Το Μόντρεαλ του Λέοναρντ Κοέν: Μια λογοτεχνική περιπλάνηση
Για όσους μπορούν να περπατούν αργά κάτω από τη βροχή
Η σιωπηλή παρουσία του Λέοναρντ Κοέν στο Μόντρεαλ, μέσα από τους δρόμους και τις ιστορίες που ψιθυρίζουν ακόμα με τη φωνή του
Στο Μόντρεαλ οι άνθρωποι περπατούν αργά, ακόμα κι όταν βρέχει. Ίσως επειδή εδώ έζησε κάποτε ένας άνθρωπος που τους έμαθε να ακούν τη σιωπή ανάμεσα στις λέξεις. Ο Λέοναρντ Κοέν δεν ήταν απλώς ο ποιητής της μελαγχολίας· ήταν ο ήρεμος ρυθμός αυτής της πόλης. Και το Μόντρεαλ, με τα δέντρα του Plateau, τους λόφους του Mount Royal και τη μουσική που ανεβαίνει από τα υπόγεια μπαρ, μοιάζει ακόμη να ψιθυρίζει με τη δική του φωνή. Η περιπλάνηση στα βήματά του είναι συναισθηματική. Δεν χρειάζεσαι χάρτη, μόνο διάθεση να τον ακολουθήσεις εκεί που περπάτησε, να σταθείς λίγο όπου στάθηκε. Ίσως τότε να τον ακούσεις κι εσύ.
Ξεκινήσαμε από το Plateau-Mont-Royal, τη γειτονιά που υπήρξε το καταφύγιό του. Στο 28 της οδού Vallières στέκει ακόμη το παλιό του σπίτι – ένα απλό τριώροφο με μικρό μπαλκόνι και δύο εξώπορτες. Στα σκαλοπάτια μικρές πέτρες, λουλούδια, σημειώματα – μικρές χειρονομίες αγάπης που αφήνουν οι περαστικοί. Από το απέναντι πάρκο, το Parc du Portugal, κοιτώ το σπίτι του και φαντάζομαι τη λάμπα να καίει αργά τη νύχτα, όσο εκείνος γράφει:
«There is a crack in everything, that’s how the light gets in».
Λίγο πιο πέρα, στον πλαϊνό τοίχο ενός άλλου τριώροφου, απλώνεται το πορτρέτο της Amalia Rodrigues, ζωγραφισμένο από τον Paulo Carreira. Μια παράξενη, μα όμορφη σύμπτωση: ο ποιητής του Hallelujah να γειτονεύει με τη φωνή των πορτογαλικών fado, των τραγουδιών που γεννήθηκαν για να χωρέσουν όλη τη νοσταλγία και τη μελαγχολία ενός λαού. Το πάρκο της Πορτογαλίας, ο Κοέν και η Amalia· μια σιωπηλή συνομιλία δύο ψυχών που γνώριζαν πως η θλίψη μπορεί να είναι και μουσική.
Οι δρόμοι γύρω από το Plateau μυρίζουν καφέ και παλιό ξύλο. Δύο βήματα πιο πέρα, στη Boulevard Saint-Laurent, βρίσκεται το Bagel Etc., το καφέ όπου ο Κοέν έπαιρνε συχνά το πρωινό του. Το προσωπικό τον θυμάται ως «τον ήσυχο κύριο με το σημειωματάριο». Καθόταν σ’ εκείνο το κόκκινο σκαμπό στο μπαρ – το μοναδικό που ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα – κι έγραφε, παρατηρώντας τη βροχή να χαράζει μικρές ρυτίδες στο τζάμι. Στον πάγκο υπάρχει ακόμη μια μικρή μεταλλική πινακίδα με το όνομά του, και λίγο πιο μέσα μια δεύτερη, δίπλα σ' ένα τραπέζι για τέσσερις.
Οι τοίχοι είναι γεμάτοι φωτογραφίες, αποκόμματα, σκίτσα, ένα CD του, μικρά ίχνη παρουσίας. Και μερικές δεκάδες ακόμα μικρές πινακίδες με ονόματα νεότερων θαμώνων. Όταν ρώτησα τι χρειάζεται για να γραφτεί και το δικό μας όνομα στον τοίχο, μου είπαν γελώντας: «Θα πρέπει πρώτα να φάτε μερικούς τόνους bagel».
Δεν μας έπαιρνε ο χρόνος.
Καθίσαμε, όμως, αρκετή ώρα παίρνοντας το πρωινό μας. Όμορφος ο χώρος, κατάφερνε να κρατήσει τη μαγεία της δεκαετίας του ’60. Κι εγώ σκεφτόμουν έναν στίχο του: «I choose the rooms that I live in with care».
