TV + Series

Όλα τα remakes είναι άχρηστα, εκτός από το High Fidelity

Η σειρά που θα σε κάνει να (ξανα)αγαπήσεις την γνωστή ιστορία

christiperri.jpg
Κρίστυ Περρή
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
main.jpg

Η σειρά High Fidelity με την Zoë Kravitz αξίζει την προσοχή σου

What came first, the music or the misery?
Αυτό αναρωτήθηκε ο Rob στις πρώτες σελίδες του High Fidelity, συνεχίζοντας την βαθιά του σκέψη με την ερώτηση «είμαι χάλια επειδή ακούω ποπ μουσική ή ακούω ποπ μουσική επειδή είμαι χάλια;» Και κάπως έτσι το μυθιστόρημα του Nick Hornby μίλησε στην ψυχή χιλιάδων βασανισμένων μουσικόφιλων, οι οποίοι ταυτίστηκαν τόσο με τον πρωταγωνιστή που τον μετέτρεψαν σε είδωλο.

Η ιστορία πέρασε από τις σελίδες του βιβλίου στην μεγάλη οθόνη με μία εξαιρετικά πιστή κινηματογραφική μεταφορά και τελικά το High Fidelity έφτασε να θεωρείται ένα σύγχρονο αριστούργημα. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, δεν πειράζουμε τα αριστουργήματα. Έτσι λοιπόν, τα νέα πως το Hulu σκοπεύει να μεταφέρει την ιστορία στο 2020 και να την χωρίσει σε επεισόδια δεν αντιμετωπίστηκαν με ιδιαίτερη αισιοδοξία. Τι λόγος υπήρχε άλλωστε;

Σε μία εποχή που αποδεικνύει ξανά και ξανά πως η ιδέα των remakes και των reboots είναι ανώφελη και ανεπιτυχής, γιατί πρέπει να θυσιάσουμε κάτι τόσο «ιερό» όσο το High Fidelity στον βωμό των streaming services; Ευχαριστούμε, αλλά όχι. Θα επιμείνουμε στην αξεπέραστη ερμηνεία του John Cusack.

13highfidelity-mediumsquareat3x.jpg


Φυσικά μετά από μερικές ημέρες ανακοινώθηκε πως ο κεντρικός χαρακτήρας του Rob θα γίνει γυναίκα και πως θα πρωταγωνιστεί η Zoë Kravitz και κάπου εκεί δαγκώσαμε τις γλώσσες μας.

HIGH FIDELITY Trailer (2020)


Καταρχάς δεν θα ήταν δίκαιο να χαρακτηρίσουμε την νέα εκδοχή του High Fidelity ως ένα απλό remake του original, καθώς το σενάριο διαφοροποιείται αρκετά όσο τα επεισόδια ξεδιπλώνονται. Ίσως θα ήταν πιο εύστοχο να την σκεφτούμε σαν μία νέα εκτέλεση, ένα σύγχρονο cover κάποιου αγαπημένου μας τραγουδιού που εκπλήσσει με το πόσο καλό είναι.

H Kravitz είναι μαγνητική στον ρόλο της Rob(yn) Gordon, μίας Νεοϋορκέζας music lover με το δικό της δισκοπωλείο στο Brooklyn και μία συλλογή από καταστροφικές πρώην σχέσεις. Την πετυχαίνουμε την βραδιά του χωρισμού της από τον μεγάλο της έρωτα, τον Mac, και καθόμαστε απέναντί της όσο επιλέγει ποιο τραγούδι θα ντύσει την στιγμή. Ενώ το πικαπ ξεκινάει να παίζει γνωστές ροκ/ποπ μελωδίες, η Rob διηγείται τους τοπ 5 χωρισμούς που την σημάδεψαν και αμέσως ως θεατές συμμετέχουμε στο δράμα της. Με το που απευθύνεται για πρώτη φορά στην κάμερα, είναι σαν το δωμάτιο να γεμίζει από την μυρωδιά τσιγάρου και ουίσκι και η Rob μετατρέπεται από χαρακτήρας σε φίλη. Από αυτές τις φίλες μάλιστα που μερικές φορές αντιπαθείς, εξαιτίας των τελείως αλλοπρόσαλλων και εγωιστικών επιλογών τους.

