Πολεις

Βιβλιοθήκες και γάτες: Ο τέλειος συνδυασμός

Τελικά, κλαίνε οι άντρες; — Και οι μεγάλοι; Κλαίνε κι αυτοί; — Κρεμλινική παράνοια: Maximum overdrive

Κυριάκος Αθανασιάδης
13’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας. Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

To Ημερολόγιο σήμερα ανήκει εξ ολοκλήρου στους φίλους που το τιμούν με τις συνεργασίες τους. Τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Όπως και εσάς που είστε εδώ. Απολαύστε το.

* * *

ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΗ

Η μεταφράστρια και επιμελήτρια κειμένων Χρύσα Φραγκιαδάκη προτείνει στους αναγνώστες του Ημερολογίου πράγματα που έμαθε, είδε, διάβασε, και της τράβηξαν την προσοχή. Την ευχαριστούμε! Σήμερα, ακόμη ένα γατοφιλικό κείμενο. Απολαύστε το:

Γάτες των βιβλιοθηκών: Μια ιστορία τόσο παλιά όσο και τα βιβλία…

…για την ακρίβεια όσο και οι πρόδρομοί τους, οι πάπυροι. Κάπου ανάμεσα στο θρόισμα μιας περγαμηνής που ξετυλίγεται, στο φυλλομέτρημα ενός βιβλίου και στο ταπ-ταπ ενός πληκτρολογίου, αιωρείται η αθόρυβη αύρα των γατίσιων πατουσιών μέσα στον χρόνο. Η παρουσία τους σε βιβλιοθήκες μπορεί να ξεκίνησε για χρησιμοθηρικούς —πιο συγκεκριμένα μυοθηρικούς— λόγους, αλλά λόγω των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών τους (οι γάτες έλκονται από τη σιωπή, τις κρυψώνες, το ψάξιμο και τα ψηλά σημεία των δωματίων) σύντομα έγιναν αναντικατάστατοι σύντροφοι των θαμώνων των βιβλιοθηκών και, αναπόφευκτα, απαραίτητα αξεσουάρ και μασκότ των ιδρυμάτων που τις φιλοξενούν.

Ας ξετυλίξουμε λοιπόν το κουβάρι (pun intended: ξέρουμε όλοι ότι τα κουβάρια είναι από τα αγαπημένα παιχνίδια μιας γάτας) της ιστορίας τους μέσα από τις ατομικές περιπτώσεις των τριών περισσότερο γνωστών εκπροσώπων του είδους: μιας από τον αρχαίο κόσμο, μιας από τα μεσαιωνικά χρόνια και μιας από τη σύγχρονη Αμερική των μικρών πόλεων — αλλά και μιας τέταρτης, εγχώριας και πολύ πρόσφατης παρουσίας.

Οι πιθανότητες πραγματικής ύπαρξής τους μεγαλώνουν από την πρώτη (ελάχιστες!) έως την τελευταία (εκατό τοις εκατό).

Μyeo: Η θηρεύτρια της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας

Τον 3ο αιώνα π.Χ., η Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας ήταν ήδη ο πνευματικός φάρος του αρχαίου κόσμου. Φιλοξενούσε εκατοντάδες χιλιάδες πάπυρους με κείμενα από όλους τους γνωστούς πολιτισμούς — προφανώς πεντανόστιμη και τραγανή τροφή για τα ποντίκια!

Εδώ μπαίνει στη σκηνή η Μyeo. Αν και δεν υπάρχουν επίσημες αναφορές στο όνομά της, η γάτα Myeo είναι μια φιγούρα που ισορροπεί με χαρακτηριστική γατίσια ευελιξία στα όρια μεταξύ θρύλου και πιθανότητας ύπαρξης. Δεδομένης της θέσης που είχαν οι γάτες στον πολιτισμό των αρχαίων Αιγυπτίων —λατρεύονταν ως θεότητες, με κύριο εκπρόσωπο τη θεά-γάτα Μπαστέτ—, δεν είναι δύσκολο να μας κάνει κάποιος να πιστέψουμε ότι, ανάμεσα στις γάτες που αναμφίβολα φιλοξενήθηκαν για πρακτικούς λόγους στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, υπήρξε και η συγκεκριμένη. Από εδώ και πέρα, το αν πιστέψετε ή όχι την ιστορία της είναι δική σας ευθύνη, δεδομένου ότι η μόνη καταγεγραμμένη αναφορά στην ύπαρξή της συναντάται σε ένα άρθρο του Norman D. Stevens, διευθυντή των βιβλιοθηκών του Πανεπιστημίου του Κονέκτικατ και ιδρυτή του Molesworth Institute, ενός φανταστικού οργανισμού με διακηρυγμένο στόχο την προώθηση του βιβλιοφιλικού χιούμορ!

Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο αυτό, η Myeo (το όνομα της οποίας είναι προφανώς ηχομιμητικό, απηχώντας το νιαούρισμα, αλλά το y ίσως παραπέμπει στο ελληνικό μυς) φέρεται να ήταν το αγαπημένο κατοικίδιο ενός βοηθού βιβλιοθηκάριου, του Πέτση, την περίοδο που τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας διηύθυνε ο Δημήτριος Φαληρεύς, λίγο πριν το 282 π.Χ. Από την αποκωδικοποίηση κάποιων ιερογλυφικών επιγραφών, λέει, φαίνεται ότι η γατούλα ακολουθούσε τον Πέτση επίμονα κάθε που πήγαινε για ψάρεμα, μέχρι που ο τελευταίος αποφάσισε να την πάρει σπίτι του, όπου η Myeo ξεδίπλωσε πλήρως τις κυνηγετικές της ικανότητες. Ξετρύπωνε και σκότωνε ένα σωρό ποντίκια, τα οποία έφερνε σαν δώρα στον κύριό της.

Μια και το πρόβλημα με τα ποντίκια ήταν πολύ μεγάλο στη Βιβλιοθήκη, και οι κατεστραμμένοι πάπυροι πλήθαιναν, ο Πέτσης αποφάσισε να φέρει και άλλες γάτες, για να συνδράμουν το έργο της Myeo.

Ονομάτισε καθεμιά χωριστά και, ως τυπικός ταξινόμος, άρχισε να καταγράφει τον αριθμό των θυμάτων τους. Τύλιγε τα νεκρά ποντίκια με τα υπολείμματα των κατεστραμμένων παπύρων και έγραφε πάνω τους την ημερομηνία και το όνομα της γάτας που τα είχε σκοτώσει. Στην πορεία άρχισε να τοποθετεί τα νεκρά θηράματα με αλφαβητική σειρά, σύμφωνα με το αρχικό του ονόματος των θηρευτών τους, και κάποια στιγμή είχε τη φοβερή έμπνευση να εφαρμόσει παρόμοιο σύστημα στην ταξινόμηση των παπύρων της Βιβλιοθήκης. Έτσι φέρεται να γεννήθηκε το αλφαβητικό σύστημα ταξινόμησης των βιβλιοθηκών, το οποίο, ιστορικά, φέρεται να εφάρμοσε πρώτη η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. (Τάδε έφη Νόρμαν Σπένσερ).

Ο ευφυής ακαδημαϊκός φρόντισε να κατοχυρώσει τα διαπιστευτήρια της Myeo αναφέροντας ότι, χάρη στα αρχεία μιας τεράστιας νεκρόπολης για γάτες, πιστοποιήθηκε η ύπαρξή της. Σε κάθε περίπτωση πάντως, εκτός από τις καλές υπηρεσίες στο ακαδημαϊκό χιούμορ, μας πρόσφερε ένα βολικό νήμα για να συνδέσουμε την αρχαία με τη σύγχρονη ιστορία των γατών των βιβλιοθηκών.

Η περίφημη Myeo της Αλεξάνδρειας

Pangur Bán: Η αδελφή-ψυχή του γραφέα

Αιώνες αργότερα, τον 9ο μ.Χ. συγκεκριμένα, βρισκόμαστε σε ένα ήσυχο μοναστηριακό scriptorium, στο Αββαείο του Ράιχενάου (στο ομώνυμο νησί που σήμερα ανήκει στη Γερμανία), το οποίο υπήρξε κέντρο τεχνών, γνωστό κυρίως για τις περίφημες ευαγγελικές Περικοπές του Ερρίκου 2ου, με την καταπληκτική εικονογράφηση. Εκεί, ζουν ένας Ιρλανδός μοναχός (κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, τα ιρλανδικά μοναστήρια έστελναν αποστολές και λόγιους μοναχούς σε όλη την Ευρώπη) και η γάτα του (εικάζεται ότι ήταν λευκή, μιας και Bán, στα αρχαία ιρλανδικά, σημαίνει λευκός) και μοιράζονται έναν χώρο διαμονής και εργασίας.

