληση να διακριθώ», έλεγε ο ίδιος. Κανένα περιστατικό ωστόσο δεν υπογραμμίζει τη μισαλλοδοξία που συνάντησε όσο η αναμέτρησή του με τον νόμο το 1959, λίγες μόλις ημέρες μετά την κυκλοφορία του μνημειώδους «Kind of Blue».

O Mάιλς αιμόφυρτος, σε δημοσίευμα της εποχής

Βία στη Νέα Υόρκη

Να πώς ανακαλεί ο ίδιος το περιστατικό, μέσα από το βιβλίο «Μάιλς: Αυτοβιογραφία», που έγραψε σε συνεργασία με τον Κουίνσι Τρουπ και εξέδωσε το 1989:

«Είχα μόλις συνοδεύσει αυτό το όμορφο λευκό κορίτσι που λεγόταν Τζούντι σε ένα ταξί και στάθηκα έξω από τη Birdland στάζοντας, γιατί ήταν μια καυτή νύχτα του Αυγούστου. Ένας λευκός αστυνομικός εμφανίζεται και μου λέει να ξεκουμπιστώ. Εκείνη την περίοδο έκανα πολύ μποξ και αναλογιζόμουν ότι έπρεπε να τον χτυπήσω τον κ@ρ&*λη, γιατί καταλάβαινα πού το πήγαινε. Αντίθετα απάντησα: “Να ξεκουμπιστώ; Για ποιο λόγο; Εδώ δουλεύω. Να και το όνομά μου, Μάιλς Ντέιβις”, είπα δείχνοντας τη μαρκίζα με το όνομά μου στολισμένο με λαμπιόνια.

»Αποκρίθηκε: “Δε με νοιάζει πού δουλεύεις, φύγε από εδώ. Αν δε φύγεις, θα σε συλλάβω. Έμεινα να τον κοιτάζω κατάματα, ακλόνητος στη θέση μου. Τότε είπε: “Συλλαμβάνεσαι”. Έκανε να πιάσει τις χειροπέδες του, βηματίζοντας προς τα πίσω. Με τη σειρά μου πλησίασα, διότι δεν ήθελα να του δώσω την απόσταση που θα του επέτρεπε να με χτυπήσει στο κεφάλι… Πλήθος είχε συγκεντρωθεί, κόντευε να ξεσπάσει φυλετική ταραχή, και ξαφνικά, από το πουθενά, ένας λευκός ντετέκτιβ ορμά και ΜΠΑΜ!, με χτυπά στο κεφάλι. Ούτε που τον είδα να έρχεται. Αίμα έτρεχε στο κοστούμι μου.

»Έπειτα οι αστυνομικοί με οδήγησαν στο τμήμα, όπου με φωτογράφιζαν αιμόφυρτο. “Είσαι εξυπνάκιας, ε;”, έλεγαν και με σκουντούσαν, προσπαθώντας να με εξοργίσουν ώστε να τους δώσω την αφορμή να με χτυπήσουν ξανά. Εγώ απλώς στεκόμουν εκεί, υπομένοντας, παρακολουθώντας κάθε τους κίνηση.

»Θα μπορούσα να περιμένω τέτοιες συμπεριφορές πίσω στο Σεντ Λούις, αλλά όχι εδώ, στη Νέα Υόρκη, την υποτιθέμενη ανεκτικότερη, πιο χιπ πόλη του κόσμου. Από την άλλη, ήμουν για άλλη μια φορά περιστοιχισμένος από λευκούς και έχω μάθει πώς όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αν είσαι μαύρος, δεν υπάρχει καμία δικαιοσύνη. Καμία».

Το επεισόδιο εξελίχθηκε σε εθνικό σκάνδαλο και ο Μάιλς Ντέιβις κίνησε νομικές διαδικασίες εναντίον της αστυνομίας. Παρά τα αδιάσειστα στοιχεία, τις καταθέσεις μαρτύρων, τα φωτογραφικά ντοκουμέντα και το γεγονός ότι τουλάχιστον ένας από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς αποδείχτηκε μεθυσμένος, το κατηγορητήριο κατέπεσε. Η αντίδρασή του, όπως την περιγράφουν οι οικείοι του: «Πιστεύει ότι του επιτέθηκαν γιατί είναι μαύρος και στη συνέχεια του αρνήθηκαν δικαιοσύνη γιατί είναι μαύρος». Και η ιστορία θα επαναλαμβάνεται, όσο η Αμερική την αρνείται.