Κινηματογραφος

Η αισθητική του Αμερικανού σκηνοθέτη Mπράιαν Ντε Πάλμα

Στο σινεμά του, το αφεντικό είναι η κάμερα

Θόδωρος Σούμας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Θόδωρος Σούμας γράφει για την αισθητική και την προσφορά του σκηνοθέτη Μπράιαν Ντε Πάλμα στο σινεμά και τις αγαπημένες τεχνικές του.

Ο Μπράιαν Ντε Πάλμα έχει αναγνωριστεί και καταξιωθεί ως ένας βιρτουόζος, αποτελεσματικός κινηματογραφιστής δυνατών, επιδέξιων σκηνοθεσιών που αρπάζουν τον θεατή από τον... λαιμό και παίζουν με επιτηδειότητα, σαγήνη και στιλ, με τα νεύρα του... Βασική ειδικότητά του υπήρξαν τα θρίλερ, μα δεν έφτασε στο ζενίθ της σκηνοθετικής ικανότητας και της σφριγηλής φόρμας του διαμιάς. Ξεκίνησε την καριέρα του ως σκηνοθέτης ανεξάρτητων αμερικάνικων ταινιών που ενστερνίζονταν την αντικουλτούρα, την τότε ιδεολογία της επαναστατικής αμφισβήτησης: Greetings (1968) και Hi, Mom! (Γειά σου μαμά Αμερική, 1970)· φιλμ στα οποία ο Ντε Πάλμα πειραματιζόταν με τις κινηματογραφικές μορφές, με τις μεθόδους της φιλμικής γλώσσας. Και στα δύο πρωταγωνιστούσε ο δροσερός και ακμαίος, νεαρός Ρόμπερτ Ντε Νίρο, στην αρχή της καριέρας του.

Συνέχισε με εντυπωσιακές, αν και αμφιλεγόμενες ταινίες του φανταστικού κινηματογράφου που έγιναν διάσημες για την φρίκη και τον τρόμο που παρήγαγαν και το εξεζητημένο, γοτθικό, υπερβολικό, στα όρια του εξπρεσιονισμού, στιλ τους: Sisters (Το διπλό πρόσωπο μιας γυναίκας, 1973), Phantom of the Paradise (Το φάντασμα του Παραδείσου, 1974), Obsession (Εφιάλτης από το παρελθόν, 1976), Carrie (Έκρηξη οργής, 1977), The Fury (Οργισμένος γίγαντας, 1978). Σε αυτές τις ταινίες φανταστικού κινηματογράφου του Ντε Πάλμα, τα ελατήρια της μυθοπλασίας είναι, κατά περίπτωση, η τηλεπάθεια, η τηλεκίνηση, η ύπνωση κι η ηδονοβλεψία. Ο Ντε Πάλμα υιοθετεί μια σκηνοθεσία που επιδεικνύεται επίμονα ως τέτοια, για να δείξει καθαρότερα την εξουσιαστική δύναμή της επί του θεατή.

Ύστερα ήρθε μια ωριμότερη περίοδος, με πιο αφομοιωμένες κινηματογραφικές επιρροές: η περίοδος των ψυχολογικών θρίλερ του, υπό την επήρεια του Χίτσκοκ. Έτσι δημιούργησε τα εμπνευσμένα, δεξιοτεχνικά και καλοκουρδισμένα θρίλερ Dressed to Kill (Προετοιμασία για έγκλημα, 1980), Blow Out (Μπλόου άουτ, ο δολοφόνος του μεσονυχτίου, 1981), και την κορύφωση της σκηνοθετικής ολοκλήρωσής του, το φημισμένο Body Double (Διχασμένο κορμί, 1984)· κατόπιν το Raising Cain (Τα δύο πρόσωπα του Κάιν, 1992). Και πολύ αργότερα, τη λεπτοδουλεμένη σκηνοθετικά Μαύρη ντάλια (2006).

© EPA/ROLF KONOW/UNIVERSAL

Ο Μπράιαν Ντε Πάλμα σύντομα χαρακτηρίστηκε πρωτότυπος και ιδιόμορφος στιλίστας. Ένας εστέτ της σκηνοθεσίας που χρησιμοποιούσε πολλές κινηματογραφοφιλικές αναφορές, κυρίως στα φιλμ του δασκάλου του Χίτσκοκ, αλλά ακόμη και στον Σημαδεμένο του Χοκς, το Θωρηκτό Ποτέμκιν του Αϊζενστάιν και το Blow-Up του Αντονιόνι (όπου τη μεγέθυνση της φωτογραφίας του Blow-Up αντικαθιστά η μεγέθυνση, η αύξηση του ήχου στο Blow Out του Ντε Πάλμα).        

Η εξαπάτηση, η δεύτερη, ψεύτικη σκηνή, η παραπλάνηση του θεατή, αποτελούν σταθερές δομές πολλών ταινιών θρίλερ του σκηνοθέτη, γενικά του παιγνιώδους σινεμά του Μπράιαν Ντε Πάλμα. Έτσι οι σωσίες, τα ντουέτα κι οι αναδιπλασιασμοί των προσώπων αποτελούν δομική αρχή του κινηματογράφου του [βλέπε τα Η μαύρη Ντάλια, Προετοιμασία για έγκλημα (Dressed to Kill), Sisters, Εφιάλτης από το παρελθόν (Obsession), Femme Fatale, Τα δύο πρόσωπα του Κάιν].

