TV + Series

1899 στο Netflix: Χαμένοι στη θάλασσα, χαμένοι στη μετάφραση

To νέο project των δημιουργών του «Dark» βάζει δύσκολα και στους πιο δυνατούς λύτες με μια επική αμφιλεγόμενη παραγωγή

Τάνια Σκραπαλιώρη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Οι πρώτες εντυπώσεις από την τηλεοπτική σειρά επιστημονικής φαντασίας «1899» στο Netflix, τη νέα επική παραγωγή των δημιουργών του «Dark».

«Δεν θέλαμε να φτιάξουμε ένα δεύτερο Dark, μια σειρά που βασίστηκε στην ατμόσφαιρα της μελαγχολίας. Το 1899 έχει άγριο και γρήγορο tempo, έχουμε ένα καράβι σε διαρκή κίνηση και αυτό αντανακλάται σε όλο το show. Είναι ένα ταξίδι, οι χαρακτήρες είναι κι αυτοί, όπως το πλοίο σε διαρκή κίνηση. Η πλοκή είναι γεμάτη ενέργεια. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι εκ διαμέτρου αντίθετο από το Dark». Με αυτά τα λόγια μίλησε, μεταξύ άλλων, το δημιουργικό δίδυμο της δημοφιλούς γερμανικής σειράς sci-fi μυστηρίου “Dark” Baran bo Odar και Jantje Friese για το νέο τους tv series εγχείρημα, το μυστηριώδες “1899” που εδώ και μερικές ημέρες φιγουράρει στην πλατφόρμα του Netflix προκαλώντας σε όποιον πατήσει το play περισσότερα ερωτήματα από όσα, ίσως, μπορεί ή και θέλει να απαντήσει.

© Netflix/Rasmus Voss

Πράγματι αν κάτι είναι σίγουρο για τη νέα παραγωγή των Odar και Friese -οι οποίοι, σημειωτέον, τυγχάνουν ζευγάρι στη ζωή και στην τέχνη- είναι ότι δεν είναι ένα δεύτερο “Dark”. Oι ομοιότητές του με τη σειρά που ξαναέγραψε τους κανόνες του τηλεοπτικού μυστηρίου στην εποχή του streaming σταματάνε στην κοινή αισθητική συνέπεια, στην εξαιρετική μουσική επένδυση και sound design, στους μεταφυσικούς άξονες δράσης και στον πρωταγωνιστή του “Dark” Andreas Pietschmann που δοκιμάζεται -με μεγάλη επιτυχία- στον αρκετά διαφορετικό ρόλο του καπετάνιου του πρωταγωνιστικού πλοίου του “1899”: το state-of-the-art ατμόπλοιο Κέρβερος που στο γύρισμα του αιώνα, σε ένα μεταίχμιο τεχνολογικών, βιομηχανικών και ιστορικών εξελίξεων, αποπλέει από την Ευρώπη με προορισμό την Νέα Υόρκη της επαγγελίας και της ελευθερίας, φορτωμένο με εύπορους αριστοκράτες, μετανάστες, τυχοδιώκτες και γενικώς ανθρώπους κάθε λογής, εθνικότητας και προέλευσης που έχουν επιβιβαστεί υποκινούμενοι από κάποιον διαφορετικό λόγο, στο κυνήγι κάποιου ονείρου ή κάποιας διεξόδου που μόνο αυτοί γνωρίζουν. Μεταξύ αυτών και η βρετανίδα γιατρός και νευρολόγος Maura Franklin (Emily Beecham), κόρη του ιδιοκτήτη της πλοιοκτήτριας εταιρείας που ταξιδεύει με σκοπό να ανακαλύψει τι έχει συμβεί στο αγνοούμενο πλοίο «Προμηθέας» και στον αδελφό της που πιθανότατα επέβαινε σε αυτό, με τις υποψίες της στραμμένες σε κάποιο αθέμιτο παιχνίδι του πατέρα της. Μέχρι που -όπως λένε σε όλες τις σκοτεινές ιστορίες του φανταστικού- παράξενα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν.

Όπως και στο “Dark” όπου όλη η πλοκή αναπτύσσεται εντός των ορίων της επαρχιακής κωμόπολης του Winden και της κλειστής της κοινωνίας έτσι και στο “1899” όλα ξεκινάνε και (δεν) τελειώνουν μέσα στην κλειστή δομή του πλοίου και στην πολυπολιτισμική «κοινότητα» που διαμορφώνεται εντός του. Από εκεί και πέρα όμως το “1899” ξεκινάει μια ξέφρενη και συχνά αχόρταγη επέλαση σε ανεξήγητα φαινόμενα, μυστήρια, γρίφους και κόντρα μυστήρια που καταλήγουν να προκαλούν την κοινή επωδό της συντριπτικής πλειοψηφίας του κοινού, ανεξαρτήτως τελικής ετυμηγορίας που δεν είναι άλλη από το «Καήκαμε» ή το «Δεν καταλάβαμε τίποτα». Εκτός φυσικά από το ότι τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, μιας και οι πρωταγωνιστές -σαν άλλοι αλυσοδεμένοι στο σπήλαιο του Πλάτωνα- θαλασσοδέρνονται σε μια αγνώστων λοιπών στοιχείων προσομοίωση της πραγματικότητας.

