Design & Αρχιτεκτονικη

Μιχάλης Φωτιάδης: Σχεδιάζοντας ένα ζωντανό μουσείο

Ο γνωστός αρχιτέκτονας σε μια συνέντευξη εφ'όλης της ύλης

Γιάννης Κωνσταντινίδης
ΤΕΥΧΟΣ 07
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σπούδασε αρχιτεκτονική στο ΜΙΤ. Ο όγκος του αρχιτεκτονικού του έργου –κυρίως μεγάλης κλίμακας– είναι εντυπωσιακός. Ωστόσο, η παρουσία του στους αρχιτεκτονικούς κύκλους κρίνεται ηθελημένα διακριτική. Η συνεργασία του με τον Μπερνάρ Τσουμί στην κατασκευή για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης τον έχει φέρει στο προσκήνιο.

Έχετε υλοποιήσει πολύ και ποικίλο αρχιτεκτονικό έργο. Πιστεύετε παρ’ όλ’ αυτά ότι έχετε αποκτήσει κάποια εξειδίκευση;
Το θέμα το πιο ουσιαστικό για έναν αρχιτέκτονα είναι να θέλει να ποικίλλει τη δουλειά του, να μην καταλήξει να είναι ο αρχιτέκτων των νοσοκομείων, ή των γραφείων ή του οτιδήποτε. Να μπορεί να έχει πάντα κέφι να αλλάζει θέματα.

Μου είναι δύσκολο μέσα από τα έργα σας να προσδιορίσω το προσωπικό σας στιλ, εσείς όμως, κατά κάποιον τρόπο, σίγουρα ξέρετε ποιο είναι…
Όχι, δεν το ξέρω. Προσπαθώ ό,τι σχεδιάζω να συνδέεται με το οικοδομικό ή φυσικό περιβάλλον του. Δηλαδή, τα κτίσματα να αποκτούν το χρώμα που τους ανήκει και όχι να δημιουργήσω ένα «αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο» που θα αναδύεται απ’ οτιδήποτε φτιάχνω. Αυτό βέβαια συνηθίζεται, αλλά δεν συμφωνώ με την ιδέα. Βλέπεις ένα κτίριο και λες αυτό είναι του τάδε αρχιτέκτονα. Προς τι; Ανάλογα, είναι πάρα πολύ ανόητο να ακολουθείς και το όποιο τρέχον αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο.

Από όλα τα είδη έργων που αναλαμβάνετε, ποιο αγαπάτε πιο πολύ;
Τα μουσεία είναι πιο ενδιαφέροντα.

Τι τα κάνει ενδιαφέροντα;
Είναι κελύφη για ανάγκες που δεν τις ξέρεις, που θα τις μάθεις εκείνη τη στιγμή, με βάση το πρόγραμμα που υπάρχει.

Πόσο και πώς έχει μεταβληθεί σήμερα η έννοια μουσείο, ως προς τη λειτουργία του και τον τρόπο παρουσίασης των εκθεμάτων;
Υπάρχει πλέον κοινός παρονομαστής, που ξεφεύγει από τον αποθηκευτικό χαρακτήρα του κλασικού μουσείου. Το μουσείο είναι ένας ζωντανός τρόπος να πλησιάζεις πράγματα που υπήρξαν. Όλα έχουν πλέον καταστήματα, εστιατόριο και χώρους που μπορούν να λειτουργούν και ενόσω το μουσείο είναι κλειστό. Το Λούβρο έδειξε με υποδειγματικό τρόπο ποια ήταν η κλασική αντίληψη για το μουσείο και πώς αυτή αναδιαμορφώθηκε. Και στο δικό μας Νέο Μουσείο της Ακρόπολης θα έχει πολλά πράγματα που θα μπορεί να κάνει κανείς. Πραγματικά, μια οικογένεια θα μπορεί να πηγαίνει εκεί και να περνάει μεγάλο μέρος της ημέρας της ευχάριστα.

