Εικαστικα

Φαντασιακές Εστίες στην 6η Μπιενάλε Θεσσαλονίκης

Έργα και δράσεις διασπαρμένα παντού στην πόλη.  Περιπλανηθήκαμε και μεταδίδουμε

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 633
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αθρόα προσέλευση κοινού και δυνατό περιεχόμενο. Πήγαμε, είδαμε, περιπλανηθήκαμε και μεταδίδουμε το σφυγμό ενός γεγονότος, που, ειδικά φέτος, είναι για τη Θεσσαλονίκη όχι απλά το ωραιότερο εικαστικό συμβάν, μα και η ωριμότερη Μπιενάλε που φιλοξενήθηκε στην πόλη. Βλέπετε, την παρακολουθούμε φανατικά, καθώς αυτή η εφημερίδα είναι διαχρονικά επικοινωνιακός χορηγός μιας δράσης που, από τότε που ξεκίνησε μέχρι και σήμερα, αποτελεί κομβικό σημείο και αναφορά για την art Salonika. Μια προσπάθεια που από τις «Ετεροτοπίες», με τις οποίες ντεμπούταρε πριν από δέκα χρόνια η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης τσιτάροντας Φουκό, μέχρι τη φετινή, που δανείζεται λόγια του Καστοριάδη περί αυτοθέσμισης της κοινωνίας, όχι απλώς συζητιέται μα και… σκοράρει. Ναι, η πόλη την αγκάλιαζε συστηματικά, όμως ειδικά για την τρέχουσα, η προσέλευση είναι μαζική. Οι χώροι της σφύζουν από κυκλοφορία, οι ξεναγήσεις της πολυπληθείς, κι η διοργάνωση, για λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω, σηματοδοτεί έναν άλλο τρόπο σκέψης και δρόμο για το μέλλον. 

Einat Amir, «Σύντομα κοντά σας», 2011.  Βίντεο εγκατάσταση και περφόρμανς. Παραχώρηση του καλλιτέχνη και της Aspect Ratio Gallery, Σικάγο.

Einat Amir, «Σύντομα κοντά σας», 2011. Βίντεο εγκατάσταση και περφόρμανς. Παραχώρηση του καλλιτέχνη και της Aspect Ratio Gallery, Σικάγο.

Άρξατε περιήγησης: «Φαντασιακές Εστίες». Εσύ όμως; Τι εννοείς, όταν σκέφτεσαι τη λέξη «σπίτι»; Όχι μόνο σαν κατοικία-καταφύγιο, μα γενικότερα. Σαν γειτονιά-κοινότητα, σαν πατρίδα-στέρεη χώρα, σαν μια γη όπου όχι μόνο οργανώνεις και αναπτύσσεις τον πυρήνα των οικογενειακών και κοινωνικών σχέσεων, ζεστό, όταν έξω κάνει βαρύ χειμώνα, μέρες που έρχονται. Μα και σαν ένα φαντασιακό τόπο που ονειρεύεσαι να βρεθείς για να προσδιορίσεις εκ νέου τις βασικές ανάγκες της ζωής σου: Iggy Pop, «Home boy, home boy, everybody needs a home boy». Πήγαμε, είδαμε, μεταδίδουμε. «Φαντασιακές Εστίες»: νοερές προβολές, κάποιος, κάπου, εδώ, εκεί, μονίμως ή προσωρινώς σε συνεχή διάλογο και επικοινωνία με τη ρίζα. Ή κάτ’ αποκοπή.

Εσύ; Σε ποια κατηγορία παίζεις; Μόνιμος κάτοικος σε ένα διαρκές εδώ; Ή μετανάστης στο δρόμο ενός θολού, επικίνδυνου και απροσδιόριστου εκεί; Ηθελημένα μετανάστης, εξωτερικός, εσωτερικός, ερωτικός, οικονομικός, ή… μπουμ! Από τους «άλλους»; Ο ήχος της βόμβας, τα τηλεοπτικά πλάνα από τους πολέμους, τα καραβάνια, νόμιμα ή παράνομα, αυτών των «άλλων» που εγκαταλείπουν την έως τότε θεωρούμενη ασφαλή εστία τους. Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: οι ζωές τους. Πόλεις, χωριά, χώρες που εν μία νυκτί εξαφανίζονται από το χάρτη. Και που ξαφνικά παύουν να είναι ένα ρεπορτάζ που παίζουν τα δίκτυα και αποκτούν σάρκα και οστά, γίνονται camp υποδοχής προσφύγων στην πόλη σου ή διαμέρισμα στην πολυκατοικία σου, άρτι «επικοισθέν» από καινούργιες ψυχές, γλώσσες, όνειρα μέλλοντος και προσδοκίες. Εγώ, εσύ, αυτοί, όλοι μαζί. Σίγουρες ζωές και βεβαιότητες, αντάμα με προσδοκίες μιας καινούργιας.

Alicia Framis, «Century 22», 2017. Φωτογραφία.

Alicia Framis, «Century 22», 2017. Φωτογραφία.