© Netflix

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι αυτό το καλειδοσκοπικό πλέγμα αναφορών που μπαινοβγαίνει με άνεση στις σκουληκότρυπες μνημειωδών κινηματογραφικών παραγωγών, από τον «Tιτανικό» μέχρι το “Matrix” κι από το “Inception” μέχρι το “Interstellar” και πάλλεται στην καρδιά και στον εγκέφαλο της σειράς -όπου πρόσβαση μοιάζει να έχουν μόνοι οι δύο δημιουργοί της κι αυτό πάλι για πολλούς παίζεται- λειτουργεί συχνά καταλυτικά στην κατακόρυφη αύξηση της έντασης, της περιέργειας και της αγωνίας που κάθε σειρά μυστηρίου που σέβεται τον εαυτό της προσδοκά να προκαλέσει στους θεατές της. Εκεί όμως που το “Dark” επέλεξε να παίξει την παρτίδα του σε ένα μόνο μεταφυσικό μοτίβο, αυτό μιας αποκαλυπτικής δυστοπίας παράλληλων συμπάντων, το “1899” με όλη αυτήν την πολυαναφορικότητα που επιστρατεύει φαίνεται να εγκλωβίζεται συχνά σε λαβύρινθους που το ίδιο χτίζει, άλλοτε προδίδοντας γρήγορα τα twists της πλοκής του άλλοτε κρύβοντας τόσο βαθιά τις ερμηνείες των ευρημάτων του που ακόμα και οι πιο δυνατοί τηλεοπτικοί λύτες δυσκολεύονται. Παράλληλα, σε αντίθεση με την αριστοτεχνική ηθογραφία του “Dark” η Βαβέλ που χτίζει το αξιόλογο διεθνές cast με την ενδιαφέρουσα multilingual γλωσσική προσέγγιση του “1899” -μιας και ο κάθε επιβάτης και πρωταγωνιστής μιλάει τη γλώσσα του σε μια αξιομνημόνευτη προσπάθεια μετάδοσης ενός οικουμενικού, ανθρωπιστικού μηνύματος- δεν καταφέρνει ή δεν προλαβαίνει να εμβαθύνει στην ανάπτυξη των χαρακτήρων που καλούνται με αυτό το μειονέκτημα να προωθήσουν τις εξελίξεις της φαντασίας της Jantje Friese, η οποία υπογράφει το screenwriting της σειράς. Ενώ και οι αρκετές και ευπρόσδεκτες προσπάθειες συμπερίληψης αναφορών σε διαχρονικά ακανθώδη κοινωνικά ζητήματα, όπως η θέση της γυναίκας και το μεταναστευτικό δράμα μένουν κι αυτές μετέωρες και χάνονται κάπως άδοξα μέσα στον κρυπτογραφημένο ωκεανό της πλοκής.

Σε κάθε περίπτωση, το μεγάλο κουπί της φιλόδοξης αυτής σειράς τραβάει η αδιαφμισβήτητων επικών διαστάσεων παραγωγή της, η οποία δεν αφήνει τίποτα στην τύχη και κάνει με καθόλου συνοπτικές διαδικασίες το “1899” ένα αν μη τι άλλο απολαυστικό υπερθέαμα. Το εντυπωσιακό εικονικό πλατό Volume το οποίο επιλέχθηκε αρχικά ως «λύση ανάγκης» για τα γυρίσματα της σειράς, καθώς εν μέσω Covid έδινε τη δυνατότητα να μειωθούν στο ελάχιστο οι απαιτήσεις μετακινήσεων και ταξιδίων των συντελεστών της σειράς αποδείχτηκε θησαυρός, προσφέροντας ποιότητα εικόνας που ακροβατεί εξαιρετικά μεταξύ τεχνολογίας και πραγματικότητας και ένα καθηλωτικό οπτικό αποτέλεσμα που σε κάνει να ορκίζεσαι ότι βρίσκεσαι καταμεσής του παγωμένου Ατλαντικού, ή των γερμανικών δασών ή ενός παραλίμανου του Χονγκ Κονγκ του 19ου αιώνα. Κοστούμια, σκηνικά και probs είναι σχεδιασμένα στο χέρι μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια με εκατοντάδες ώρες έρευνας προκειμένου να αποδοθεί πιστά το κλίμα μιας εποχής από την οποία χωρίζει τους σύγχρονους δημιουργούς μια τεράστια και συχνά «επικίνδυνη» δημιουργικά απόσταση. Ενώ κομβικό ρόλο στο οικοδόμημα της ατμόσφαιρας του “1899” κατέχουν οι σκοτεινές κι απόκοσμες πρωτότυπες συνθέσεις του Ben Frost, αριστοτεχνικά φιλτραρισμένες μέσα από κήτη παλιών πλοίων στο Ρέικιαβικ -στις οποίες έχουν γράψει ώρες συμμετοχής με τα φωνητικά τους και οι «δικές μας» Σοφία Σαρρή και Χρύσα Τσαλταμπάση, βάζοντας το δικό τους λιθαράκι στο success story της όψιμης ελληνικής Netflix εξωστρέφειας.

