Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
16°
Η γιγάντια τοιχογραφία του Γιάννη Βαλυράκη στην Πάτρα
Ο Γιάννης Βαλυράκης μιλάει στην Athens Voice για την τοιχογραφία με τίτλο «Alice, justice is not blind» που έφτιαξε σε τοίχο πολυκατοικίας στην Πάτρα.
Συνάντησα τον Γιάννη Βαλυράκη στην αναγεννημένη και γεμάτη φιλότεχνους και διψασμένους επισκέπτες Art Athina, όπου είναι τακτικός συμμετέχων. Φέτος παρουσίασε το έργο «Forever waiting». Ο εξαιρετικά ταλαντούχος Βαλυράκης βουτά πινέλα στο χρώμα και το πείραμα. Αναγνωρίσιμη η τεχνική του και πολύ προσωπική, χωρίς όμως να παύει να γλιστράει με επιδεξιότητα σε νέους ατραπούς, αποχρώσεις και μεθόδους. Είχαμε μιλήσει με αφορμή την επίσκεψή μου στην Πάτρα, εκεί όπου τον περασμένο Μάιο είχε δημιουργήσει στο πλαίσιο του Artwalk Festival, ένα τεράστιο mural στον τοίχο μιας πολυκατοικίας της οδού Μεσολογγίου 107. «Χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρος για τις ακριβείς διαστάσεις του κτιρίου, θα έλεγα πως μετρά στο ύψος του 23-25μ. και 12-13μ σε πλάτος».
Το έργο με τίτλο «Alice, justice is not blind» απεικονίζει ένα κορίτσι, μια κοπέλα με την πλάτη στο κοινό, με τις πορφυρές κοτσίδες και το πορτοκαλί background να φλέγονται από τον ήλιο που την χτυπά μέχρι τη δύση, το οποίο «μέχρι στιγμής είναι το μεγαλύτερο που έχω κάνει σε εξωτερικό χώρο και ευχαριστήθηκα φοβερά τη διαδικασία», όπως μου είχε πει.
Πώς διαχειρίστηκες αναλογίες, σκιές, χρώματα σε τόση μεγάλη κλίμακα;
Η προσέγγιση ήταν ακριβώς η ίδια που ακολουθώ όταν δουλεύω και στο εργαστήριό μου, με τη διαφορά πως ήταν η πρώτη φορά που χειριζόμουν ανυψωτικό μηχάνημα. Ξεκίνησα όπως πάντα, με προσχέδια μικρής κλίμακας, δοκίμασα την παλέτα και την «κίνηση» του έργου και στη συνέχεια προχώρησα σε μεγαλύτερης κλίμακας προσχέδια, μέχρι να έχω μια καλύτερη εικόνα ώστε να αρχίσω να δουλεύω πάνω στην τελική επιφάνεια. Για το συγκεκριμένο έργο, δούλεψα πολύ με βάση το περίγραμμα της όψης του κτηρίου, ώστε να μεγιστοποιήσω την κλίμακα πάνω στα όρια του». Με την ομάδα του Artwalk, ξεκίνησαν να βγάζουν το τελικό προσχέδιο πάνω στον τοίχο, ενώ παράλληλα δεχόταν και μαθήματα χειρισμού του ανυψωτικού.
Αν και ακολούθησα την ίδια διαδικασία όπως και στο εργαστήριο μου, η κλίμακα και το μέγεθος έκανε σίγουρα πιο αργές τις κινήσεις μου και την λήψη αποφάσεων σχετικά με το πού θα έπρεπε να κάνω την επόμενη πινελιά, πώς θα έπρεπε να κινηθώ. Δεν ήθελα να δουλέψω με spray, οπότε έφτιαξα τις δικές μου παλέτες. Η επιλογή των χρωμάτων είναι μια εσωτερική διαδικασία, γίνεται σταδιακά. Παίζει ρόλο η αίσθηση που μου δίνει το έργο, η μουσική που ακούω όσο το δουλεύω, πώς με κάνει να νιώθω, η ένταση ή ηρεμία της στιγμής. Μπορεί στην αρχή να έχω μια συγκεκριμένη ιδέα για το πώς θα βγουν τα χρώματα, και στην πορεία να αλλάξει κάτι μέσα μου και να λειτουργήσει ο αυθορμητισμός της δεδομένης στιγμής. Η κλίμακα και η κάλυψη ήταν για μένα η μεγαλύτερη δυσκολία, η μεγαλύτερη πρόκληση, παρόλα αυτά, στο τέλος μου άφησε μια όμορφη και πολύ δυνατή ανάμνηση μιας αξέχαστης εμπειρίας.
