Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Γιώργος Αυγέρος: Αποχαιρετώντας έναν φίλο στην τελευταία του έκθεση
Η τελευταία έκθεση του Γιώργου Αυγέρου στα Χανιά.
Ο Γιώργος πέθανε από καρκίνο την Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου. Ήξερε και ήξερα ότι ήταν άρρωστος, είχαμε μιλήσει αρκετές φορές στο τηλέφωνο, προσπάθησα να τον συναντήσω από κοντά και στην Αθήνα, όπου ερχόταν για θεραπείες, και στα Χανιά το καλοκαίρι, όταν κατέβηκα για διακοπές. Όλες τις φορές μού αρνήθηκε. Έτσι κατάλαβα τη σοβαρή κατάσταση της υγείας του, γιατί με τον Γιώργο επιδιώκαμε να συναντιόμαστε από κοντά πάντα και κάθε φορά που βρισκόμαστε στην ίδια πόλη. Είχαν πλάκα, είχαν γέλια και χαρές αυτές οι συναντήσεις. Όπως έχουν πάντα πλάκα οι συναντήσεις παιδικών φίλων που γνωρίζεις ένα εκατομμύριο χρόνια. Καθόμασταν μαζί με την Ντορίτα, τη γυναίκα του, στο νεώριο Μόρο, πιάναμε το νήμα από εκεί όπου του είχαμε αφήσει το προηγούμενο καλοκαίρι και μας έπαιρνε το χάραμα.
Όταν χάνεις έναν άνθρωπο, διάβαζα προ ημερών σ’ ένα βιβλίο, «ο πρώτος θάνατος συμβαίνει στη γλώσσα που μιλάς, όταν ξεριζώνεις τα υποκείμενα του παρόντος για να τα φυτέψεις στο παρελθόν…». Φαίνεται βαρύ και είναι βαρύ να μιλώ για τον Γιώργο και να μη γράφω στον ενεστώτα. Να διηγούμαι ιστορίες που αρχίζουν και τελειώνουν σε έναν εκλιπόντα χρόνο. Θα το προσπαθήσω παρ’ όλα αυτά.
Χανιά, Παρίσι, Αθήνα, Νεροκούρου, Αθήνα, Σούδα, Χανιά. Η φιλία μας ξεδιπλώθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 αλλάζοντας πόλεις και πρωτεύουσες. Αν με ρωτούσε σήμερα κάποιος ποια εικόνα του Γιώργου κρατάω, θα γράψω για την ημέρα που πήραμε το τρένο για να βρεθούμε σε ένα προάστιο έξω από το Παρίσι. Κατεβήκαμε και αρχίσαμε να περπατάμε με τα πόδια για αρκετή ώρα. Ήταν ένα γλυκό καλοκαιρινό απόγευμα, ανεβήκαμε ένα βουναλάκι με λίγη βλάστηση και, όταν φθάσαμε στην κορυφή, μου είπε να κλείσω τα μάτια. Όταν τα άνοιξα, ξεδιπλώθηκε μπροστά μου από την άλλη μεριά του λόφου το πιο ωραίο τοπίο που είχα δει μέχρι τότε στη ζωή μου: ένα απέραντο λιβάδι γεμάτο χρυσαφένια στάχυα και κατακόκκινες παπαρούνες. Μου ’φυγε η ψυχή! Πού το είχε ανακαλύψει; Πώς το είχε ανακαλύψει; Δεν έμαθα ποτέ. Είχε αυτό το ταλέντο ο Γιώργος: έβλεπε ό,τι το απλανές βλέμμα των άλλων απλώς συναντούσε. Επίσης λάτρευε τον Claude Monet.
