Ταξιδια

Πάει καλά η Θάσος

Μανίνα Ζουμπουλάκη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Χίλια χρόνια γράφω για τη Θάσο – πηγαίνω από παιδί, ως Καβαλιώτισσα, και την αγαπάω πολύ. Είναι ένα ήρεμο νησί: πολύ πράσινο, ασφαλές ακόμα, με ογδόντα παραλίες γύρω γύρω που η μια είναι καλύτερη από την άλλη. Έχει γαλάζια θάλασσα, πάρα πολλά πεύκα (όσο κι αν καίγεται…) και μοναδικό κλίμα – ακόμα κι όταν σκας από τη ζέστη την ημέρα, χρειάζεσαι ένα ζακετάκι το βράδυ, ναι, και τον Αύγουστο.

Όλα αυτά τα έχω γράψει, όντως, χίλιες φορές για τη Θάσο. Το καινούργιο τα τελευταία χρόνια είναι… η ανάπτυξη, ξαφνικά. Σε μια Ελλάδα που δεν κουνιέται φύλλο, η Θάσος σημειώνει άνοδο – στον τουρισμό της, που σφυράει, αλλά και σε όλα όσα έχουν σχέση με τον τουρισμό (εστιατόρια, καφέ, μπαρ, μπακάλικα, σουπερ μάρκετ, λαϊκές τέχνες, σνακ-μπαρ, λουνα-παρκ, beachbar, παγωτατζίδικα κλπ) Πέρυσι το νησί φιλοξένησε πάνω από 800.000 τουρίστες από Μάιο ως Σεπτέμβριο. Η αύξηση στον τουρισμό είναι στο 12% σύμφωνα με επίσημες πηγές, και πολύ περισσότερη με τις ανεπίσημες: η Θάσος υπολογίζεται ότι έχει 15.000 κλίνες αλλά πλησιάζει τις 25.000, και γύρω στις 5.000 είναι οι επιπλέον, με το air-b&b να σκίζει σε βουνά και παραλίες. Μπορεί να διαθέτει καινούργιες πεντάστερες μονάδες το νησί, bungalows’ resort,boutiquehotels και ενοικιαζόμενα για όλα τα βαλάντια, ο χαμός όμως φέτος γίνεται με το ιντερνετ και τα air-b&b, air-bed&breakfast– σπίτια, διαμερίσματα και στούντιο που οι ιδιοκτήτες τα νοικιάζουν για το καλοκαίρι με την ημέρα, τη βδομάδα ή τον μήνα.

Δεν είναι καινούργιο το σύστημα αλλά στη Θάσο είναι τρομερά πετυχημένο. Στις παραλίες, όλα σχεδόν τα σπίτια και διαμερίσματα ενοικιάζονται με air-b&b. Αρχές Ιουλίου, με το τούρκικο Ραμαζάνι, η μισή Κωνσταντινούπολη παραθέριζε στη Θάσο – περπατούσες στο δρόμο κι ένοιωθες σαν να έπαιζες σε τούρκικο σήριαλ. Οι Κήποι, το παλιό Παζάρ-κιουλέ, τα σύνορα με την Τουρκία τέλος πάντων, είναι 3-4 ώρες με το αυτοκίνητο. Τα Βουλγάρικα σύνορα απέχουν επίσης γύρω στις 3 ώρες από το λιμάνι της Καβάλας ή της Κεραμωτής (από όπου περνάς δηλαδή στην Θάσο με ferryboat). Υπάρχουν απευθείας λεωφορεία από την Σερβία, την Πολωνία, την Ρουμανία και διάφορες πόλεις της Βουλγαρίας. Όλο αυτό το κύμα τουριστών πρέπει να κοιμηθεί κάπου, να φάει, να πιεί και να ψωνίσει από τρόφιμα μέχρι σουβενίρ, από σαγιονάρες μέχρι γυαλιά ηλίου.

Και… η ατμόσφαιρα είναι διαφορετική, πιο αισιόδοξη (παρά τις κατραπακιές που τρώει συνέχεια ο Ελληνικός Τουρισμός από φορολογική/κρατική πλευρά). Νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε άλλη χώρα, σε κάποιο ωραίο μέρος με τέλεια θάλασσα ΑΛΛΑ ΚΑΙ με ανάπτυξη, με ελπίδα στον αέρα.

Μένω πάνω από το beachbar “Island” στο Λιμένα, και τα παιδιά που δουλεύουν εκεί κάνουν όλους τους εργαζόμενους σε beachbar να μοιάζουν σα να σέρνουν τα πόδια τους. Οι ξαπλώστρες πάνω στην άσπρη άμμο είναι πάντα έτοιμες, η άμμος η ίδια κοσκινίζεται κάθε πρωί, οι καφέδες είναι παγωμένοι, τα σάντουιτς μεγάλα και  οικονομικά. Όλα γίνονται με χαμόγελο… πράγμα που ενισχύει την αρχική σου εντύπωση ότι βρίσκεσαι σε άλλη χώρα.

Οι τιμές είναι ένα ακόμα θέμα: παρόλο που οι τιμές δωματίων, ξενοδοχείων και στούντιο έχουν ανέβει αρκετά, δεν έχουν ακόμα φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Η θάλασσα γύρω από το νησί έχει «ψαρότοπους» άρα το ψάρι στα παραλιακά ταβερνάκια είναι σχετικά φθηνό, και φρέσκο (τα ψαροκάικα βγαίνουνε κάθε βράδυ, εκτός όταν έχει πανσέληνο). Μπορείς να βρεις μια παραλία στα μέτρα σου: χωρίς κύμα και ρηχή, αν έχεις μικρά παιδιά, με μεγάλα αμερικάνικα κύματα, με βράχια, βαθιά και σκούρη, έρημη, κοσμική, με γυμνούς ανθρώπους ή όπως την κάνεις κέφι τέλος πάντων, αν δεν έχεις παιδιά. Υπάρχουν οργανωμένα κάμπινγκ ωραιότατα, και τρελοί ντόπιοι που μπορούν να σου βρούνε τοπικό κατσικίσιο τυρί ή αυγά ή ντόπιο μέλι ΑΝ γουστάρουνε, ή να μη σου βρούνε ούτε δαχτυλήθρα αν βαριούνται, ώρα που είναι. Όλα μπορείς να τα δεις στο ιντερνετ… αλλά υπάρχουν και μικρά-μικρά ξενοδοχεία με σπιτικά πρωινά που δεν είναι καταχωρημένα πουθενά, δεν θέλουνε βαβούρα, που να τρέχουνε τώρα.

Η Θάσος, στο βόρειο Αιγαίο, με δροσερές σκιές πεύκων, πυκνά δάση και τυρκουάζ θάλασσες, είναι το αντίστοιχο της Ικαρίας έστω κι αν δεν της μοιάζει καθόλου: ή το ερωτεύεσαι το νησί, ή δεν το αντέχεις με τίποτα. ‘Η χαλαρώνεις με τον τρόπο των ντόπιων, που ποτέ δεν βιάζονται και δεν χολοσκάνε, ή εκνευρίζεσαι και παίρνεις δρόμο. Τίποτα δεν θα είναι ακριβές, στην ώρα του, όπως το είδες στο Ιντερνετ ή όπως το παράγγειλες… αλλά όλα μα όλα θα μοσχοβολάνε ρίγανη και, σόρυ που το λέω έτσι χοντρά… και ελπίδα.