Ο μοναχός μελετά και αντιγράφει χειρόγραφα αναζητώντας το νόημα των λέξεων, η γάτα κυνηγά ποντίκια. Και οι δύο είναι μαέστροι στη δουλειά τους, που έχει κοινό παρονομαστή το «κυνήγι».

Ένα στιγμιότυπο της συνύπαρξής τους αποτυπώνεται με τρυφερότητα σε ένα παλαιό ιρλανδικό ποίημα, γραμμένο στο περιθώριο μιας σελίδας του λεγόμενου Reichenau Primer, του «Σημειωματάριου του Ράιχενάου», το οποίο μάς δίνει, επίσης, μια εικόνα των ενδιαφερόντων του ανώνυμου εκείνου μοναχού: περιέχει σημειώσεις από την Αινειάδα, για τους αγγέλους, για τοπωνύμια που αναφέρονται στη Βίβλο, και σημειώσεις αστρονομίας, καθώς και άλλα ποιήματα γραμμένα στα αρχαία ιρλανδικά. Ο μοναχός δεν συμβιώνει απλώς με τη γάτα, αλλά σχετίζεται μαζί της. Στην αφοσίωση και την επιμονή του Πάγκουρ, ο μοναχός βλέπει ένα συγγενικό πνεύμα. Είναι σύντροφοι, ο καθένας τους μοχθεί ήσυχα, με τον τρόπο που ξέρει, για να κάνει δικό του το ποθούμενο θήραμα:

«Ο γάτος Πάνγκουρ Μπαν παρέα / στη δουλειά μου είναι ωραία. / Άξιοι θηρευτές κι οι δυο, / ποντίκια αυτός, λέξεις εγώ. […] Kαθένας μας εφ’ ω ετάχθη, χωρίς αντιζηλίες και πάθη. / Μαζί στις λύπες, στις χαρές, / έμπειρες αδελφές ψυχές».

Το ποίημα, που ευλόγως άγγιξε την ψυχή ανθρώπων των γραμμάτων κάθε είδους, που μοχθούν νυχθημερόν, συνήθως μοναχικά ή με μόνη παρέα το κατοικίδιό τους, μεταφράστηκε εξαιρετικά από τον Σίμους Χίνι (απ’ όπου επιχείρησα μια απλή απόδοση των δύο παραπάνω στροφών), αλλά και από πολλούς άλλους Ο Πάνγκουρ Μπαν κατέκτησε, έτσι, τη λογοτεχνική αθανασία. Παραμένει μια από τις πρώτες γάτες βιβλιοθηκών με γραπτή κληρονομιά — η οποία τιμάται όχι μόνο σε στίχους αλλά και σε σύγχρονα τραγούδια, παιδικά βιβλία και ταινίες κινουμένων σχεδίων.

Η σελίδα του «Reichenau Primer», όπου αναφέρεται ο Πάνγκουρ Μπαν

Dewey Readmore Books: Ο μικρόκοσμος μιας επαρχιακής βιβλιοθήκης

Το πρωί της 18ης Ιανουαρίου του 1988, μια έκπληξη περίμενε τη Vicky Myron, βιβλιοθηκάριο στη Δημόσια Βιβλιοθήκη του Σπένσερ στην Αϊόβα: στη θυρίδα επιστροφής βιβλίων ένα μικροσκοπικό πορτοκαλί γατάκι, που προφανώς είχε αφεθεί εκεί κατά τη διάρκεια της νύχτας, κλαψούριζε τώρα, μισοπαγωμένο, τρομαγμένο και πεινασμένο.

Οι υπάλληλοι της βιβλιοθήκης το φρόντισαν, το θεράπευσαν από τα κρυοπαγήματα, και το ονόμασαν Dewey Readmore Books — όπου το «Ντιούι» ήταν φόρος τιμής στον Melvil Dewey, ο οποίος είχε επινοήσει το δεκαδικό σύστημα ταξινόμησης βιβλιοθηκών, ενώ το υπόλοιπο όνομα, «Readmore Books», μόνο βιβλιοθηκάριοι θα μπορούσαν να το σκεφτούν! Ο Ντιούι απέκτησε δική του θέση στα ράφια της βιβλιοθήκης, θετούς γονείς, και ένα σωρό φίλους ανάμεσα στους θαμώνες της βιβλιοθήκης.