Και τη φύση. Ένα μεγάλο μέρος του έργου του είναι αφιερωμένο σε αυτήν. Θυμάμαι τα φανταστικά ασπρόμαυρα ανάγλυφα δάση του κλεισμένα σε πλέξι γκλας, τις διαφανείς μεμβράνες με τα πράσινα φύλλα και τα πολύχρωμα πουλιά, τα ονειρικά ταμπλό με τις ελιές, τις πορτοκαλιές, τις λεμονιές, τις ασημένιες καρφίτσες με τις αναπαραστάσεις κορμών δέντρων, και τα σκουλαρίκια από άνθη λουλουδιών. Όλα ιλιγγιωδώς υπολογισμένα, με σύμβολα πιο δυνατά από αυτό που εννοούν. Εικόνες πιο αυτάρκεις από το αίσθημα που προκαλούν με έναν τρόπο τόσο προσωπικό, τρυφερό και λεπταίσθητο.
Για πολλά χρόνια, ο Γιώργος έπλεε σε μια θαυμάσια χαλαρότητα, όχι όμως χωρίς τριγμούς. Με όλες του τις αισθήσεις σε συναγερμό, ξαφνικά, από τη φύση περνά στον θαυμαστό κόσμο της τεχνολογίας. Προσωπικά, η περίοδος των «Ισορροπιστών» του είναι η μεγάλη μου λατρεία. «Σκουπίδια» της τεχνολογικής μας εποχής, μικροτσίπς, λαμπτήρες από καμένους υπολογιστές, λαμπιόνια, βίδες, καλώδια, κυκλώματα, τρανζίστορ, αγωγοί, ξεχαρβαλωμένα hardware, σπλάχνα της υψηλής τεχνολογίας, αποτέλεσαν μια πρώτη ύλη που χειρίστηκε στη συνέχεια με εξαιρετικό ταλέντο και διαύγεια. Ξαφνικά το αχανές αταξινόμητο, χαοτικό υλικό που γέμιζε κάθε τετραγωνική ίντσα της ονειρεμένης μονοκατοικίας στα Νεροκούρου, όπου ζούσε, παίρνει μορφή στα μαγικά του χέρια για να μεταμορφωθεί σε κάτι ανθρωπόμορφα γλυπτά κάθε μεγέθους και κάθε ύψους, μοναδικής τέχνης και ομορφιάς.
Τα τελευταία χρόνια, ίσως γιατί ήταν πια πατέρας δύο υπέροχων νέων παιδιών, του Ίωνα και της Νεφέλης, αρχίζει να γοητεύεται από το θαύμα του διαδικτύου, της δορυφορικής τεχνολογίας, της εικονικής περιήγησης, του Google Earth. Ο Γιώργος τα επεξεργάζεται με θαυμαστή μεθοδικότητα και λεπτομέρεια δημιουργώντας έργα μεγάλης κλίμακας με φανταστικές εικόνες που συνομιλούν με παρελθόν, παρόν και μέλλον. Έγραφε ο ίδιος στο Δελτίο Τύπου της τελευταίας του έκθεσης: «Τα τελευταία χρόνια ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και τα προγράμματα περιήγησης μου επέτρεψαν να κάνω ταξίδια στον χώρο και τον χρόνο, να αναμιγνύω το παρελθόν με το σήμερα, να δημιουργώ έναν δικό μου νοητό κόσμο που άπτεται όμως της πραγματικότητας».
Την Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου στις 8:09:18΄΄ ακριβώς έφτασε ένα μέιλ στο inbox μου. Ήταν δικό του, υπήρχε συνημμένα μια πρόσκληση για την επερχόμενη έκθεσή του και τίποτε άλλο. Με παραξένεψε λιγάκι, γιατί ο Γιώργος ποτέ δεν έστελνε μέιλ χωρίς να μου γράψει δυο γραμμές. Σπάνια μού ζητούσε δικές του χάρες. Συνήθως με παρακαλούσε να δημοσιεύσω εκθέσεις άλλων, φίλων του ή νέων άγνωστων ζωγράφων συμπατριωτών μας. Όταν άνοιξα το συνημμένο και άρχισα να το διαβάζω, με έζωσαν τα φίδια. Δεν ήταν ακριβώς πρόσκληση. Ήταν ένας απολογισμός ζωής γραμμένος σε πρώτο πρόσωπο. Αναγνώρισα αμέσως το λακωνικό του στιλ και την αρμονία του ρυθμού του. Διάβαζα πράγματα που, παρά τα 40 χρόνια γνωριμίας, μάθαινα για πρώτη φορά.
