- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αναβάλλοντας, συνεχώς, τα πάντα: Είμαστε καθόλου στα καλά μας;
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια αναβάλλουμε πράγματα. Πράγματα που πρέπει να γίνουν, πράγματα που δεν γίνεται παρά να τα κάνουμε εντέλει, πράγματα που θα έκαναν τη ζωή μας καλύτερη και ομορφότερη, πράγματα που ξέρουμε ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ότι θα έκαναν τη ζωή μας καλύτερη και ομορφότερη. Αλλά τα αναβάλλουμε, παρ’ όλα αυτά.
Για λίγο ή για πολύ —συνήθως για πολύ, και άλλες φορές για πάρα πολύ—, αρνούμαστε:
- να πλύνουμε τα πιάτα
- να βάλουμε πλυντήριο
- να πετάξουμε τα σκουπίδια
- να μαζέψουμε τα απλωμένα ρούχα
- να φτιάξουμε το κρεβάτι μας
- να αλλάξουμε καμένες λάμπες
- να αλλάξουμε τη σακούλα στην ηλεκτρική σκούπα
- να απαντήσουμε σε μηνύματα στο WhatsApp
- να σιδερώσουμε
- να πάμε τα ρούχα στο καθαριστήριο
- να ξεσκονίσουμε τα ράφια
- να κάνουμε τα ψώνια της εβδομάδας
- να βιδώσουμε εκείνη τη χαλαρή βίδα
- να πλύνουμε το φίλτρο του κλιματιστικού
- να λαδώσουμε την πόρτα που τρίζει
- να φτιάξουμε τη βρύση που στάζει
- να τακτοποιήσουμε την ντουλάπα
- να καθαρίσουμε το ψυγείο
- να τακτοποιήσουμε το γραφείο μας
- να καθαρίσουμε το πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου
- να χαρίσουμε ρούχα που δεν φοράμε
- να φτιάξουμε το ντουλάπι
- να τακτοποιήσουμε τις φωτογραφίες μας στο κινητό
- να διαγράψουμε παλιά αρχεία από το λάπτοπ
- να αδειάσουμε το inbox
- να ενημερώσουμε τους κωδικούς μας
- να διαγράψουμε εφαρμογές που δεν χρησιμοποιούμε
- να οργανώσουμε τους σελιδοδείκτες μας
- να απεγκαταστήσουμε προγράμματα που δεν χρειαζόμαστε
- να κάνουμε αποτοξίνωση από τα social media
- να πίνουμε περισσότερο νερό
- να κοιμόμαστε νωρίτερα
- να πάμε για τρέξιμο ή για περπάτημα
- να μειώσουμε τον καφέ
- να περιορίσουμε τα γλυκά
- να κόψουμε το κάπνισμα
- να ξεκινήσουμε γυμναστήριο
- να ξεκινήσουμε δίαιτα
- να κλείσουμε ραντεβού για τσεκάπ
- να πάμε στον οδοντίατρο
- να οργανώσουμε τις αποδείξεις μας
- να φτιάξουμε ένα αρχείο με τα έξοδά μας
- να διακόψουμε συνδρομές που ποτέ δεν χρησιμοποιούμε
- να ρυθμίσουμε οφειλές ή κάρτες
- να φτιάξουμε ή να ενημερώσουμε το βιογραφικό μας
- να ελέγξουμε το ασφαλιστικό μας ιστορικό
- να διαβάσουμε το βιβλίο που αγοράσαμε πριν μήνες
- να πιάσουμε ξανά το παλιό μας χόμπι
- να ζωγραφίσουμε γιατί πιάνει το χέρι μας
- να μάθουμε επιτέλους μοντάζ στο Canva
- να τελειώσουμε εκείνο το σεμινάριο που πληρώσαμε
- να διαβάσουμε άρθρα που έχουμε σώσει για αργότερα
- να ακούσουμε εκείνο το podcast που μας συνέστησαν
- να δούμε εκείνο το ντοκιμαντέρ
- να ξεκινήσουμε μια ξένη γλώσσα
- να αρχίσουμε να γράφουμε το κείμενο που είχαμε σκεφτεί και ήμασταν σίγουροι πως θα πεθαίναμε να το γράψουμε
- να γράψουμε εκείνο το email που εκκρεμεί
- να πάρουμε τηλέφωνο τον αδελφό μας
- να πούμε όχι σε μια κοινωνική υποχρέωση που θέλουμε να αποφύγουμε
- να ξεκαθαρίσουμε μια παρεξήγηση
- να μιλήσουμε ειλικρινά με κάποιον που έχουμε απομακρυνθεί
- να συντάξουμε τη διαθήκη μας για να βρίσκεται
- να αλλάξουμε δουλειά
- να βάλουμε μπροστά μια δική μας μικρή επιχείρηση
- να μετακομίσουμε
- να υιοθετήσουμε έναν τρόπο ζωής που μας ταιριάζει περισσότερο
- να ταξιδέψουμε μόνοι
- να χωρίσουμε
- να ζητήσουμε συγγνώμη
- να συγχωρήσουμε κάποιον
- να κάνουμε εκείνη τη δύσκολη συζήτηση
- να πούμε τι νιώθουμε
- να κάνουμε κάτι που μας τρομάζει
- να αφήσουμε πίσω μας ότι μας περιορίζει και να αρχίσουμε από την αρχή
- να πούμε σε κάποιον ότι τον αγαπάμε
Όλα αυτά τα πράγματα —και χίλια δυο άλλα παρόμοια— έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: δεν είναι επείγοντα αλλά είναι σημαντικά για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας. Και όλα, λένε, οφείλονται στην ακρασία, ένα ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο ξέρω μεν τι είναι σωστό να κάνω, αλλά επιλέγω —αλίμονο— να μην το κάνω. Ο άνθρωπος που καταβάλλεται από την ακρασία («α» = άλφα στερητικό + «κράτος» = δύναμη, ισχύς, εξουσία), ξεζουμισμένος από τη ρώμη του, είναι ανίκανος να ζήσει όπως μια χαρά ξέρει ότι θα έπρεπε να ζει. Προτιμά το στιγμιαίο «καλό» από τη συνολική του ωφέλεια, δεν έχει κανέναν έλεγχο πάνω στις πράξεις και στα πάθη του, υποκύπτει στην αδυναμία του, σηκώνει τα χέρια ψηλά και παραδίνεται ακόμη και σε μια διμοιρία παιδιών με ξύλινα σπαθιά.
Εννοείται, δε, πως πλέον παραδινόμαστε ακόμη και σε ένα ντρόουν που δεν το ελέγχει κανείς: αρκεί να το δούμε να πετάει κάπου από πάνω μας. Η τεχνολογία, τα social media, η κουλτούρα της άμεσης ικανοποίησης, όλα αυτά έχουν δημιουργήσει νέα πεδία όπου η ακρασία εκδηλώνεται με πιο έντονο τρόπο. Η τιτάνια προσπάθεια που απαιτείται να ξεκολλήσουμε από το κινητό μας ενώ ξέρουμε πως αυτό που κάνουμε ισοδυναμεί με το να καταπίνουμε σκέτες μπουκιές λίπους, ότι έτσι βλάπτουμε εμάς, την παραγωγικότητά μας, τις σχέσεις μας, τα πάντα, είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σύγχρονης ζωής: το δεύτερο χαρακτηριστικότερο απέχει παρασάγγας.
