Ταξιδια

Το Ρέθυμνο του Διογένη Δασκάλου

Ασπροχρώμαυρη Πρέβελη

ΤΕΥΧΟΣ 577
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ρέθυμνο: Ο Διογένης Δασκάλου γράφει για το αγαπημένο του μέρος στην Κρήτη στην Athens Voice

Ακόμη πηγαίνω. Στον ύπνο μου βέβαια, αλλά πολλές φορές. Στην Πρέβελη. Στον παράδεισο. Στη Γη της Επαγγελίας. Στην οντισιόν για τη νιρβάνα. Μετά το κάψιμο του δάσους με τους φοίνικες βέβαια το 2010, είναι σαν κάποιος να μοιάζει με τον εαυτό του αλλά, όταν είχα πάει χωρίς να ξέρω πώς την πρώτη μου φορά. ήταν σαν σφαίρα οξυγόνου στο τρίτο μου μάτι. Σέρρες - Λιβυκό σε χρόνο μυθικό.

Την πρώτη φορά... ψέματα λέω. Την πρώτη φορά που κάναμε το μεγάλο ντου να πάμε στο νησί, ήταν μια υπέροχη απογοήτευση! Κατάστρωμα απ’ τη Σαλονίκη, δεκάδες ίσα και με εκατοντάδες και παραπάνω κουτάκια από μπίρες, και σαν φτάσαμε στο Ηράκλειο μέσα σε τούτο το τενεκεδένιο βουνό μάς ξύπνησε μια φωνή. Βγάλαμε τα εισιτήρια και γυρίσαμε χωρίς να κατεβούμε καν, και πίσω Σαλονίκη. Δεν φτάναν βλέπεις τα λεφτά παρά μονάχα για άλλα τόσα μπιροκούτια για τον γυρισμό. 1980. Εγώ κι ο Μήτσος φρικιά! Την πρωτοδεύτερη φορά πώς βρέθηκα εγώ, ο Τάκης και ο Λέων μες στις σπηλιές του Πρέβελη, σε μια ζωή σαν Γούντστοκ, χωρίς κόσμο, ούτε που το θυμάμαι!

image

Μια σαραντάρα Ιρλανδέζα θυμάμαι σαν θεά που μου ’μαθε πολλά. Πώς να αγαπάω τις ρυτίδες, τα ψαρά της τα μαλλιά και τα χάδια τ’ απαλά, πώς να κοιμάμαι χάμω, ν’ αγαπώ τον άνεμο, το δειλινό και τα πουλιά. Πώς να χρησιδανείζομαι το όνειρο του άλλου. Σε σπηλιά, σε τρύπα μέναμε ή στη φοινικοσκηνή, και εκείνο όταν φυσούσε. Σπάνια.

Εγώ, οι φοίνικες του Θεόφραστου, ο Κουρταλιώτης ποταμός κι ένα σακούλι μαύρο. Πάνω μας σαν φωτοστέφανο το υπερώον μιας κάποιας άγνωστης σεκιούριτι που έφτιαξε ο Θεός και η Μονή Πρεβέλης. Πολυκιβιστική και έρημη φερμένη λες από το Μεξικό; Την Κάτω Σικελία;

Μια ιστορία ζήτησε το τεύχος, αλλά ένα βιβλίο είναι καλά; Δεν ξέρω πώς να περιγράψω το τέλειο! Συγγνώμη, συγχωρέστε με. Ζωγραφίζονται άραγε η όσφρηση; οι μυρωδιές; Αυτοί οι τρεις μήνες ήταν η βάφτισή μου στην απόλυτη ελευθερία. Αυτό το πληρώνω ακόμα!

image

Ξινό, κόκκινο, φτηνό κρασί, η βόλτα στο ποτάμι μέσα, οι φίλοι τόσο όσο, η «ντάγκλα» του ατέλειωτου Λιβυκού μεσημεριού και το χρήσιμο τίποτα. Κανελάτη τσικουδιά κι εγώ 16, με πρόωρη ανάπτυξη αλλά στον ομφαλό του παραδείσου. Εκεί έμαθα να ψαρεύω, να μην ενοχλώ τους ανθρώπους και να περνάω καλά μ’ εμένα, όποτε συνέβαινε αυτό.

Ξεχνάει όμως ο άνθρωπος. Γι’ αυτό λέω να ξαναπάω. Ένα μισάωρο με παίρνει να κλείσω τα ματάκια μου για να την ξαναδώ. Τον μεγάλο ποταμό, την τετράγωνη ασπρόμαυρη Μονή, το δάσος, άκαφτο, τα μάτια της Ιρλανδέζας και όλους τους «ιντιαναμπαφοτζόουνς» αυτού του απυρόβλητου καλοκαιριού.

Υ.Γ. Τα πιο έγχρωμα καλοκαίρια μας είναι τα πιο ασπρόμαυρα καρέ μας, λέω εγώ. Άλλωστε, «τ’ όνειρο είναι μια αλήθεια που ποτέ δεν είναι αληθινή», όπως έλεγε και το τραγούδι σάουντρακ για την Πρέβελη του ’80.

Η ιστορία αυτή δεν περιέχει τοποθέτηση FB, Twitter, Instagram, εφαρμογές κινητού και τάμπλετ και ιαχές τύπου YOLO. Απορώ πώς ζούσαμε τότε με τόσες στερήσεις; Με «αγάπη μόνο»;

- Πού να φας; Δεν ξέρω. Δεν πολυτρώγαμε!

- Τι να πιες; Τι να «σε» πω; Αυτά που πίναμε τα ’χαμε μαζί μας!

- Πού να κοιμηθείς; Όπου να ’ναι. Διακοπές είσαι.

- Τι να δεις; Τα πάντα, αρκεί όταν κοιτάς... να βλέπεις κιόλας!

Συγγνώμη ζητάει το δάσος, που τη σπάει για ακόμη μία φορά στο ανθρώπινο είδος αλλά αναγεννάται! Φοίνικες, βλέπεις...

image

Διογένης Διδασκάλου είναι καλλιτέχνης, αρχηγός των MONIE & MONIE CONNIENTE και ραδιοφωνικός παραγωγός.