7bae4e0f-460e-472d-b7bb-be00eeaf27da-zoe-sharice.jpg

Το δισκοπωλείο της Rob είναι σχεδόν ίδιο με εκείνο του βιβλίου και της ταινίας. Έτσι κι αλλιώς τα σύγχρονα βινυλιάδικα έχουν μία συγκεκριμένη «εκτός τόπου και χρόνου» αισθητική που δεν αλλάζει μαζί με τις δεκαετίες. Πρόκειται για έναν χώρο εργασίας αλλά και ένα δεύτερο σπίτι για την ίδια και τους δύο κολλητούς της, όπου είναι ελεύθεροι να φτιάχνουν playlists όλη μέρα και να τσακώνονται για τους αγαπημένους τους μουσικούς.

hf_106_pc_00347r_f-scaled-1.jpg

Ο Simon είναι ο αντίστοιχος Dick της ταινίας (ο ήσυχος, αμήχανος τυπάκος με τις αστείρευτες γνώσεις) και η Cherise αντικαθιστά τον Barry, τον οποίο υποδύθηκε τέλεια ο Jack Black στο αρχικό φιλμ. H Charise πηγαίνει τον ρόλο πολλά βήματα παρακάτω, αποδίδοντας άριστα το πάθος του χαρακτήρα για την μουσική δημιουργία ενώ ταυτόχρονα εκφράζει τις ανησυχίες και τα προβλήματα μίας plus size, μαύρης γυναίκας στην Αμερική του σήμερα. Επίσης, ο Simon είναι gay. Και η πρωταγωνίστριά μας, η υπέροχη Rob, είναι μάλλον bisexual, με μία από τις μεγάλες της ερωτικές σχέσεις να αφορά μια άλλη γυναίκα. Ναι, αυτό δεν είναι το High Fidelity της γιαγιάς σου.

100358.jpg


Τόσο το φύλο όσο και η εθνικότητα της Rob έχουν τρομερή σημασία, όχι όμως εξαιτίας μίας οποιασδήποτε τάσης «φεμινισμού με το ζόρι», όπως έχουν ισχυριστεί αρκετοί (άνδρες) τηλεοπτικοί κριτικοί. Αντίθετα η σειρά θίγει το τεράστιο θέμα της μουσικής κουλτούρας που κυριαρχείται από αρσενικές, λευκές φωνές και πολύ συχνά δεν αφήνει χώρο για κανέναν άλλο. Το γεγονός πως η πρωταγωνίστριά μας λατρεύει τους δίσκους βινυλίου και κατέχει εξίσου βαθιές μουσικές γνώσεις όσο οι άνδρες γύρω της δεν θα έπρεπε να θεωρείται ριζοσπαστική τηλεόραση αλλά, 25 χρόνια μετά την έκδοση του μυθιστορήματος του Hornby, δυστυχώς είναι. Και πάλι καλά που επιτέλους αναγνωρίζεται.

cusack.jpg


Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σκηνή όπου η Rob συναναστρέφεται με έναν άνδρα-συλλέκτη δίσκων ο οποίος απευθύνεται καθόλη την διάρκεια της συζήτησής τους στον φίλο της αντί για εκείνη. Επειδή δεν πιστεύει ότι μία γυναίκα μπορεί να παρακολουθήσει την κουβέντα. Επειδή μία γυναίκα δεν ενδιαφέρεται για τον Bowie και τον McCartney. Eπειδή μία γυναίκα δεν ξέρει. Και όταν η Rob τον διαψεύδει, αντί να την παραδεχτεί, ενοχλείται και αλλάζει θέμα. Κάπου εδώ η συντάκτης του κειμένου, που έχει εντρυφήσει στους Beatles και έχει ακούσει πολλούς μεγαλύτερους άνδρες να την «διδάσκουν» λανθασμένες πληροφορίες κατά καιρούς, σηκώθηκε από την καρέκλα της και χειροκρότησε.

HIGH FIDELITY Trailer (2020)


Μία άλλη νίκη της σειράς είναι ο τρόπος που καταφέρνει να εισχωρήσει στην τωρινή εποχή, κρατώντας όμως ανέπαφη την αύρα του βιβλίου/ταινίας. Θρυλικές ατάκες ακούγονται ξανά («Books, records, films – these things matter. Call me shallow but it’s the fuckin’ truth.»), η μουσική είναι και πάλι ο απόλυτος πρωταγωνιστής και σύγχρονα στοιχεία όπως τα social media και το Spotify καταφέρνουν να κεντηθούν στην πλοκή με αληθοφάνεια.
Κάπου εδώ πρέπει να μιλήσουμε για την ερμηνεία της Zoë Kravitz. Πρόκειται για μία από αυτές τις (μισητές) γυναίκες που είναι μεν πανέμορφες, αλλά με έναν συγκεκριμένο τρόπο που μπορεί να σε εξοργίσει: η κάθε της εμφάνιση μοιάζει σαν να λέει «χθες ξενύχτισα καπνίζοντας χόρτο και έβαλα ό,τι βρήκα μπροστά μου πριν βγω από το σπίτι» και παρόλα αυτά καταφέρνει να φαίνεται μονίμως κουλ και σέξι. Προφανώς σε πείθει ότι σφάζονται για εκείνη παλικάρια, όπως ο Mac, ο γλυκύτατος Clyde και ο ροκ σταρ Liam. Την βλέπεις να αράζει σε μουσικά στούντιο και θρυλικά μπαρ της Νέας Υόρκης και έχεις την αίσθηση πως εκεί ανήκει, σαν αναπόσπαστο κομμάτι της σκηνής. Ένα τόσο δυναμικό στιλ θα διέτρεχε τον κίνδυνο να την μετατρέψει σε αντιπαθή ή «unrelatable» χαρακτήρα, κάτι που όμως δεν συμβαίνει ποτέ.

