Κινηματογραφος

Το «παιδί θαύμα» ενηλικιώνεται

Ξαβιέ Ντολάν

Γιώργος Κρασσακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 424
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Είναι μόλις 24 ετών κι έχει ήδη υπογράψει τρεις ταινίες. Και οι τρεις έχουν προβληθεί στις Κάννες. Γύρισε το «Σκότωσα τη μητέρα μου» πριν καν ενηλικιωθεί και μεταμορφώθηκε αυτόματα σε παιδί θαύμα του παγκόσμιου arthouse σινεμά. Μπορεί να μην έχει υπογράψει ακόμη μια αληθινά καλή ταινία, αλλά δεν μπορείς παρά να μη θαυμάζεις την τόλμη του. Το «Λόρενς για πάντα», η καινούργια του ταινία, η ιστορία ενός άντρα που αποφασίζει να γίνει γυναίκα, είναι ίσως το πιο φιλόδοξο φιλμ του μέχρι σήμερα, αλλά μαζί υπερβολικά επιδεικτικό, ναρκισσιστικό, αμετροεπές. Αλλά ακόμη κι έτσι, αξιοπρόσεκτο. Τον συναντήσαμε τον περασμένο Μάιο στις Κάννες και μιλήσαμε μαζί του.

● «Με ενδιαφέρει η ομορφιά, το να είναι οι σκηνές γοητευτικές, τα κοστούμια αξιοπρόσεκτα, τα σκηνικά άψογα. Μου αρέσει να φτιάχνω όμορφες εικόνες, έχει σημασία να παρακολουθείς κάτι που κεντρίζει τη ματιά σου, όμως για μένα αυτό που έχει τελικά σημασία είναι η ιστορία και οι ερμηνείες. Αν οι ηθοποιοί είναι κακοί, αν η ιστορία σου δεν έχει κάτι ουσιαστικό να πει, η ταινία σου δεν είναι καλή».

● «Κάθε φιλμ μου έχει στοιχεία από μένα. Οι διάλογοι που οι ηθοποιοί μου εκφέρουν έχουν γραφτεί από κάποιον κι αυτός ο κάποιος είμαι εγώ. Και ναι, ένα κομμάτι τους, κάποιες από τις ιδέες τους, μου ανήκουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ήρωες είναι αντανάκλασή μου, ούτε ότι οι ιστορίες τους είναι απαραίτητα κομμάτι της δικής μου ιστορίας».

● «Στην περίπτωση του “Λόρενς για πάντα” η ιστορία του, ή έστω το κουκούτσι της, ανήκει σε κάποιον άλλο. Ή μάλλον σε κάποια άλλη. Όταν τη γνώρισα και ξεκίνησε να μου διηγείται μια ιστορία από τη ζωή της, για το φίλο της, ήξερα ότι υπάρχει μια ταινία κρυμμένη στα λόγια της. Όσο μιλούσε κι εγώ την άκουγα, ήταν σαν να δούλευα στο βάθος του μυαλού μου το σενάριο του φιλμ. Το ίδιο βράδυ, όταν πήγα σπίτι, κάθισα μπροστά στον υπολογιστή κι έγραψα τριάντα σελίδες. Μπορεί στην πορεία να άλλαξαν σχεδόν όλα στην ιστορία, όμως η ουσία παρέμεινε αναλλοίωτη».

● «Η ταινία διαδραματίζεται τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με την ηλικία μου, ούτε με μια συγκεκριμένη αισθητική. Ήταν απλώς η κατάλληλη περίοδος για να τοποθετήσω το φιλμ, από πολιτική και κοινωνική πλευρά. Ήταν οι μέρες του AIDS, της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, μια εποχή όπου όλα έμοιαζαν να αλλάζουν, αλλά όχι για τους gay, που βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια δυσπιστία κι ένα φόβο. Από τη μια ο κόσμος έμοιαζε να πηγαίνει μπροστά κι από την άλλη μια σειρά από προκαταλήψεις ενδυναμώνονταν. Κι αυτό έμοιαζε με μια ενδιαφέρουσα αντίθεση πάνω στην οποία μπορούσα να στήσω την ιστορία».

● «Η μουσική κάνει το σινεμά καλύτερο. Δεν τη φοβάμαι και προφανώς δεν την αποφεύγω. Σχεδόν πάντα σκέφτομαι τις εικόνες μου με μια μουσική να τις συνοδεύει ή ακούω ένα τραγούδι και σκέφτομαι πόσο κινηματογραφικό ακούγεται και φαντάζομαι μια σκηνή στην οποία θα μπορούσε να ταιριάξει. Καταλαβαίνω πως υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκουν ότι χρησιμοποιώ υπερβολικά πολλή μουσική, αλλά για μένα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Ειδικά σε αυτή την ταινία νιώθω ότι η μουσική είναι η ψυχή της».

●  «Νομίζω ότι η διαφυλικότητα είναι ένα από τα τελευταία εναπομείναντα ταμπού. Ο Λόρενς στην ταινία αντιλαμβάνεται ότι η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να την αποδεχτεί και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που δεν έχει αλλάξει ακόμη και σήμερα. Υπάρχουν άνθρωποι ανοιχτόμυαλοι, προοδευτικοί, που ακόμη δυσκολεύονται να αποδεχτούν τους διαφυλικούς. Θα ήθελα η ταινία να μας κάνει όλους να αναρωτηθούμε πόσο ανοιχτοί στ’ αλήθεια είμαστε απέναντι στη διαφορετικότητα και πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στη διάρκεια των χρόνων».

n