Μπορούσες να το δεις ολόκληρο όσο το ζωγράφιζες;
Δεν είχα την δυνατότητα να έχω πλήρη εικόνα του έργου, λόγω της κλίμακας. Έκανα κάποιες συστηματικές στάσεις πάνω στο ανυψωτικό ή σε μια διπλανή ταράτσα για σημειώσεις, μελέτη και παρατήρηση. Μόνο έτσι είχα τη δυνατότητα να έχω μια πιο ολοκληρωμένη άποψη του έργου από απόσταση. Χρησιμοποιούσα πινέλα με προεκτάσεις ως και 6μ για να έχω εύρος κίνησης και ελευθερία πάνω στο έργο.
Πώς προέκυψε; Γιατί στην Πάτρα;
Το έργο δημιουργήθηκε μετά από πρόσκληση που δέχτηκα στα πλαίσια του Φεστιβάλ Ανοιχτής Τοιχογραφίας Artwalk, που γίνεται κάθε χρόνο στην Πάτρα. Ήταν μεγάλη μου χαρά να συμμετέχω μαζί με μεγάλους ξένους και Έλληνες εικαστικούς, στην πόλη που σπούδασα και έζησα τα πιο έντονα και ζωηρά χρόνια μου.
Πώς είδες την πόλη στην επίσκεψή σου;
Ήταν για μένα πολύ συναισθηματικό το όλο εγχείρημα. Είχα την ευκαιρία να δω την Πάτρα, χρόνια μετά, με μια νοσταλγία, σίγουρα διαφορετική και φυσικά πολύ πιο χρωματιστή εξαιτίας της ενέργειας που προσδίδει το Artwalk στην πόλη. Περπάτησα πολύ και να εξερεύνησα τις αγαπημένες μου γειτονιές, βρήκα ακόμη και κάποια παλιά μου στέκια ανοιχτά. Ήταν πολύ όμορφο να ζωγραφίζω εκεί και να νιώθω την οικειότητα μιας πόλης αγαπημένης.
Πώς επέλεξες το θέμα;
Η έμπνευση δεν έρχεται από κάτι σπουδαίο, αλλά από καθημερινές στιγμές. Κάποιες φορές είναι ένα βιβλίο, μια ταινία, οι άνθρωποί μου, κάποιος που παρατηρώ στο δρόμο- αν και τις περισσότερες φορές, βασική μου έμπνευση είναι η μουσική. Γι’ αυτό και συχνά τίτλοι των έργων μου έχουν αναφορές σε κάποιο τραγούδι που μου δημιουργεί την ίδια αίσθηση με το αποτέλεσμα του πίνακα.
Συγκεκριμένα για αυτή τη τοιχογραφία, μάλλον η έμπνευση ξεκινάει από τους αγαπημένους μου ανθρώπους, την παιδική ηλικία, τα παραμύθια και την κόρη μου. Είναι η πλάτη ενός κοριτσιού, που κοιτάζει μπροστά, ή αν δει κανείς το έργο από ψηλά, μπορεί να δει ένα κορίτσι που ατενίζει τη θάλασσα. Δεν έχει πολλή σημασία στο τέλος, είναι μια απόπειρα να αποτυπώσω την αίσθηση του να είσαι παιδί, την παιδικότητα, την αναζήτηση. Τον τρόπο που ένα μικρό κορίτσι προσπαθεί να γίνει ηρωίδα μέσα από το παιχνίδι, αλλά συγχρόνως χρειάζεται την αγκαλιά και την ησυχία μες το χάος, να σταματάει και να περιεργάζεται στην σιωπή.
Όμως, αυτό που θέλω τελικά είναι το έργο να λέει μια ιστορία από μόνο του, όχι τη δική μου ιστορία. Μπορεί να είναι διαφορετική για τον καθένα. Μου αρέσει να αφήνω στον θεατή τον «χώρο» να κάνει τις δικές του ερμηνείες και να συνδέεται ο ίδιος με ένα δικό του αφήγημα παρά να δίνω εγώ οδηγίες για το πώς μπορεί να το αναγνώσει.
Πώς είναι για έναν διακεκριμένο ζωγράφο να δημιουργεί στον δρόμο;
Δεν είμαι graffiti artist, ούτε ασχολούμαι αποκλειστικά με την τοιχογραφία. Παρόλα αυτά είναι ένα μεγάλο κομμάτι της καρδίας μου που ασπάζεται και παρακολουθεί αυτή την καλλιτεχνική σκηνή από πολύ νωρίς, εντός και εκτός Ελλάδας. Με γοητεύει η μεγάλη κλίμακα στα έργα, όπως επίσης με γοήτευε η κουλτούρα της τέχνης του δρόμου από μικρό παιδί, η κουλτούρα του graffiti της δεκαετίας του ’90.Στοιχεία από το graffiti με έχουν επηρεάσει από πολύ νωρίς, έντονα, στην εικαστική μου πορεία, όπως επίσης και το «μνημειώδες στοιχείο», τα γιγάντια διαφημιστικά billboard και η κινηματογραφική αφίσα.
Δεν είναι όμως μόνο τέχνη αυτό που ετοίμασες: απαιτεί κόπο σωματικό, συντονισμό με άλλους ανθρώπους. Πώς είναι να μην είσαι μόνος στην τέχνη που έχεις συνηθίσει να είσαι μόνος;
Η εκτέλεση ενός τέτοιου έργου σίγουρα είναι απαιτητική σε πολλά επίπεδα, κυρίως σωματικά. Καθώς απαιτείται μια συνεχόμενη ροή εργασίας, αφενός για να μην χάσω τον αυθορμητισμό μου και αφετέρου διότι κάθε μέρα «τρέχει» μια ολόκληρη παραγωγή από πίσω με βοηθούς, συντονιστές, ανυψωτικά μηχανήματα, κλείσιμο δρόμων κλπ. Φυσικά, δεν υπήρχε και η ίδια χρονική άνεση που έχω στο εργαστήριο μου - και χρειαζόταν επίσης και μια συνεργασία με την ομάδα του Artwalk, δεν λειτουργούσα ατομικά. Το πρόγραμμα ήταν συνεχόμενο από τις 6.30 το πρωί μέχρι τις 21.30, για εννέα συνεχόμενες μέρες.
Είμαι πρωινός τύπος, οπότε τα πρωινά βοηθούσαν την παραγωγική διαδικασία, είμαι σίγουρος όμως πως τα παιδιά της παραγωγής βλαστημούσαν για αυτά τα πρωινά αυτά ξυπνήματα! Κάποιες φορές τα γεύματα τα απολάμβανα πάνω στο ανυψωτικό, έπαιρνα μιαν ανάσα μελετώντας το έργο και βλέποντας τη θάλασσα στον ορίζοντα για να μη χάσω χρόνο.
Η παραγωγή του Artwalk προετοίμασε την επιφάνεια πριν μπω εγώ με τα πινέλα μου, καθώς και «σφράγισε» το έργο μετά την ολοκλήρωση του, χρησιμοποιώντας εξειδικευμένα υλικά για την προστασία του- μιας και ο ήλιος το «βάφει» πολλές ώρες.
Πώς σου φάνηκε η εμπειρία;
Το mural της Πάτρας ήταν μια συγκινητική και συναισθηματική εμπειρία, για τους δικούς μου προσωπικούς λόγους. Την απόλαυσα πολύ. Καταλαβαίνω ότι ο δρόμος πλέον, στην εποχή μας, αποτελεί ξεκάθαρα και μια πλατφόρμα εικαστικής έκφρασης, παρέμβασης και τοποθέτησης. Θαυμάζω τις δουλειές εικαστικών που έχουν κάνει τοιχογραφίες στο Artwalk, όπως ο Αυστραλός Emmanuel Jarus και ο Βρετανός D*face. Ίσως ένα από τα πιο όμορφα κομμάτια της εμπειρίας, ήταν τα σχόλια και τα μηνύματα φίλων εικαστικών και τοιχογράφων, που διάβαζα πάνω στο ανυψωτικό την ώρα της διαδικασίας- δημιουργίας. Με εμψύχωναν και με γέμιζαν χαρά. Αν και η ώρα της εκτέλεσης ήταν αρκετά επίπονη σωματικά και συναισθηματικά, η εμπειρία αυτή τη στιγμή που την ανακαλώ, μου φαίνεται μαγική.
Τι ετοιμάζεις;
Έχω ξεκινήσει και δουλεύω ένα νέο κορμό δουλειάς, που μόλις νιώσω πως ολοκληρώνεται θα παρουσιαστεί κάποια στιγμή και στο κοινό. Αυτή την περίοδο, όπως και μετά από κάθε καλοκαίρι, μελετάω μια σειρά σχεδίων που την ονομάζω Faces of Summer, ενώ είναι στα σκαριά μια έκδοση με όλα τα έργα από περασμένα καλοκαίρια στη θάλασσα.
Περισσότερα για τον Γιάννη Βαλυράκη στο προωπικό του Instagram @john_valyrakis
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της