Φωτογραφια

Μικροί αναστοχασμοί για τη φωτογραφία

Μια φωτογραφία μπορεί να αναμοχλεύσει ήδη υπάρχοντα συναισθήματα ή να προκαλέσει νέα

Villy Calliga
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μπορεί να σε συγκλονίσει ή να σε αφήσει αδιάφορο. Να σου προκαλέσει θλίψη, ανησυχία, φρίκη, συγκίνηση, ηρεμία, ευχαρίστηση. Μια φωτογραφία μπορεί να αναμοχλεύσει ήδη υπάρχοντα συναισθήματα ή να προκαλέσει νέα. Κι αυτό είναι ενδεικτικό της δύναμης της.

Ο ρόλος της φωτογραφίας είναι διττός. Η αποτύπωση της πραγματικότητας και η οπτικοποίηση των συναισθημάτων. Η αποτύπωση της πραγματικότητας με την ακινητοποίηση στιγμών μέσα στο χρόνο, παίρνει την έννοια της καταγραφής της ιστορίας και αποτελεί βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου τόσο σε κοινωνικό όσο και προσωπικό επίπεδο.

Η οπτικοποίηση των συναισθημάτων από την πλευρά του υποκειμένου – φωτογράφου, έχει την έννοια που δίνει ο γερμανός φιλόσοφος Walter Benjamin, της αποκάλυψης μέσω του φωτογραφικού φακού των υποσυνείδητων οπτικών με τον ίδιο τρόπο που η ψυχανάλυση αποκαλύπτει τις υποσυνείδητες αιτίες. 

Η φωτογραφία δεν είναι η ασυνείδητη παραγωγή εικόνων από μια κάμερα. Πίσω από το φακό στέκεται το όλον ενός δημιουργού - φωτογράφου. (Είναι ακριβώς αυτό που έλεγε ο Ansel Adams ότι δεν «παίρνεις» μια φωτογραφία. Την κατασκευάζεις).

Εξαιτίας αυτού η φωτογραφία αδυνατεί να καταγράψει αντικειμενικά και απόλυτα μια εποχή ή μια κατάσταση ακόμα κι αν ο φωτογράφος προσπαθήσει να οπτικοποίησει τα επιμέρους στοιχεία που τη συνθέτουν. Ακόμα και έτσι, θα συμβεί αυτό που παρατήρησε ο Winogrand «Η φωτογραφία έχει να κάνει με αυτό που συμβαίνει μέσα στο κάδρο. Όταν βάζεις τέσσερις γωνίες γύρω από κάποια γεγονότα, τα αλλάζεις αυτά τα γεγονότα». (Κάτι που γνωρίζουν εξαιρετικά καλά άλλωστε τα media).

Tο τι θα επιλέξει να βάλει ο φωτογράφος μέσα στο κάδρο του και το τι τελικά θα αποδώσει είναι αποτέλεσμα όσων προϋπάρχουν μέσα του. Της προσωπικής του ιστορίας, των κοινωνικών του βιωμάτων, της ηθικής του, των εικόνων που κουβαλάει, των ερεθισμάτων και επιρροών που έχει δεχτεί, των βαθύτερων αναγκών του, των αναζητήσεων του, της φιλοσοφίας του και γενικότερα όλων αυτών των στοιχείων που συνθέτουν την προσωπική του αισθητική, αισθητική όχι με την αφηρημένη έννοια της αναγνώρισης του ωραίου αλλά του τρόπου που ο ίδιος εμπλέκεται με το τρίπτυχο της αίσθησης, της νόησης και του φαντασιακού στην καθημερινότητα του. Από την άλλη ο τρόπος με τον οποίον θα «αποκωδικοποιήσει» ο δέκτης μια φωτογραφία είναι επίσης αποτέλεσμα της ήδη διαμορφωμένης προσωπικής του αισθητικής.
 
Μετά από αυτές τις σκέψεις θα ήταν ενδιαφέρον να εστιάσουμε σε δυο σημεία, όσο αφορά την κριτική της φωτογραφίας. Πρώτον ότι για τη «φωτογραφική – οπτική γλώσσα» τόσο όσο αφορά τον πομπό, «φωτο-γραφέα» όσο και τον δέκτη ,«μεταφραστή» θα μπορούσαν να ισχύσουν αναλογικά τα λόγια του Μαβίλη «Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει, υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι» και δεύτερο ότι ενώ μπορεί να υπάρξει αντικειμενικός και κοινά αποδεκτός χαρακτηρισμός  μιας φωτογραφίας ως προς την τεχνική της αρτιότητα, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ανάλογος ως προς την αισθητική της.