Πολεις

Night Fever. Βόλτα στα ωραιότερα κλαμπ του κόσμου

Σχεδιάζοντας την club αισθητική από τα 60s μέχρι σήμερα

Γιάννης Νένες
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπήρξε μία εποχή που τα κλαμπ δεν είναι ήταν αυτό που είναι σήμερα. Ήταν ναοί που, για τον καθένα, ανάλογα με τη μουσική που άκουγε και τη μόδα που ακολουθούσε, ήταν αφιερωμένοι σε άλλους θεούς. Χώροι έξαρσης και ηδονής, φαντασμαγορίας και γκροτέσκου, εκστατικών μουσικών και ονείρου. Είτε επρόκειτο για πολύχρωμες πίστες για Λατίνους καμάκια στο Μπρονξ α λα Πυρετός το Σαββατόβραδο, είτε μητροπολιτικά venues με διακόσμηση από τον Keith Haring ή με πισίνες σχεδιασμένες από τον Philippe Starck, βιομηχανικοί ακατέργαστοι χώροι, κλαμπ που τα έτρεχαν άνθρωποι με ανεξάντλητες ιδέες: από το dress code μέχρι τα αφιερώματα κάθε διαφορετικής νύχτας, μέχρι τις προσκλήσεις που έστελναν, μεταλλικές πλάκες, φάκες ποντικιών με ένα κομμάτι τυρί, μπουκάλια με σαντιγύ, οτιδήποτε. Κάποτε υπήρξε και εποχή που πέθαινες να είσαι στη λίστα των καλεσμένων, στην είσοδο, ή έστω να σταθείς ξεροσταλιάζοντας στις ουρές για να μπεις μέσα.

Πέρα από τις γραφικότητες όμως, τα nightclubs (αν και ξεκίνησαν από τα 50s), από την πρώτη τους εμφάνιση σαν χώροι μουσικής και pop κουλτούρας (στη δεκαετία του ’60) μέχρι σήμερα, υπήρξαν χώροι πειραματισμού, πρότασης νέων ιδεών στο design και στη μόδα, ναοί μουσικών ρευμάτων, εναλλακτικών lifestyle, σημεία συνάντησης καλλιτεχνών, νέων και πλασμάτων της νύχτας. Έκρυβαν πάντα μία γοητεία που είχε να κάνει τόσο με την κουλτούρα τους όσο και με τον χώρο τον ίδιο: τη διακόσμηση, τα φώτα, τα εφέ, όλα όσα έδιναν τη μαγεία και ανέβαζαν τον Πυρετό της Νύχτας.

Discotheque Flash Back, Borgo San Dalmazzo, εποχή 1972. Interior Design: Studio65. © Paolo Mussat Sartor

«Night Fever» στο δυτικό κόσμο

Η έκθεση που γίνεται από τις 17 Μαρτίου 2018 στο γνωστό, φουτουριστικό μουσείο Vitra στο γερμανικό τμήμα της Βασιλείας, είναι αφιερωμένη στις «ντισκοτέκ» όπως ονομάζονταν στα 70s, για να επανέλθει η παλαιότερη ονομασία τους «κλαμπ» στη δεκαετία του ’80.

Η διαμόρφωση του χώρου ήταν πάντα αυτό που σηματοδοτούσε το στιλ του κάθε κλαμπ. Το Electric Circus της περιόδου 1967 στη Νέα Υόρκη ήταν σχεδιασμένο για την εναλλακτική κουλτούρα της πόλης από τον αρχιτέκτονα Charles Forberg ενώ οι διάσημοι γραφίστες Chermayeff & Geismar σχεδίασαν το λογότυπο και τη γραμματοσειρά με τα «κουνημένα» γράμματα.