Σύντομα απέδειξε ότι δεν ήταν συνηθισμένο γατί. Εξωστρεφής και φιλικός, καλωσόριζε τους επισκέπτες, πόζαρε πρόθυμα για φωτογραφίες και ανέπτυξε ξεχωριστές ικανότητες στις δημόσιες σχέσεις. Έγινε ο πρεσβευτής της βιβλιοθήκης, η μασκότ της, και η πιο δημοφιλής ατραξιόν της. Με την πάροδο του χρόνου, η φήμη του εξαπλώθηκε από τα τοπικά πρωτοσέλιδα στα εθνικά μέσα ενημέρωσης και, τελικά, σε όλο τον κόσμο.

Έγινε ο πρεσβευτής της βιβλιοθήκης, η μασκότ της, και η πιο δημοφιλής ατραξιόν της

Το ξεχωριστό αυτό πλάσμα, που όταν βρέθηκε ήταν μερικών εβδομάδων, πέθανε πλήρες ημερών (κοντά στα ενενήντα, σε ανθρώπινη ηλικία) το 2006, με ευθανασία, καθώς είχε διαγνωστεί με όγκο στο στομάχι. Μέχρι τότε, ο Ντιούι είχε εμφανιστεί σε ντοκιμαντέρ και είχε εμπνεύσει μια σειρά παιδικών βιβλίων με σημαντικότερη τη βιογραφία του, που συνέγραψε η ίδια η Βίκι Μάιρον υπό τον τίτλο Dewey: The Small-Town Library Cat Who Touched the World («Ντιούι: ο γάτος της βιβλιοθήκης μιας μικρής πόλης ο οποίος άγγιξε τον κόσμο»).

Άγαλμα του Ντιούι στη Βιβλιοθήκη του Σπένσερ

…και η τέταρτη ιστορία, στα καθ’ ημάς

Δεν μπορούσα να κλείσω αυτή την αναφορά χωρίς να αναζητήσω μια αντίστοιχη εγχώρια παρουσία — δεν ξέρω αν υπάρχουν πολλές, εγώ πάντως ανακάλυψα τη Θέμιδα, που ζει μόνιμα στη βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Την ιστορία της, που την αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο αλλά διά… πληκτρολογίου της διευθύντριας της βιβλιοθήκης κας Βασιλικής Στρακαντούνα, τη διάβασα στο γατολογικό-γατοφιλικό σάιτ Tsitsos the Cat, και τη μεταφέρω περιληπτικά εδώ:

Τον Αύγουστο του 2021, μια βιβλιοθηκονόμος εντόπισε ένα παρατημένο μωρό γατάκι στον κήπο του Παλαιού Χημείου, στα Εξάρχεια, όπου στεγάζεται σήμερα η βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής, και ενημέρωσε την προϊσταμένη της. Προσπαθώντας να καλοπιάσει το αρχικά φοβισμένο και απλησίαστο γατί, η κυρία Στρακαντούνα έβαλε να του φτιάξουν αρχικά ένα σπιτάκι στον κήπο, και το βάφτισε —πώς αλλιώς;— Θέμιδα. Το επισκεπτόταν πολλές φορές τη μέρα και του άφηνε φαγητό σε απόσταση ασφαλείας. Το φθινόπωρο, όταν άρχισαν οι βροχές, η γατούλα παγιδεύτηκε σκαρφαλωμένη σε ένα δέντρο, ωστόσο η κυρία Βασιλική μαζί με τον φύλακα του κτιρίου κατάφεραν να την κατεβάσουν και να τη μεταφέρουν στο εσωτερικό του κτιρίου. Από εκεί και πέρα τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Σιγά-σιγά, η Θέμιδα εξοικειώθηκε με το περιβάλλον και με τους ανθρώπους, με το προσωπικό της βιβλιοθήκης και αργότερα με τους φοιτητές. Στειρώθηκε, απέκτησε εσωτερικό κατάλυμα, διατηρώντας και τα… θερινά της ανάκτορα, και έγινε η αγαπημένη συντροφιά των φοιτητών και των άλλων θαμώνων της βιβλιοθήκης (παρότι κοντά στο «αγαπημένη» προτιμά να υπάρχει και το «μακριά»), αλλά και viral διασημότητα των κοινωνικών δικτύων, η οποία, προς μεγάλη τιμή της, χρησιμοποιεί τη δημοφιλία της για ζωοφιλικές δράσεις.

Σιγά-σιγά, η Θέμιδα εξοικειώθηκε με το περιβάλλον και με τους ανθρώπους, με το προσωπικό της βιβλιοθήκης και αργότερα με τους φοιτητές.