Αν όμως δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις πράξεις μας παρά τη γνώση του σωστού, αν χάνουμε κάθε φορά στη σύγκρουση μεταξύ λόγου και πάθους, μεταξύ μακροπρόθεσμων στόχων και άμεσων επιθυμιών, σε τι βαθμό είμαστε πραγματικά ελεύθεροι; Νά το ερώτημα ποιο είναι. Και η απάντηση: Δεν ξέρω, δεν έχω ιδέα. Αλλά σίγουρα δεν είμαστε πλήρως ορθολογικά όντα. Είμαστε σύνθετοι, αντιφατικοί, διχασμένοι. Η ακρασία είναι μια θεμελιώδης πτυχή της ανθρώπινης φύσης που απαιτεί περισσότερη κατανόηση και εξερεύνηση. Και όχι μόνο για τη θεραπεία μας από λογής εξαρτήσεις. Αλλά για να κερδίσουμε έστω και ένα κομματάκι από τον χρόνο μας που μέλλει να χαθεί.
* * *
ΑΛΛΑΖΟΥΜΕ; ΑΛΛΑΞΑΜΕ;
Όχι. Είμαστε πάντα ίδιοι, ολόιδιοι, φτυστοί ο προϊστορικός άνθρωπος, ο αρχαίος άνθρωπος, ο μεσαιωνικός άνθρωπος, ο αναγεννησιακός άνθρωπος, ο σύγχρονος άνθρωπος, ο αυριανός άνθρωπος, ο μελλοντικός άνθρωπος.
Οι ανθρώπινες ανάγκες, τα συναισθήματα, τα παθήματα, η αγάπη, ο φόβος, η φιλοδοξία, η ζήλια, το μίσος, όλα μα όλα μα όλα παραμένουν σταθερά διαχρονικά. Τα αρχαία έπη, τα κλασικά λογοτεχνικά έργα, ο Όμηρος, οι τραγικοί, ο Σέξπιρ, τα νουάρ, τα Άρλεκιν, τα πάντα, τα πάντα, παραμένουν κατανοητά σήμερα, και θα παραμείνουν κατανοητά και αύριο. Οι ανθρώπινες συγκρούσεις, τα διλήμματα, η μοίρα, καθετί ανθρώπινο επαναλαμβάνεται ες αεί, και έτσι θα συμβαίνει πάντα — σε διαφορετικές μορφές, α ναι: λόγω του ρουχισμού, της διατροφής, των εκάστοτε προτύπων ομορφιάς.
Η συνείδησή μας, οι αξίες μας και κυρίως οι νοοτροπίες, από την άλλη, φυσικά και έχουν εξελιχθεί δραματικά: βλέπε τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα, την περιβαλλοντική συνείδηση. Είναι αυτό που λέγεται Πρόοδος. Η τεχνολογία και η επιστήμη τείνουν επίσης να αλλάζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Οι κοινωνικές δομές και οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν οπωσδήποτε μεταμορφωθεί από την εποχή που βυθίστηκε η Ατλαντίδα, και θα αλλάξουν κι άλλο. Μα όχι εμείς. Εμείς δεν θα αλλάξουμε ποτέ.
Οι ανθρώπινες παρορμήσεις και ανάγκες, το ανθρώπινο είναι, παραμένουν σταθερά και αμετάβλητα, κι ας εξελίσσεται ο τρόπος έκφρασής τους, κι ας αλλάζουν οι αξίες μας. Είμαστε ολόιδιοι στον πυρήνα μας και σε διαρκή —μολονότι αργή— εξέλιξη στις εκδηλώσεις μας. Πάντα μα πάντα θα μένουμε οι ίδιοι.
Και πάντα μα πάντα θα κάνουμε τα ίδια λάθη: καρμπόν.
* * *
ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗΝ Ψ
Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ομαδική αναλύτρια Σουζάνα Παπαφάγου κάθε εβδομάδα μιλά στο Ημερολόγιο για έναν φόβο μας, ένα πρόβλημα, κάτι που μας τρώει και μας ταλαιπωρεί — και πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Σήμερα: Ζήλια και επιθυμίες.
«Τον είδα χαρούμενο», μου είπε η Δ. στη συνεδρία. «Μου είπε πως χώρισε και τον ζήλεψα». Η Δ. είναι σε μια σχέση που την κουράζει εδώ και καιρό. Δεν υπάρχουν φωνές, δεν υπάρχει βία, ούτε καν κάποια συγκεκριμένη προδοσία· απλά δεν είναι πια ο εαυτός της μέσα σε αυτήν. Και δεν μπορεί να φύγει, όχι επειδή δεν θέλει, αλλά επειδή κάτι βαθύτερο μέσα της την μπλοκάρει.
Καθώς δουλεύουμε μαζί, γίνεται φανερό πως αυτό που την κρατάει δεν είναι η αγάπη, αλλά η σιγουριά ότι η σταθερότητα αξίζει περισσότερο από την ελευθερία. Ότι το να αντέχει είναι αρετή. Αυτές οι πεποιθήσεις είναι βαθιά ριζωμένες μέσα της. Η ζήλια για τον συνάδελφό της δεν είναι τυχαία. Κρύβει μέσα της μια επιθυμία.
Τι να κάνεις για να ξεμπλοκάρεις; Tips:
- Παρατήρησε το σώμα σου. Όταν σκέφτεσαι μια επιλογή, νιώθεις σφίξιμο ή ανακούφιση; Το σώμα μιλάει όταν το μυαλό θολώνει. Αν η σκέψη της φυγής σού φέρνει ηρεμία (έστω και με φόβο), αυτό λέει πολλά.
- Ξέχνα για λίγο το «σωστό». Μη ρωτάς τι πρέπει. Ρώτα τι νιώθεις. Συχνά, οι «λογικές» απαντήσεις καλύπτουν τις πραγματικές μας επιθυμίες. Δώσε χώρο στον εαυτό σου να είναι ειλικρινής χωρίς να τον κρίνεις.
- Κοίτα τη ζήλια σου. Ποιον ζηλεύεις και γιατί; Η ζήλια δεν είναι κακό συναίσθημα — είναι δείκτης επιθυμίας. Ζηλεύεις αυτό που θέλεις.
- Σκέψου με ποιον νιώθεις πιο ολόκληρος. Υπάρχουν σχέσεις όπου ανθίζεις και σχέσεις όπου μαζεύεσαι. Αν ο εαυτός σου «χωράει» μόνο όταν είσαι μόνος, αυτό λέει κάτι ουσιαστικό.
- Γράψε χωρίς φίλτρο. Πιάσε χαρτί και γράψε: «Αν δεν φοβόμουν τίποτα, θα…» Μην το σκεφτείς πολύ. Δες τι βγαίνει. Εκεί είναι ο πυρήνας της επιθυμίας σου.
