Κινηματογραφος

Ζαν Πιερ και Λικ Νταρντέν

Ο ανθρωπισμός της κάμερας

Γιώργος Κρασσακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 238
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Βραβευμένοι δύο φορές με τον Χρυσό Φοίνικα, οι αδελφοί Νταρντέν υπηρετούν με συνέπεια και πίστη ένα κοινωνικό σινεμά που είναι την ίδια στιγμή τόσο χαμηλότονο όσο και συνταρακτικό. Λίγο πριν η τελευταία τους ταινία, «Η σιωπή της Λόρνα», κερδίσει το βραβείο σεναρίου στις Κάννες, οι αδελφοί Νταρντέν μίλησαν στην Athens Voice.

Η αφετηρία

Λικ: H ταινία ξεκίνησε από μια ιστορία που μας αφηγήθηκε μια γυναίκα που ξέραμε. Ο αδελφός της ήταν ναρκομανής κι ένας Αλβανός μαφιόζος του πρότεινε να παντρευτεί μια πόρνη από τη χώρα του. Η αδελφή του ήξερε ότι υπήρχαν ήδη αρκετοί ναρκομανείς που είχαν πεθάνει μετά από παρόμοιους γάμους και δεν τον άφησε να το κάνει, αλλά η επαφή μας με αυτό το γεγονός μάς οδήγησε στη συγγραφή του σεναρίου και στην ιδέα του διλήμματος μιας γυναίκας που έχει τη δυνατότητα να σώσει τη ζωή ενός ανθρώπου ή να τον αφήσει να πεθάνει.

Ζαν Πιερ: Δεν κάναμε κάποιου είδους έρευνα στον υπόκοσμο του Βελγίου ή στις κοινότητες των μεταναστών. Δεν νομίζω ότι αν γνωρίζαμε γκάνγκστερς ή παρανόμους θα μπορούσαμε να μάθουμε κάτι που θα μας βοηθούσε να κάνουμε την ταινία καλύτερη. Έτσι κι αλλιώς το πρόσωπο που μας ενδιέφερε ήταν από την αρχή η Λόρνα. Όμως διαβάσαμε και μάθαμε όσα μπορούσαμε για τους νόμους περί διαζυγίου και υπηκοότητας.

Το ύφος της ταινίας

Λικ: Αναμφίβολα αυτό είναι ένα από τα πιο σύνθετα σενάρια που έχουμε γράψει μέχρι σήμερα, καθώς μέσα από τη σχέση της ηρωίδας με τους τέσσερις άντρες που την περιτριγυρίζουν βλέπουμε διαφορετικές πλευρές του χαρακτήρα της. Θέλαμε η κάμερα να είναι ένας ακόμη παρατηρητής, να κοιτάζει την ηρωίδα από κοντά, δίχως όμως «να γίνεται αντιληπτή» από το θεατή. Την ίδια στιγμή μπορεί η ταινία να χρησιμοποιεί στοιχεία που θα ανήκαν σε ένα θρίλερ, όμως δεν θέλαμε ούτε για μια στιγμή η Λόρνα να είναι μια femme fatale, αλλά μια φυσιολογική γυναίκα.

Ζαν Πιερ: Είναι η πρώτη φορά που μια ταινία μας χρησιμοποιεί σε τέτοιο βαθμό το σασπένς, αν και δεν θέλαμε τόσο να παίξουμε με τους κανόνες ενός σινεμά είδους αλλά να ωθήσουμε το θεατή να κάνει τις δικές του ερωτήσεις για τα όσα συμβαίνουν στην οθόνη, μέσα από μια ιστορία που έχει τη δική της αίσθηση της αγωνίας.

Η πρωταγωνίστρια, Άρτα Ντομπρόσι

Λικ: Ψάχναμε μια ηθοποιό που να είναι όντως από την Αλβανία ή τη γύρω περιοχή και γι’ αυτό στείλαμε την υπεύθυνη του casting μας στην Πρίστινα, τα Σκόπια και τα Τίρανα για να δοκιμάσει ηθοποιούς, επαγγελματίες ή μη. Η Άρτα είχε παίξει ήδη σε δύο ταινίες και είδαμε σε αυτή κάτι που μας έκανε εντύπωση. Πήγαμε στο Σαράγεβο να τη γνωρίσουμε και την ακολουθήσαμε για μία ολόκληρη μέρα κινηματογραφώντας τη με μια μικρή κάμερα, τόσο στην κανονική της ζωή όσο και σε σκηνές από την ταινία. Στη συνέχεια τη φωνάξαμε στο Βέλγιο και την κινηματογραφήσαμε μαζί με τους άλλους ηθοποιούς. Ήταν τόσο φυσική, απλή και όμορφη η Λόρνα, όπως ακριβώς την είχαμε φανταστεί.

Η παρουσία του χρήματος

Λικ: Ναι, υπάρχουν πολλά πλάνα που βλέπουμε χρήματα στο φιλμ, μια και τα χρήματα παίζουν ένα βασικό ρόλο στις ανθρώπινες σχέσεις. Έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τη ζωή μας προς το καλύτερο ή να την καταστρέψουν. Μπορεί να είναι κάτι που γεννά ντροπή ή αντικείμενο πόθου. Για μας είναι κάτι που απλά υπάρχει. Κάτι που κοιτάζουμε ανεξάρτητα με τις ιδιότητες που προβάλλουν πάνω του οι άνθρωποι.

Πραγματικότητα και μυθοπλασία

Ζαν Πιερ: Δεν θα έλεγα ότι η ταινία μας αποτελεί μια γενική εικόνα της κατάστασης των μεταναστών στη χώρα μας. Αναμφίβολα αποτελεί μια περίπτωση που δεν είναι βγαλμένη αποκλειστικά από τη φαντασία μας, αλλά εδώ δεν είναι τόσο η μελέτη ενός προβλήματος όσο η παρατήρηση ενός χαρακτήρα, ενός ανθρώπου, που μας ενδιαφέρει. Μέσα από τη συμπεριφορά των ηρώων μας, τις επιλογές και τις αποφάσεις τους σε στιγμές κρίσης, μπορείς να καταλάβεις τον τρόπο με τον οποίο μια κοινωνία σαν τη δική μας λειτουργεί, αλλά δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάς ότι πρόκειται για μια ταινία μυθοπλασίας.