Η Θέμιδα, όπως και ο Ντιούι, κάνει όλα τα στερεότυπα πράγματα που περιμένει κανείς από μια γάτα βιβλιοθήκης, αλλά και κάτι περισσότερο, και πιο πολύτιμο: υπενθυμίζει στους ανθρώπους ότι οι βιβλιοθήκες, εκτός από χώροι γνώσης και αναγνωστικής απόλαυσης, μπορούν να γίνουν και χώροι φιλικών ανταλλαγών, τρυφερότητας και χαράς.

Η Θέμις επί τω έργω

* * *

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗΝ Ψ

Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ομαδική αναλύτρια Σουζάνα Παπαφάγου κάθε εβδομάδα μιλά στο Ημερολόγιο για έναν φόβο μας, ένα πρόβλημα, κάτι που μας τρώει και μας ταλαιπωρεί — και πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Σήμερα: το παιδί που κάποτε φοβήθηκε να κλάψει.

Ιούνιος: Μήνας Ψυχικής Υγείας των Ανδρών – Η Σιωπηλή Μάχη τού Α.

Ο Α. είναι 32 ετών. Ένας άντρας που —στα χαρτιά— έχει κατακτήσει όσα πολλοί ονειρεύονται: μια σταθερή δουλειά με κύρος, μια σχέση που φαίνεται ισορροπημένη, κοινωνικές συναναστροφές, αναγνώριση. Στην πραγματικότητα, όμως, εδώ και καιρό βυθίζεται, χωρίς φωνή, χωρίς σωσίβιο, μόνο με το βάρος ενός προσωπείου που του φόρεσαν από παιδί: το προσωπείο του «πραγματικού άντρα».

«Μην κλαις». «Κάνε τον άντρα». «Μάθε να αντέχεις μόνος σου». Αυτές οι φράσεις χαράχτηκαν βαθιά μέσα του, σαν εντολές επιβίωσης. Οι Συμπληγάδες της ανδρικής ταυτότητας —δύο βράχοι φτιαγμένοι από κοινωνικά στερεότυπα και πατρικές προσδοκίες— θρυμμάτιζαν για χρόνια τα συναισθήματά του. Δεν του έμαθαν πώς να εκφράζει φόβο, θλίψη, αμφιβολία. Του έμαθαν μόνο να αντέχει.

Και άντεξε. Μέχρι που λύγισε σιωπηλά: μίλησε για εκείνον το σώμα του που δεν μπορούσε να μετακινηθεί κυριολεκτικά.

Ο Ιούνιος, ως μήνας αφιερωμένος στην ψυχική υγεία των αντρών, δεν αφορά απλώς την ευαισθητοποίηση. Είναι μια αφορμή ώστε να ειπωθούν όσα δεν λέγονται. Στους Α. αυτής της κοινωνίας. Στους άντρες που παλεύουν μόνοι, ντροπιασμένοι για την ίδια τους την ευαλωτότητα. Που νιώθουν ότι το να ζητήσουν βοήθεια είναι προδοσία της ταυτότητάς τους. Γιατί δεν είναι.

Ο Α., έπειτα από μια μακρά σιωπή, μίλησε. Σ’ έναν φίλο, σ’ έναν επαγγελματία. Άρχισε να ξεμαθαίνει όσα τού φόρτωσαν. Κατάλαβε πως δεν χρειάζεται να επιπλέει μόνος. Πως το να αναγνωρίζεις την ψυχική σου φθορά είναι όχι μόνο φυσιολογικό αλλά και γενναίο. Η θεραπεία δεν τον έκανε λιγότερο άντρα — τον έκανε πιο ελεύθερο, πιο αληθινό.

Αυτόν τον Ιούνιο, ας μιλήσουμε ανοιχτά. Ας αποδομήσουμε τα παλιά πρότυπα που μας καθηλώνουν. Ας πούμε στους άντρες πως μπορούν να φοβούνται, να πονάνε, να ζητούν, να μοιράζονται. Γιατί πίσω από κάθε άντρα που στέκεται αγέρωχος, ίσως κρύβεται ένα παιδί που κάποτε φοβήθηκε να κλάψει.

ΣΥΜΒΟΛΗ ΙΑΤΡΟΥ

Ο Στέλιος Ιατρού, ιστορικός από τη Θεσσαλονίκη, γράφει στο Ημερολόγιο για να βρίσκει αφορμές να χρονοτριβεί και ν’ αναβάλλει την παράδοση των εργασιών του. Σήμερα: η κρεμλινική παράνοια σε αυτοπαρεμποδιστικό overdrive.