* * *
ΣΥΜΒΟΛΗ ΙΑΤΡΟΥ
Ο Στέλιος Ιατρού, ιστορικός από τη Θεσσαλονίκη, γράφει στο Ημερολόγιο για να βρίσκει αφορμές να χρονοτριβεί και ν’ αναβάλλει την παράδοση των εργασιών του. Σήμερα: Πόλεμοι των Διαδόχων και των Επιγόνων του Αλεξάνδρου.
«Γιατί να αλληλοσφάζεσαι με περσική επιδότηση όταν μπορείς να αλληλοσφάζεσαι με όλο το περσικό ταμείο στα χέρια σου;»
Στις προηγούμενες δύο συμβολές είχαμε πιάσει τη Βασίλειο ή Ανταλκίδειο Ειρήνη, εκείνο το εργαλείο πονηρής γεωπολιτικής που έμοιαζε «για τον άνθρωπο», με το οποίο ο Αχαιμενίδης Μέγας Βασιλεύς της Μηδοπερσίας, της ίδιας που είχε ηττηθεί κοντά έναν αιώνα νωρίτερα στην Ελλάδα, έλαβε μεγάλα κέρδη στη Μικρά Ασία, πήρε το πάνω χέρι στον ελληνικό κόσμο, και επιχειρούσε να σβήσει μια και καλή την απειλή από τις ελληνίδες πόλεις-κράτη, κρατώντας τες επιδέξια διαιρεμένες, υποστηρίζοντας πότε τους μεν, πότε τους δε, κρισίμως δε απαγορεύοντας στους όρους της ειρήνης κάθε συνασπισμό τους. Είχε μάλιστα αφήσει τη Σπάρτη —τι ειρωνεία!— τοποτηρήτρια για την εφαρμογή των όρων της ειρήνης, ρόλος που μεταλλάχθηκε σε δήθεν νόμιμη αφορμή για τυραννικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά των πόλεων-κρατών.
Στην επόμενη συμβολή κλείσαμε την ενότητα της πεντηκονταετίας που ακολούθησε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο πιάνοντας την εμβληματική περίπτωση του Αγησιλάου Β΄ της Σπάρτης, που προοριζόταν να γίνει ο σπουδαιότερος βασιλεύς της, μιας και είχε παραλάβει τα ηνία της πατρίδας όταν αυτή κατείχε την ηγεμονία, μα εμπλεκόμενος σε διαρκείς και ασαφούς έκβασης πολεμικές αναμετρήσεις κατέληξε ο τραγικότερος, παραδίνοντας στον διάδοχο και υιό του μιαν εξαντλημένη δύναμη δεύτερης διαλογής, που ποτέ της ξανά δεν συνήλθε.
Η αλληλοφθορά των διαδοχικών, βραχύβιων και επισφαλών ηγεμονιών που εξάντλησαν πόρους, προσωπικό, ευκαιρίες, και δυνάμεις έστρωσε το έδαφος για την άνοδο της Μακεδονίας του Φιλίππου Β΄ (359-336 π.Χ.) και, κατόπιν, του Αλεξάνδρου Γ΄ του Μεγάλου (336-323 π.Χ.) των Αργεαδών ή Τημενιδών.
Σήμερα, θα παρακάμψουμε όλη την εποχή των κατορθωμάτων ελλαδικής και, στη συνέχεια, διεθνούς ισχύος των δύο βασιλέων, και θα ρίξουμε μια γρήγορη ματιά [είναι στα SOS της εξεταστικής Σεπτεμβρίου, δεν θέλω να σας θορυβήσω] στην πεντηκονταετία που ακολούθησε τη μακεδονική κατάλυση του αρχέγονου εχθρού, της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών, που κοντά δυο αιώνες είχε ταλαιπωρήσει με ανοιχτό πόλεμο ή διά παρεμβάσεων τον ελληνικό κόσμο. Να δούμε τι έκαμαν οι Διάδοχοι και οι Επίγονοι με όσα τους κατέλιπε ο Αλέξανδρος.
Στις 10 ή 13 Ιουνίου του 323 πέθανε ο Αλέξανδρος στη Βαβυλώνα έπειτα από σύντομη εμπύρετη νόσο, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τις ελληνικές πόλεις-κράτη στην Ελλαδική Χερσόνησο στη Δύση, τη Μακεδονία και τις στρατηγίες της στη Χερσόνησο του Αίμου (Ιλλυρία, Δαρδανία, Θράκη, μέχρι τον Ίστρο Ποταμό και τον Εύξεινο Πόντο) έως τη Βακτριανή και τη Δυτική Ινδία στην Ανατολή, περιλαμβάνοντας τη Μηδία, την Περσίδα, τη Μεσοποταμία, το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, τη Συρία, τη Φοινίκη με την Παλαιστίνη, και την Αίγυπτο.
Δεν είχε, όμως, αφήσει διάδοχο, γεγονός που αμέσως πυροδότησε έριδα μεταξύ των στρατηγών και εταίρων του. Το πεζικό και ο στρατηγός Μελέαγρος υποστήριξαν τον ετεροθαλή αδελφό του Αλεξάνδρου, τον Φίλιππο Γ΄ Αρριδαίο (359-317 π.Χ.), ενώ το ιππικό και ο Περδίκκας πρότειναν να περιμένουν το αγέννητο τέκνο του βασιλιά από τη Ρωξάνη, εάν επρόκειτο να είναι γιος βέβαια, όπως και γεννήθηκε τέτοιος τελικά, για να λάβει τ’ όνομα Αλέξανδρος Δ΄.
Η πρόταση αυτή οδήγησε σ’ ευλογοφανή συμβιβασμό, με τον ορισμό του Περδίκκα ως αντιβασιλέα όλης της Αυτοκρατορίας με τον Μελέαγρο ως υπαρχηγό του, πλην της Μακεδονίας όπου κυβερνούσε ήδη απ’ το 334 π.Χ. (έως το 319 π.Χ.) ο Αντίπατρος Α΄, ορισμένος απ’ το χέρι του ίδιου τού Αλεξάνδρου.
Τούτο δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Περδίκκας εξόντωσε πολύ σύντομα τόσο τον Μελέαγρο όσο και τους λοιπούς εξέχοντες διοικητές του πεζικού, και ανέλαβε τον έλεγχο μονάχος του, διαμοιράζοντας την αυτοκρατορία με τη μορφή σατραπειών στους διοικητές του ιππικού και σωματοφύλακες του Αλεξάνδρου που τον είχαν στηρίξει: στον Πτολεμαίο την Αίγυπτο, στον Λαομέδοντα τη Συρία και τη Φοινίκη, στον Φιλώτα την Κιλικία, στον Πείθωνα τη Μηδία, που το βόρειο τμήμα της παραχωρήθηκε στον Ατροπάτη, τ’ όνομα του οποίου διασώζεται σήμερα στο εθνωνύμιο «Αζερμπαϊτζάν», στον Αντίγονο τη Φρυγία, τη Λυκία και την Παμφυλία, στον Άσανδρο την Καρία, στον Μένανδρο τη Λυδία με τις Σάρδεις, στον Λυσίμαχο τη Θράκη, στον Λεοννάτο την Ελλησποντική Φρυγία, στον Νεοπτόλεμο την Αρμενία, και στον Ευμένη απ’ την Καρδία, που ήταν ο παλαιός εξ απορρήτων του Αλεξάνδρου, την Καππαδοκία και την Παφλαγονία. Στη Μακεδονία και τη Νότια Ελλάδα, όπου ήδη κυβερνούσε ο Αντίπατρος, ο Περδίκκας όρισε συγκυβερνήτη τον Κρατερό, που ήταν απ’ τους ικανότερους συντρόφους του Αλεξάνδρου.
