Πολεις

Θεσσαλονίκη, καλοκαίρι του 1961: Όλα είναι ατμός! 

Τελικά είναι καλό ή κακό πράγμα η νοσταλγία;

Στέφανος Τσιτσόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς απαθανάτισε τη Θεσσαλονίκη του παρελθόντος ο Γιάννης Δαλιανίδης στις ταινίες Ο Ατσίδας, Τέντι Μπόι Αγάπη μου και Κάτι να καίει

Η πιο ανέμελη, ξέγνοιαστη, φολκλόρ, φιλμαρισμένη σαν διαφήμιση του ΕΟΤ που προωθεί τα κάλλη μιας παραλιακής λουτρόπολης που κάποτε την έλεγαν Θεσσαλονίκη, είναι αναμφίβολα η πόλη που συλλαμβάνει το καλοκαίρι του 1961 ο Γιάννης Δαλιανίδης στον Ατσίδα. Εξήντα δύο καλοκαίρια μετά, πέτυχα την ταινία στο ζάπινγκ. Ο Ηλιόπουλος τηλεφωνιέται με την καλή του, εκείνος στο Ντορέ και εκείνη στο περίπτερο του Λευκού Πύργου. Στο κέντρο Έρση στο Πανόραμα, στην οδό Λεοντίδη, δίπλα στο ξενοδοχείο Νεφέλη, με μια θέα σπαραχτική καθώς κάτω χαμογελάει μια Θεσσαλονίκη μόλις το 1/5 της σημερινής, ο Βέγγος στον ρόλο του φιλόσοφου σερβιτόρου Θρασύβουλα (είναι το ίρτζι του να μη σερβίρει όσους παραγγέλνουν χτυπώντας παλαμάκια!) εκτοξεύει τη θηριώδη υπαρξιστική ατάκα «Όλα είναι ατμός!». Ο Ηλιόπουλος αντεπιτίθεται πολύ μετά από τη γνωριμία του με τον Θρασύβουλα στο «Εξοχικό Κέντρο Ο Έρως», όπως βάφτισε την Έρση, με το αμίμητο «είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα», εκτοξευμένο από την οικία Κούνιο στην Κορομηλά, που επίσης έβλεπε θάλασσα. 

Σκηνή από την ταινία ο Ατσίδας © Finos Film

Η Λάσκαρη και το αμόρε της Στέφανος Στρατηγός πίνουν δροσιστικά αφεψήματα στην πλατεία Αριστοτέλους και με το που ξεκινά ο Ατσίδας, παράλληλα με τα ονόματα των συντελεστών, πέφτουν πλάνα κατά ριπάς: ο Πύργος Τριγωνίου και η Ροτόντα, το Διοικητήριο με την πλατεία πριν τη σαρώσει η ανασκαφή της Ρωμαϊκής Αγοράς και η ΔΕΘ, η Ερμού με τα παρτέρια της και η Αγίας Σοφίας στο βάθος. Ο Δαλιανίδης, το μακρινό καλοκαίρι του 1961, φιλμάρει για πρώτη φορά και την παραλία της Αγίας Τριάδας. Ασπρόμαυρη. Δύο καλοκαίρια αργότερα, έγχρωμη σιμενασκόπ, στο Κάτι να Καίει η πλαζ της Αγίας Τριάδας αποθεώνεται και το θεσσαλονικιώτικο καλοκαίρι σε Μπαχτσέ Τσιφλίκι και Περαία περνά στο εθνικό συλλογικό φαντασιακό σαν μια ανέμελη παραλλαγή του Fun in Acapulco. Μόνο που, αντί για τον Elvis και το Go bossa nova baby, είναι ο Βουτσάς που παρτάρει με Φφφφσσσστττ μπόινγκ. Και τα δυο μιούζικαλ, παρεμπιπτόντως, ελληνικό και αμερικάνικο, γυρίστηκαν την ίδια χρονιά. 

Σκηνή από την ταινία Κάτι να καίει © Finos Film

Επιστρέφω στο ασπρόμαυρο δαλιανιδικό καλοκαίρι του 1961, στον Ατσίδα. Έβλεπα στην ταινία τη Θεσσαλονίκη να παρελαύνει ανθρώπινη, γλυκιά επαρχία με φαρδείς δρόμους, ευρύχωρη, εύκολη στις μετακινήσεις, και νομοτελειακά αυτή η προβολή, ανάκληση και μνήμη μιας πόλης που στα ύστερα την κατάπιε ο χρόνος, εγκατέστησε εντός μου μια νοσταλγία σκέτη αρμένικη βίζιτα μέχρι το τέλος του φιλμ. 

Αυτή η πελώρια αντίφαση ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη του κάποτε σε σύγκριση με τη Θεσσαλονίκη του τώρα ξεχείλισε μέσα μου το ίδιο παραπονιάρικη και την επόμενη μέρα, όταν επισκέφτηκα την Αγία Τριάδα. Η πλαζ του Δαλιανίδη σε Ατσίδα και Κάτι να καίει έγινε σμπαράλια. Η καταστροφή συντελέστηκε σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία που τήρησε κατά γράμμα εκείνο το εξίσου φοβερό δαλιανιδικό ίντρο στο Τέντι Μπόι Αγάπη μου: «Σε ενέργεια, λοιπόν, οι κασμάδες, φέρτε εκσκαφείς, φέρτε μπουλντόζες και αρχίστε. Γκρεμίστε τα διώροφα, γκρεμίστε τα τριώροφα, υψώστε πολυκατοικίες…». Όλα αυτά, βέβαια, τα δακρύβρεχτα που με ζώνουν είναι παροδικά. Όταν για οποιονδήποτε λόγο επιστρέφω στο χθες, μου βγαίνει μια ελαφριά μιζέρια, που, ευτυχώς, εξατμίζεται με το που σκεφτώ τα ωραία της Θεσσαλονίκης σήμερα. Όσο γοητευτικό και αθώο να δείχνει το βίνταζ, παραμένω ταγμένος στην πόλη και τη ζωή του εδώ και του τώρα.