Οι «Φαντασιακές Εστίες», επομένως, ως θέμα της 6ης Μπιενάλε Θεσσαλονίκης είναι ένας σχεδιασμός και μια ανάπτυξη που, για άλλη μια φορά, προσπαθεί να βαδίσει παράλληλα με την κοινωνική πραγματικότητα και το ιστορικό momentum: ο κόσμος σαν μια διαρκής συνθήκη μετακίνησης. Ηθελημένης ή βίαιης. Σε συνθήκες μεταναστευτικής και ανθρωπιστικής κρίσης που τροποποιούν ριζικά την έννοια του σπιτιού - προορισμού, οι νέοι τόποι πρώτα υφίστανται σαν μια φαντασιακή κατασκευή και προσδοκία και μετά λειτουργούν ως χώροι ενσωμάτωσης για αυτούς που βρίσκονται σε πορεία αναζήτησης μιας νέας πατρίδας. Μπίνγκο: η Μπιενάλε Θεσσαλονίκης μάς αφορά. Η τέχνη που φιλοξενεί και δείχνει, ξεφεύγει από την ιδρυματοποίηση και την επανάληψη στείρων μουσειακών ασκήσεων επί εγκυκλοπαιδικών ή ντεκλαρέ κουλτουρέ πεδίων. Προτείνει, διερωτάται, αναζητά, παρατηρεί, βλέπει τα πάντα από την αρχή, τροφοδοτεί μα και ανατροφοδοτείται από την επισφάλεια των καιρών. Τοποθετείται ευθαρσώς, αντί να αναλώνεται σε άλλη μια ακαδημαϊκή ή εκτός τόπου και χρόνου προσέγγιση περί «τέχνης». Εκτοπισμός, νομάδες, υβριδικότητα, διαταραχή κανονικότητας, και την ίδια στιγμή η μεγάλη πρόκληση: η μετατροπή του τραύματος απώλειας της πατρίδας και του γενέθλιου τόπου σε έναν ουμανιστικό και εκλεκτικό συγχρωτισμό, όπου άνθρωποι, κουλτούρες και διαρκής κινητικότητα εξελίσσουν και προάγουν την έννοια της Εστίας. Σαν νέο σπίτι, νέα πατρίδα, νέα κοινότητα - συλλογική λειτουργία. 

Και ναι, αυτό είναι που προσλαμβάνει ο θεατής που θα διαλέξει να περιπλανηθεί ανάμεσα στα έργα των καλλιτεχνών που συμμετέχουν: νέοι τρόποι κοινωνικής συναναστροφής, περίθαλψης, οργάνωσης και αλληλεγγύης, μιας κι αυτό είναι το στοίχημα του μέλλοντος για το κοινό ευρωπαϊκό μας σπίτι. Η αναζήτηση νέων «σημασιών» στα πράγματα και στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπινων όντων. Καινούργιες αξίες και τρόποι πράττειν και ποιείν. Εμείς και άλλοι: εγώ, εσύ, όλοι, μαζί.

Δώρα Μπελεγρίνου, «Ποδόσφαιρο», 2016. Γραφίτης σε χαρτί, 104 x 72 εκ.

Δώρα Μπελεγρίνου, «Ποδόσφαιρο», 2016. Γραφίτης σε χαρτί, 104 x 72 εκ.

Δεύτερη εύφημος μνεία: Όλο το σκεπτικό και οι καλλιτεχνικές επιλογές φέρουν την υπογραφή του συνόλου των επιμελητών, ιστορικών τέχνης, μουσειοπαιδαγωγών και στελεχών των πολιτιστικών φορέων της πόλης. Ναι, η 6η Μπιενάλε μιλά για αυτοοργάνωση, πρωτίστως όμως αυτοδιοργανωμένη η ίδια. Συλλογική επιμέλεια ως απάντηση στα πενιχρά μπάτζετ και την οικονομική κρίση, που θεωρητικά περιορίζει τα μεγάλα σχέδια. Όμως στη Θεσσαλονίκη πρόταξαν ένα μοντέλο –σπουδή, αντοχή και πείσμα– που αξίζει να μεταδοθεί και ως μάθημα για όλους τους κρατικούς φορείς τέχνης: η συμμετοχικότητα μπορεί να κάνει θαύματα. Ειδικά όταν συμπράττει με ιδιωτικούς φορείς, κεφαλαιοποιεί το δίκτυο γνώσης, συνεργειών και ανθρώπινου δυναμικού εντός και εκτός Ελλάδας, δίνοντας περιεχόμενο δηλαδή σε λέξεις-καραμέλες των καιρών: εξωστρέφεια, συμμετοχικότητα, στήριξη και ανταλλαγή εμπειρίας. Και διασπαρμένα παντού στην πόλη, τα έργα και οι δράσεις της δείχνουν απόλυτα συντονισμένα με τη ρήση του Νικηφόρου Χούμνου, που η σκούφια της κρατά από τον 14ο αιώνα: «Κανείς δεν μένει χωρίς πατρίδα όσο υπάρχει Θεσσαλονίκη». Τα σέβη μας. 

Διονύσης Χριστοφιλογιάννης, «Σαν στο σπίτι μου», 2017. Φωτογραφία, κολάζ, μεταβλητές διαστάσεις.

Διονύσης Χριστοφιλογιάννης, «Σαν στο σπίτι μου», 2017. Φωτογραφία, κολάζ, μεταβλητές διαστάσεις.