Ένας ιστός από παράνοια

Στα διδάγματα του Ψυχρού Πολέμου ανήκει πως στο οικοσύστημα του Κρεμλίνου διαχέεται με κάθε αθώα και ένοχη αφορμή η παράνοια για ό,τι μπορεί να κινείται στις σκιές ή και απολύτως φανερά στο φως της μέρας — ιδιαίτερα στο φως της μέρας, γιατί τι άλλο είναι το φως της μέρας παρά μια σκοτεινή συνωμοσία εκθαμβωτικής συγκάλυψης ενός μεγάλου μυστικού;

Πρόκειται για την παθολογική λατρεία που έχει η ρωσική κακιστοκρατία, είτε ήταν τσαρική, είτε σταλινική, είτε πουτινική, για τη διατήρηση ενός γραφειοκρατικού ελέγχου πάνω στην πραγματικότητα.

Κι ενώ μπορείς να βγάλεις τον άνθρωπο από τη Σοβιετία, είναι μια εντελώς άλλη πρόκληση να βγάλεις τη Σοβιετία από τον άνθρωπο. Το Κίεβο το γνωρίζει αυτό, και στον ασύμμετρο πόλεμο που οι δικές του δυνατότητες σχετικά χαμηλού κόστους τού επιβάλλουν να διεξαγάγει προκειμένου να επιφέρει βλάβες υψηλού κόστους στο εισβολέα και κατακτητή φαίνεται πως κατά σύστημα εργαλειοποιεί τον μεγαλύτερο εχθρό του πόθου για έλεγχο: την αβεβαιότητα που τροφοδοτεί την παρανοϊκή καχυποψία.

Ελάχιστος ήταν ο χρόνος που μεσολάβησε από την ολοκλήρωση της ειδικής επιχείρησης «Ιστός της Αράχνης» [Операція «Павутина»] της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ουκρανίας [СБУ, Служба безпеки України] την περασμένη Κυριακή 1η Ιουνίου, και ήσαν οι ίδιες οι ουκρανικές υπηρεσίες εκείνες που διοχέτευσαν στη δημοσιότητα έναν όχι ασήμαντο όγκο πληροφορίας για το χρονικό, τον σχεδιασμό, τους πόρους, τις τακτικές, και την εκτέλεση της επιχείρησης, όχι μονάχα για να προλάβουν ένα ρωσικό αντι-αφήγημα που θα επιχειρούσε με πλάνες να πείσει πως ουδέποτε συνέβη κάτι τέτοιο ή απωθήθηκε εγκαίρως και δεν απέδωσε τίποτα.

Αλλά για να εργαλειοποιήσουν την αβεβαιότητα, την υποψία, και την παράνοια.

Ειδικά η διάσταση της επιχείρησης που αφορούσε τη λαθραία εισαγωγή των drones βαθιά μέσα στη ρωσική επικράτεια, εγκιβωτισμένων σε κατασκευές εντός containers, η μεταφορά τους με νταλίκες που οι Ρώσοι οδηγοί τους αγνοούσαν το περιεχόμενό τους, και η απογείωσή τους μέσα από τα containers, συνιστά ένα παράδειγμα εργαλειοποίησης της αβεβαιότητας για να τριγκάρει την παράνοια του κρεμλινικού οικοσυστήματος, ιδιαίτερα της FSB, που είναι και η μήτρα της ηγετικής πυραμίδας μέσα στο οικοσύστημα.

Διότι τους πολέμους τούς κερδίζει η επιμελητεία. Εννοώ πως, στο εξής, κάθε φορτηγό και νταλίκα που θα βρεθεί να κινείται στο εκτενές οδικό δίκτυο της αχανούς Ρωσικής Ομοσπονδίας οι ρωσικές υπηρεσίες θα το υποψιάζονται ως δυνάμει όχημα μεταφοράς ασύμμετρης απειλής κατά της ρωσικής ασφάλειας, πυροδοτώντας την παράνοια με καύσιμο την αβεβαιότητα.

Οι ρωσικές υπηρεσίες, που δεν είναι και το πιο ευέλικτο αιλουροειδές, θα κληθούν να αφιερώσουν χρόνο, πόρους, και προσωπικό στο νέο καθήκον ενός πιο διεξοδικού ελέγχου και παρακολούθησης των οχημάτων που κινούνται στο οδικό δίκτυο μεταφορών και συγκοινωνιών μήκους πολλών δεκάδων χιλιάδων χιλιομέτρων κατά μήκος της χώρας.

