Εικαστικα

Ανδρέας Βούσουρας, Αλέξανδρος Μαγκανιώτης: The Unseen Hook

Ή και πώς η «Επιστροφή στο Μπράισχεντ» μπορεί να σημαίνει και πήγαινε στο Κολωνάκι

Στέφανος Τσιτσόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κολωνάκι, Πέμπτη βράδυ, έξω απλώνεται ιμπεριαλιστικά η νύχτα, μέσα φέγγει άσπρο φως. Όπου μέσα, η γκαλερί alma, εκεί στο έξω της οδού Υψηλάντου, αριθμός 24. Η γκαλερίστα Μαρία Αλμπάνη με υποδέχεται εγκάρδια, τρικαλινή ρίζα, εμπλοκή, ανάμεσα σε πρωτεύουσα και Θεσσαλία, έχει την πολυτέλεια να κινείται σε κόσμους παράλληλους. Με διαφυγές και διακτινισμούς, μιας και εκεί υπάρχει η motherboard αίθουσα alma / Contemporary Art Gallery. Χάρηκα για τη γνωριμία. 

Ανδρέας Βουσούρας, «Exile on main», 72x52

Ξεκινάμε την κουβέντα μας για την τέχνη τον καιρό της κρίσης. Τα γνωστά. Για τους συλλέκτες που στην πλειοψηφία τους «παραμένουν ακίνητοι ως προς το βλέμμα». Μετάφραση: δεν τολμούν να επενδύσουν σε πράγματα που σπαρταρούν, κοχλάζουν, κινούνται στον αντίποδα της δήθεν ασφάλειας από πλευράς επένδυσης σε τέχνη που ακόμα δοξάζει τα «σιγουράκια». Από υαλογραφίες έως υπογραφές κύρους μεν, αλλά... παλιακές. Συνηγορώ και προσαυξάνω. Σπαρταριστή τέχνη αλλά και διάλογος ανάμεσά τους, γι' αυτό είμαι εδώ άλλωστε: The Unseen Hook. Καθόλου αόρατο το αγκίστρι αλλά και το δόλωμα, εκτιμώ αφάνταστα και τον Ανδρέα Βούσουρα και τον Αλέξανδρο Μαγκανιώτη. Τσίμπησα από μόνος μου.

Αλέξανδρος Μαγκανιώτης, «Hands Health», 40x40cm

Ανδρέας Βουσούρας, «Φωτεινός Παντογνώστης», 70χ70

Με επιμελητή τον Γιάννη Μπόλη κι έναν τίτλο έκθεσης δανεισμένο από το βιβλίο «Επιστροφή στο Μπράιτσχεντ - οι ιερές και ανόσιες αναμνήσεις του λοχαγού Τσαρλς Ράιντερ», οι δυο τους κρέμασαν στους τοίχους εικόνες-έργα σκέτο συναίσθημα. Σκέτη ανάμνηση, όνειρα, μνήμες, προδοσίες αλλά και αγάπες σε εστίες που τους μεγάλωσαν. Και τις απαρνήθηκαν ή, όταν επέστρεψαν, μπορεί εκείνες φιλόξενα πάλι να μην τους γύρισαν την πλάτη, μα ήταν αργά: έλειπαν κάποιες από τις πρότερες ψυχές – σώματα - πρώτες ύλες. Μια ζωγραφική που εμπλέκει μέσα της βιβλία, στίχους, ασπρόμαυρες φωτογραφίες, αρχιτεκτονική, κλειδιά, μπουζιά, παγωμένα τοπία από σπίτια στη χιονισμένη Αγία Πετρούπολη ή προγονικούς τοίχους στην Κυψέλη. Ο Βούσουρας κι ο Μαγκανιώτης συνυπάρχουν και συναντιώνται, απέναντι ο ένας από τον άλλον, όπως τους κοιτώ, μα και μαζί. Συνθέτουν από κοινού μια ευδιάκριτη αφήγηση με πολλαπλές αναγνώσεις. Μα και ξεχωριστά ο καθένας, αυτόνομα και ευδιάκριτα, εξομολογούνται τα δικά τους ιδιαίτερα.

