Πολιτισμος

Kων/νος Σφέτσας & Νέλλη Σεμιτέκολο

Διάλογος για τσέλο και πιάνο

A.V. Team
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το μουσικό ταξί των δύο μουσικών αρχίζει από τον 18ο αιώνα και τον νεαρό Μπετόβεν (σονάτα αρ.2 για τσέλο και πιάνο σε σολ ελάσσονα έργο 5), διασχίζει τον 19ο με το μοναδικό έργο για τα δυο αυτά όργανα που έγραψε ο Γκριγκ(Σονάτα για τσέλο και πιάνο σε λα ελάσσονα, έργο 36), συνεχίζει μέχρι τα τις αρχές του 20ου με τους ισπανικούς ήχους του ντε Φάλλια(έξι παραδοσιακά ισπανικά τραγούδια) και καταλήγει λίγο μετά τον Β΄ Πόλεμο με το Μπολερό για τσέλο και πιάνο του Νίκου Σκαλκώτα.

Τα έργα

Ο Μπετόβεν έγραψε τη σονάτα αρ.2 για τσέλο και πιάνο σε σολ ελάσσονα, έργο 5, -με την οποία ανοίγει η συναυλία- στα 25 του χρόνια, εποχή που προσπαθούσε να καθιερωθεί ως βιρτουόζος πιανίστας και την ερμήνευσε ο ίδιος με τον διάσημο τότε Γάλλο βιολοντσελίστα, Ζαν-Πιέρ Ντυπόν, στο Βερολίνο, το 1796, στην αυλή του Βασιλιά Φρειδερίκου του Β΄ της Πρωσίας, που ήταν και ο ίδιος ερασιτέχνης βιολοντσελίστας. Ο Μπετόβεν δεν είχε χάσει ακόμα την ακοή του, ήξερε ότι ο Χάιντν και ο Μότσαρτ ήταν οι αγαπημένοι συνθέτες του βασιλιά και τους συναγωνίζεται με ένα αυθεντικό κομμάτι κοντσέρτου, μεγάλης κλίμακας και διάρκειας (31΄), γεμάτο συναρπαστικά εφέ, που θα πρέπει να εντυπωσίασαν τους άρχοντες Βερολινέζους.

Η συνέχεια ανήκει στο Μπολερό για τσέλο και πιάνο, που ο Νίκος Σκαλκώτας έγραψε στο τέλος του Β΄ Πολέμου, το 1948, σε μια πολύ ώριμη στιγμή της συνθετικής του διαδρομής, αλλά παράλληλα και σε εποχή που το κοινό δεν είχε ακόμα αναγνωρίσει σε αυτόν, τον κορυφαίο συνθέτη της ελληνικής κλασσικής παράδοσης. Είναι ένα κομμάτι που έχει όλα τα σταθερά χαρακτηριστικά της μουσικής του: κλασικές φόρμες και αγάπη για την ελληνική παραδοσιακή μουσική.

Το δεύτερο μέρος ανοίγει ο Μανουέλ ντε Φάλλια που έγραψε τα Επτά Παραδοσιακά Ισπανικά Τραγούδια το 1914 στο Παρίσι, λίγο πριν επιστρέψει στην Ισπανία μετά από παραμονή επτά ετών εκεί. Είναι ένας συνδυασμός αυθεντικών και επεξεργασμένων λαϊκών μελωδιών, που ο ντε Φάλλια, με πρωτότυπα πιανιστικά ακομπανιαμέντα, τις αναδεικνύει και τις μεταμορφώνει σε λόγια μουσική. Το Παρίσι της εποχής εκείνης ήταν γοητευμένο από καθετί ισπανικό: ο Νεμπισί έγραφε την Ιμπέρια, ο Ραβέλ την Ισπανική Ραψωδία και ο Αλμπένιθ τέλειωνε το τέταρτο βιβλίο της δικής του Ιμπέρια. Η πρεμιέρα των Τραγουδιών έγινε στη Μαδρίτη, το 1915, κοινό και κριτικοί τα υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και η αποδοχή αυτή έδωσε στον συνθέτη το διαβατήριο για τη διεθνή του αναγνώριση.

Με τη σονάτα για τσέλο και πιάνο, έργο 36 ολοκληρώνεται η συναυλία. Ο Έντβαρντ Γκριγκ επιστρέφει με τη σονάτα αυτή στη σύνθεση, μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα στην κορυφή της Συμφωνικής Ορχήστρας του Μπέργκεν (Νορβηγία). Την αφιέρωσε στον αδελφό του Τζον, που ήταν φανατικός ερασιτέχνης τσελίστας και την παρουσίασε ό ίδιος μαζί με τον βιολοντσελίστα Λούντβιχ Γκρύτζμάχερ(Ludwig Grutzmacher), στη Δρέσδη, το 1883. Σε αυτή την απαιτητική γερμανική πόλη, το κοινό αναγνώρισε στη σονάτα την ικανότητα του Γκριγκ να επιμένει στο εθνικιστικό του ιδίωμα, αλλά να το κάνει οικουμενικό με την ισχυρή συνθετική του ιδιοσυγκρασία.

Τετάρτη 29/2, 20:30, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, € 20, 12, 5 (Φ/Νέοι/Άνεργοι/ΑΜΕΑ), 8 (65+/ Πολύτεκνοι)

Πληροφορίες 210 72.82.333, www.megaron.gr