Μουσικη

Οι Babo Koro είναι η μπάντα του αυθεντικού γλεντιού

Ήχοι βαλκανικοί, φολκ, swing και μια ανάγκη για χορό από μια νέα μπάντα

Νίκος Παπαηλιού
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο «Σίσυφος» είναι το πρώτο άλμπουμ των Babo Koro και με τον συνδυασμό διαφορετικών αλλά πάντα χορευτικών μουσικών θυμίζει κάτι από ελληνικό γλέντι

Αγάπησαν τα ελληνικά γλέντια λίγο πιο ρομαντικά. Τα έζησαν στο έπακρο, μάζεψαν εικόνες και ήχους από αυτά και κατάλαβαν ότι αυτό είναι που τους χαρακτηρίζει. Δημιούργησαν μουσική, στίχους και με μια ειλικρινή διάθεση για τραγούδι και χορό, έφτιαξαν τον «Σίσυφο». Έναν δίσκο με έντονα συναισθήματα, αναμνήσεις και μια φυσική έμπνευση που σε ωθεί να σηκωθείς και να χορέψεις, όπου κι αν βρίσκεσαι. Ο χορός άλλωστε είναι το δεύτερο συνθετικό του ονόματος τους, όπως μας εξηγούν. Οι Babo Koro, ένα γκρουπ βγαλμένο από τα αγαπημένα τοπικά γλέντια και την βαλκανική κουλτούρα, κυκλοφόρησαν φέτος το πρώτο τους άλμπουμ και αφηγούνται στην Athens Voice την δική τους ιστορία.

Πώς γεννήθηκαν οι Babo Koro και τι σημαίνει το όνομα;
«Μπάμπω» λένε τη γιαγιά στη βόρεια Ελλάδα, ενώ το «κόρο» είναι λέξη που έρχεται από τον αρχαιοελληνικό «χορό», έννοια που συνδύαζε τραγούδι και χορό. Εν ολίγοις, γιαγιά που χορεύει και τραγουδάει. Αυτή η εικόνα, και ιδίως η ανάμνησή της από τα τοπικά γλέντια ανά την Ελλάδα, μας δημιουργεί πολύ έντονα συναισθήματα και μας εμπνέει πολύ. Είναι μια εικόνα μικρής νίκης απέναντι στο θάνατο, αψήφισης, νοσταλγίας, θαυμασμού, νεότητας πνεύματος.

Βέβαια, παράλληλα, το «Babo Koro» αντιπροσωπεύει ένα σύνολο που ξεκίνησε από τέσσερις μουσικούς και φίλους που συνδημιούργησαν τη μουσική και τους στίχους του δίσκου «Σίσυφος», και στην πορεία διευρύνθηκε με ανθρώπους που αγάπησαν την μουσική και αισθητική πρότασή του. Εδώ και περίπου δύο χρόνια, το σχήμα πήρε την τρέχουσα επταμελή μορφή του.

Ακούγοντας σας κανείς νομίζει, ότι έχετε μεγάλη επιρροή από τη λαϊκή παράδοση, τις ανθρώπινες σχέσεις και την ελληνική φύση. Από πού παίρνετε έμπνευση για τα τραγούδια σας και τι θέλετε να περάσετε στο κοινό σας;
Η έμπνευση είναι κάτι το οποίο δεν γνωρίζουμε και σε μεγάλο βαθμό δεν το ψάχνουμε. Έρχεται με τρόπο φυσικό. Εμείς προσπαθούμε να είμαστε ανοιχτοί σε ερεθίσματα, μουσικά και μη, και φροντίζουμε να ανακινούμε και να αναδεύουμε τα μέσα μας ώστε, όταν έρθει η ώρα τους και καλεστούν από τα γεγονότα, να βγουν προς τα έξω με τη μορφή μουσικής και στίχου. Δεν υπάρχει μια σαφής ιδεολογική γραμμή την οποία θέλουμε να περάσουμε. Εμείς δημιουργούμε αισθητικά πλαίσια μέσα στα οποία ο κάθε άνθρωπος μπορεί να εντάξει αυτό που εκείνος αισθάνεται. Είναι όπως οι λέξεις, οι οποίες θολά «περιχαρακώνουν» ένα κομματάκι μέσα στον ωκεανό του νοήματος αλλά για τον καθένα και την καθεμιά έχουν διαφορετικό συναισθηματικό αποτύπωμα.