Επειδή κάτι τέτοιο για το πρώτο χρονικό διάστημα θα επιδιωχθεί όσο πιο ενδελεχώς τα γραφειοκρατικά υπηρεσιακά ήθη επιβάλλουν κατά την πάγια ρωσική παράδοση που εξαντλείται στις διαδικασίες νομίζοντας πως εξαντλεί τα περιθώρια ελέγχου της πραγματικότητας, θα προκύψουν διαταραχές, καθυστερήσεις, και ουρές στη στρατιωτική αλλά και τη μη στρατιωτική κίνηση πόρων και προσώπων πάνω στο ίδιο οδικό δίκτυο. Ιδιαίτερα θα ταλαιπωρηθούν τα ιδιωτικής χρήσης οχήματα και οι ιδιωτικές μεταφορικές, που διακινούν κάτι παραπάνω από τα δύο τρίτα του εμπορίου στη Ρωσία, περίπου το 70%.

Ο ήδη πολύ υψηλός πληθωρισμός στα αγαθά και οι ποικίλες δυσλειτουργίες στην παροχή υπηρεσιών από τη μετατροπή της ρωσικής οικονομίας σε οικονομία πολέμου δεν θα βοηθηθούν από τέτοιες αναστατώσεις στη χρήση και τη λειτουργία των όχι και άριστων υποδομών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, σε μια εποχή που ένα μεγάλο τμήμα της ρωσικής υπαίθρου έχει αρχίσει να ξεπαγώνει, και με το λιώσιμο του παγωμένου εδάφους [permafrost] ένα κομμάτι του οδικού δικτύου θα βγει και φέτος, όπως κάθε χρόνο, εκτός χρήσης, όταν μετατραπεί σε λασπότοπο χαμηλής αξιοπιστίας για τις μεταφορές. Προσθέστε εδώ και τα bottlenecks από τους υπηρεσιακούς ελέγχους, και το σκηνικό γίνεται ακόμα πιο ευφρόσυνο.

Εκτός, βέβαια, και αν η ρωσική μηχανή αρχίσει να λειτουργεί με γερμανική αποδοτικότητα, έπειτα από αυτόν τον δημόσιο εξευτελισμό που υπέστη, ο οποίος θα κινητοποιήσει τα τυπικά αντανακλαστικά φαγωμάρας, blame game, και υπηρεσιακών εκκαθαρίσεων μέσα στο πλέγμα των ανταγωνιστικών πυραμίδων ισχύος που συνθέτουν το ρωσικό οικοσύστημα εξουσίας. Θυμηθείτε, λογουχάρη, την υπόθεση του Κινήματος Πριγκόζιν/Βάγκνερ: πόσο άραγε βελτιώθηκε έκτοτε η κουλτούρα ανταπόκρισης του συστήματος;

Στις αίθουσες των κολεγίων πολέμου που θα διδάσκεται η ουκρανική επιχείρηση θα αφιερώνονται ειδικές διαλέξεις για το πώς η επιχείρηση δεν εξαντλήθηκε στο εντυπωσιακό στρατιωτικό σκέλος της με ασύμμετρα μέσα εξουδετέρωσης του ενός τρίτου της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας, με έμφαση στα στρατηγικά βομβαρδιστικά και στα αεροσκάφη έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου, των οποίων η αναπλήρωση είναι αμφίβολη, αλλά στο ότι εγγενές τμήμα της επιχείρησης υπήρξε η δημοσιοποίηση όσων λεπτομερειών θα επέτρεπαν την εργαλειοποίηση της αβεβαιότητας ως μοχλού που θα στείλει την κρεμλινική παράνοια σε αυτοπαρεμποδιστικό overdrive.

Παράλληλα, όμως, το μάθημα από την ασύμμετρη ουκρανική επιχείρηση που έπληξε στόχους έως και πέντε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την ουκρανορωσική μεθόριο οφείλει να το λάβει κάθε χώρα που οι νευραλγικές τοποθεσίες της βρίσκονται πολύ πλησιέστερα στο χέρι του εχθρού από ό,τι βρέθηκαν οι τέσσερις ρωσικές βάσεις από το Κίεβο. Τίποτα και πουθενά δεν είναι ασφαλές και άπληκτο, όπως θα έλεγαν οι Βυζαντινοί, εφόσον το έχει εντοπίσει μια εχθρική βούληση.