Η πολυσήμαντη διαμόρφωση του χώρου επηρέασε πολλά κλαμπς της Ευρώπης που ήθελαν να φέρουν τον νεοϋορκέζικο αέρα στην πόλη τους, όπως το Space Electronic που άνοιξε το 1969 στη Φλωρεντία. Το κλαμπ, σχεδιασμένο από την αρχιτεκτονική ομάδα Gruppo 9999, ήταν ένας από τους χώρους που αντιπροσώπευαν το νέο ριζοσπαστικό κίνημα στο ιταλικό design. Παρόμοιο ήταν και το Piper που άνοιξε το 1966 στο Τορίνο (Piper υπήρχε και στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του ’70, στο τέρμα της οδού Μιχαλακοπούλου – αργότερα άνοιξε εκεί η ντισκοτέκ Retro…). To κλαμπ στο Τορίνο είχε σχεδιαστεί από τους Giorgio Ceretti, Pietro Derossi και Riccardo Rosso σαν ένας χώρος πολλαπλών λειτουργιών με αρθρωτές κατασκευές στο εσωτερικό του που το έκαναν κατάλληλο για συναυλίες, χάπενινγκς, πειραματικές θεατρικές παραστάσεις και βέβαια χορό. Άλλο ένα ιστορικό κλαμπ ήταν το Bambaissa που άνοιξε το 1969 στην παραλία του Forte dei Marmi στην ιταλική Τοσκάνη, σχεδιασμένο από την ομάδα αρχιτεκτόνων Gruppo UFO. Η διάρκειά του ήταν μόλις τρία χρόνια αλλά συζητήθηκε πολύ για την πλήρη αλλαγή του σχεδιασμού του που έκανε κάθε καλοκαίρι.

Despacio Sound System, New Century Hall, Manchester International Festival, July 2013. © Rod Lewis

Η έκρηξη της ντίσκο στη δεκαετία του 1970, έδωσε στα κλαμπ μία άλλη διάσταση. Ο χορός απέκτησε το δικό του σύμπαν και έγινε τρόπος έκφρασης, φλερτ και κόντρας. Οι πίστες έγιναν κάτι σαν θεατρικές σκηνές όπου ο καθένας ζούσε το ρόλο της ζωής του, ένοιωθε μέλος της ομάδας και ίσως πέντε πόντους ψηλότερος επειδή χόρευε και οι αγκώνες του άγγιζαν σχεδιαστές μόδας. Όσο για την ίδια τη μόδα, απογειώθηκε σε ένα γκλαμ σύννεφο γκλίτερ και σκόνης – με όλες τις ερμηνείες που μπορεί να πάρει αυτό. Ο Ian Schrager και ο Steve Rubell άνοιξαν το 1977 στη Νέα Υόρκη το Studio 54, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Scott Bromley και του διακοσμητή εσωτερικών χώρων Ron Doud. Το κλαμπ έγινε το αγαπημένο των σελέμπριτι και των παπαράτσι, ήταν το απόγειο της δόξας των κλαμπ και παράλληλα η αρχή του τέλους αυτού του μύθου. Το 1979, η ταινία Πυρετός το Σαββατόβραδο επιβεβαίωσε τη συγκινητική ανοησία του θέματος μέχρι την κορυφαία στιγμή του θανάτου της μουσικής αυτής: η Νύχτα Κατεδάφισης της Disco συνέβη κατά την διάρκεια αγώνων μπέιζμπολ στις 12 Ιουλίου του 1979 στο Σικάγο των ΗΠΑ, όπου ανατινάχθηκε μεγάλος αριθμός δίσκων ντίσκο, είδος το οποίο είχε γίνει πλέον σκουπιδότοπος. Βέβαια πίσω από τη «μουσική» αυτή πρόφαση κρύφτηκαν και ομοφοβικά και ρατσιστικά κίνητρα. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια και να αλλάξει ο αιώνας για να αποκτήσει η ντίσκο και πάλι τη χαμένη της αίγλη, να ξαναμπεί στα κλαμπ (εντάξει, ξαναμιξαρισμένη) και να την αποδεχτεί πανηγυρικά και η gay κουλτούρα σαν βάση για τον hi-energy ήχο που επέλεξε για τα δικά της κλαμπ.