high-fidelity.jpg


Όπως και ο Cusack, μιλάει στην κάμερα σε κάθε επεισόδιο, απευθυνόμενη στο κοινό. Εκεί όμως που ο Cusack προσπαθούσε να πείσει τους πάντες γύρω του ότι οι απόψεις του ήταν οι σωστές, η Zoë υιοθετεί μία πολύ πιο ήπια προσέγγιση. Εξηγεί με ενθουσιασμό και πάθος γιατί της αρέσει ό,τι της αρέσει και είναι λιγότερο επικριτική με τα γούστα των υπολοίπων. Το αβίαστο κουλνες της κάνει τις ανασφάλειές της ακόμα πιο έντονες και δυνατές. Το παίξιμό της μιλάει κατευθείαν στο συναίσθημα που έχουμε όλοι κατά καιρούς, όταν ο κόσμος μοιάζει σαν να μας αφήνει πίσω και καταλήγουμε να περνάμε την ζωή μας χωρίς ουσιαστικές σχέσεις, προοπτικές ή ευτυχία. Τα ελαττώματα της Rob υπογραμμίζονται άριστα, με έναν τελείως ανθρώπινο τρόπο, έτσι ώστε ακόμα και όταν η συμπεριφορά της σε κάνει έξαλλο, καταλαβαίνεις από πού προέρχεται. Η μεγάλη γκάμα της ηθοποιού είναι εμφανής και οδηγεί ολόκληρη την σειρά σε ανοδική πορεία.

Λεσβος


Δεδομένου ότι η ταινία High Fidelity ήταν η πρώτη ένδοξη στιγμή στην καριέρα του Jack Black, η Da'Vine Joy Randolph είχε σπουδαία δουλειά μπροστά της και κατάφερε να ξεπεράσει κάθε μέτρο σύγκρισης. Από την στιγμή που βάζει το «Come On Eileen» στα ηχεία του δισκοπωλείου και ξεκινάει να χορεύει, ο χαρακτήρας της Cherise προσφέρει το κωμικό στοιχείο που χρειαζόμαστε σε αφθονία. Κάτω όμως από το πολύχρωμο προσωπείο, η Randolph καταφέρνει να επικοινωνήσει μία γλυκιά και μελαγχολική ευαισθησία και μοναξιά.

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

A post shared by High Fidelity (@highfidelityonhulu) on


Φυσικά το soundtrack οφείλει να είναι μελετημένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Κάποια από τα τραγούδια που ακούστηκαν στην ταινία κάνουν την απαραίτητη επανεμφάνιση (όπως το “Dry the Rain” από τους The Beta Band και το“I Believe (When I Fall in Love With You It Will Be Forever)” του Stevie Wonder), όμως το playlist της σειράς γίνεται πολύ πιο ευρύ, με μία μεγάλη ποικιλία σε καλλιτέχνες και genres. Προφανώς ακούμε Bowie, όμως μαζί του μπλέκονται οι Outkast, Nina Simone, El Freaky Colectivo, Frank Ocean ακόμα και η Λένα Πλάτωνος (!).

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

A post shared by High Fidelity (@highfidelityonhulu) on


Όλες αυτές οι μουσικές επιλογές δίνουν έμφαση στο γεγονός πως, ενώ η Rob ασχολείται υπερβολικά με τον εαυτό της και τα δικά της προβλήματα, ζει σε έναν κόσμο με υπέροχη ποικιλία και διαφορετικότητα. Έναν κόσμο που το σύμπαν των προηγούμενων High Fidelities δεν είχε καταφέρει να εξερευνήσει.

«Είναι τόσο badass το γεγονός ότι όχι μόνο απασχολείς αλλά είσαι ιδιοκτήτρια ενός τόσο ιστορικά αρσενικού χώρου», λέει μία από τις πελάτισσες του δισκοπωλείου στην Rob πριν αγοράσει το νέο της βινύλιο. Και έχει τόσο δίκαιο.

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

A post shared by High Fidelity (@highfidelityonhulu) on

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