Κινηματογραφος

Ναϊάδες του Χόλιγουντ: Ο υψηλός «προορισμός» της Diana Nyad και οι ήσσονες δικοί μας

Οι αδυναμίες που κάνουν το «Nyad» μέτριο και, κατά στιγμές, αδιάφορο

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 909
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

To «Nyad» του Jimmy Chin και της Elizabeth Chai Vasarhelyi («Free Solo», «Rescue») είναι μια ταινία β’ διαλογής όπως συμβαίνει συνήθως με τις παραγωγές που προβάλλονται κατευθείαν στο Netflix. Να ποιες είναι, κατά τη γνώμη μου, οι αδυναμίες που κάνουν το «Νyad» μέτριο και, κατά στιγμές, αδιάφορο.

Η πρώτη είναι η ίδια η ιστορία: εκτός του ότι ο κεντρικός χαρακτήρας, η Diana Nyad, είναι μια μάλλον δυσάρεστη προσωπικότητα, θέτει ένα στοίχημα που ενδιαφέρει ελάχιστους ανθρώπους και συγκινεί ακόμα λιγότερους: να διανύσει κολυμπώντας τα 165 χιλιόμετρα από την Κούβα στο Key West της Φλόριντα. (Who gives a damn?) Αυτό είναι, λέει, ο «προορισμός» της, η μοίρα της, στη ζωή. Ο «θρίαμβος της θέλησης» που επιδιώκουν οι πρωταθλητές δεν είναι απαραιτήτως επιθυμητή κατάσταση για εμάς τους κοινούς θνητούς, οι οποίοι, πιθανώς, διοχετεύουμε την ενέργειά μας σε πιο δημιουργικά πράγματα, βοηθώντας, λόγου χάρη, άλλους ανθρώπους και προσπαθώντας να κάνουμε το καλό. Οπωσδήποτε, η φιλοδοξία είναι κατανοητή· όμως, οι προσπάθειες, οι άθλοι, έχουν κάποιο όριο· μερικοί φαίνονται στα μάτια των πολλών σκέτη παλαβομάρα.

Η Diana Nyad βάζει έναν άκρως νευρωτικό στόχο· και παρ’ ότι ο θεατής δεν μπορεί να αντισταθεί στην τελική της νίκη –πανηγυρίζουμε μαζί της τη στιγμή που πατάει το πόδι της στη στεριά– έχει επίγνωση ότι όλα αυτά δεν έχουν καμιά ανθρώπινη σπουδαιότητα. Όσο για την ίδια την ταινία, προσπαθεί να αποδείξει ότι το να αγωνίζεται η Nyad μόνη της στο νερό επί τρεις μέρες, αντιμέτωπη με επικίνδυνα θαλάσσια πλάσματα, καταναλώνοντας υγρή τροφή μέσω σωλήνα και τρέμοντας από το κρύο, είναι κάτι μεγαλειώδες. Αναμφισβήτητα οι σκηνοθέτες είναι έκθαμβοι μπροστά στα extreme sports· εγώ πάλι όχι. (Εξαίρεση αποτελούν όσα σχετίζονται με την έξαψη της ταχύτητας.)

Η ίδια η Diana Nyad και η Annette Bening –μια ηθοποιός που συχνά μού φαίνεται ξύλινη– δεν κερδίζουν ταύτιση και συμπάθεια. Ο θεατής αναρωτιέται πώς ένα τόσο αλαζονικό και ενοχλητικό άτομο έχει φίλους· και πώς καταφέρνει να τους χειρίζεται για δικό του όφελος. Αλλά, ενώ στη ζωή των περισσοτέρων, η συμπεριφορά της Diana Nyad θα ήταν απαράδεκτη, εδώ ενισχύεται από μια μορφή «αμερικανιάς»: αν ξεχωρίζεις, αν κάνεις κάτι ιδιαίτερο, αν είσαι «special» με την αμερικανική έννοια του όρου, σου συγχωρούνται όλα. Προπάντων, αν έχεις ιστορικό θύματος κακοποίησης. Aν και η Diana Nyad δηλώνει ότι απορρίπτει την ταυτότητα του θύματος, ενεργεί με τόση ένταση και εκδικητικότητα ώστε τοποθετεί την τραυματική εμπειρία στο κέντρο της ζωής της.

Ναϊάδες του Χόλιγουντ: Ο υψηλός «προορισμός» της Diana Nyad και οι ήσσονες δικοί μας

Το τρίτο πρόβλημα είναι το ίδιο το biopic: η ακροβασία ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, η διδαχή από τα κολυμβητικά κατορθώματα κι από τη «γυναικεία φιλία» η οποία εξυμνείται διαρκώς, ενώ στο φόντο κυματίζουν σημαίες ουράνιου τόξου. Ο μόνος που επιζεί μέσα στην ιδεολογική και φιλοσοφική σύγχυση είναι ο John Bartlett, ο καπετάνιος του πλοίου συνοδείας, τον οποίον υποδύεται ο γνωστός Ουαλός ηθοποιός Rhys Ifans – ατημέλητος και κουρασμένος όπως συνήθως.

Είναι αμφίβολο αν με τέτοια θεματική μπορούν οι κινηματογραφιστές και τα αληθινά άτομα από τα οποία εμπνέονται να δώσουν αποτελεσματική απάντηση στον μισογυνισμό και στις διακρίσεις τύπου ageism. Αυτός ο στόχος είναι ωστόσο υπερβολικά φανερός: είμαι γυναίκα, είμαι λεσβία, είμαι 64 ετών και ανεβαίνω στην κορυφή του «Έβερεστ της κολύμβησης»· δοξάστε με! Κι όλα τούτα, ενώ η Diana επαναλαμβάνει κοινοτοπίες εναντίον της μετριότητας· κατά τη γνώμη της, όποιος δεν επιδίδεται σε μαζοχιστικά μεγαλουργήματα είναι άξιος περιφρόνησης.

Οι κριτικές για την ταινία είναι γενικά ευνοϊκές: κανείς δεν θέλει να τον χαρακτηρίσουν ομοφοβικό και μισογύνη. Πολλοί κριτικοί περιορίζονται τεχνηέντως στο να τονίζουν την καλή ηθοποιία, αλλά θα διαφωνήσω και επ’ αυτού: πράγματι, η Jodie Foster γίνεται πιο αρεστή από την Bening λόγω του ότι υποδύεται την Bonnie, η οποία έχει ανθρωπιά και χιούμορ (ένα στοιχείο που λείπει από τις μέχρι τώρα εμφανίσεις της JD), αλλά ο ρόλος της Bonnie δεν εγείρει μεγάλες απαιτήσεις. Εξάλλου, αν και το «Nyad» φιλοδοξεί να γίνει buddy movie για μια ακόμα εποχή gender in the blender, λείπει η χημεία ανάμεσα στις δύο πρωταγωνίστριες. Νομίζω ότι ο Jimmy Chin και η Elizabeth Chai Vasarhelyi θα δημιουργούσαν καλύτερο έργο αν έκαναν ένα ακόμα ντοκιμαντέρ: φαντάζομαι ότι υπήρχε επαρκές οπτικοακουστικό υλικό από τον βίο και την πολιτεία της Diana και της Bonnie.

Δειτε περισσοτερα