Ταξιδια

Η Νάξος του Χρύσανθου Πανά (Island)

Τα καλοκαίρια στη Νάξο είναι ανέμελα, και φωτεινά.

ΤΕΥΧΟΣ 535
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Νάξος: O Χρύσανθος Πανάς γράφει για το αγαπημένο του νησί στην Athens Voice

Υπηρετούσα τη θητεία μου στο στρατό, όταν η αλλαγή της κυβέρνησης επέβαλε σε όσους δεν είχαμε φύγει εκτός Αττικής να υπηρετήσουμε τουλάχιστον για ένα μήνα σε κάποιο σημείο της χώρας εκτός Αθηνών με δικαίωμα επιλογής. Γνωρίζοντας την αγάπη μου για την ιστορία και τον πολιτισμό, ένας καλός μου φίλος, άνθρωπος που ξεχωρίζω και εκτιμώ, με προέτρεψε να διαλέξω τη Νάξο. «Είναι γεμάτη μεσαιωνικά μοναστήρια αλλά και αρχαιότητες» μου είπε. Και βέβαια πολλές ωραίες γυναίκες.

Όταν επισκέφτηκα τη Νάξο για να υπηρετήσω σε ένα απομονωμένο φυλάκιο των διαβιβάσεων δεν ήταν καλοκαίρι… ωστόσο η Πορτάρα, η εμβληματική αυτή πύλη από ένα ναό που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και που υποδέχεται όλους όσοι φτάνουν στο λιμάνι, μου δημιούργησε μια αίσθηση σεβασμού και θαυμασμού ταυτόχρονα. Το κάστρο και η Παλιά Χώρα, που δεσπόζουν πάνω από το λιμάνι, έχουν έντονα τα στοιχεία της ενετοκρατούμενης περιόδου του νησιού και είναι το σημείο στο οποίο πρωτοπεριπλανήθηκα.

Το φυλάκιό μου βρισκόταν στο ορεινό μέρος, μεταξύ ενός μικρού γραφικού αλλά όχι ιδιαίτερα ασυνήθιστου χωριού με το όνομα Φιλότι και ενός άλλου χωριού με μυθιστορηματική ομορφιά και γραφικότητα με το όνομα Απείρανθος. Η Απείρανθος είναι γεμάτη καλντερίμια, σπίτια παρόμοιας αρχιτεκτονικής, με μαρμάρινες προσόψεις και αρκετά μουσεία, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς το μικρό μέγεθός της. Η έλλειψη πινακίδων, η καθαριότητα και η τάξη που χαρακτηρίζουν την Απείρανθο θα ευχόμουν να ήταν ο κανόνας για όλη την Ελλάδα.

Όταν μετά από κάποια χρόνια επέστρεψα στη Νάξο, καλοκαίρι πλέον, η Απείρανθος μου δημιούργησε τα ίδια συναισθήματα και είναι ένα μέρος που επιβάλλεται να πάει κανείς όταν βρεθεί στο νησί. Ο παραδοσιακός φούρνος που στεγάζεται μέσα στο σπίτι του ιδιοκτήτη, χωρίς καμία πινακίδα ή κακόγουστη ταμπέλα, βρίσκεται ακόμα εκεί και σε κατευθύνει σ’ αυτόν, η υπέροχη μυρωδιά από τα ζυμαρικά και τα γλυκά που φτιάχνονται πάντα με την ίδια αυθεντική αγάπη.

Φεύγοντας λοιπόν από την Απείρανθο και με κατεύθυνση προς τον Πάνορμο, όλη η διαδρομή είναι παρθένα με υπέροχη φύση και κανένα τουριστικό χαρακτήρα. Το μοναστήρι του Φωτοδότη είναι συντηρημένο από τους βοσκούς της περιοχής· οι αχτίδες του ήλιου μπαίνουν από κάποια ρήγματα της οροφής και διαχέονται ανάμεσα στους σταλακτίτες που σχηματίστηκαν από την υγρασία, δημιουργώντας ένα ονειρικό σκηνικό.

Το νότιο κομμάτι του νησιού είναι αληθινά παραδεισένιο με ατελείωτες δαντελωτές παραλίες που σε πολλά σημεία τους δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από την Καραϊβική. Η Αγία Άννα, αν και κατάμεστη συνήθως από κόσμο, έχει ονειρεμένα νερά και μερικές ατμοσφαιρικές ταβερνούλες όπως το Paradiso με απλότητα αλλά και μεσογειακό σκέρτσο.