Πλοία - φαντάσματα, μυστηριώδη σημειώματα, μυστηριώδεις πυραμίδες κι ένα ακόμα πιο μυστηριώδες αγόρι, σκαραβαίοι που ανοίγουν μυστικές πόρτες που οδηγούν σε διαστάσεις προσωπικών αναμνήσεων και χωροχρόνων, σύμβολα εδώ, σύμβολα εκεί, ανεστραμμένα τρίγωνα παντού, -από το λογότυπο της πλοιοκτήτριας εταιρείας και της πόρτες των καμπινών μέχρι τον κώδικα σημάτων με τον οποίο επικοινωνούν τα πλοία μεταξύ τους-, θάλασσα και διάστημα, παράλληλες πραγματικότητες, αλληγορίες, προσομοιώσεις, νευρώνες, περίεργα gadgets και μηχανές, η sci - fi checklist του “1899” δεν έχει τελειωμό ενώ οι όποιες εξηγήσεις δίνονται με το σταγονόμετρο. Αυτός ακριβώς ο ερμητικός προσανατολισμός της σειράς είναι που έχει ανοίξει και έναν τεράστιο διάλογο στα κοινωνικά δίκτυα των series fans, οι οποίοι επιδίδονται από το πρώτο επεισόδιο σε ένα κυνήγι θησαυρού ερμηνείας συμβόλων και «συνωμοσιολογίας» γύρω από τις προθέσεις των δημιουργών της σειράς – προθέσεις που στο τελευταίο επεισόδιο δίνουν ραντεβού για τη δεύτερη σεζόν που θα μεταφέρει, υπό τους ήχους του “Starman” του David Bowie τη δράση και τους πρωταγωνιστές της σειράς στο διάστημα.

«Δεν συμφωνώ και δεν ακούω όσους ζητάνε να τους “κάνω πιο λιανά” αυτά που γράφω, να τα εξηγήσω λίγο παραπάνω», αναφέρει η Jantje Friese στο making of ντοκιμαντέρ, το οποίο μπορούν να δουν, επίσης στο Netflix, όσοι θέλουν να μυηθούν στην προστιθέμενη και συχνά αθέατη αξία μιας παραγωγής τόσο μεγαλόπνοης όσο το “1899”, για να συνεχίσει, χαρακτηριστικά: «Τα μυστήρια δεν χρειάζεται απαραίτητα να τα κατανοούμε πλήρως. Αυτό είναι το θέμα. Αν το καταλαβαίνουμε, δεν είναι μυστήριο». Κι αν κάτι είναι σίγουρο είναι ότι το “1899” έχει φτιαχτεί ως ένα μεγάλο μετα-μυστήριο, ως μυστήριο μέσα στο μυστήριο, αίνιγμα μέσα στο αίνιγμα. Βλέπεται απνευστί (αν μπεις στο τριπάκι του), δεν δίνει απαντήσεις και προκαλεί σύγχυση. Αλλά αν συμφιλιωθεί κανείς με την ιδέα ότι πιθανότατα στο τέλος θα παραμείνει χαμένος στη μετάφραση μπορεί κάλλιστα να απολαύσει αυτό το χάος και το σκληρό trippin’ του “1899” ελπίζοντας οι δημιουργοί του να έχουν πιο διαχειρίσιμες διαθέσεις για την επόμενη σεζόν.

Bonus Track: Για όσους αναρωτιούνται μαζί με όλα τα υπόλοιπα, «Γιατί 1899;)» σημειώνουμε εκτός του ότι πρόκειται για την χρονική παράμετρο της προσομοιούμενης πραγματικότητας της σειράς, και πέρα από την αριθμολογική δυναμική της συγκεκριμένης χρονολογίας (1=8=9 άρα 1899 = 999 ό, τι κι αν σημαίνει αυτό) το 1899 είναι η χρονιά έκδοσης του μυθιστορήματος “The Awakening” της Kate Chopin που εμφανίζεται συχνά πυκνά στα καρέ της σειράς, μια από τις πρώτες νουβέλες για το γυναικείο ζήτημα στην καρδιά της πρώτης περιόδου του Women’s Right Movement. Αλλά αυτό είναι απλώς μια ακόμα ερμηνεία ενός ακόμα «καμένου» θεατή της σειράς.