Στην Ανατολή, σε γενικές γραμμές ο Περδίκκας διατήρησε τα πράγματα όπως τα είχε διευθετήσει ο Αλέξανδρος, με τον Ταξίλη και τον Πώρο να παραμένουν στα βασίλειά τους στην Ινδία, τον Σιβύρτιο στην Αραχωσία και τη Γεδρωσία, όπου και η ονομαστή, ανθρωποκτόνος έρημος, τον Στασάνορα τον Σολέα στην Αρία και τη Δραγγιανή, τον Φίλιππο στη Βακτριανή και τη Σογδιανή, τον Φραταφέρνη στην Παρθία και την Υρκανία, τον Πευκέστα στην Περσίδα, τον Τληπόλεμο στην Καρμανία, τον Άρχοντα στη Βαβυλωνία, και τον Αρκεσίλαο στη Βόρεια Μεσοποταμία. Τον πεθερό του Αλεξάνδρου, Οξυάρτη, τον διατήρησε στα Γάνδαρα.
Αυτός ήταν ο πρώτος διαμοιρασμός της Αυτοκρατορίας, που τον λέμε Συμφωνία της Βαβυλώνος.
Αγαπημένη φράση της σημερινής συμβολής θα είναι: «Τούτο δεν κράτησε πολύ», διότι κάθε έριδα ισχύος του διεθνούς πλέον ελληνικού κόσμου θα επιχειρείτο να επιλυθεί με πόλεμο. Χονδρικά αυτοί ήσαν, στην περίοδο που μας ενδιαφέρει, οι εξής:
1. Ο Λαμιακός Πόλεμος
Αμέσως μόλις έφτασε η είδηση του θανάτου του Αλεξάνδρου στην Ελλάδα, ξέσπασε μια εξέγερση στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, γνωστή ως «Λαμιακός Πόλεμος», επειδή ο Αντίπατρος βρέθηκε πολιορκούμενος στη Λαμία, όπου έσπευσε να τον βοηθήσει ο Λεοννάτος, που έχασε τη ζωή του εκεί, κι έτσι απαιτήθηκε η άφιξη με στρατό και στόλο του ίδιου του Κρατερού, ο οποίος κατανίκησε τους Αθηναίους στη Μάχη της Κραννώνος, στις 5 Σεπτεμβρίου του 322 π.Χ. Παράλληλα, ο Πείθων κατέπνιξε μιαν εξέγερση Ελλήνων εποίκων στ’ ανατολικά τμήματα της αυτοκρατορίας, και ο Περδίκκας με τον Ευμένη μιαν αντίστοιχη στην Καππαδοκία.
2. Ο Α΄ Πόλεμος των Διαδόχων (322-320 π.Χ.)
Αμέσως μετά τη συντονισμένη κατάπνιξη των ελληνικών εξεγέρσεων, ξέσπασε νέα έριδα μεταξύ των Διαδόχων.
Ο Περδίκκας σχεδίαζε να νυμφευθεί την ετεροθαλή αδελφή του Αλεξάνδρου, Κλεοπάτρα, ώστε να συγγενέψει με τον Οίκο των Αργεαδών/Τημενιδών του Φιλίππου Β΄, προκειμένου να ενισχύσει τη νομιμοποίησή του στην εξουσία, σκέψη που συνένωσε σ’ εξέγερση τον Αντίπατρο, τον Κρατερό, τον Αντίγονο, και τον Πτολεμαίο, με πρώτη πράξη της την αρπαγή της σορού του Αλεξάνδρου και τη φυγάδευσή της στην Αίγυπτο.
Τη σορό συνόδευε και αμύθητος περσικός θησαυρός, συνάμα με το νομιμοποιητικό κύρος τού να κατέχει κανείς το σώμα του ισόθεου Μακεδόνα βασιλέα. Περδίκκας και Ευμένης στάθηκαν ξανά μαζί, και τα πράγματα πήγαιναν αρχικώς καλά για κείνους, με διαδοχικές νίκες του Ευμένη στη Μικρά Ασία, και με τον θάνατο του Κρατερού στο πεδίο της μάχης, πήραν, όμως, οριστικά αντίξοη τροπή, όταν ο Περδίκκας δολοφονήθηκε απ’ τους στρατηγούς του, Πείθωνα, Σέλευκο, και Αντιγένη κατά την εκστρατεία του στην Αίγυπτο. Ακολούθησαν σπονδές μεταξύ του Πτολεμαίου και των συνωμοτών, σύμφωνα με τις οποίες ο Πείθων και ο Αρριδαίος καθίσταντο αντιβασιλείς στη θέση του φονευθέντος Περδίκκα.
Σύντομα, όμως, στη Συμφωνία του Τριπαράδεισου (321 π.Χ.), τροποποιήθηκε με αναδιανομή η Συμφωνία της Βαβυλώνος: ο Αντίπατρος καθίστατο αντιβασιλέας ολόκληρης της αυτοκρατορίας, και οι δύο βασιλείς, ο Φίλιππος Αρριδαίος και ο Αλέξανδρος Δ΄, θα μεταφέρονταν στη Μακεδονία. Ο Αντίγονος διατηρούσε τη Φρυγία, τη Λυκία και την Παμφυλία, έλαβε δε τη Λυκαονία. Ο Πτολεμαίος όπως πάντα διατήρησε την πλούσια και φυσικά προστατευμένη Αίγυπτο, ο Λυσίμαχος τη Θράκη, και οι συνωμότες φονιάδες κατέστησαν σατράπες στη Μεσοποταμία: ο Σέλευκος στη Βαβυλωνία, ο Πείθων στη Μηδία, και ο Αντιγένης στη Σουσιανή. Ο Αρριδαίος έλαβε την Ελλησποντική Φρυγία, και ο Αντίγονος ανέλαβε να καταδιώξει και να εξοντώσει τον Ευμένη.
Στη δεύτερη αυτή διαίρεση της αυτοκρατορίας, στον Τριπαράδεισο της Συρίας, προέκυψαν ουσιαστικά τρεις πόλοι: επαναβεβαιώθηκε η Αίγυπτος στον Πτολεμαίο, ο Αντίπατρος στην Ευρώπη, και ο Αντίγονος με τον μεγαλύτερο στρατό ανατολικά του Ελλησπόντου στην Ασία.