Hasse Persson, Calvin Klein Party, 1978 © Hasse Persson
 
Palladium, New York, 1985. Architect: Arata Isozaki, mural by Keith Haring. © Timothy Hursley, Garvey|Simon Gallery New York

Την εποχή που οι σταρ σέρνονταν στους καναπέδες του Studio 54,  στη Νέα Υόρκη άνοιγαν κι άλλα μαγαζιά όπως το Mudd Club (το 1978) και το Area (το 1983) προσφέροντας σε καλλιτέχνες όπως τον Keith Haring και τον Jean-Michel Basquiat «λευκό καμβά» για να συνδυάσουν τη χορευτική κουλτούρα με την τέχνη τους – ζωγράφιζαν τοίχους, σχεδίαζαν flyers και προσκλήσεις, έδιναν το χρώμα και τον τόνο.

Volker Hinz, Grace Jones at „Confinement“ theme, Area, New York, 1984. © Volker Hinz
 
Trojan, Nichola and Leigh Bowery at Taboo, 1985. © Dave Swindells
 
Keith Haring in front of his contribution to Art theme © Volker Hinz

Στην αρχή της δεκαετίας του ’80, στο Λονδίνο νέα κλαμπ έκαναν την εμφάνισή τους – όπως το Blitz και το Taboo και γίνονταν οι ναοί των Νεορομαντικών, της μουσικής και της μόδας τους. Ανάμεσα στους θαμώνες και η πρωτο-πανκ Vivienne Westwood που αγαπούσε τα πάρτι της ομάδας «Kinky Gerlinky» των Michael Gerlinde Costiff όπου συγκεντρώνονταν πλάσματα με υπέροχες ακραίες εμφανίσεις, drag queens, «παγώνια», δανδήδες με παραμάνες, θύματα της μόδας με τρελά μακιγιάζ και γενικά όλα τα παιδιά της νύχτας μ' έναν κρυφό καημό. Παρακλάδι των Kinky Gerlinky δημιουργήθηκε και στην Αθήνα με πάρτι στο ιστορικό Εργοστάσιο της λεωφόρου Βουλιαγμένης και στο παλιό Άλσος του Πεδίου του Άρεως, την ίδια εποχή που έδιναν τον τόνο στην αθηναϊκή νύχτα και το Jungle Club του Χρήστου Καλοπήτα, οι Magna και λίγο αργότερα οι Sunrise κ.α.

Ben Kelly: το εσωτερικό του Haçienda, στο Manchester

Το πραγματικά «μεγάλο κλαμπ» όμως ήρθε στο Manchester όταν ο αρχιτέκτονας και σχεδιαστής Ben Kelly δημιούργησε έναν μετα-βιομηχανικό χώρο, τον πρώτο καθεδρικό ναό της rave εποχής (πριν αυτή μετακινηθεί στους αχυρώνες και στις φάρμες), το κλαμπ Haçienda, το 1982. Ήταν το μέρος που γεννήθηκε η acid house για να κατακτήσει την Αγγλία, την Ευρώπη και τον (εχμ) κόσμο όλο. Η house και η techno ήταν οι τελευταίοι θεαματικοί σπασμοί της χορευτικής μουσικής πριν αυτή παραδοθεί στην εσωστρεφή electronica, τα home made bleeps, τους κατατονικούς μίξερς, πριν σμικρυνθεί και μπει σε ακουστικά κινητών τηλεφώνων.

Nightclub Les Bains Douches, Paris, 1990. Interior Design: Philippe Starck. © Foc Kan
Gianni Arnaudo, Aliko chair, designed for Flash Back, Borgo San Dalmazzo, Italy, 1972, Gufram. © Andreas Sütterlin / Courtesy of Gianni Arnaudo