Τι σας αρέσει πιο πολύ στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης;
Η κυκλοφορία. Το εσωτερικό στοιχείο, που σου επιτρέπει να κυκλοφορείς από χαμηλά τμήματα σε ψηλότερα. Υπάρχουν τμήματα που έχουν το ύψος δυόμισι ορόφων και περάσματα που φτάνουν τα 18 μέτρα ύψος. Μου αρέσει η κίνηση μέσα στο μουσείο, ανακαλύπτοντας εκθέματα που γνωρίζεις ή όχι. Γιατί πολλά εκθέματα δεν έχουν ξαναπαρουσιαστεί. Η ζωφόρος της Απτέρου Νίκης, για παράδειγμα, αποθηκεύτηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έκτοτε δεν την είδε κανείς. Πολλά πράγματα θα κάνουν το μουσείο αυτό ζωντανό. Θα προσφέρει εκπλήξεις.

Σχεδιάσατε λοιπόν το μουσείο, ξεκινώντας από τα νέα αυτά εκθέματα και τους μεγάλους –απ’ ό,τι καταλαβαίνω– όγκους τους;
Ξεκινήσαμε από μια βασική απόφαση, που ήταν ότι ο Παρθενώνας θα είναι κλεισμένος σε γυάλινο περίβλημα. Θα την έλεγα ριψοκίνδυνη απόφαση, γιατί είναι ενεργειοβόρα. Ωστόσο, η απόφασή μας στηριζόταν στην ιδέα ότι ο Παρθενώνας φτιάχτηκε για να τον βλέπει ο ήλιος και ν’ αποκτά σκιές κατά τη διάρκεια της ημέρας από το φως του. Για τον ίδιο λόγο, η γυάλινη αίθουσα του Παρθενώνα –που είναι στον τελευταίο όροφο– γλίστρησε και έστριψε για να είναι παράλληλη με τον Παρθενώνα στην Ακρόπολη. Τα υπόλοιπα στοιχεία του σχεδιασμού υπάκουσαν στη βασική απόφαση. Το ενεργειακό πρόβλημα που δημιουργήσαμε με το γυάλινο περίβλημα ήταν δύσκολο. Αλλά το επιλύσαμε επινοώντας ένα σύστημα κυκλοφορίας του αέρα. Ανάλογα, πολλά άλλα τεχνικά ζητήματα λύθηκαν με ειδικές κατασκευές και σύγχρονη τεχνολογία. Αντιμετωπίσαμε επίσης το πρόβλημα των αντανακλάσεων από το γυαλί, χρησιμοποιώντας ειδικά τζάμια.

Υπάρχει κάτι –ένα αρχιτεκτονικό «τρικ»–, που ενδεχομένως να μην το παρατηρήσει αμέσως ο επισκέπτης, αλλά που θα άξιζε να γνωρίζει;
Κάθε κτίριο έχει ορισμένες τέτοιες ιδιαιτερότητες, αλλά ποια απ’ αυτές θα είναι σφραγίδα ή θα είναι ξύπνημα για το χρήστη, δεν το ξέρω. Ως ένα παράδειγμα, πάντως, θα έλεγα ότι χρησιμοποιήσαμε σε όλους τους χώρους κυκλοφορίας μαύρο μάρμαρο Μακεδονίας. Δεν είναι γυαλιστερό, ούτε στιλπνό, κι αυτό το κάνει πιο ζωντανό. Οι εκθεσιακοί χώροι έχουν επενδυθεί με μάρμαρο χρώματος ανοιχτού μπεζ, που δένει με τα γλυπτά.

Είχατε ιδιαίτερο λόγο να θέλετε να χρησιμοποιήσετε ελληνικά υλικά;
Βέβαια, διότι είναι μουσείο ελληνικό. Για εμάς ήταν πολύ σημαντικό, όπως και για τον πρόεδρο του ΟΑΝΜΑ, κ. Δημήτρη Παντερμαλή.

Πώς κρίνετε το επιχείρημα αυτών που θέλουν να προστατέψουν τα δύο κτίρια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου;
Ότι, δηλαδή, τα κτίρια θα κατεδαφιστούν μόνο και μόνο για να μην κρύβουν τη θέα από το καφενείο του νέου μουσείου; Είναι μια ανούσια επιχειρηματολογία. Όποιος θέλει να έχει μια γνώμη θα πρέπει να δει τη θέα απέναντι από το μουσείο. Το οικοδομικό τετράγωνο ονομάστηκε γι’ αυτόν το σκοπό και οι περιμετρικές απαλλοτριώσεις κόστισαν πάρα πολλά λεφτά. Άλλωστε το ΚΑΣ ήταν που ανακίνησε το θέμα. Όταν έγινε το μουσείο αντελήφθησαν ότι έπρεπε να θέσουν σε ψηφοφορία τον αποχαρακτηρισμό των δύο κτιρίων, που παλιότερα είχαν κριθεί διατηρητέα. Η απόφαση έχει παρθεί και έχει υπογραφεί από τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. 

