Φωτογραφια

Δημήτρης Μυτάς: Ο Ελέφαντας είναι το βάρος που δεν λέγεται

Μια συζήτηση για την πατρότητα, τον αποχωρισμό και την απουσία που μεταμορφώνεται σε φωτογραφία
Δώρα Λαβαζού
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το φωτογραφικό project «Elephant» του Δημήτρη Μυτά είναι μια βαθιά προσωπική διερεύνηση του συνδρόμου της άδειας φωλιάς

Υπάρχει μια στιγμή για την οποία δεν σε προετοιμάζει κανείς. Όταν το παιδί σου φεύγει. Όχι για λίγο… αλλά για να ανοίξει τα δικά του φτερά, να χαράξει τη δική του πορεία, μακριά από εσένα.

Κι εγώ, ως μαμά και φωτογράφος, βρέθηκα φέτος ακριβώς εκεί: στο κατώφλι της μεγάλης σιωπής. Ο γιος μου έφυγε για να σπουδάσει και μαζί του πήρε κάτι απ’ τον καθημερινό ρυθμό, απ’ τη φωνή του σπιτιού, απ’ τον ίδιο μου τον εαυτό. Εκείνες οι τελευταίες στιγμές, η βαλίτσα, το αεροδρόμιο, το αντίο, μένουν πίσω σαν χνάρια στο χιόνι. Ορατά. Μα προσωρινά. Γιατί όταν λιώσουν τα χιόνια, δεν θα μείνει τίποτα.

Ίσως γι' αυτό, όταν ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Δημήτρη Μυτά, «Ελέφαντας», ένιωσα να μου μιλάει βαθιά, προσωπικά, σχεδόν εξομολογητικά. Εκείνη η τελευταία εικόνα, του παιδιού που απομακρύνεται μέσα στο λευκό, άφησε πάνω μου το ίδιο σιωπηλό πάτημα ενός ελέφαντα που αφήνει και η δική του ιστορία.

Ο «Ελέφαντας» δεν είναι απλώς ένα φωτογραφικό έργο. Είναι μια εξομολόγηση χωρίς λόγια. Μια αφήγηση για την απώλεια, την απουσία, τη μεταμόρφωση. Και τελικά, τη λύτρωση; Δεν το γνωρίζω αυτό, τουλάχιστον ακόμα…

Μιλήσαμε με τον Δημήτρη Μυτά για το πώς γεννήθηκε αυτό το έργο, τι σημαίνει για εκείνον η πατρότητα μέσα από τον φακό, και πώς η τέχνη μπορεί να γίνει παυσίπονο την απώλεια.

Η φωτογραφία και η ιατρική μοιάζουν, εκ πρώτης όψεως, τόσο διαφορετικές. Πώς συνυπάρχουν στη ζωή σας; Επηρεάζει η ιατρική ματιά, αυτή η συνεχής παρατήρηση του ανθρώπου τον τρόπο που φωτογραφίζετε;

Η ιατρική αποτελεί έναν από τους βασικούς πυρήνες της ζωής μου. Τον πρώτο καιρό κράταγα «κόντρα ρόλο», αντιδρώντας στα στεγανά της επιστήμης που σπούδασα. Με τα χρόνια, έμαθα να αναγνωρίζω την ποίηση στην ρουτίνα της καθημερινότητάς μου. Αφουγκράζομαι τον Τίτο Πατρίκιο να λέει «όσο λιγότερο ποιητικές είναι οι μέρες μας, τόσο πιο κόντρα πρέπει να πηγαίνεις». Και βυθίζομαι στο έργο άλλων γιατρών: του Τσέχοφ, του Κάρλος Γουίλιαμς ή του Αναγνωστάκη, αναζητώντας στυλοβάτες στο χάος. 

