Κινηματογραφος

Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας

Ευτυχισμένος Όσκαρ, Creed 2, Η Σιωπηλή Επανάσταση, Μαρλίνα, η δολοφόνος σε τέσσερις πράξεις κι ακόμη 2 ταινίες

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ευτυχισμένος Όσκαρ (Happy Prince) (**1/2)
Σκηνοθεσία: Ρούπερτ Έβερετ
Πρωταγωνιστούν: Ρούπερτ Έβερετ, Κόλιν Φερθ, Έμιλι Γουότσον

Σε ένα παρακμιακό, φτηνό ξενοδοχείο στο Παρίσι (από όπου και η περίφημη ατάκα με την κακόγουστη ταπετσαρία) ο βαριά άρρωστος Όσκαρ Γουάιλντ αναπολεί τις ομορφότερες αλλά και πιο επώδυνες στιγμές μιας συναρπαστικής αλλά και τόσο σκληρής ζωής.

Ο Ρούπερτ Έβερετ, ηθοποιός που έχει ισορροπήσει αρμονικά μεταξύ εμπορικού και καλλιτεχνικού σινεμά, με σπουδαίες δουλειές σε θέατρο και τηλεόραση εντοπίζει ένα κοινό στοιχείο σε όλη την προσωπική διαδρομή του: τον Όσκαρ Γουάιλντ. Έχοντας υποδυθεί ουκ ολίγες φορές κάποιον ήρωα του συγγραφέα («Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός», «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», «Ένας ιδανικός σύζυγος» κ.ά.) ο Έβερετ αποφάσισε πριν από μία δεκαετία να αναμετρηθεί στα ίσα με το ίνδαλμά του. Καθώς κανείς σκηνοθέτης δεν έδειχνε διαθέσιμος ή έτοιμος να αναλάβει να γυρίσει τη ζωή του Γουάιλντ στο πανί, ο ηθοποιός πήρε το ρίσκο και ολοκλήρωσε την ταινία με τον τετραπλό ρόλο του παραγωγού, σεναριογράφου, σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή. Ο 59χρονος σήμερα Έβερετ πρέπει να νιώθει περήφανος για το καλλιτεχνικό παιδί του. Χωρίς επιτηδευμένη γραφή, με ψυχραιμία και ευθύνη απέναντι στον ήρωά του, και κυρίως τρυφερότητα για την απίστευτα ταλαιπωρημένη ζωή του Γουάιλντ (η διετής φυλάκισή του, χωρίς να παρουσιάζεται λεπτομερώς, αναδύει την ασύλληπτη για τα σημερινά δεδομένα αδικία και την σκληρή διαπόμπευση ενός ανθρώπου που δεν έκανε τίποτε παραπάνω από το να είναι ειλικρινής και συνεπής με τις ιδέες και τα πιστεύω του), ο Έβερετ με σκληρή δουλειά και κατάλληλη προετοιμασία καταφέρνει να φτιάξει ένα ελκυστικό θέαμα που παρότι δεν προσφέρει κάποιες νέες, άγνωστες πληροφορίες είναι αν μη τι άλλο χορταστικό και εικονογραφημένο με ιδιαίτερες σκηνοθετικές πινελιές. Κυρίως αυτό που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι ο διαχωρισμός των δύο εποχών στη διαδρομή του Γουάιλντ. Το τελευταίο διάστημα της ζωής του δίνεται σαν μια ομιχλώδη, σκοτεινή περιπέτεια, σαν ένα ταξίδι φυγής προς το όνειρο με όχημα τα νεαρά εκδιδόμενα αγόρια, τις ουσίες και τις αυτοσχέδιες παραστάσεις που δίνει ο ξεπεσμένος καλλιτέχνης σε κακόφημα στέκια μπροστά σε ένα ετερόκλητο κοινό με πόρνες, κακοποιούς, στρατιώτες, νταβατζήδες και τη ζαλισμένη κάμερα μόλις «συλλαμβάνει» ολόκληρο το εύρος του παρακμιακού σκηνικού. Αντίθετα, στις σκηνές του παρελθόντος, ο διάσημος συγγραφέας που έχει στα πόδια του ολόκληρο το Λονδίνο, παρουσιάζεται μεγαλοπρεπής και επιβλητικός, σαν ένας βασιλιάς που περιγελά τους αυλικούς του αλλά δεν μπορεί να προβλέψει τη συνωμοσία που υφαίνεται πίσω από την πλάτη του. Η αντίθεση μεταξύ της πρώτης, τραχιάς και κολασμένης ζωής (αλλά με την αίσθηση της ελευθερίας που γεύεται για πρώτη φορά ο Γουάιλντ λίγο πριν σβήσει) και της γυαλιστερής, απατηλής ψευδαίσθησης ενός πετυχημένου βίου στο παρελθόν, κάνει και τη μεγάλη διαφορά στο φιλμ που προσπαθεί να ξορκίσει το κακό, με όπλα του τα χαρίσματα του ήρωά του (η ευφυία και το χιούμορ στην πρώτη γραμμή) ακόμη κι αν δεν έχει την ίδια ορμή και, κυρίως, το ανάλογο ειδικό βάρος. Σε επίπεδο ερμηνείας όμως ο Έβερετ τα δίνει όλα και κλέβει την παράσταση (σε κάποιες σκηνές είναι ίδιος ο Όσκαρ Γουάιλντ) καλύπτοντας υπό μια έννοια τις σκηνοθετικές αδυναμίες του.