Πολύς κόσμος όμως αναρωτιέται γιατί το νέο κτίσμα σας δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αλλιώς.
Μα αυτό ήταν το αντικείμενό μας. Κάναμε το κτίριο για να μιλάει με την Ακρόπολη. Δεν θα γυρίζαμε να κοιτάξουμε προς την Αίγινα ή προς την οδό Χατζηχρήστου. 

Πάντως αναγνωρίζετε ότι, αν κατεδαφιστούν, θα δημιουργήσουν ένα «τραύμα» στο μέτωπο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπως το έχουν συνηθίσει και το αγαπούν όσοι κάνουν εκεί τη βόλτα τους;
Ναι, αλλά αυτή τη στιγμή υπάρχει κάτι καινούργιο το οποίο δεν έχουν γνωρίσει ή δεν έχουν ακόμα καταλάβει. Υπάρχουν καινούργια δεδομένα. Αυτό ήταν και ο λόγος που το ΚΑΣ έφερε το θέμα σε ψηφοφορία.

Μιχάλης Φωτιάδης

Πώς σας φαίνεται η Αθήνα;
Είναι πολύ σημαντικό ότι γίνονται καινούργια πράγματα που ονομάζουν μια νέα αρχιτεκτονική στην πόλη, γιατί είχαμε λίγο κολλήσει.

Ποιο είναι το αρχιτεκτονικό κλισέ που δεν αντέχετε πια καθόλου στην Αθήνα;
Τι να πω; Το βασικό πρόβλημα είναι απλό. Όταν πρόκειται να κατασκευαστεί ένα δημόσιο κτίριο γίνεται αυτό που λέγεται «διαγωνισμός πακέτο». Δηλαδή επιλέγεται ένας κατασκευαστής-εργολάβος, που λέει: «Εγώ στο φτιάχνω με τα λιγότερα και καλύπτω και τη μελέτη». Κανείς όμως δεν περιμένει από τον κατασκευαστή το γούστο. Τα κτίρια αυτά θα έπρεπε να λειτουργούν ως σύμβολα της πόλης και του αντικειμένου που εκπροσωπούν. Το αεροδρόμιο λειτουργεί, αλλά γιατί να είναι ένα τόσο ανώνυμο κτίριο; Για το νέο Χρηματιστήριο τι να πω; Είναι σαν κτίριο του ’60, ή λίγο λέω; Δεν θα ακούσουμε ποτέ ποιος ήταν ο αρχιτέκτονας, δεν μας το είπανε και δεν θα το πούνε. Το Ελληνικό Χρηματιστήριο όφειλε να κάνει διαγωνισμό μελέτης και όχι κατασκευής. Μόνο αυτοί βγάζουν αποτελέσματα.

Πώς σας φαίνεται η τάση των μεγάλων μητροπόλεων να αναθέτουν σε σταρ-αρχιτέκτονες την κατασκευή κτιρίων-συμβόλων παράδοξης μορφολογίας;
Πιστεύω ότι η αρχιτεκτονική συνοχή των μεγάλων πόλεων θα διαταράσσεται από τις κραυγές τέτοιων ιδιωματικών κτιρίων. Όσο προχωράμε, νομίζω ότι ο κόσμος θα τρομάξει. Θα φοβηθεί τα ζουρλά κτίρια. Το Πεκίνο και το Ντουμπάι θα είναι τα πρώτα ξέφρενα παραδείγματα. Το σύνολο θα είναι μια οπτική μόλυνση. Κάτι σαν Βάγκνερ με ραπ και πολλές στριγγλιές. Τα μνημεία των σταρ-αρχιτεκτόνων θα διώχνουν το κοινό τους, όπως το ΜΙΤ του Frank Gehry ή η όπερα της Valencia του Santiago Calatrava. Πρόκειται για κτίρια που δεν είναι όσο μελετημένα θα έπρεπε. Ο στόχος τους είναι να κάνουν μπαμ.