Έγραφε μεταξύ άλλων: «…Στα δεκαπέντε μου χρόνια είχα αντιγράψει από μια καρτ ποστάλ ένα έργο που πίστευα τότε ότι ήταν του Renoir. Αργότερα νόμιζα ότι ήταν του Monet. Τελικά ήταν έργο του Manet που είχε ζωγραφίσει τον Monet μέσα στη βάρκα που χρησιμοποιούσε ως εργαστήριο. Μου είχε εντυπωθεί τόσο βαθιά μέσα μου αυτή η ιστορία, που, όταν διάβασα για τον Manet, ανακάλυψα ότι το σπίτι του βρισκόταν απέναντι σχεδόν από τη σημερινή Beaux Art, μια περιοχή συναισθηματικά φορτισμένη από εμένα. Έτσι έγινε το έργο με τον Manet, όπου παρεμβάλλω ένα από τα τελευταία έργα της ζωής του στον δρόμο της Beaux Art.
Ο Van Gogh με είχε συγκινήσει με τη ζωή και το έργο του, καθώς είχα βιώσει πολλές καταστάσεις ασθενών στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Χανίων, αφού και οι δύο γονείς μου εργάζονταν εκεί. Το “Κίτρινο σπίτι” στην πλατεία της Arle, όπου είχε φιλοξενήσει και τον Gauguin, δεν υπάρχει πια. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας επισκέφθηκα και αποτύπωσα την πλατεία επανατοποθετώντας στη θέση του το σπίτι που είχε ζωγραφίσει ο Van Gogh, ενώ περιφέρονται εκεί δύο φιγούρες από το άσυλο που ήταν και ο ίδιος έγκλειστος.
Χωρίς να γνωρίζω ποιoς ήταν ο Bruegel είχα αντιγράψει πολλά από τα έργα του. Ο Hieronymus Bosch, παρότι ήταν σύγχρονος του da Vinci, με είχε συνεπάρει κι αυτός με τη συμβολική παραδοξότητα της ζωγραφικής του, ενώ ο Hokusai με μάγεψε με τα υπέροχα χαρακτικά και τις παραλλαγές έργων του από το όρος Φίτζι.
Στη συνέχεια ο χώρος - χρόνος διευρύνθηκε μ’ έναν μικρό κύκλο έργων που αφορά στον Ελληνισμό και το συλλογικό του ασυνείδητο. Κλασική αρχαιότητα, Βυζάντιο, Τουρκοκρατία, Βαυαροκρατία, Σύγχρονη Ελλάδα.
Η καταγωγή των παππούδων μου ήταν από τη Μικρά Ασία. Οι ιστορίες που μου είχαν μεταφέρει ήταν πάρα πολλές. Είναι αρκετές φορές που πιστεύω ότι οι σύγχρονοι νεοέλληνες –παρ’ όλη την ταραχώδη πορεία τους– νομίζουν ότι ζουν σε μια ρομαντική εποχή με τους φιλέλληνες. Ακόμη δεν γνωρίζουν αν ανήκουν στη Δύση ή την Ανατολή. Στο έργο μου “1821- 2021”, κάποιος άλλος τους υποδεικνύει το πρότυπο της κλασικής αρχαιότητας. Οι νεοέλληνες απόγονοι του Καραϊσκάκη, αντί να θυμούνται το τραγούδι του “Στ’ άρματα- στ’ άρματα”, καταστρέφουν την Αττική κι ολόκληρη την Ελλάδα.
Δεν θα μπορούσα όμως να παραλείψω τα σύγχρονα κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα που απασχολούν ολόκληρο τον κόσμο και ιδιαίτερα τους νέους».
