Πολεις

Σινέ Σκαμπαρδώνης

Τι είδαμε στα γυρίσματα της ταινίας «Ουζερί Τσιτσάνης» του Μανούσου Μανουσάκη

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 521
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
93549-209972.jpg

Μια διμοιρία ναζί με επικεφαλής το θηριώδη διοικητή Θεσσαλονίκης Αλόις Μπρούνερ εισβάλλουν στη στοά του Αγίου Μηνά. Φώτα, κάμερα, πάμε. 600 κομπάρσοι, συν οι πρωταγωνιστές, συμμετέχουν στα γυρίσματα του «Ουζερί Τσιτσάνης», στο ρόλο του Μπρούνερ ο Νίκος Μαυρίδης. Διατάσσει τον ξυλοδαρμό του Εβραίου εμπόρου Αβραάμ Ρεβάχ, τον υποδύεται ο Αλμπέρτο Εσκενάζι, οι περαστικοί παθαίνουν ένα σοκ, κοντοστέκονται και παρατηρούν, ρωτούν και πληροφορούνται, σαστίζουν με τις πινακίδες, που για τις ανάγκες της ταινίας αναπαριστούν μαγικά εκείνη την εποχή του μίσους και του τρόμου. Κατοχή.

Τα υαλικά «Σταματιάδη», το κουρείον «Νέο Στυλ» του Κωνσταντίνου Φόρογλου, το κηροποιείο του Γιάκο Μπέζα, το παντοπωλείο του Βελλέλη. Είναι οι σκηνές 134 έως και 136, με βάση το storyboard, η μυθιστορία του Σκαμπαρδώνη γίνεται ταινία από τον Μανούσο Μανουσάκη. Στα 24 του ο Τσιτσάνης ζει τα πιο δημιουργικά του χρόνια, καταμεσής της φρίκης και του ολέθρου, η πένα και το μπουζούκι του, μετά ψωρολακέρδας και φτηνής ρετσίνας, όπως ακούγονται και σερβίρονται στον ομότιτλο ρεμπετοτεκέ της Παύλου Μελά, είναι το σάουντρακ του διωγμού. 56.0000 Εβραίοι στέλνονται στα στρατόπεδα εξόντωσης, μια ψυχή από αυτές είναι και η Εστρέα. Που την έχει έρωτα τρελό και μαράζι μεγάλο ο Γιώργος, το συνεταιράκι του Τσιτσάνη. Οι νότες του μεγάλου Τρικαλινού ξορκίζουν το μίσος, προσπαθούν να απαλύνουν τον αποτροπιασμό, περικυκλωμένες από ναζί, δοσίλογους, ταγματασφαλίτες ρεμπετόφατσες κι όλη τη λούμπεν ποικιλία της επικίνδυνης πόλης, με φοβισμένα και υπό διωγμό κουτσαβάκια, οι νύχτες μυρίζουν κίνδυνο, ίλιγγο αλλά και χαρμάνα χαράς. Παίζει, βλέπει, βλέπει, παίζει, όλη η Θεσσαλονίκη είναι ένα πάλκο πλέον, πέρα από τα στενά μέτρα του ουζερί. Όλη η πόλη μια μαντάρα, ένα αιματοβαμμένο σκηνικό όπου κάθε ξημέρωμα κάνεις το σταυρό σου που σε βρίσκει ζωντανό.

image

image

Η ταινία του Μανουσάκη έρχεται σε μια εποχή που δειλά δειλά, αλλά επιτέλους και με γενναίες χειρονομίες από πλευράς Μπουτάρη, ξεκίνησε ένας διάλογος για το τι συνέβη εδώ. Όχι μόνο κατά τη διάρκεια του διωγμού, αλλά και μετά. Μαύρες σελίδες που έντεχνα αποκρύφτηκαν, κανείς δεν ήθελε ούτε να θυμάται ούτε να μιλά για αυτά. Όμως ο Σκαμπαρδώνης, ένα σύνολο δημιουργικών εμμονών ως λογοτεχνική ύπαρξη, δυο αιώνες τώρα που τον γνωρίζω προσωπικά, τη συγκεκριμένη περίοδο την κατέχει πρίμα. Τη διάβασε, την έψαξε, την έσκαψε και την ψαχούλεψε, όπως ο ιατροδικαστής το κουφάρι. Δεν βγαίνουν πορίσματα με επιδερμικές ματιές και ψευτοεξετάσεις από αλμπάνηδες ή δήθεν εντρυφούντες.

Όλη η γραμματοποιία του «Σκάμπι» κινείται σε ρυθμό και έρευνα εκπαιδευμένου λαγωνικού, γεννημένου να ξετρυπώνει τα πάντα.

Και δεν είναι μόνο το μυθιστόρημα για το «Ουζερί Τσιτσάνης». Αξίζει να διαβάσετε και το «Πολύ βούτυρο στο τομάρι του Σκύλου», μετακατοχικές αλλά εξίσου ταραγμένες αφηγήσεις από το εκδοροσφαγείο της θεσσαλονικώτικης μάκρο- και μίκρο- Ιστορίας. Είναι τεράστια η παρακαταθήκη του συγγραφέα, γερού ευτυχώς, εν ζωή, υπέρτατου αφηγητή περί της Θεσσαλονίκης, που μπορεί να μη διαθέτει ως πόλη πλέον μια ενιαία αυτοσυναίσθηση, έτσι ανερμάτιστη και κατακερματισμένη όπως βολοδέρνει, όμως κατά ένα μαγικό τρόπο, στα βιβλία του ο Σκαμπαρδώνης την ανασυστήνει. Την αναπλάθει. Την ανατέμνει και την σκηνοθετεί σε πλάνα βεριτέ. Από τον πυρήνα. Πάντα προϊόν μελέτης, έρευνας και λεπτής αναψηλάφησης. Γιατί δεν καταδέχεται ποτέ την ευκολία και τα πασαλείμματα ο Σκαμπαρδώνης, κι ας είναι προικισμένος και γεννημένος να σολάρει σαν φαντεζί μουσικός, να κερδίζει την προσοχή και το χειροκρότημα του είναι πανεύκολο, δεν χρειάζεται να κοπιάσει και πολύ. Όμως διαλέγει τον επώδυνο, τον ασκητικό και τον πιο δύσβατο δρόμο. Στοχασμός, πηγές, ψυχραιμία εντομολόγου και καρτέρι όπως ο κυνηγός μέχρι να φανεί το θήραμα.

image

Είδα μια νύχτα το αρχείο του και τρόμαξα. Ταξινομημένα άψογο, μπήκαμε στο σέξιον Κατοχή και έμεινα. Από εκδόσεις εφημερίδων και βιβλίων μέχρι αρχεία από δίκες, κατηγορίες, ομολογίες και ποινές. Άγρια πράγματα συνέβησαν εδώ, διάβαζα με δέος, αλλά και μου εξηγούσε τα «λεπτά», τα «δύσκολα». Είμαι χαρούμενος που επιτέλους, μετά από πολλές αναποδιές και πισωγυρίσματα, το «Ουζερί Τσιτσάνης» γίνεται ταινία. Κι αφού την παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, δεν έχω αμφιβολία τι θα δω, στο κάτω κάτω, κοντά είναι ο Νοέμβρης που θα βγει στις αίθουσες. Και είναι μεγάλο πράμα και για την πόλη και για τη χώρα που τον έχουμε αυτόν τον τύπο να περιφέρεται και να μας αναστατώνει με τις λέξεις του. Πολύ μεγάλο πράμα.

image

image

image

image

image

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