Creed 2 (**)
Σκηνοθεσία: Στίβεν Κέιπλ Τζ
Πρωταγωνιστούν: Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Σιλβέστερ Σταλόνε, Τέσα Τόμπσον, Ντολφ Λούγκρεν

Ο Άντονις Κριντ, από τη θέση του πρωταθλητή πλέον, καλείται να υπερασπιστεί τον τίτλο του απέναντι σε έναν αντίπαλο που μοιάζει να έρχεται φουριόζος από το δικό του παρελθόν. Ο θηριώδης Βίκτορ Ντράγκο είναι γιος του παλαίμαχου μποξέρ Ιβάν Ντράγκο, του ανθρώπου που προκάλεσε το θάνατο του Απόλο Κριντ πάνω στο ρινγκ.

Αν ο «Ρόκι» το 1976 ήταν η ανάδειξη του αουτσάιντερ που σπάει τους κανόνες του συστήματος και νικά τα φαβορί σε μια διαφορετική ανάγνωση του American dream, το προ τριετίας «Creed» είναι η αλλαγή σελίδας στην αμερικανική ιστορία και τη μετά Ομπάμα εποχή, όπου η μαύρη δύναμη από περιθωριακή οντότητα μετατρέπεται σε πρωταγωνιστικό χαρακτήρα. Στο ρόλο του σκηνοθέτη ο ικανότατος Ράιαν Κούγκλερ δίνει τη θέση του στον  Στίβεν Κέιπλ Τζ. («The land») κι εκείνος μένει πιστός στη γραμμή του προηγούμενου φιλμ, ενώ ρίχνει και κλεφτές ματιές στα «Ρόκι» 3 και 4 με ένα λειτουργικό –αν και προβλέψιμο στον απόλυτο βαθμό– συνδυασμό οικογενειακού δράματος (μαζί με όλα τα άγχη που έχει ο ήρωας καλείται να αντιμετωπίσει και την αλλαγή στην προσωπική ζωή του καθώς γίνεται πατέρας) και αθλητικής περιπέτειας που έχει δυναμική γραφή και εξαίσιες σκηνές πυγμαχίας. Ο Σταλόνε, ως ιερό τοτέμ του φιλμ, καθοδηγεί τον γιο του παλιού φίλου στα σωστά μονοπάτια, με την άνεση του βετεράνου που τα έχει ζήσει όλα. 


Η Σιωπηλή Επανάσταση (The Silent Revolution) (**1/2)
Σκηνοθεσία: Λαρς Κράουμε
Πρωταγωνιστούν: Λέοναρντ Σάιχερ, Γιόνας Ντάσλερ, Λένε Κλένκε

Όταν οι μαθητές λυκείου ενός σχολείου στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας μαθαίνουν για την αιματηρή παρέμβαση των σοβιετικών στρατευμάτων στη λαϊκή εξέγερση της Ουγγαρίας το 1956, αποφασίζουν να τηρήσουν δύο λεπτά σιγής την ώρα του μαθήματος προς ένδειξη διαμαρτυρίας, αγνοώντας τις συνέπειες που θα έχει η «πολιτική» στάση τους.

Ο Λαρς Κράουμε του «Υπόθεση Φριτς Μπάουερ - Μυστική ατζέντα» κινείται ξανά στο πολιτικό πεδίο για να περιγράψει μια αληθινή ιστορία που βασίζεται στα απομνημονεύματα του Ντίτριχ Γκάρστκα. Αυτή ακριβώς η αυθεντικότητα του σεναρίου μαζί με τη φιλότιμη προσπάθεια του σκηνοθέτη να αποδώσει όλο το εύρος και τις συνθήκες σε μια απλή φαινομενικά υπόθεση που γρήγορα λαμβάνει διαστάσεις τραγωδίας και θρίλερ, μετατρέπουν το φιλμ σε μια ενδιαφέρουσα περίπτωση. Όλα τα θετικά ή άξια μελέτης στοιχεία του πρώτου μέρους (η ιδανική ανάπλαση της εποχής, η εύστοχη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, το αποτύπωμα της ορμητικής νιότης, η αθωότητα και η αναζήτηση της αλήθειας των ρομαντικών ηρώων κόντρα στον κυνισμό και τη σκληρότητα του κομμουνιστικού καθεστώτος) μετατρέπονται αναίτια σε μια ακαδημαϊκή κινηματογραφικά ματιά που χάνει διαρκώς δύναμη όσο κυλάει ο χρόνος και καταλήγει σε μια στεγνή, αφελή προπαγάνδα.


Μαρλίνα, η δολοφόνος σε τέσσερις πράξεις (Marlina the murderer in four acts) (**)
Σκηνοθεσία: Μούλι Σουρία
Πρωταγωνιστούν: Μάρσα Τίμοθι, Ντέα Πανέντρα, Έλγκι Φέντρι

Σε έναν έρημο τόπο της Ινδονησίας μια συμμορία επτά αντρών εισβάλλει στην κατοικία της χήρας Μαρλίνα. Αφού της αρπάζουν όλα τα χρήματα και τα ζώα της, σχεδιάζουν μια τελευταία πράξη θηριωδίας πριν εξαφανιστούν: το βιασμό της.

Η απλότητα και το καθησυχαστικό ύφος του αρχηγού των ληστών όταν ανακοινώνει στη Μαρλίνα την απόφασή του να κάνουν σεξ μαζί της διαδοχικά και οι 7 άντρες («σήμερα θα γίνεις μια ευτυχισμένη γυναίκα» της λέει) είναι το στίγμα μιας ταινίας που δύσκολα κατατάσσεται (γουέστερν, δράμα, θρίλερ, φεμινιστική περιπέτεια, road movie) αλλά καταφέρνει με σχετική ευκολία να κρατά ψηλά τον δείκτη του ενδιαφέροντος. Όμως η συνέχεια της πολλά υποσχόμενης αρχής δεν είναι ανάλογη σε τούτη τη σκληρή ταινία από την Ινδονησία, που είναι πρόταση της χώρας για την κατηγορία του ξενόγλωσσου Όσκαρ, καθώς μένει γρήγορα από καλές ιδέες και αναλώνεται σε σκηνές εύκολου εντυπωσιασμού και περιγραφικής βίας που κλείνει πονηρά το μάτι στο μυθικό έργο του Σαμ Πέκινπα «Φέρτε μου το κεφάλι του Αλφρέντο Γκαρσία».


ΑΚΌΜΗ

»»» Ο «Ρομπέν των δασών» (Robin Hood) (*1/2) του Ότο Μπάτχερστ λέει τα σωστά πράγματα με λάθος τρόπο, παρουσιάζοντας την ιστορία του κλασικού ήρωα που κλέβει τους πλούσιους και μοιράζει τα λάφυρα στους φτωχούς, σαν ένα μοντέρνο και σπιντάτο βιντεογκέιμ που εκτός της φανταχτερής εικόνας του δεν έχει τίποτε άλλο να δώσει στο θεατή.
»»» Η ταινία «Η δαιμονισμένη Χάνα Γκρέις» (-) του Ντάιντερικ Βαν Ντρούιζεν αφηγείται την ιστορία της κοπέλας του τίτλου, που πέθανε κατά τη διάρκεια ενός εξορκισμού αλλά «επιστρέφει» για τα καλά στο νεκροτομείο όπου φυλάσσεται το πτώμα της.