Πέρασε μία ολόκληρη ημέρα προσπαθώντας να καταλάβω γιατί μου έστειλε αυτό το «βουβό» μέιλ και την επομένη το πρωί αποφάσισα να τον πάρω στο κινητό του για να μιλήσουμε. Το σήκωσε η γυναίκα του. Ο Γιώργος είχε αναχωρήσει το βράδυ εκείνης της ημέρας. Δεν πρόλαβα την κηδεία του.
«Παπαρούνες; Πού να βρούμε τέτοια εποχή παπαρούνες; Για τα στάχυα κάτι μπορεί να σου βρω» μου λέει ο ανθοπώλης μου στα Χανιά και μετά με σιγανή φωνή και κάπως αμήχανα συμπληρώνει: «Ξέρεις, όμως, δεν πάνε στάχυα στα μνημόσυνα, κορίτσι μου». Μου βρήκε 4 δέσμες. Τις τυλίξαμε σε ένα χαρτί στο χρώμα που έχει η κρητική γη το φθινόπωρο. Τις άφησα απαλά πάνω στον τάφο του με την ευχή να συναντήσω κι άλλους ανθρώπους που να έχουν τη συνέπεια, την επιμονή και την πηγαία αγάπη που είχε ο Γιώργος για ό,τι άξιζε στη ζωή.
Αυτό είναι ένα γλυπτό που δεν εκτίθεται στην τωρινή έκθεση του καλλιτέχνη. Είναι από τη σειρά «Ισορροπιστές» και από τα τελευταία έργα που δημιούργησε ο Αυγέρος. Πρόκειται για έργο φτιαγμένο από παπιέ μασέ (πολτοποιημένο χαρτί που δημιούργησε μόνος του με τη βοήθεια ενός μπλέντερ) και απεικονίζει τον ίδιο να ισορροπεί πάνω σε ένα τόξο με μια βαλίτσα στο χέρι προχωρώντας προς μια άγνωστη «χώρα»; Ένα άλλο πλανήτη γεμάτο στάχια και παπαρούνες; Ποιος ξέρει; Για συναισθηματικούς λόγους, η σύζυγός του δεν θέλησε να το εκθέσει, προτίμησε να το αφήσει εκεί στην άκρη του παράθυρου του σπιτιού τους με θέα πάντα τον κήπο. Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το κύκνειο άσμα του. Σήμερα στο εργαστήρι του στη Σούδα μπορεί κανείς να δει ένα ακόμα καλούπι που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και είναι η φιγούρα του γιατρού του.
(Ευχαριστώ την κ. Ντορίτα Αυγέρου που μου έδωσε την άδεια να το δημοσιεύσω.)
ΙΝFO
H έκθεση του Γιώργου Αυγέρου «Νοητικές περιπλανήσεις ΙΙ» εγκαινιάστηκε στις 15/10 στην αίθουσα τέχνης Β. Μυλωνογιάννη (Χαρ. Τρικούπη 12-14) στα Χανιά και θα διαρκέσει μέχρι 3/11. Επισκέψιμες ώρες: 11.00 - 13.00 και 18.00 - 21.00 εκτός Κυριακής.
Η έκθεση ήταν προγραμματισμένη για την άνοιξη του 2020, μετά την έκθεση του καλλιτέχνη στην γκαλερί Ζουμπουλάκη στην Αθήνα με τον αντίστοιχο τίτλο. Πρόλαβε όμως ο Covid, που ήρθε, κι έτσι αναβλήθηκε για το μέλλον. Από την έκθεση στη Ζουμπουλάκη πολλά έργα είχαν φύγει, νέα όμως πρόλαβε να δημιουργήσει ο Αυγέρος και όσοι την επισκεφτείτε μπορείτε να τα θαυμάσετε και μαζί να γνωρίσετε τον άνθρωπο που αγαπούσε και δούλευε για την τέχνη του κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του.
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού