Πολιτισμος

Feelgood: Είναι η νέα τάση της εποχής μας, μετά τη δυστοπία;

Μία σειρά στο Netflix, το νορβηγικό «Πίσω Για Τα Χριστούγεννα», κι ένα βιβλίο, «Το Βιβλιοπωλείο Των Μικρών Θαυμάτων» της ισπανίδας Monica Gutierrez, γίνονται αφορμή για μερικές σκέψεις πάνω στη τάση του «νιωθωκαλά»

Γιώργος Φλωράκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η τηλεοπτική σειρά «Πίσω Για Τα Χριστούγεννα» στο Netflix, «Το Βιβλιοπωλείο Των Μικρών Θαυμάτων» της Μonica Gutierrez και η τάση της οπτικής feelgood.

Για πολλά χρόνια μας καταδυνάστευε ο κόσμος της κομεντί. Γεννήθηκε στο Χόλιγουντ αλλά δεν αναπτύχθηκε μόνο σε κινηματογραφικό επίπεδο. Το εύληπτο, το εύπεπτο, το ρηχό επικρατούσαν στις αμερικάνικες ταινίες, στα βίπερ Νόρα, στις τηλεοπτικές σειρές, ελληνικές και ξένες. Ακόμα κι όταν αντί για κομεντί είχαμε να κάνουμε με drama –το έργο μας δεν είχε happy end, δηλαδή- όλα κινούνταν με βάση τα κλισέ της εύκολης και ανέξοδης συγκίνησης. Ύστερα περάσαμε στον κόσμο της δυστοπίας. Το περιβάλλον της -σχεδόν- αγγελικά πλασμένης πόλης μετατράπηκε σ’ ένα εφιαλτικό τοπίο, όπου εξουσίαζαν ανεξήγητες δυνάμεις που ήταν αδύνατον να ελεγχθούν από τον άνθρωπο. Εκείνος, έρμαιο στα χέρια πολυποίκιλων ακατανόητων εξουσιαστικών κέντρων, βάδιζε αβοήθητος στον χαμό του.

Η επικράτηση του χολιγουντιανού μοντέλου του ταυτόσημου -επί της ουσίας- δίπολου κομεντί/drama βασίζεται στον κόσμο του παραμυθιού, όπως αυτό αναπτύχθηκε ιδίως στην κεντρική Ευρώπη τον δέκατο έβδομο και τον δέκατο όγδοο αιώνα. Το παραμυθιακό μοντέλο του ήρωα που έχει έναν στόχο, δέχεται την επίθεση ενός εχθρού και τη βοήθεια ενός φίλου, είναι ευρέως γνωστό. Το μοναδικό στοιχείο που προσθέτει το Χόλιγουντ είναι η αμφίρροπη κατάληξη: αν πετύχει τον στόχο είναι κομεντί, αν δεν τον πετύχει, είναι drama.

Όσο για τη δυστοπία, τα έχουμε πει πολλές φορές: απόκοσμοι τόποι όπου επικρατεί η απειλή, ο φόβος, το απροσδιόριστο κακό κι ένας μοναχικός αδύναμος να αντιδράσει άνθρωπος.

Διαβάσαμε αρκετή τέτοια επιστημονική -και όχι μόνο- φαντασία, είδαμε πολλές τέτοιες σειρές στο Netflix, μέχρι τη στιγμή που εμφανίζεται –μεταξύ πολλών άλλων- το «Πίσω Για τα Χριστούγεννα». Ο Μπάστιαν, ένας άσημος μουσικός, παλεύει με τη μελαγχολία καθώς επιστρέφει στο πατρικό του για τα Χριστούγεννα, όπου τον περιμένουν δυσάρεστες καταστάσεις. Επιπλέον, ο ίδιος κάνει με τη συμπεριφορά του σε κάθε τομέα τα πάντα χειρότερα. Η νέα οπτική –η feelgood- που σου επιβάλλει ο ρυθμός της σειράς και ο σκηνοθέτης είναι να βλέπεις μ’ ένα συνεχές χαμόγελο αυτό το αγόρι να συμπεριφέρεται άθλια και να οδηγεί σε αδιέξοδο ακόμα και την παραμικρή πτυχή της ζωής του. Μια συμπάθεια που θα σε κάνει να αποδεχτείς με ευκολία τους στίχους του –μοναδικού καλού- τραγουδιού της σειράς: «Είμαστε ο παλιός καλός καιρός και είμαστε ακόμα εδώ». Παρηγορητικό, δεν είναι;


Στο «Βιβλιοπωλείο των Μικρών Θαυμάτων» (Μετάφραση Κάλλια Ταβουλάρη, Εκδόσεις Μεταίχμιο) ακολουθούμε τη νεαρή αρχαιολόγο Άγκνες Μαρτί, που μετακομίζει από τη Βαρκελώνη στο Λονδίνο ψάχνοντας δουλειά. Λίγο αφότου φτάσει στην πόλη, ενώ περπατάει στο Τεμπλ, μια ξαφνική νεροποντή την αναγκάζει να αναζητήσει καταφύγιο στο Moonlight Books, ένα πολύ ξεχωριστό βιβλιοπωλείο. Ο ιδιοκτήτης ψάχνει υπάλληλο· η Άγκνες γοητεύεται από την ιδιαίτερη προσωπικότητά του και αποφασίζει να δεχτεί τη θέση. Ο καιρός περνάει και η Άγκνες αρχίζει να μαθαίνει τον στρυφνό χαρακτήρα του αφεντικού της και τις εκκεντρικότητες των τακτικών πελατών, του χαρισματικού αγοριού που θέλει να γίνει αστροναύτης ή της κυρίας με τα βιολετί μαλλιά. Νιώθει να παρασύρεται από τη μαγεία αυτού του αξιαγάπητου βιβλιοπωλείου. Η πρώτη φορά που η Άγκνες μπαίνει στο βιβλιοπωλείο έχει ως εξής: «Η κοπέλα με μακριά μαλλιά μούσκεμα από τη βροχή, είχε αφήσει δίπλα στην πόρτα παλτό, παπούτσια και κάλτσες, και περπατούσε στο ξύλινο πάτωμα του Moonlight Books που έτριζε. Ο Έντουαρντ νόμισε ότι όλο το βιβλιοπωλείο κρατούσε την αναπνοή του, αδημονώντας, καθώς εκείνη προχωρούσε θαυμάζοντας τις πανύψηλες γεμάτες βιβλιοθήκες, ώσπου τελικά στάθηκε δίπλα στον πάγκο με τα εικονογραφημένα βιβλία. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι την κοιτάζουν, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της για να θαυμάσει τη γυάλινη προθήκη και το πολύτιμο περιεχόμενό της. Ο βιβλιοπώλης είχε την αίσθηση πως μια ξυπόλητη νύμφη είχε τρυπώσει στο βασίλειό του οδηγημένη από μια μαγεία τόσο παλιά όσο και οι σελίδες του ημερολογίου του προγόνου του». Χαμογελάς, άθελά σου, διαβάζεις και χαμογελάς. Κι έχει καιρό να σου συμβεί…

Κάθε κύμα είναι καινούργιο μέχρι να σκάσει στην αμμουδιά και να έρθει το επόμενο. Όσοι σκοτεινά απολαύσαμε την επικράτηση των δυστοπιών, στον επόμενο τόνο είμαστε έτοιμοι να χαμογελάσουμε με τον Μπαστιάν, τον Έντουαρντ και την Άγκνες. Χωρίς αυτή την ποικιλία, η ζωή δεν έχει νόημα. Χωρίς την ύπαρξη του φωτός, δεν μπορείς να αντιληφθείς την έννοια του σκοταδιού, χωρίς την κυριαρχία του απόλυτου σκοταδιού, δεν μπορείς να αναγνωρίσεις τη μαγεία του φωτός. Αυτό είναι να ζεις: να αφήνεσαι στην ακολουθία των εποχών, να παραδίδεσαι άνευ όρων στην αέναη διαδοχή της μέρας και της νύχτας.