* * *

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Jonty Howley, «Τα μεγάλα αγόρια κλαίνε» (μετάφραση Αργυρώ Πιπίνη, 21,6 x 28 εκατ., 48 σελίδες, Εκδόσεις Μάρτης).

Ο Μάρτης είναι το αγαπημένο μας εκδοτικό αποκλειστικά παιδικών βιβλίων, και ενθουσιαζόμαστε πάντα όταν διαβάζουμε τις νέες του προτάσεις. Μας πιάνει κάτι. Είναι όλοι τους τίτλοι διαλεγμένοι με μεγάλη προσοχή —αυτό το ξέρουμε, αλλά φαίνεται κιόλας—, και φτιαγμένοι με ευλάβεια — κι αυτό φαίνεται, κάνει μπαμ. Χαίρεσαι να τα κρατάς στα χέρια σου αυτά τα βιβλία και να τα χαζεύεις. Και μάλιστα οι εκδόσεις του Μάρτη ξεχωρίζουν μέσα σε έναν ΠΟΛΥ μεγάλο αριθμό παιδικών βιβλίων ΥΨΗΛΩΝ προδιαγραφών: έχουμε κάπου είκοσι εκδοτικά που κάνουν εκπληκτική δουλειά, με ελληνικές και μεταφρασμένες δουλειές, εφάμιλλη των καλύτερων παγκοσμίως. Κι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, όπως αντιλαμβάνεται κανείς. Όπως δεν είναι εύκολο και να διαλέγεις ανάμεσα σε τόσο πολλά πολύ καλά βιβλία — γιατί θες να τα πάρεις όλα για το παιδί σου ή για το ανίψι σου ή για το εγγόνι σου. (Αν και επίσης πουλάνε πολύ και πολλά πραγματικά πολύ κακά, τρομερά προχειροφτιαγμένα βιβλία… αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση).

Στο προκείμενο, και πίσω στον Μάρτη. Αυτό το βιβλίο λοιπόν, με τον εύγλωττο τίτλο «Τα μεγάλα αγόρια κλαίνε» —συμπτωματικά, ταιριάζει πολύ με το σημερινό κείμενο της ψυχολόγου μας, της Σουζάνας—, είναι πανέξυπνο, άψογα «σκηνοθετημένο και ερμηνευμένο» (μας θυμίζει πολύ θεατρικό, ή ταινία κινουμένων σχεδίων), με άρτια σκηνικά-κοστούμια, και με ένα φινάλε που —εννοείται— θα σας κάνει να δακρύσετε. Και είναι «διδακτικό» με μια πολύ γλυκιά, πολύ απέξω-απέξω έννοια. Λέει αυτά που θέλει να πει απλώς δείχνοντάς μας κομμάτια, σκηνές, της ζωής. Και, ναι, αγαπάμε τα παιδικά βιβλία που αψηφούν τα καλά εδραιωμένα στερεότυπα για τα φύλα, όπως το κάνει τούτο εδώ. Να το δείτε στο βιβλιοπωλείο, ειδικά αν έχετε αγοράκι.

  • Νά και το οπισθόφυλλο:

Είναι η πρώτη μέρα του Λίβαϊ στο καινούριο του σχολείο και είναι τρομαγμένος. Ο μπαμπάς του δεν ξέρει τι να κάνει, οπότε λέει στον Λίβαϊ: «Τα μεγάλα αγόρια δεν κλαίνε». Αλλά τα μεγάλα αγόρια έξω, στον κόσμο, του λένε κάτι διαφορετικό… Ελάτε, παρέα με τον Λίβαϊ, να μάθουμε ―με παραδείγματα― πως δεν πειράζει να κλαίμε. Δεν είναι κακό να κλαις, όσο μεγάλος κι αν είσαι.

  • Δείτε και μια λεπτομέρεια από την εικονογράφηση:
  • Και ένα μικρό βιογραφικό του Τζόντι:

Ο Jonty Howley είναι Βρετανός συγγραφέας και εικονογράφος. Σπούδασε Καλές Τέχνες στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου κι από τότε δουλεύει ως σχεδιαστής και εικονογράφος. Από μικρή ηλικία λάτρευε να ζωγραφίζει, και λίγα πράγματα τον συναρπάζουν περισσότερο από τα όμορφα βιβλία και τους κόσμους που μπορείς να ανακαλύψεις σ’ αυτά. «Τα μεγάλα αγόρια κλαίνε» είναι το πρώτο του βιβλίο.

Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.