Κινηματογραφος

Τhe Notebook εναντίον La La Land

Συγκρίνουμε τις δύο μεγάλες ιστορίες αγάπης και ψάχνουμε νικητή

Κρίστυ Περρή
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Καθώς περιμένουμε την πιο λαμπερή βραδιά του κινηματογράφου να πραγματοποιηθεί για ακόμα μία χρονιά στην Αμερική, είναι προφανές πως η ταινία του Damien Chazelle με τίτλο La La Land και πρωταγωνιστές το αχτύπητο δίδυμο ηθοποιών Emma Stone και Ryan Gosling έχει κλέψει τις καρδιές του κοινού, των κριτικών και της Ακαδημίας. Με 14 υποψηφιότητες για Όσκαρ και δεκάδες άλλα βραβεία ήδη στο τσεπάκι, θεωρείται το απόλυτο "φαβορί" στο ράλι των φετινών αριστούχων του σινεμά και φυσικά όχι άδικα. Ένα σύγχρονο μιούζικαλ- φόρος τιμής στο Hollywood με πρωτότυπη μουσική δεν είναι ένα θέμα που θα περίμενες να ενδιαφέρει τους θεατές του σήμερα, όμως οι συντελεστές πήραν το ρίσκο και τελικά θριάμβευσαν.  Ποια θα μπορούσαν λοιπόν να είναι τα κίνητρα μίας σύγκρισης με την ταινία του Nick Cassavetes The Notebook που κυκλοφόρησε στις αίθουσες το 2004; I'm glad you asked.

Καταρχάς, τόσο το The Notebook όσο και το La La Land είναι αναμφισβήτητα ιστορίες αγάπης. Η πρώτη διαδραματίζεται σε ένα μακρινό παρελθόν και φτάνει μέχρι το παρόν, αψηφώντας εμπόδια, ενώ η δεύτερη στο μεγαλύτερο μέρος της καλύπτει έναν περίπου χρόνο από την ζωή ενός ζευγαριού που κατοικεί στο σύγχρονο Los Angeles. Παρόλα αυτά, οι αναφορές στον κλασσικό κινηματογράφο και το "vintage" ύφος της σκηνοθεσίας του Chazelle προσθέτει ξεκάθαρες αναφορές στο παρελθόν καθόλη την διάρκεια του La La Land. Επιπλέον, το The Notebook θεωρείται από πολλούς μία από τις πιο δυνατές και συγκινητικές ρομαντικές ταινίες που έχουν γυριστεί και παραμένει εξαιρετικά δημοφιλές (κυρίως ανάμεσα στο γυναικείο κοινό) παρά το γεγονός πως έχουν περάσει 13 χρόνια σχεδόν από την πρεμιέρα του. Ίσως είναι νωρίς για να προβλέψουμε πως το ίδιο θα συμβεί με το La La Land, όμως από ότι φαίνεται έχει πάρει και εκείνο τον δρόμο προς το να θεωρηθεί ένα "modern classic". 

Τέλος και τα δύο φιλμ αποτέλεσαν εξαιρετικά σημαντικούς σταθμούς στην κινηματογραφική σταδιοδρομία του Ryan Gosling, καθώς η μία τον καθιέρωσε ως ηθοποιό (και άκρως ερωτεύσιμο) ενώ η άλλη τον επανέφερε στην αφρόκρεμα του χώρου μετά από αρκετές μέτριες επιλογές ταινιών (βλέπε Gangster Squad, The Place Beyond The Pines και το σκηνοθετικό του ντεμπούτο Lost River το οποίο πάτωσε) ενώ του χάρισε την υποψηφιότητα για Όσκαρ, με μεγάλες πιθανότητες να το κερδίσει.

Ιστορία και χαρακτήρες

Το αγόρι συναντάει το κορίτσι. Το αγόρι και το κορίτσι ερωτεύονται. Το αγόρι χάνει το κορίτσι. Το αγόρι ξανακερδίζει το κορίτσι (The Notebook) ή το αγόρι βλέπει το κορίτσι μετά από χρόνια στο jazz club του ενώ εκείνη είναι παντρεμένη με άλλον (La La Land). Η φόρμουλα των δύο ταινιών έχει αρκετά κοινά σημεία, τόσο σε ένα πιο γενικό επίπεδο αλλά και σε διάφορα, πιο λεπτομερή στοιχεία της πλοκής.

Για παράδειγμα, τόσο ο Noah όσο και ο Seb τιμούν την αγαπημένη τους χτίζοντας κάτι μεγάλο και σημαντικό προς τιμήν της. Ο Noah συναρμολογεί το σπίτι των ονείρων της Allie με την ελπίδα πως θα επιστρέψει, ενώ ο Sebastian ονομάζει το club του "Seb's" και χρησιμοποιεί το logo που του σχεδίασε η Mia όταν ήταν ακόμα ζευγάρι. Τι γνωρίζουμε όμως για τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες του La La Land εκτός του ότι μένουν στο Los Angeles και θέλουν να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους; Η Μia είχε μία θεία που ήταν ηθοποιός και της έμαθε να αγαπάει τον παλιό κινηματογράφο. Ο Seb έχει μια αδερφή που θέλει να του βρει κοπέλα και σοβαρή δουλειά. Οι γονείς της Mia έχουν σπίτι στα προάστια και εκείνη μένει με τρεις άλλες κοπέλες που εξαφανίζονται μυστηριωδώς από το σενάριο μετά την πρώτη πράξη. Αυτά.

Όπως αναφέρει και ο κριτικός κινηματογράφου Richard Brody στην εφημερίδα The New Yorker "Έχουμε ελάχιστες πληροφορίες για αυτούς τους χαρακτήρες, κάτι το οποίο τους κάνει σχεδόν βαρετούς και σε καμία περίπτωση αληθινούς. Ας πάρουμε την Mia για παράδειγμα. Στο καταστροφικό διπλό ραντεβού με το προσωρινό της αγόρι, τον αδερφό του και την αρραβωνιαστικιά του αδερφού του, η Mia μένει σιωπηλή. Όσο για την παράσταση-μονόλογο που σχεδιάζει να ανεβάσει, το σενάριο δεν προσφέρει ούτε μία ατάκα για να καταλάβουμε τι γράφει, παρόλο που είναι κάτι τόσο σημαντικό για εκείνη."

Επιπλέον, από την στιγμή που οι δυο τους αποφασίζουν να είναι μαζί, τα ραντεβού τους επικεντρώνονται στην μουσική και στα ωραία τοπία μέσω της τεχνικής του μοντάζ ενώ δεν ανταλλάσσουν σχεδόν καθόλου διάλογο μεταξύ τους. Είναι προφανές πως σκοπός του Chazelle είναι να μαγέψει το μάτι του θεατή με εντυπωσιακά σκηνικά και ζωηρά χρώματα ενώ μάλλον αρκέστηκε στο πόσο γοητευτικοί είναι οι δύο πρωταγωνιστές του και δεν θεώρησε απαραίτητο να αναπτύξει τους χαρακτήρες τους όσο θα έπρεπε. Έτσι αυτό που προκύπτει ως αποτέλεσμα είναι μια "γλυκούλα" ιστορία ενός σύγχρονου ζευγαριού που πνίγεται στην νοσταλγία για μία ζωή που ποτέ δεν έζησε. Επιπλέον, το La La Land πασχίζει να βρει το θέμα του: πρόκειται για μία ωδή προς την αγάπη, μία μάχη δύο νέων να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους ή έναν φόρο τιμής στο Singing in the Rain; Δυστυχώς, δεν είναι εμφανές.

Από την άλλη, το The Notebook έχει μία πολύ πιο σταθερή δομή, θέτει θέματα όπως  την προκατάληψη των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και την οικογενειακή στήριξη ενώ με background τον πόλεμο, τα γράμματα του Noah, την αφήγησή του και τα flash forward των δυο τους σε μεγαλύτερη ηλικία, προκύπτει ένα μεστό κινηματογραφικό παραμύθι που καταφέρνει να σε πείσει για την δύναμη της αγάπης.

Κάποιος θα μπορούσε να θέσει ως αντεπιχείρημα πως βασίζεται σε ένα ήδη υπάρχον μυθιστόρημα από τον Nicholas Sparks και έτσι είχε εξαρχής έναν "μπούσουλα" να ακολουθήσει, όμως το αρχικό υλικό είναι κακογραμμένο, υπερβολικό και αδιάφορο (όπως ότι άλλο έχει γράψει ο Sparks στην ζωή του)  και έτσι το γεγονός ότι ο Cassavetes και οι σεναριογράφοι Jeremy Leven και Jan Sardi κατόρθωσαν να εντοπίσουν την γνήσια τρυφερότητα ανάμεσα στις σελίδες ενός άρλεκιν είναι προς τιμήν τους.

Νικητής: The Notebook.

Φωτογραφία, τεχνική, μουσική επιμέλεια

ο La La Land είναι ένα θαύμα του σύγχρονου κινηματογράφου." δηλώνει ο αρθρογράφος Peter Suderman στο περιοδικό The Vox "ένα εξαιρετικά σκηνοθετημένο και εντυπωσιακό αριστούργημα που κινείται από το ένα καταπληκτικό τραγούδι στο επόμενο και σε πείθει πως το μιούζικαλ μπορεί να ξαναβρεί ζωή." 

Και είναι η αλήθεια πως από το πρώτο λεπτό της ταινίας μέχρι το τελευταίο, το μάτι του θεατή δεν προλαβαίνει να αφομοιώσει όλες τις υπέροχες λεπτομέρειες των σκηνικών, κοστουμιών και χορευτικών πριν η ταινία προχωρήσει στην επόμενη σκηνή που είναι εξίσου μαγευτική. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως πρέπει να καταταχτεί στην κατηγορία του art film, όμως η πλοκή του είναι αρκετά mainstream και ευθύγραμμη για να καθιστά κάτι τέτοιο εφικτό. Οι αναφορές σε κλασσικές ταινίες του παλιού σινεμά έχουν ήδη συζητηθεί ενώ αναφέραμε την χρήση του μοντάζ ως την επιλεγμένη τεχνική του σκηνοθέτη για να δείξει το πέρασμα του χρόνου, την οποία χρησιμοποιεί υπερβολικά και κουράζει τουλάχιστον τους πιο κυνικούς θεατές που παύουν να εντυπωσιάζονται από τα φώτα και τις χορευτικές ικανότητες του Ryan Gosling μετά από κάποια ώρα.

Ο σουρεαλισμός είναι παρών καθόλη την διάρκεια της ταινίας, γεγονός που τονίζει το κλίμα ονείρου που πετυχημένα δημιουργεί ο  Chazelle, με πιο χαρακτηριστικές τις σκηνές του πρώτου χορού της Mia και του Sebastian στα αστέρια και την σεκάνς που ξεδιπλώνει την εναλλακτική, ψεύτικη ζωή τους σαν ζευγάρι, πριν η Mia αποχωρήσει από το club με τον σύζυγό της και ο Sebastian συνεχίσει να παίζει πιάνο σαν να μην την είδε ποτέ.

Φυσικά, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε την μουσική και το γεγονός πως ούτε η Emma Stone ούτε ο Ryan Gosling έχουν φοβερές φωνητικές ικανότητες. Αυτό είναι ίσως το πιο αξιοπρόσεχτο στοιχείο του La La Land.

Κανένα από τα τραγούδια που ακούγονται δεν είναι playback, αλλά οι δυο τους τα ερμηνεύουν ζωντανά όσο γυρίζεται η σκηνή (μέθοδος που έχουν ακολουθήσει κι άλλα μιούζικαλ όπως το Les Miserables και το Across the Universe). Αν το συνδυάσουμε με το ότι ο Ryan Gosling έμαθε πιάνο μόνο για τις ανάγκες του ρόλου, μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε από που πηγάζει το αίσθημα προσιτότητας και αληθοφάνειας σε μία ταινία που κατά τα άλλα δεν βασίζεται στον ρεαλισμό.

Στο αντίπαλο στρατόπεδο έχουμε το The Notebook που δεν είχε ποτέ τόσο μεγάλες προσδοκίες όσο το La La Land, κατάφερε όμως να πλαισιώσει την πορεία του Noah και της Allie όπως της άξιζε για να ανυψωθεί. Ο Cassavetes συχνά χρησιμοποιεί τα γενικά πλάνα για να καλύψει μεγάλα σε έκταση, ειδυλλιακά τοπία τοποθετώντας τους πρωταγωνιστές κάπου στην μέση και δηλώνοντας έτσι πως από την πρώτη σκηνή θα παρακολουθήσεις κάτι εξαιρετικά όμορφο και πέρα από τα όρια που φανταζόσουν.

Ένας ακόμα  θετικός παράγοντας είναι η άριστη μεταφορά της εποχής, από τα κοστούμια και τα φορέματα της Allie μέχρι τα αμάξια, τα λούνα παρκ και τα κέντρα διασκέδασης στα οποία σύχναζαν οι πλούσιοι Αμερικάνοι στην δεκαετία του '40.

Φυσικά και οι δύο ταινίες είναι στιλιζαρισμένες μέχρι και την τελευταία τους λεπτομέρεια. Η βασική τους διαφορά είναι πως το La La Land προσπαθεί να σε εντυπωσιάσει με οποιοδήποτε τρόπο ενώ το The Notebook σε κάνει απλώς να νιώσεις άνετα ενώ βλέπεις μια ερωτική ιστορία να εκτυλίσσεται (κάπου εδώ να σημειώσουμε πως το La La Land παρουσιάζει το ζευγάρι του με σχεδόν πλήρη απουσία σεξουαλικότητας, προσφέροντας μία πιο "αγνή" ματιά στην αγάπη. Aπό την άλλη, η πιο διάσημη σκηνή του The Notebook είναι όταν ο Noah λέει στην Allie πως τίποτα δεν έχει ακόμα τελειώσει μεταξύ τους και την φιλάει παθιασμένα στην βροχή.)

Νικητής: La La Land (αλλά με μικρή διαφορά)

 

Tο "λευκό" πρόβλημα

Εννοείται πως ότι βασίζεται σε μυθιστόρημα του Nicholas Sparks  απευθύνεται αποκλειστικά σε λευκό κοινό. O ίδιος έχει κατηγορηθεί επισήμως για ρατσισμό και ομοφοβικές συμπεριφορές στο παρελθόν , όμως ούτε οι σεναριογράφοι της κινηματογραφικής μεταφοράς του βιβλίου του δεν επιχείρησαν να διορθώσουν την προβληματική αφήγησή του.   Είδαμε τουλάχιστον έναν μαύρο χαρακτήρα, εκτός κάποιων κομπάρσων, από την αρχή μέχρι το τέλος του The Notebook; Tο 1940 ήταν απασχολημένοι με το να προσπαθούν να μην πεθάνουν από ρατσιστές σαν τους γονείς της Allie, ενώ ακόμα και στην σύγχρονη εποχή που οι πρωταγωνιστές έχουν πλέον γεράσει, δεν μπορούμε να εντοπίσουμε κάποιον person of color με σημαντικό ρόλο. 

Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμα μεγαλύτερα ζητήματα με το La La Land και τα περισσότερα έχουν να κάνουν με την jazz.

Από την πρώτη στιγμή που γνωρίζουμε τον Sebastian, μας δίνει να καταλάβουμε πως ολόκληρη η ζωή του εξαρτάται από την "ωμή, αυθεντική" jazz του '50 και του '60, η οποία όπως δηλώνει πεθαίνει την σήμερον ημέρα γιατί κανείς δεν την εκτιμάει όπως της αξίζει. Μοναδικός του σκοπός είναι να ανοίξει το δικό του κλαμπ στην πόλη και να σώσει την πραγματική του αγαπημένη από βέβαιο θάνατο.

"Πρόκειται για μία κλασσική περίπτωση του White Savior (Λευκού Σωτήρα)," δηλώνει ο Jack Mirkinson στο The Fusion "Ένας λευκός, straight άνδρας αποφασίζει να σώσει ένα είδος μουσικής που έχει δημιουργηθεί από την κοινότητα των μαύρων και κυρίως αφορά αυτούς."

Εντωμεταξύ ο χαρακτήρας του John Legend, του μόνου μαύρου χαρακτήρα που έχει σημαντικό ρόλο στην ταινία, παρουσιάζεται ως ο κακός της υπόθεσης γιατί έχει πουλήσει την ψυχή του στο διάολο προκειμένου να βγάλει χρήματα και έχει μπασταρδέψει την μουσική του κληρονομιά. Γιατί ρε παιδιά;

Επίσης για μία ταινία που προβλήθηκε το 2016 και έχει να κάνει με το σύγχρονο Los Angeles, δεν αναφέρεται πουθενά καμία φυλετική διάκριση και δεν προσφέρει ούτε έναν LGBT χαρακτήρα, κάνοντας δύσκολο το να την απολαύσει κάποιος που δεν είναι λευκός και προνομιούχος σαν εμάς. Επομένως φυσικά θα σκίσει στα Όσκαρ.

Μεγαλύτερος χαμένος: La La Land

Tελικό σκορ:

The Notebook: 2

La La Land: 1