Ποιες είναι οι μουσικές σας επιρροές;
Η σημαντικότερη επιρροή, όχι μόνο μουσικά αλλά και αντιληπτικά, είναι τα παραδοσιακά γλέντια. Παρ’ όλο που το άκουσμα μας δεν κατατάσσεται στο παραδοσιακό, εκεί βρήκαμε τον κοινό μας τόπο, έναν τόπο στον οποίο χώραγε τόσο η διαφορετική μουσική αφετηρία όσο και οι επιρροές του καθενός. Εκτός της ευρύτερης ελληνικής και βαλκανικής παράδοσης, είναι πολλοί οι μουσικοί και οι μουσικές που ακούμε και μας αφήνουν με ανοιχτό το στόμα, και αν έπρεπε να επιλέξουμε κάποιους σίγουρα θα αναφέραμε τους Ojos de Brujo, Mode Plagal, Ivo Papazov, Avishai Cohen, Fanfare Ciocarlia, Taraf de haidouks, The Turbans, Steven Wilson, Tool. Η υφολογική διασπορά μεταξύ όλων αυτών είναι μεγάλη, αλλά αυτό είναι κάτι που μάλλον χαρακτηρίζει το «Σίσυφο».

Τι σας ώθησε να γράψετε τον «Σίσυφο»;
Η ανάγκη να μεταφράσουμε την υπερδεκαετή μεταξύ μας αλληλεπίδραση σε πρωτότυπο υλικό, να εκφράσουμε τη δημιουργικότητά μας με έναν τρόπο που να μη μας περιορίζει, να καταγράψουμε το μουσικό συναίσθημα από ένα στιγμιότυπο της μουσικής μας πορείας, και να τοποθετηθούμε για ορισμένα κοινωνικά ζητήματα που έπεσαν με μεγάλη φόρα πάνω μας.

Στον φετινό δίσκο θα συναντήσει κανείς από βαλκανικούς και φολκ ήχους, μέχρι και swing. Τι είναι αυτό που σας ταιριάζει τελικά περισσότερο;
Όλα αυτά τα στοιχεία, καθώς και αυτά που μπορεί να ακούσει κανείς στο live μας. Ο «Σίσυφος» δημιουργήθηκε χωρίς καθόλου στεγανά, γι’ αυτό άλλωστε και υπάρχει αυτή η υφολογική πληθώρα στο δίσκο. Επίσης δημιουργήθηκε χωρίς περιορισμούς, γι΄ αυτό και στο δίσκο συνολικά συμμετέχουν εκτός του σχήματος άλλοι εννέα μουσικοί, εκφράζοντας ο καθένας το χρώμα που είχαμε φανταστεί για το κάθε κομμάτι. Ο κοινός τόπος όλων των ακουσμάτων είναι η στιχουργική και ενορχηστρωτική προσέγγιση. Φιλοδοξία μας αποτελεί το να είναι αναγνωρίσιμος ο ήχος μας λόγω της ιδιαιτερότητας αυτών των δύο προσεγγίσεων, και όχι τόσο επειδή θα ταιριάξουμε σε κάποια συγκεκριμένη υφολογική φόρμα.

Το «Γέλα μου» είναι το κομμάτι που είδαμε περισσότερο στο Timeline μου από τον «Σίσυφο» και σε αυτό μεγάλο ρόλο έπαιξε το πολύ όμορφο κλιπ του Θοδωρή Παπαδουλάκη και του Γιώργου Πανταζή. Ποιο ήταν το μήνυμα που θέλατε να περάσετε μέσω του φιλμ και του τραγουδιού;
Για το «Γέλα μου» δημιουργήσαμε μία μικρού μήκους ταινία με σκοπό την ευαισθητοποίηση στο πολύ σοβαρό ζήτημα του προσφυγικού/μεταναστευτικού. Βασικό στοιχείο του βίντεο αποτελεί η αντίθεση εικόνας και στίχου, και ο στόχος ήταν η επέκταση του νοήματος των στίχων και όχι η απλή οπτικοποίησή τους.

Στην αφήγηση κυριαρχούν δύο στοιχεία ταύτισης με τους ήρωες. Το πρώτο είναι ο έρωτας. Συνήθως οι μετανάστες μας παρουσιάζονται με έναν σχεδόν λογιστικό τρόπο, ως αριθμοί σε ναυάγια και σε κέντρα «φιλοξενίας», με αποτέλεσμα συχνά να ξεχνάμε πως έχουν ελπίδες και όνειρα, ερωτεύονται, αγαπιούνται, και πως πίσω από κάθε αριθμό κρύβεται μία, συνήθως τραγική, ανθρώπινη ιστορία. Το δεύτερο στοιχείο ταύτισης είναι η θύμηση. Η κοινωνία μας είναι ποτισμένη από προσφυγικά και μεταναστευτικά δράματα, τόσο από τη Σμύρνη όσο και από την ακόμα πιο πρόσφατη ιστορία με τα τεράστια μεταναστευτικά ρεύματα της δεκαετίας του ‘60 και της δεκαετίας που μας πέρασε, ωστόσο φαίνεται πως έχει έχει τρομακτικά βραχύβια μνήμη. Η ζωή αντιστρέφει πανεύκολα τους ρόλους, η βιολογική ή πολιτισμική «καθαρότητα» επιστημονικά μοιάζει με αστείο πλέον, και ο φυσικός και οικονομικός πόλεμος γεννά δυστυχία ανεξαρτήτου χρώματος και θρησκείας.

Ευτυχώς υπήρξαν στην Ελλάδα πολλές κοινωνικές ομάδες αλλά και άτομα που κυριολεκτικά άνοιξαν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους με ανιδιοτέλεια, ξεπερνώντας τις επιφυλάξεις τους και τον φόβο τους, και έδειξαν με απλές πράξεις, όπως για παράδειγμα με τις κουζίνες αλληλεγγύης, το δρόμο για έναν καλύτερο κόσμο. Στο δικό μας αφήγημα αυτοί οι άνθρωποι προσωποποιούνται από τη Σμυρνιά γυναίκα που ανοίγει το σπιτικό της, και συνειδητά επιλέξαμε την ελπίδα σαν το τελικό μήνυμά μας.

Πώς σας φάνηκε το Balkan Fest; Ποιες ομοιότητες βλέπετε στη βαλκανική μουσική καθώς και στους λαούς;
Τα Βαλκάνια είναι μία πολύ ταλαιπωρημένη περιοχή, ιστορικά μιλώντας. Χαρακτηρίζονταν από τη συνεχή μετακίνηση των πληθυσμών τους, και τα συχνότερα επαγγέλματα ήταν γυρολογικού χαρακτήρα. Η έντονη αλληλεπίδραση αυτών των πληθυσμών ήταν αναπόφευκτη, ειδικά στη λαϊκή μουσική. Είναι πολύ συχνό να ακούσουμε κάτι που φαινομενικά προέρχεται από άλλη βαλκανική χώρα και ωστόσο μας αγγίζει, χτυπώντας κάποια χορδή της καρδιάς μας με έναν περίεργα οικείο τρόπο.

Οι βαλκανικές χώρες προσπαθούν να τονίζουν τις διαφορές παρά τις ομοιότητές, χρησιμοποιώντας τον πολιτισμό σαν όχημα για να «τεκμηριώσουν» την ύπαρξη των συνόρων και της νεαρής εθνικής τους συγκρότησης. Τα σύνορα είναι όμως νοητά και μεταβάλλονται ανάλογα με τους νικητές, γι΄αυτό και ο πολιτισμός εν γένει τα αγνοεί παντελώς. Ο πολιτισμός εκφράζει ανθρώπινες ανάγκες, και οι ανθρώπινες ανάγκες είναι κοινές και δεν καθορίζονται από συμβάσεις. Το Balkan Fest είναι ένα φεστιβάλ που εδώ και χρόνια τονίζει τις ομοιότητες και όχι τις διαφορές. Οι αναμνήσεις μας από αυτό είναι οι καλύτερες και χαιρόμαστε πολύ που ήμασταν μέρος του.

Πού θα σας ακούσουμε φέτος το καλοκαίρι;
Την Κυριακή 30 Ιουνίου θα είμαστε στο 22ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Αθήνας και στις 6 Ιουλίου στο Φεστιβάλ Μελιτζάζ στο Λεωνίδιο. Οι επόμενες ημερομηνίες είναι υπό διαμόρφωση, ενώ όλες μας οι εμφανίσεις ανακοινώνονται τόσο στο website μας όσο και στη σελίδα μας στο Facebook.


Babo Koro
Δημήτρης Αναστασίου (βιολί)
Κώστας Νικολόπουλος (ακορντεόν)
Σωτήρης Τσακανίκας (κιθάρα, φωνή)
Αντιγόνη Μπασακάρου (φωνή)
Αποστόλης Μπουρνιάς (κρουστά)
Γιάννης Δίσκος (σαξόφωνο, κλαρίνο)
Σταμάτης Σταματάκης (κοντραμπάσο)