Enter Berlin. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αφού το Τείχος είχε γίνει κομματάκια σουβενίρ, το Βερολίνο γίνεται η νέα πρωτεύουσα των κλαμπ. Είχε προϋπάρξει σαν πόλη των καλύτερων S/M κλειστών, υπόγειων κλαμπ για αγόρια με δερμάτινα και ιμάντες ιππασίας φορεμένους στο γυμνό τους κορμί, αλλά τώρα ανοιγόταν σε πλατύ κοινό με λίγη καλή βοήθεια και από τα επιτυχημένα Gay Pride Parades που διοργάνωνε. Νέα κλαμπ εμφανίστηκαν όπως το Tresor, το 1991, το θρυλικό «εργοστασιακό» Berghain το 2004 στην ουρά του οποίου χρειάζεται να περιμένεις ίσως και τρεις ώρες για να μπεις, δίνοντας αυτόν τον νέο τόνο για τα κλαμπ των μεγάλων πόλεων: εγκαταλελειμμένοι βιομηχανικοί χώροι – το καλύτερο μέρος για χορό.

Bureau a, DJ booth inside The Club, Lisbon Architecture Triennale 2016. © Mariana Lopes

Η δεκαετία του 2000 έφερε αλλαγές. Η κουλτούρα των κλαμπ μπορεί να εξελίσσεται αλλά συνδυάζεται πια με μεγάλα φεστιβάλ, ζωντανές εμφανίσεις καλλιτεχνών, πολλά και διαφορετικά events. Οι χώροι απέκτησαν διαστάσεις πολλαπλών χρήσεων ενώ οι παλαιότεροι χώροι έμειναν σαν απομεινάρια δοξασμένων εποχών, πριν η μουσική γίνει micro.

Akoaki, Mobile DJ Booth, The Mothership, Detroit, 2014. © Anya Sirota and Jean Louis Farges, in collaboration with Bryce Detroit
 
OMA/Rem Koolhaas, Isometric Plan Ministry of Sound II, London, 2015. © OMA

Όμως οι χώροι συνάθροισης νέων πνευμάτων είναι κάτι που δελεάζει πάντα τους σχεδιαστές και τους αρχιτέκτονες. Η τυπολογία του nightclubbing συνεχίζει να υπάρχει και να δημιουργεί «ναούς». Η αρχιτεκτονική φίρμα OMA, με ιδρυτή της τον Ολλανδό αρχιτέκτονα και θεωρητικό Rem Koolhaas, έχει αναπτύξει μία νέα πρόταση για ένα ολοκαίνουργιο Ministry of Sound 2 στο Λονδίνο, ενώ οι σχεδιαστές Akoaki από το Ντιτρόιτ έχουν σχεδιάσει έναν μετακινούμενο "διαστημικό" θάλαμο για DJς με το όνομα «The Mothership» για να προωθήσουν (κυριολεκτικά) την πλούσια παράδοση της πόλης τους που αγαπάει τόσο τα μετακινούμενα οχήματα.

Interior view of Tresor, Berlin, 1996/97 © Gustav Volker Heuss

«Night Fever» στο Vitra Design Museum

Μετά από ενδελεχή έρευνα και φέρνοντας στο φως εκθέματα που δεν έχουν ποτέ εκτεθεί ξανά, η έκθεση στο Μουσείο Vitra παρουσιάζει αντικείμενα και εικόνες αυτής της μεγάλης σκηνής: από έπιπλα και γραφιστικά σχέδια μέχρι αρχιτεκτονικά μοντέλα στις τέχνες, στον κινηματογράφο, στη φωτογραφία και στη μόδα. Ένα ταξίδι στον κόσμο της νύχτας που δεν περιορίζεται μόνο στις εικόνες αλλά σε βάζει και σε μία ακουστική και αισθητική εμπειρία που έχουν σχεδιάσει ο designer Konstantin Grcic και ο σχεδιαστής φωτισμού Matthias Singer. Μαζί και μία σειρά εξώφυλλων δίσκων που σχεδίασε ο αγαπημένος Peter Saville για την Factory Records μέχρι μνημεία της pop αισθητικής όπως το εξώφυλλο του άλμπουμ Nightclubbing της Grace Jones.
Τι λες, έμπαινες;

Night Fever. Design und Clubkultur 1960 – heute
Από τις 17/3 μέχρι τις 9/9/2018
Περισσότερα
εδώ 

Chen Wei, In the Waves #1, 2013 © Chen Wei / Courtesy of LEO XU PROJECTS, Shanghai