© EPA PHOTO AFP/JACK GUEZ/BG

Αρκετές φορές, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα κατασκευάζει στις ταινίες του μια εντυπωσιακή και δυνατή αρχική σκηνή. Το επόμενο κομμάτι της ταινίας είναι πιο περίπλοκο και σύνθετο, οι πίστες των εξηγήσεων και αναγνώσεων μπερδεύονται. Προς το τέλος, συχνά μας παρουσιάζει ένα τέλος διπλής ανάγνωσης, όπου η πρώτη εκδοχή είναι πιο συμβατική, ενώ η δεύτερη αληθινή. Παίζει, γενικά, με τα επιφαινόμενα και το ξεγέλασμα του θεατή. Αυτό γίνεται στο Διχασμένο κορμί, τη Μαύρη ντάλια, τη Femme Fatale, το Obsession, το Sisters, το Passion, τα Δύο πρόσωπα του Κάιν, κ.λπ.

Στο Body Double, μα και σε άλλα φιλμ του Ντε Πάλμα, από τους Αδιάφθορους ως την Απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας και το Snake Eyes, κ.ο.κ., έχουμε την εντύπωση ότι το θέαμα που στήνει ο Ντε Πάλμα είναι κάτι σαν κινηματογραφική (ή μεγάλη θεατρική) σκηνή-πλατό για τον θεατή ηδονοβλεψία, κάτι σαν μεγάλη θεαματική σκηνή όπου γίνονται ευδιάκριτα τα πλάνα και τα κινηματογραφικά και τεχνικά κόλπα του σκηνοθέτη, που αποσκοπούν απλά και μόνο στη μεγαλύτερη δυνατή ηδονή. Τα πλάνα, δηλαδή, έχουν μια αυτονομία, είναι υπερεπεξεργασμένα και ωραία, μας υπενθυμίζουν τον κινηματογράφο, είναι φτιαγμένα για θέαση και για απόλαυση. Αυτός είναι ο σκοπός που κληρονόμησε από τον δάσκαλό του, τον Χίτσκοκ, να υπηρετήσει την απόλαυση του θεατή (μα, γυρίζοντας τέτοια εντυπωσιακά πλάνα) και τη δική του!…

Χρησιμοποιεί φοβερά τράβελινγκ και πανοραμικά, μεγάλα πλάνα, πλονζέ λήψεις, αργή κίνηση και άλλα κατορθώματα της κάμερα. Στο σινεμά του, το αφεντικό είναι η κάμερα, αυτή επιτάσσει την εξέλιξη της φόρμας της ταινίας, αυτή επιτελεί τα διάφορα κινηματογραφικά επιτεύγματα… Γενικά, χάρη στη δεξιοτεχνία του, παίζει επικίνδυνα με τα νεύρα και τους σφυγμούς του θεατή του.

© EPA/LUC SKEUDENER

Άλλη σημαντική ομάδα ταινιών του Ντε Πάλμα είναι η ομάδα των φιλμ με ερωτισμό: πρώτα και καλύτερα, το Διχασμένο κορμί και το Femme Fatale, αλλά και η διαστροφική Μαύρη ντάλια. Το Femme Fatale (2002) έχει μια καταπληκτική, εκρηκτική αρχή, που περιγράφει τη ληστεία των ακριβών κοσμημάτων μιας ηθοποιού στο φεστιβάλ των Καννών, τη στιγμή που η συνεργός των ληστών, η λάγνα Ρεμπέκα Ρόμιν Στάμος, τη γδύνει και της κάνει έρωτα στις τουαλέτες, υπό τους ήχους του Μπολερό του Ραβελ. Σασπένς, παράλληλες δράσεις, τρομερός ρυθμός, αεράτες κινήσεις της κάμερα και δουλεμένο μοντάζ, ακριβής δράση, ασελγής λεσβιακός ερωτισμός, θέαμα και αποτελεσματική δύναμη… Στην εξέλιξη του μύθου, η καταζητούμενη κλέφτρα (Ρ.Ρ.Στάμος), λόγω ομοιότητας, παίρνει τη θέση της Λίλι, μιας εξαφανισμένης νεαρής χήρας, και κατόπιν επανεμφανίζεται παντρεμένη με τον αμερικανό πρεσβευτή στο Παρίσι. Άρα, στη Femme Fatale συναντάμε την πολλαπλή υπόσταση ενός προσώπου, την κακοποιό που γίνεται Λίλι και κατόπιν πρέσβειρα. Ένα μέρος της μυθοπλασίας επαναλαμάνεται δύο φορές με διαφορετικούς τρόπους, την πρώτη φορά σαν όνειρο της ηρωίδας. Οι δύο ιστορίες ξετυλίγονται λες και υπάρχουν δυο παράλληλες πραγματικότητες, δυο παράλληλα σύμπαντα, μα είναι ζήτημα επιλογής της ηρωίδας το ποιόν δρόμο θα ακολουθήσει… Στη μεν μία εκδοχή, από το τρακάρισμα του φορτηγού σκοτώνεται η συνεργάτης κι ερωμένη της, στη δε δεύτερη εκδοχή σκοτώνονται οι δυο μαύροι διώκτες της. (Έτσι, ο Ντε Πάλμα επανέρχεται, εν μέρει, στον φανταστικό κινηματογράφο).

Ένας παπαράτσι (Μπαντέρας) που την παρακολουθεί ερευνώντας ποια είναι πραγματικά, της δημιουργεί προβλήματα, γι’αυτό και προσπαθεί να τον χειριστεί γοητεύοντάς τον. Βρίσκουμε, όπως στο Διχασμένο κορμί, τη σκηνοθεσία και την εξαπάτηση που κάνει ένας χαρακτήρας: Εδώ, η ηρωίδα ξεγελά τον παπαράτσι που την ακολουθεί και την ερωτεύεται, σκηνοθετώντας τη δήθεν απαγωγή της από αυτόν, για να αρπάξει τα λύτρα απ’τον πλούσιο άντρα της.