Ανδρέας Βουσούρας, «Τι θα γίνω όταν μεγαλώσω», 25χ25

Αλέξανδρος Μαγκανιώτης, «Identity non identity»

Έρχονται και οι καλλιτέχνες. Συστάσεις και ανταλλαγή αβροτήτων. Εγώ τις δικές μου τις εννοώ, τους εκτιμώ, επαναλαμβάνω. Πατάω και το rec κι αρχίζει η περιήγηση. Χα, ενώνουμε τις δυσλειτουργίες μας, για την ακρίβεια. Αυτά που μας καθόρισαν κάποτε, μας έκαναν-έστειλαν να εξεγερθούμε. Ενάντια σε ρόλους που είχαν προκαθορίσει για μας, αλλά εμείς δεν. Θέλαμε. Ζωγραφική με πολλά σύμβολα και ιδιαίτερες κατασκευές. Ο κλασικός «χειρώνακτας» Βούσουρας, με χαρτιά, μάρμαρα, ξύλα, βίδες, κοπίδια, γυαλιά, φωτογραφίες, θραυσματικές εντάσεις και μικροαντικείμενα ενταγμένα στο κάδρο του να προκαλούν εγκάρσιες τομές επί των εικόνων.

Πολυπλοκότητες. Ο Μαγκανιώτης, πάλι, ζωγραφίζει στη γυάλινη επιφάνεια εγκιβωτισμένων φωτογραφιών. Σχεδιαστικά καθαρός ο Αλέξανδρος και ποιητικός συνάμα – «Τίγρη φωτόχρωμη και σταχτιά ελάφι», Οτάβιο Παζ, και στο φόντο η διάσημη κατοικία στο Μπορντό του Ρέιμοντ Κούλχας. Αρχιτέκτονας γαρ, trapped in a body of artist: η βίλα Savoy του Λε Κορμπιζιέ και η διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας του Μπουνιέλ είναι ευδιάκριτα από όπου με κοιτούν οι περίεργες φιγούρες του. Ένα σουρεαλιστικά ποπ καλειδοσκόπιο με ανθρώπους και ζώα.

Αλέξανδρος Μαγκανιώτης, «LaPace Irini», 50x50cm

Ανδρέας Βουσούρας, «I put a spell on you», 76x76

Η κοινή τους εικαστική πρόταση διαθέτει καταλυτικό χιούμορ επί του βιώματος, της εμπειρίας και της ταυτότητας. Ποιοι είμαστε, τι θέλαμε, πού φτάσαμε και πόσο ένα αόρατο αγκίστρι, όσο κι αν νομίζουμε πως φύγαμε μπροστά ή μακριά, θα μας τραβά στο πίσω. Στο εκεί από όπου ξεκίνησαν όλα. Συνειρμοί, μεταμορφώσεις, πιο ενταγμένα σε κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις τα έργα του Βούσουρα, και πιο παράδοξα και φαντασιακά του Μαγκανιώτη. Μα και οι δυο τους καδράρουν φοβίες, ενεργοποιούν συνθήκες μνήμης και μεταλλάξεων.

Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

Στον πυρήνα τους υπάρχει το κοινό: μια ζωγραφική εξομολογητικά ευανάγνωστη και με πολλαπλές αμφισημίες. Η οικογένεια και η ατομικότητα, η ρίζα και η μαγνητική της έλξη, η φυγή και η εξίσου μαγνητική δύναμη της φυγόκεντρης. Μακριά και κοντά, φυγή και επιστροφή, η ανθρώπινη κατάσταση, η βαθύτερη ουσία των πραγμάτων, η πρόσληψη του κόσμου μέσα από συνθήκες ολότελα προσωπικές. Ακυρωμένες προσδοκίες αλλά και νοητικοί μηχανισμοί που μέσω τους ο καθένας τους έφτιαξε το αλφαβητάρι της ζωής του. Και της περιπέτειάς τους, που εδώ, στην alma του Κολωνακίου, εκθέτει μερικά από τα «επεισόδια».

Ανδρέας Βουσούρας, «Devils Jukebox»

Αλέξανδρος Μαγκανιώτης, «Flower», 49x64cm, kozo25gr

Εγώ είμαι ok, λέω, να πάμε τώρα και στο στάδιο νο2, φωτογραφίες. Γελούν, καθώς ο φωτογράφος τους εγκιβωτίζει με τη σειρά του στη μηχανή του. Να τη δείτε την έκθεση. Που επίτηδες έχει και τις τιμές χαμηλές, κοντράστ με το υψηλό του θέματος-θεάματος. Αποχαιρετισμός εξίσου εγκάρδιος, όπως και με την είσοδο, ανάμεσα σε γκαλερίστα, ζωγράφους και δημοσιογράφο - φωτογράφο. Μετά ο καθένας στη νύχτα του...

The Unseen Hook: Ανδρέας Βούσουρας | Αλέξανδρος Μαγκανιώτης
Επιμέλεια Έκθεσης: Γιάννης Μπόλης

Έως τις 17 Μαρτίου στην alma / Contemporary Art Gallery, Υψηλάντου 24, Κολωνάκι, Αθήνα, 211 4003160