3. Ο Β΄ Πόλεμος των Διαδόχων (319-315 π.Χ.)
Το 319 π.Χ. πέθανε ο Αντίπατρος, και το στέμμα του προσπέρασε τον γιο του, Κάσσανδρο, που είχε νυμφευθεί την αδελφή του Αλεξάνδρου, Θεσσαλονίκη, προς τιμήν της οποίας έχτισε και την ομώνυμη πόλη. Πρόκειται για την ίδια αδελφή που αργότερα έγινε γοργόνα και ρωτούσε τους ναυτικούς εάν ζει ο Βασιλιάς Αλέξανδρος.
Αμέσως ξέσπασε νέα σύγκρουση μεταξύ Μακεδονίας και νότιας Ελλάδας, γιατί ο Αντίπατρος είχε ονομάσει αντιβασιλέα του τον στρατηγό Πολυπέρχοντα, κι έτσι αυτός είχε καταστεί ο διάδοχός του.
Τον Κάσσανδρο υποστήριζαν ο Αντίγονος και ο Πτολεμαίος, ενώ τον Πολυπέρχοντα ο Ευμένης στην Ασία. Ο αμείλικτος Κάσσανδρος απώθησε γρήγορα τον Πολυπέρχοντα στην Ήπειρο, το πατρογονικό βασίλειο της οικογένειας της Ολυμπιάδας, μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στην οποία ο ηλικιωμένος στρατηγός προσέφυγε μαζί με τον μικρούλη Αλέξανδρο Δ΄ και τη Ρωξάνη. Συμμάχησαν, και μαζί εισέβαλαν στη Μακεδονία εναντίον του Φιλίππου Αρριδαίου και της συζύγου του, Ευρυδίκης.
Ο στρατός του ζευγαριού αυτομόλησε ολόκληρος σε κείνον του Πολυπέρχοντα, της Ολυμπιάδας, και του Αλεξάνδρου Δ΄, και οι συλληφθέντες Φίλιππος Αρριδαίος και Ευρυδίκη εκτελέστηκαν από τη μάλλον αδίστακτη Ολυμπιάδα, το 317 π.Χ., γεγονός που επανέφερε στον θρόνο την Ολυμπιάδα, για πολύ λίγο όμως, καθώς ο Κάσσανδρος κατανίκησε, συνέλαβε, και εκτέλεσε τη μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ συνέλαβε τη χήρα του, Ρωξάνη, και τον ανήλικο γιο του, Αλέξανδρο Δ΄, και τους κράτησε ομήρους του.
Στην Ασία, στο μεταξύ, ο Ευμένης απωθήθηκε σταδιακά από τον Αντίγονο ολοένα κι ανατολικότερα, γνωρίζοντας διαδοχικές ήττες (Παραιτακηνή, 317 π.Χ., Γαβιηνή, 316 π.Χ.), και τελικά προδόθηκε από το ίδιο του το στράτευμα, και δολοφονήθηκε το 315 π.Χ., αφήνοντας τον Αντίγονο ισχυρότερο άνδρα της Ασίας.
4. Ο Γ΄ Πόλεμος των Διαδόχων (314-311 π.Χ.) και ο Πόλεμος της Βαβυλώνος (311-309 π.Χ.)
Η ασιατική μονοκρατορία του Αντιγόνου δεν διέλαθε στους άλλους Μακεδόνες σατράπες, Πτολεμαίο, Λυσίμαχο, και Κάσσανδρο.
Ο Αντίγονος εισέβαλε στην Κοίλη Συρία, που έλεγχε παράνομα ο Πτολεμαίος, και πολιόρκησε για ένα έτος την Τύρο, συμμαχώντας με τον φυγά Πολυπέρχοντα, που διατηρούσε ακόμα υπό τον έλεγχό του ένα μέρος της Πελοποννήσου, και είχε διακηρύξει την ελευθερία της νότιας Ελλάδας από τους Μακεδόνες, ώστε να πάρει με το μέρος του τις πόλεις-κράτη του Νότου.
Ο Κάσσανδρος τα βρήκε σκούρα στην αρχή, και επρόκειτο να συνθηκολογήσει με τον Αντίγονο, όμως η αποτυχία του Αθήναιου, στρατηγού του Αντιγόνου, να υποτάξει τους Ναβαταίους, επέτρεψε στον Πτολεμαίο να εισβάλει εκ νέου στην Κοίλη Συρία, ανατρέποντας τις ισορροπίες εις βάρος του Αντιγόνου, ειδικά μετά την ήττα του γιου τού Αντιγόνου, Δημητρίου του Πολιορκητή, στη Μάχη της Γάζας (312 π.Χ.), και την εμπέδωση της εξουσίας του Σελεύκου στη Βαβυλώνα: έτσι η Ασία απ’ τα στενά του Ταύρου κι εξής είχε περάσει στον έλεγχο των συμμάχων σατραπών, και ο Αντίγονος υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει μαζί τους, δηλαδή με τον Πτολεμαίο, τον Λυσίμαχο, και τον Κάσσανδρο, αν και εξακολούθησε τον πόλεμο εναντίον του Σελεύκου, προκειμένου ν’ ανακτήσει τη Μεσοποταμία.
Πράγματι, στον πόλεμο που ακολούθησε, ο Αντίγονος εισήλθε στη Βαβυλώνα το 310 π.Χ., τελικά όμως ηττήθηκε (309 π.Χ.). Την ίδια εποχή, ο Κάσσανδρος ξεμπέρδεψε με τη Ρωξάνη και τον μικρό Αλέξανδρο Δ΄, φονεύοντάς τους, και μαζί τους έσβησε η Δυναστεία των Τημενιδών που είχε κυβερνήσει τη Μακεδονία από τ’ αρχαϊκά χρόνια. Για κάποιο διάστημα, ο Κάσσανδρος κράτησε κρυφούς τους φόνους, γιατί οι σατράπες-στρατηγοί του Αλεξάνδρου αναγνώριζαν τον μικρούλη ως βασιλιά, κι όταν η είδηση κυκλοφόρησε, κατέστη σαφές πως στο εξής τα στέμματα όλων των βασιλείων ήσαν διαθέσιμα για τον ισχυρότερο να τα λάβει, μιας και πλέον εξέλιπαν οι φυσικοί απόγονοι του Αλεξάνδρου.
5. Ο Δ΄ Πόλεμος των Διαδόχων (308-301 π.Χ.)
Ο Πτολεμαίος δεν κάθισε με δεμένα χέρια στην Αίγυπτο και την Κοίλη Συρία, αλλά επέκτεινε την κυριαρχία του στο Αιγαίο και την Κύπρο, ενώ ο Σέλευκος εκστράτευσε ανατολικά για να εδραιώσει την ισχύ του πέραν της Μεσοποταμίας.