Ποια ήταν η πρώτη εικόνα, κυριολεκτική ή μεταφορική, που σας οδήγησε στο να δημιουργήσετε τον «Ελέφαντα»;
Ήταν η εικόνα ενός ομοιώματος ελέφαντα στο σαλόνι ενός ξενοδοχείου. Είχαμε βρεθεί εκεί με τον γιο μου και με είχε βοηθήσει στη φωτογράφιση παραμερίζοντας κάποια έπιπλα από τον χώρο. Λίγους μήνες αργότερα ήρθε η ώρα να φύγει από το σπίτι για σπουδές. Το βράδυ που τον αφήσαμε στο λιμάνι και επιστρέψαμε σπίτι, είδα τον ίδιο «Ελέφαντα» να έχει καταλάβει με τον όγκο του όλο το σαλόνι.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να στραφείτε στο αρχείο σας, αντί να ξεκινήσετε εξ αρχής τη φωτογράφιση;
Ήταν φυσικό να στραφώ στο αρχείο μου γιατί εκεί υπήρχε ήδη καταγραμμένη η κοινή μας ιστορία. Ο γιος μου από την ηλικία κιόλας των 5-6 ετών υπήρξε συνοδοιπόρος μου στις φωτογραφικές βόλτες, κρατώντας τη δική του pocket size camera. Στις περισσότερες φωτογραφίες του «Ελέφαντα» είναι φυσικά παρών είτε ως εικονιζόμενος είτε ως σιωπηλός μάρτυρας στις εικόνες τοπίων, σκηνικών ή αντικειμένων.

Το έργο βασίζεται σε μια βαθιά προσωπική εμπειρία. Πώς διαχειριστήκατε το συναίσθημα της έκθεσης όταν αποφασίσατε να το παρουσιάσετε δημόσια;
Η παρουσίαση ενός βαθιά προσωπικού έργου μοιάζει με το να αφήνεις ανοιχτή την πόρτα του σπιτιού σου. Στην αρχή νιώθεις εκτεθειμένος· αλλά όταν βλέπεις ότι οι άλλοι αναγνωρίζουν τον εαυτό τους μέσα σε αυτήν την εμπειρία, το αίσθημα της έκθεσης μετατρέπεται σε πράξη απελευθέρωσης.

Πιστεύετε ότι η φωτογραφία μπορεί να λειτουργήσει ως θεραπευτική διαδικασία; Το έργο αυτό σας λύτρωσε κατά κάποιο τρόπο;
Βλέπω τη φωτογραφία ως μια μοντέρνα μορφή τέχνης. Στέκεται στο βάθρο της αυτόφωτη, αλλά ταυτόχρονα απείρως αινιγματική. Ως τέτοια, οφείλει να αποφεύγει την ατέρμονη ομφαλοσκόπηση και να προτείνει εν τέλει τη λύτρωση.

Επιλέξατε να εκφραστείτε μέσω ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Πώς εξυπηρετεί αυτή η επιλογή τη θεματική του έργου;
Η επιλογή ήταν σχεδόν αυτονόητη, καθώς τόσο η φωτογραφική μου καταγωγή όσο και ο βυθός της μνήμης του «Ελέφαντα» είναι κατ' εξοχήν ασπρόμαυρα.

Ο «Ελέφαντας» ταλαντεύεται ανάμεσα στο προσωπικό και το καθολικό. Πώς διασφαλίσατε ότι το έργο δεν παραμένει εγκλωβισμένο μόνο στη δική σας εμπειρία;
Παρότι ο «Ελέφαντας» ξεκινά από μια βαθιά προσωπική εμπειρία, από την αρχή στόχος μου ήταν να αποφύγω την αυτοαναφορικότητα. Γι’ αυτό και επέλεξα έναν πιο υπαινικτικό, ποιητικό λόγο στη φωτογραφία, που αφήνει χώρο στον θεατή να προβάλει τις δικές του απουσίες και μεταβάσεις.

Γιατί επιλέξατε τον ελέφαντα ως συμβολική μορφή για την απουσία; Τι σας ελκύει σε αυτό το ζώο;
Ο ελέφαντας εμφανίστηκε σχεδόν αυθόρμητα, λειτουργώντας ως μεταφορά για το αβάσταχτο βάρος της απουσίας στο σπίτι. Είναι ένα ζώο τεράστιο, όπως και το κενό που αφήνει ένα παιδί φεύγοντας· μια αίσθηση που γεμίζει ασφυκτικά τον χώρο και βαραίνει τη σιωπή.

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» είναι συχνά σύμβολο σιωπηλής έντασης ή αμηχανίας. Συνδέεται αυτή η έννοια με το έργο σας;
Ναι, «ο ελέφαντας στο δωμάτιο» συμβολίζει τη σιωπή γύρω από μια απουσία που κανείς δεν τολμά να ομολογήσει αλλά όλοι αισθάνονται. Η σιωπή γίνεται σχεδόν χειροπιαστή, δημιουργώντας μια ένταση που επικαλύπτει την καθημερινότητα. Αυτό το αίσθημα έγινε το σημείο εκκίνησης για το έργο.