Και πράγματι, τίποτε πιο ταιριαστό: ο Κοέν διάλεγε με προσοχή τους χώρους όπου θα κατοικούσε — είτε ήταν σπίτι, είτε καφές, είτε ποίημα.
Λίγο πιο πέρα, στην οδό St-Viateur Ouest, βρίσκεται το Café Olimpico – ένα παλιό ιταλικό στέκι με μυρωδιά από δυνατό espresso και ζεστή ανθρώπινη φωνή. Εδώ έρχονταν ποιητές, φοιτητές, καλλιτέχνες και εργάτες, και ανάμεσά τους, κάποτε, καθόταν κι εκείνος.
Ο ιδιοκτήτης είχε πει κάποτε πως ο Λέοναρντ Κοέν ποτέ δεν μιλούσε για τον εαυτό του, μόνο για τον καιρό. Ίσως γιατί ήξερε πως όσα δεν λέγονται μένουν πιο αληθινά.
Περπατώντας στη γειτονιά, ο αέρας μυρίζει αλεύρι. Στη Saint-Viateur Street, στέκει ο θρυλικός φούρνος St-Viateur Bagel, που άνοιξε το 1957 ο Εβραίος Myer Lewkowicz – ένας από τους λίγους επιζώντες του Buchenwald. Από την ξύλινη πόρτα του βγαίνει ακόμη ο ζεστός ατμός των bagels, και στο βάθος, ο ήχος από τις μεταλλικές σχάρες που σέρνονται. Ο Κοέν ερχόταν εδώ τα πρωινά, έπαιρνε ένα bagel «tout garni» και συνέχιζε τη βόλτα του. Το άρωμα του σουσαμιού ανακατεύεται με τη μνήμη, κι η πόλη μοιάζει να τον θυμάται μέσα απ’ την απλότητά της.
Παραμένοντας στο Plateau, κατηφορίζω προς τη Saint-Laurent Boulevard, εκεί όπου τα χρώματα αλλάζουν ανά τετράγωνο. Οι τοίχοι του Μόντρεαλ είναι γεμάτοι ζωγραφιές, οι κάτοικοι αγαπούν τη street art γιατί είναι σαν ανοιχτή ποίηση.
Στο νούμερο 3501 της λεωφόρου Saint-Laurent, στέκει το πρώτο μεγάλο mural του Κοέν, έργο της ομάδας A΄Shop. Τον δείχνει σκεφτικό, με βλέμμα βαθύ αλλά γαλήνιο, σαν να ακούει μια μελωδία που οι άλλοι δεν φτάνουν να ακούσουν. Στη βάση του mural συχνά κάθεται ένας νεαρός μουσικός με κιθάρα· οι νότες του ξεκινούν διστακτικές και μετά γεμίζουν τον δρόμο… «A thousand kisses deep…»
Για λίγα λεπτά, ολόκληρο το Μόντρεαλ μοιάζει να παίρνει ανάσα μέσα απ’ τη φωνή του.
Από εκεί, ο δρόμος ανεβαίνει απαλά προς το Mount Royal Park, την καρδιά της πόλης. Ο Κοέν περπατούσε συχνά στα μονοπάτια του λόφου, μακριά από τα βλέμματα. Αν σταθείς στο Belvédère Kondiaronk, θα δεις κάτω το κέντρο του Μόντρεαλ να απλώνεται σαν χαμηλό ποίημα από φως και τσιμέντο. Και πιο μακριά, στο βάθος, στον ουρανό, θα διακρίνεις το δεύτερο mural – το μεγάλο, το εμβληματικό.
Βρίσκεται ανάμεσα στα μπαρ και τα ξενοδοχεία της Crescent Street, και είναι η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα του Μόντρεαλ. Ένα mural είκοσι ορόφων που τον δείχνει όπως τον θυμόμαστε: με το καπέλο του και εκείνο το βλέμμα που μπορούσε να χωρέσει τα πάντα – την πίστη, την αμφιβολία, την τρυφερότητα και το σκοτάδι. Το δημιούργησαν οι El Mac και Gene Pendon, λίγους μήνες μετά τον θάνατό του, με την υποστήριξη του οργανισμού MU. Το έργο δεν βρίσκεται στο πλάι του περίφημου Chelsea Hotel – εκείνο ανήκει στη Νέα Υόρκη και φέρει μόνο μια πινακίδα, ευχές για τα 75 του χρόνια – μα η σύγχυση που συναντούμε σε διάφορους οδηγούς δεν είναι άδικη: το όνομα του τραγουδιού Chelsea Hotel No. 2 φέρνει πάντα μαζί του την αύρα του παλιού ρομαντισμού και της εξομολόγησης. Το mural του Μόντρεαλ, ωστόσο, βρίσκεται στην 1420 Rue Crescent και στέκει σαν φύλακας του ουρανού, αντικρίζοντας το Mount Royal. Όταν πέφτει ο ήλιος, το πρόσωπό του λούζεται στο φως των δρόμων. Οι πολίτες το ονομάζουν χαϊδευτικά «Tower of Songs», δανειζόμενοι τον τίτλο του ομώνυμου τραγουδιού του. Όχι γιατί έτσι ονομάζεται επίσημα το κτίριο – αλλά γιατί δεσπόζει σαν πύργος πάνω από την πόλη, όπως ακριβώς φανταζόταν ο ίδιος τον εαυτό του:
«I’m just paying my rent every day / in the Tower of Song».
Στην Crescent Street η νύχτα είναι ζωντανή, γεμάτη φωνές, νέους, γέλια, μουσική. Κι όμως, μπροστά στο mural, πέφτει μια παράξενη ησυχία. Κανείς δεν φωνάζει, κανείς δεν ποζάρει· όλοι κοιτούν για λίγο ψηλά, σαν να στέκονται μπροστά σ’ έναν άγιο της πόλης.
Λίγο πιο πέρα, στο Musée d’art contemporain de Montréal, παρουσιάστηκε το 2017 η μεγάλη έκθεση “A Crack in Everything” – ένας πολυδιάστατος φόρος τιμής στον Κοέν μέσα από μουσική, ήχους, βίντεο και εικαστικά έργα. Δεν είναι πια στο πρόγραμμα, αλλά το πνεύμα της παραμένει εκεί· κι απ’ την ταράτσα του μουσείου φαίνεται καθαρά το mural της Crescent, να λάμπει μέσα στη νύχτα.
Περάσαμε από την οδό Mayor 423, όπου βρισκόταν το κτίριο Sommer, που στέγαζε τη βιοτεχνία ρούχων του παππού του. Ο νεαρός Leonard δούλευε εκεί μερικές ώρες της ημέρας στα νεανικά του χρόνια, κι ίσως εκεί να γεννήθηκε η αγάπη του για τα κομψά κοστούμια που τον συνόδευαν σε όλη του τη ζωή. Το κτίριο στέκει ακόμη, μια γωνιά απ’ τη δεκαετία του ’30, μνήμη ενός άλλου Μόντρεαλ, πιο βιομηχανικού, πιο στιβαρού.
Κάναμε μια μικρή παράκαμψη προς το Westmount, τη γειτονιά όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Εδώ, στην οδό Sainte-Catherine West, βρίσκεται το λύκειο Westmount High School. Οι μαθητές σήμερα καμαρώνουν που η Kamala Harris, η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, φοίτησε εκεί· μα εμείς ξέρουμε πως ο Λέοναρντ Κοέν αποφοίτησε τριάντα χρόνια νωρίτερα, αφήνοντας πίσω του κάτι πιο αθόρυβο μα εξίσου φωτεινό: την αίσθηση πως η τέχνη μπορεί να γίνει προσευχή.
Το σώμα του Λέοναρντ Κοέν αναπαύεται στο εβραϊκό κοιμητήριο Shaar Hashomayim, ανάμεσα στα δέντρα που ψιθυρίζουν στον άνεμο. Ο τάφος του – απλός, λιτός – βρίσκεται δίπλα στους γονείς του. Δεν υπάρχουν λουλούδια, μόνο μικρές πέτρες, όπως θέλει η εβραϊκή παράδοση. Αν σταθείς λίγο, ακούς τον άνεμο να παίρνει τη μορφή ενός στίχου που δεν ειπώθηκε ποτέ.
Η κοινότητα Shaar Hashomayim έχει παλιούς δεσμούς με την οικογένεια Κοέν. Ο παππούς και ο προπάππους του υπήρξαν πρόεδροι της συναγωγής του Westmount, κι εκεί ο Leonard έκανε το bar mitzvah του. Δεν μπήκα στο κοιμητήριο – έμεινα έξω, πίσω από το κάγκελο. Εκείνος είχε ζητήσει να ανακοινωθεί ο θάνατός του μόνο αφού είχε ταφεί. Ήθελε να είναι μόνος με τους δικούς του, και το σεβάστηκα.
Μέσα από τα δέντρα, όμως, σαν να άκουσα τη φωνή του: «Hineni, hineni, My Lord».
Εδώ είμαι, Κύριε.
Το Μόντρεαλ τον θυμάται, τον τιμά, χωρίς να τον διαλαλεί. Δεν υπάρχουν τουριστικά «Λέοναρντ Κοέν Tours», ούτε μαγαζιά γεμάτα σουβενίρ. Η παρουσία του απλώνεται διακριτικά – στις σκάλες των παλιών σπιτιών, στα πάρκα, στις καφετέριες, στα βλέμματα των περαστικών. Είναι μια πόλη που σε καλεί να περπατήσεις αργά, να κοιτάξεις λίγο ψηλά, να θυμηθείς κάτι όμορφο και θλιμμένο ταυτόχρονα.
«This city fed me, sheltered me and loved me», είχε πει κάποτε. Και πράγματι – εκείνη του χάρισε τη σιωπή της, κι εκείνος της άφησε τη φωνή του.
Πού αλλού θα μπορούσε να τελειώσει αυτή η διαδρομή; Μόνο στο παλιό λιμάνι του Μόντρεαλ. Εκεί όπου ο ποταμός Saint Lawrence αγγίζει την πόλη και το νερό κρατά μέσα του τις φωνές όσων κάποτε πέρασαν. Εκεί όπου ο ήλιος γέρνει πίσω από το Mount Royal και η πόλη φωτίζεται από μέσα, σαν κερί που δεν σβήνει.
Στην άκρη του λιμανιού, ανάμεσα στους πεζόδρομους και στις παλιές αποθήκες, υψώνεται η Notre-Dame-de-Bon-Secours, η εκκλησία των ναυτικών – «Our Lady of the Harbour». Από εδώ άντλησε την εικόνα του ο Κοέν για το πιο θρυλικό του τραγούδι. Και κάπου κοντά, στο παλιό σπίτι της Suzanne Verdal, η πραγματικότητα συναντά τη φαντασία.
Εδώ, στην προκυμαία, η Suzanne χορεύει ακόμη – όχι πια για εκείνον μόνο, αλλά για όλους μας. Για την πόλη που ζει ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα, που ξέρει να βρίσκει ισορροπία ανάμεσα στη χαρά και τη μελαγχολία, ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Ο Κοέν την είχε περιγράψει με τρόπο που κανείς δεν τόλμησε να αγγίξει ξανά· μια γυναίκα-σύμβολο της αγνότητας και του πόνου, της θνητότητας και της λύτρωσης.
Now, Suzanne takes your hand and she leads you to the river
She's wearing rags and feathers from Salvation Army counters
And the sun pours down like honey on our Lady of the harbor
And she shows you where to look among the garbage and the flowers
There are heroes in the seaweed, there are children in the morning
They are leaning out for love and they will lean that way forever
While Suzanne holds the mirror
Κι έτσι, κάθε φορά που ο ήλιος δύει πίσω από το Mount Royal και τα φώτα ανάβουν πάνω στο mural της Crescent Street, η μορφή του Κοέν φαίνεται να ψιθυρίζει ξανά στην πόλη «Dance me to the end of love».
Η φωνή του γίνεται αέρας, το πρόσωπό του φως, κι η πόλη – η πόλη που τον γέννησε, του έδωσε τροφή, τον αγάπησε – εξακολουθεί να λικνίζεται αργά, ακόμη και κάτω από τη βροχή.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ανακαλύψτε την Καστοριά μέσα από την περιήγηση γύρω από τη λίμνη με την καθοδήγηση έμπειρων επιστημόνων
Δωρεάν φαγητό, ποδήλατα και μουσεία με το CopenPay
Τι συνδέει τους δύο θεατρικούς συγγραφείς; Πώς ένας δημοσιογράφος αποτυπώνει αυτή τη σχέση σήμερα;
Η νέα ταυτότητα του νησιού μέσα από βιώσιμη φιλοξενία και αυθεντικές εμπειρίες
Σειρά αφιερωμάτων στο νησί που γίνεται «πόλος έλξης των νέων»
Πού να πας, τι να δεις, τι να δοκιμάσεις
Έρωτες και χωρισμοί, βροχές και χιόνια, κάτι από πολιτική και μια γεύση από νορβηγικές λιχουδιές
Μέσα στο αεροπλάνο, η μεγαλύτερη απειλή είναι η ακινησία
Το βρετανικό κοινό ψήφισε
Οι ΗΠΑ αποτελούν την τρίτη μεγαλύτερη αγορά σε όρους ταξιδιωτικών εισπράξεων
Μια πλωτή καμπίνα χωρίς Wi-Fi ή ανθρώπους - Το απόλυτο καταφύγιο για όσους αναζητούν ηρεμία
Ο γνωστός TikToker μιλάει στην Athens Voice για τα ταξίδια του και τις πολιτιστικές διαφορές που συναντά
Για όσους μπορούν να περπατούν αργά κάτω από τη βροχή
Επισκέφθηκε 195 χώρες - Τα πιο επικίνδυνα μέρη που συνάντησε
Προτείνουν το νησί για τις διακοπές του 2026
Μια αυθεντική εμπειρία φιλοξενίας στο Πήλιο
Συνολικά, έξι ελληνικά νησιά μπήκαν στη λίστα
Τα διεθνή ΜΜΕ προτείνουν το νησί των Δωδεκανήσων για διακοπές και τη «χαμηλή» σεζόν
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.