Η παραλία της Πλάκας πιο δίπλα είναι συνήθως περισσότερο ήσυχη με τιρκουάζ νερά και περνώντας ανάμεσα στους αμμόλοφους που θυμίζουν Μεξικό, φτάνει κανείς στην πασίγνωστη Μικρή Βίγλα, τον παράδεισο των surfers από όλο τον κόσμο. Τα χρωματιστά πανιά και τα ηλιοκαμένα αγόρια και κορίτσια καταθέτουν εκεί το ταλέντο, τη γνώση και τη μαεστρία τους στην ιστιοσανίδα, όλους τους μήνες του καλοκαιριού και πολλές φορές μέχρι και τον Σεπτέμβριο.

Ατελείωτες είναι οι γειτονικές παραλίες με τα καταγάλανα νερά, τη χρυσή άμμο και πολλά φθηνά αλλά καλόγουστα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Το φαγητό στη Νάξο επίσης είναι καταπληκτικό και με ιδιαίτερο χαρακτήρα. Χρησιμοποιώντας κυρίως τοπικά προϊόντα στα εστιατόρια αλλά και τις ταβέρνες του νησιού, η Νάξος ενδείκνυται για τους λάτρεις του καλού φαγητού.

Ο Αποστόλης και το Αντάμωμα στη Χώρα είναι από τα παλιά αγαπημένα εστιατόρια με κυκλαδίτικη κουζίνα. Το La Vigne είναι ένα wine bar με γαλλική κουζίνα που στις δικές μου αναμνήσεις έχει αντικαταστήσει το παλιό υπέροχο εστιατόριο Έλλη που δεν υπάρχει πια. Με αφορμή την έκθεση που είχε επιμεληθεί ο αγαπημένος μου Νίκος Αλεξίου, επισκέφτηκα ξανά τη Νάξο κάποιο καλοκαίρι. Ο κορυφαίος εικαστικός και ξεχωριστός φίλος είχε δημιουργήσει ένα μαγικό σκηνικό στον Πύργο Μπαζαίου. Ο φωτισμός αλλά και τα ίδια τα έργα είχαν κάτι το μεταφυσικό και με ταξίδεψαν πίσω στα ανέμελα χρόνια του στρατού οδηγώντας με να επισκεφτώ τον κούρο του Απόλλωνα στο αρχαίο λατομείο μαρμάρου, που σαν μονολιθικός γίγαντας ξαπλώνει αιώνες τώρα ανάμεσα στα βράχια επιβάλλοντάς σου την ηρεμία αλλά και τη συνειδητοποίηση μιας γλυκιάς ματαιότητας.

Τα καλοκαίρια στη Νάξο είναι ανέμελα, και φωτεινά. Είναι γεμάτα σφηνάκια στα ατελείωτα μπαράκια και ξυπόλητες διαδρομές από τη μία παραλία στην άλλη. Είναι γεμάτα μουσικές και χαρά, γλύκα και αρμύρα. Η Νάξος σού επιβάλλει τους δικούς της κανόνες. Είτε φτάσεις με το αεροπλάνο που προσγειώνεται σε μια γραμμή γης που επιπλέει στη θάλασσα, είτε την προσεγγίσεις με το σκάφος, είτε αποβιβαστείς από το πλοίο τη γραμμής. Καμία κοσμικότητα και κανένα καταναγκαστικό «πρέπει». Με έντονα τα σημάδια του πολιτισμού από την αρχαιότητα αλλά και όλους τους αιώνες, η Νάξος σού ψιθυρίζει το πιο απλό αλλά σημαντικό μυστικό: Η ομορφιά της φύσης δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία άλλη ομορφιά και όταν ό άνθρωπος σέβεται αυτό το αξίωμα τότε η ομορφιά που θα δημιουργήσει θα υπάρχει για πάντα. Αυτό συμβαίνει στη Νάξο. Τα ανθρώπινα δημιουργήματα αγκαλιάζονται αρμονικά από τη μαγική φύση. Πρόσφατα μια φίλη μού περιέγραφε την έκπληξή της από το πόσο όμορφη είναι η Τουλούμ στο Μεξικό (που είναι, δεν διαφωνώ). Αυθόρμητα της απάντησα: Στη Νάξο έχεις πάει;

Χρύσανθος Πανάς είναι επιχειρηματίας