Πολιτισμος

Πέθανε ο ποιητής Βύρων Λεοντάρης

Ανήκε στις πένες της μεταπολεμικής γενιάς

Newsroom
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Απεβίωσε σε ηλικία 83 ετών ο ποιητής της μεταπολεμικής γενιάς Βύρων Λεοντάρης. Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή, στις 12 το μεσημέρι, στο νεκροταφείο Καισαριανής. Ο Βύρων Λεοντάρης γεννήθηκε στη Νιγρίτα Σερρών και μεγάλωσε στη Σάμο. Το 1939 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε ως δικηγόρος. Πρωτοεμφανίστηκε το 1954 με την ποιητική συλλογή «Γενική Αίσθηση». Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Κριτική», «Εφημερίδα των Ποιητών», «Επιθεώρηση Τέχνης», και ήταν μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού «Σημειώσεις». Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά και τουρκικά. Ήταν αδερφός του ποιητή Αντρέα Λεοντάρη και του δοκιμιογράφου, κριτικού και μεταφραστή Μανόλη Λαμπρίδη και σύζυγος της ποιήτριας Ζέφης Δαράκη.

Απόσπασμα από  Ἀπὸ τὴ συλλογὴ «ἐκ περάτων», ἔκδ. ὕψιλον

Οἱ μέρες μου ὅλες λάθος μετρημένες

σὲ τσακισμένα δάχτυλα καὶ καταφαγωμένα

καθὼς χυμοῦσε πάντα πάνω μου τὸ λυσσασμένο τίποτε τῆς ζωῆς

Δὲν ἔχω χρόνο πιὰ

μὲ ἐγκαταλείπουν

οἱ πράξεις καὶ τὰ λόγια

Ὅλα ἔχουν τώρα τὴν εὐπρέπεια αὐτῶν ποὺ ἀποσύρονται

τὰ χέρια τῶν ἀγαπημένων μας ψάχνοντας γιὰ ἄλλες χειροπέδες

κι ἡ ἄμπωτη ἀπ' τὰ σπασμένα κρύσταλλα τοῦ ἔρωτα

κι ὁ δήμιος ποὺ τελειώνει τὴ δουλειά του καὶ κάνει τὸ σταυρό του

καὶ γυρνάει κι αὐτὸς στὸ σπιτικό του

ὅλα ἔχουν τὴν εὐπρέπεια αὐτῶν ποὺ ἀποσύρονται

καὶ μόνο ἡ φωνὴ μίας γυναίκας νὰ τρέμει καὶ νὰ τρίζει σὰ σπασμένη σκάλα

«... τὸ βράδυ μὴν ἀργήσεις...»

ποιὸ βράδυ, θεέ μου, τί νὰ μὴν ἀργήσω

μέσα σ' αὐτὸ τὸ ἀβυσσαλέο παθητικὸ τοῦ χρόνου