Ο Αντίγονος ποτέ δεν έπαψε να πολεμά, και έστειλε τον γιο του, Δημήτριο τον Πολιορκητή, να υποτάξει την Ελλάδα· το 307 ο Δημήτριος κυρίεψε την Αθήνα, εκδιώκοντας από εκεί τον Δημήτριο τον Φαληρέα, που ήταν ο διορισμένος απ’ τον Κάσσανδρο τύραννός της, και ανακήρυξε την πόλη ελεύθερη από τον Μακεδονικό έλεγχο.
Στη συνέχεια, ο Πολιορκητής εστράφη εναντίον του Πτολεμαίου στην Κύπρο, και καταναυμάχησε εκεί τον αιγυπτιακό στόλο στη Σαλαμίνα (306 π.Χ.). Πατέρας και γιος αυτοανακηρύχθηκαν βασιλείς, και αμέσως ακολούθησαν οι σατράπες Πτολεμαίος, Σέλευκος, Λυσίμαχος, και τέλος ο Κάσσανδρος στις δικές τους σατραπείες, που έτσι γίνονταν βασίλεια.
Το ίδιο έτος, ο Αντίγονος επιχείρησε να εισβάλει στην Αίγυπτο, αλλ’ η διά θαλάσσης τροφοδοσία της εκστρατείας απ’ τον Δημήτριο απέτυχε λόγω τρικυμιών.
Ο Πτολεμαίος μετά βίας είχε γλιτώσει την ήττα στην επικράτειά του, ο Κάσσανδρος μόλις είχε στα χέρια του μια νέα αβεβαιότητα στον ελλαδικό νότο, και ο Σέλευκος ήταν απασχολημένος στην Ανατολή.
Ο Αντίγονος και ο Δημήτριος έστρεψαν την προσοχή τους στη Ρόδο, ανερχόμενη εμπορική δύναμη υπό την επιρροή του Πτολεμαίου, πολιορκώντας την το 305 π.Χ., προς στήριξη της οποίας έσπευσαν ο Λυσίμαχος, ο Πτολεμαίος, και ο Κάσσανδρος, σ’ έναν proxy war. Τελικά οι Ρόδιοι ήρθαν σε μια συνεννόηση με τον Δημήτριο, να συμμαχήσουν στο πλευρό των Αντιγονιδών εναντίον όλων των εχθρών τους, μ’ εξαίρεση τον Πτολεμαίο, που είχε λάβει από κείνους το θεωνύμιο «Σωτήρ» και δεν μπορούσαν να τον προδώσουν.
Θεωρητικά η Ρόδος δεν έπεσε στον Δημήτριο, μολονότι υποχρεώθηκε να σταθεί στο πλευρό του, κι έτσι τα χέρια του λύθηκαν προκειμένου να στραφεί εναντίον του Κασσάνδρου στην Ελλάδα, όπου επέστρεψε, τον κατανίκησε, και ίδρυσε ένα νέο Πανελλήνιο, με τον ίδιο ως επικεφαλής-στρατηγό του, και τη ρητή αποστολή να υπερασπιστεί όλες τις ελληνικές πόλεις-κράτη από τον Κάσσανδρο και όποιον άλλον δυνάστη απειλούσε την ανεξαρτησία τους.
Ο Κάσσανδρος ζήτησε διερευνητικές επαφές για την ειρήνευση, αλλ’ ο Αντίγονος απέρριψε τις προτάσεις, αφού νικούσε, κι έτσι ο Δημήτριος εισέβαλε στη Θεσσαλία, όπου αναμετρήθηκε με τον Κάσσανδρο χωρίς σαφή έκβαση υπέρ κανενός τους. Αυτή η καθυστέρηση επέτρεψε στους συμμάχους του ν’ ανακάμψουν: ο Λυσίμαχος εισέβαλε στη Μικρά Ασία, υποχρεώνοντας τον Δημήτριο να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να σπεύσει στον πατέρα του που χρειαζόταν κάθε διαθέσιμη λόγχη. Κατά πόδας, ακολούθησαν στρατιωτικές ενισχύσεις του Κασσάνδρου προς τον Λυσίμαχο, ο οποίος σημείωσε σημαντικές νίκες, αλλά το 301 π.Χ. βρέθηκε απομονωμένος απ’ τον Αντίγονο και τον Δημήτριο κοντά στην Ιψό της Φρυγίας. Την τελευταία στιγμή κατέφθασαν ενισχύσεις από τον Σέλευκο, και η μάχη έληξε με συντριβή του Αντιγόνου, ο οποίος έπεσε νεκρός στο πεδίο, ενώ ο Δημήτριος απέδρασε πίσω στην Ελλάδα, όπου επιχείρησε ν’ ανασυντάξει τ’ απομεινάρια των δυνάμεών του και των συμμάχων του.
Σέλευκος και Λυσίμαχος διαμοίρασαν τα εδάφη των Αντιγονιδών στην Ασία, με τον Λυσίμαχο να λαμβάνει τη Δυτική Μικρά Ασία, και τον Σέλευκο την Ανατολική και πέρα, εκτός απ’ τη Λυκία και την Κιλικία που δόθηκαν στον Πλείσταρχο, τον αδελφό του Κασσάνδρου.
6. Ο αγώνας για την τύχη της Μακεδονίας (298-285 π.Χ.)
Ο Κάσσανδρος πέθανε το 298 π.Χ.· οι δυο γιοι του, Αντίπατρος και Αλέξανδρος, αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, και η τύχη του κράτους τους κατέστη το αντικείμενο δολοπλοκιών, διεκδικήσεων, αναμετρήσεων, και αναστατώσεων, που συνέχισαν τους προηγούμενους πολέμους, στους οποίους, όπως είδαμε, ξοδεύτηκαν αμύθητα ποσά και έχασαν τη ζωή τους χιλιάδες στρατιώτες επί χιλιάδων, ενώ η παραγωγή και η οικονομία δεν ειρήνευσαν, επιφέροντας ύφεση.
Ο Αλέξανδρος Ε΄ (297-294 π.Χ.) ήρθε σε ρήξη με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Αντίπατρο, και συμμάχησε με τον Πύρρο της Ηπείρου και τον τυχοδιώκτη πλέον Δημήτριο τον Πολιορκητή, που είχε στο μεταξύ ανακτήσει τον έλεγχο της Κύπρου, της Πελοποννήσου, και πολλών νησιών του Αιγαίου, συνάμα με την Κιλικία και τη Λυκία του Πλειστάρχου. Δεν του βγήκε σε καλό.
Ο Πύρρος εισέβαλε και κυρίεψε την Αμβρακία, ενώ ο Δημήτριος εισέβαλε στη Μακεδονία, φόνευσε τον Αλέξανδρο Ε΄, και κατέλαβε τον θρόνο το 294 π.Χ., διατηρώντας παράλληλα τον έλεγχο της νότιας Ελλάδας.
Αμέσως επενέβη ο Λυσίμαχος, εισβάλλοντας από τα ανατολικά, κι ακόμη ο Σέλευκος, που κυρίεψε την Κιλικία, και ο Πτολεμαίος, που ανέκτησε την Κύπρο, την ανατολική Κιλικία, και τη Λυκία, την ακτή δηλαδή απέναντι απ’ την Κύπρο.
Ο Δημήτριος Πολιορκητής ξαφνικά βρέθηκε σε δεινή θέση από τη συντονισμένη επίθεση, και μια εξέγερση στη Μακεδονία που είχαν υποκινήσει ο Πύρρος και ο Λυσίμαχος τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει τον θρόνο του. Η Μακεδονία μοιράστηκε μεταξύ του Λυσιμάχου και του Πύρρου, ενώ η νότια Ελλάδα παρέμεινε στον έλεγχο του Αντίγονου Γονατά, γιου του Δημητρίου.
Το 287 π.Χ., ο ακάματος Δημήτριος επανήλθε με μιαν εισβολή στην Ασία, που παρά τις αρχικές της νίκες έληξε με ήττα και αιχμαλωσία του Δημητρίου στα χέρια του Σελεύκου, που δεν τον ελευθέρωνε όσα λύτρα κι αν του έστελνε ο Αντίγονος Γονατάς. Τελικά ο Δημήτριος πέθανε ως «φιλοξενούμενος» του Σελεύκου το 286/5 π.Χ., ίσως από την πολλή φιλοξενία.
7. Ο ανταγωνισμός Λυσιμάχου και Σελεύκου (285-281 π.Χ.)
Ο Λυσίμαχος και ο Πύρρος εξακολούθησαν τη συνεργασία τους, και εκδίωξαν τον Αντίγονο Γονατά από τη Θεσσαλία, τη νότια Ελλάδα, και την Αθήνα, όσο ακόμα φοβούνταν τον Δημήτριο. Όταν πληροφορήθηκαν πως εκείνος είχε πεθάνει, επήλθε ρήξη στις σχέσεις τους, και ο Λυσίμαχος εκδίωξε τον Πύρρο από το μερίδιό του επί της Μακεδονίας.
Στο μεταξύ, στην Αίγυπτο, ο Πτολεμαίος «Σωτήρ» αποφάσισε να παρακάμψει τον πρωτότοκο γιο του, Πτολεμαίο «Κεραυνό», υπέρ του μικρότερου γιου του, Πτολεμαίου «Φιλάδελφου». Ο Κεραυνός απέδρασε στον Σέλευκο, φοβούμενος πως ο Φιλάδελφος θα τον εξόντωνε, ενώ ο πατέρας τους πέθανε στον ύπνο του το 282 π.Χ., και ο Φιλάδελφος τον διαδέχθηκε στον θρόνο των Φαραώ.
Από την άλλη, ο Λυσίμαχος φόνευσε τον γιο του, Αγαθοκλή, υπακούοντας στην παραίνεση της δεύτερης συζύγου του, Αρσινόης, το 282 π.Χ., και η Λυσάνδρα, η χήρα του Αγαθοκλή, κατέφυγε τότε στον Σέλευκο, που ορκίστηκε να εκδικηθεί τον νεκρό, πολεμώντας εναντίον του Λυσιμάχου.
Πράγματι, άφησε τον γιο του, Αντίοχο, να κυβερνά την Ασία, και κατανίκησε τον Λυσίμαχο στη Μάχη του Κουροπεδίου της Λυδίας, όπου και τον σκότωσε (281 π.Χ.), αλλά και ο ίδιος πολύ γρήγορα θα έπεφτε νεκρός απ’ το χέρι του Πτολεμαίου Κεραυνού.
Ο Πτολεμαίος Κεραυνός ανέλαβε έτσι τον θρόνο της Μακεδονίας στη θέση του Λυσιμάχου, όμως το παρίστριο σύνορο κατέρρεε εκείνα τα χρόνια από τις βαρβαρικές εισβολές, και σύντομα οι Γαλάτες του Βρέννου επρόκειτο να εισβάλουν στη Μακεδονία, στη συνέχεια στη νότια Ελλάδα, για να περάσουν τελικά στη Μικρά Ασία, όπου θα εγκαθίσταντο στην περιοχή της Φρυγίας που θα ονομαζόταν Γαλατία.
Ο Κεραυνός θα έπεφτε νεκρός πολεμώντας ο ίδιος τους εισβολείς, και στη Μακεδονία θα επανερχόταν θριαμβευτής και αμύντωρ της Ελλάδος ο Αντίγονος Γονατάς, απ’ τον έλεγχο του οποίου θα διέφευγε η Αιτωλική Συμπολιτεία.
Στη Μικρά Ασία, ο Αντίοχος Α΄, γιος του Σέλευκου, θα κατανικούσε κι εκείνος με τη σειρά του τους Γαλάτες (275 π.Χ.), κι έτσι θα επερχόταν μια κάποια ειρήνευση στον ελληνιστικό κόσμο.
Είδατε, δεν ήταν πολύ τελικά, σαν νεράκι πέρασε κι αυτή η πεντηκονταετία, όπως περνά και η δόξα του κόσμου, sic transit gloria mundi, in ictu oculi.
* * *
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Susan Sontag, «Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων» (μετάφραση Χριστίνα Παπαδοπούλου, Gutenberg)
Σε αυτό το πολύ γνωστό της δοκιμιακό βιβλίο, η Σούζαν Σόνταγκ εξετάζει με οξυδέρκεια τη σχέση που διατηρούμε με τις εικόνες του πόνου και του πολέμου. Η Αμερικανίδα διανοούμενη αμφισβητεί τη δυνατότητά μας να κατανοήσουμε πραγματικά τον πόνο των άλλων μέσω της φωτογραφίας, ενώ παράλληλα αναλύει τη σύνθετη ηθική των εικόνων που καταγράφουν την ανθρώπινη θλίψη.
Το βιβλίο είναι εν πολλοίς μία συνέχεια των θέσεων που είχε διατυπώσει η Σόνταγκ στο προηγούμενο έργο της, «Περί φωτογραφίας» (μετάφραση Χριστίνα Παπαδοπούλου, Gutenberg 2024). Εδώ, εγκαταλείπει τη σκληρή της κριτική προς τη φωτογραφία και αναγνωρίζει πως οι εικόνες του πολέμου και της βίας μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσα συνειδητοποίησης, παρότι είναι ασφαλώς αδύνατον να μεταφέρουν πλήρως την εμπειρία του πόνου. Παράλληλα, η Σόνταγκ εξερευνά τον τρόπο με τον οποίο οι εικόνες της συμφοράς και της δυστυχίας καταναλώνονται από το δυτικό κοινό, θέτοντας ερωτήματα για τη σχέση μεταξύ θεατή και θύματος. Αναλύει πώς η απόσταση —γεωγραφική, πολιτισμική, κοινωνική— επηρεάζει τη δυνατότητά μας να συμπάσχουμε και να κατανοήσουμε αυτό που συμβαίνει στον άλλο.
Το έργο διακρίνεται για τη φιλοσοφική του βάση και την ανθρωπιστική του προσέγγιση, χωρίς να πέφτει ποτέ σε εύκολες υπεραπλουστεύσεις. Η πρόζα της Σόνταγκ, που εδώ εξετάζει έργα κλασικών πολεμικών ανταποκριτών, από τον Mathew Brady έως τον Don McCullin, αλλά και λογοτεχνικές μαρτυρίες από τα πεδία των μαχών, είναι συμπυκνωμένη και στοχαστική, συνδυάζοντας προσωπικές αναφορές με θεωρητικές αναλύσεις.
Το αποτέλεσμα είναι ένα κείμενο που προκαλεί τον αναγνώστη να αναστοχαστεί τη στάση του απέναντι στον πόνο και την αδικία που συμβαίνει μακριά από τον δικό του κόσμο.
- Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Φαίνεται πως η δίψα μας για απεικονίσεις σωμάτων που υποφέρουν πλησιάζει σε ένταση τη λαχτάρα που νιώθουμε για εικόνες γυμνού. Πρόκειται για δύο στοιχειώδεις ανάγκες τις οποίες για πολλούς αιώνες ικανοποίησε η χριστιανική τέχνη μέσα από αναπαραστάσεις της Κολάσεως. Άλλες φορές, πάλι, το πρόσχημα ήταν κάποιο βιβλικό επεισόδιο αποκεφαλισμού (όπως ο αποκεφαλισμός του Ολοφέρνη ή του Ιωάννη του Βαπτιστή), η διήγηση κάποιας σφαγής (όπως η σφαγή των νηπίων της Βηθλεέμ ή ο θρύλος των έντεκα χιλιάδων παρθένων) ή κάποιο παρεμφερές περιστατικό απίστευτης σκληρότητας που λογιζόταν ως πραγματικό ιστορικό γεγονός.
Υπήρχε, επίσης, και ένα ολόκληρο ρεπερτόριο από σκηνές πρωτοφανούς αγριότητας τις οποίες είχε κληροδοτήσει η κλασική αρχαιότητα — οι παγανιστικοί μύθοι, περισσότερο ακόμα και από τις χριστιανικές ιστορίες, μπορούσαν να ικανοποιήσουν κάθε γούστο. Η αναπαράσταση των αγριοτήτων αυτών δεν συνοδευόταν από κανενός είδους ηθικό φορτίο, παρά μόνο από την εξής πρόκληση: Αντέχεις να κοιτάξεις; Υπάρχει η αίσθηση ικανοποίησης που παίρνει κανείς όταν καταφέρνει να κοιτάξει δίχως να ριγήσει. Υπάρχει και η αίσθηση ικανοποίησης από αυτό το ίδιο το ρίγος.
- Νά και το οπισθόφυλλο:
«Το σοκ συνηθίζεται. Το σοκ ξεθωριάζει». Mε αυτά τα λόγια, η Σούζαν Σόνταγκ αναλύει σε βάθος τι σημαίνει να κοιτάζεις τη φρίκη από μακριά. Πώς επιδρούν μέσα μας οι σκηνές βίας, πολέμου, πόνου που βλέπουμε σε φωτογραφίες και βίντεο; Μας βοηθούν να νιώσουμε τον πόνο των άλλων ή μας κάνουν όλο και πιο απαθείς; Ζούμε «σε έναν κόσμο όπου η φωτογραφία εξυπηρετεί την καταναλωτική χειραγώγηση», λέει η Σόνταγκ. Στο εξαιρετικά επίκαιρο δοκίμιό της αντλεί παραδείγματα από την πολιτική και την Ιστορία. Αναλύει την πολιτική διάσταση των έργων του Γκόγια, ντοκουμέντα από τους δύο Παγκόσμιους πολέμους και φωτογραφίες από τη Ρουάντα, τη Βοσνία, την Παλαιστίνη και την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, καταδεικνύοντας την τεράστια δύναμη που ασκούν οι εικόνες πάνω μας. Στο «Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων», η Σόνταγκ μάς προειδοποιεί για την ευθύνη που έχουμε οι ίδιοι ως θεατές.
- Και ένα μικρό βιογραφικό της συγγραφέως:
Η Σούζαν Σόνταγκ (1933-2004), συγγραφέας, δοκιμιογράφος, σκηνοθέτρια και ακτιβίστρια, μια από τις σημαντικότερες διανοούμενες του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη ως Σούζαν Ρόζενμπλατ στους κόλπους μίας εβραϊκής οικογένειας λιθουανικής και πολωνικής καταγωγής. Ο πατέρας της πέθανε όταν η Σούζαν ήταν πέντε ετών. Η μητέρα της παντρεύτηκε εκ νέου τον Νέιθαν Σόνταγκ, από τον οποίο η Σούζαν πήρε το επώνυμό της. Σπούδασε φιλοσοφία, αρχαία ιστορία και λογοτεχνία. Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε τον κοινωνιολόγο Φίλιπ Ριφ μετά από μια γνωριμία 10 ημερών. Ο γάμος διήρκεσε μέχρι το 1958, και από αυτή τη σχέση απέκτησε έναν γιο, τον Ντέιβιντ Ριφ, ο οποίος αργότερα έγινε επιμελητής των έργων της. Στη διάρκεια του γάμου της, η Σόνταγκ συνέβαλε σημαντικά στην έρευνα για το βιβλίο του συζύγου της «Freud: The Mind of the Moralist» (1959), τόσο που θεωρείται άτυπη συν-συγγραφέας. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Χάρβαρντ στην Αγγλική Φιλολογία και στη Φιλοσοφία, αλλά δεν ολοκλήρωσε ποτέ τη διδακτορική της διατριβή. Σε ηλικία 22 ετών έφυγε για το Παρίσι. Το 1959 επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και έζησε επτά χρόνια (1959-1966) με την Κουβανο-Αμερικανίδα συγγραφέα και σκηνοθέτρια Μαρία Ιρένε Φορνές (María Irene Fornés). Η Σόνταγκ έγινε πολιτικά ενεργή στη δεκαετία του 1960, αντιτιθέμενη στον πόλεμο του Βιετνάμ. Το 1968 επισκέφτηκε το Ανόι και έγραψε για τη βορειοβιετναμέζικη κοινωνία. Διετέλεσε πρόεδρος του Αμερικανικού Κέντρου PEN το 1989 και πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση του Σαλμάν Ρούσντι από τη φετφά των μουλάδων. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σεράγεβο, η Σόνταγκ σκηνοθέτησε το «Περιμένοντας τον Γκοντό» σε ένα θέατρο φωτισμένο με κεριά. Η τελευταία σύντροφος της Σόνταγκ ήταν η διάσημη φωτογράφος Annie Leibovitz. Απεβίωσε στις 28 Δεκεμβρίου 2004 από μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο, σε ηλικία 71 ετών. Είναι ενταφιασμένη στο Παρίσι. Η Σούζαν Σόνταγκ, μια από τις πιο επιδραστικές κριτικούς της γενιάς της, ασχολήθηκε με ζητήματα όπως η φωτογραφία, η τέχνη, ο φασισμός και το AIDS. Η πνευματική της κληρονομιά συνεχίζει να επηρεάζει τη σύγχρονη κριτική σκέψη και τις πολιτισμικές συζητήσεις.
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.